Επτά βιβλία που χρειάζεσαι όχι μόνο για το καλοκαίρι

Επτά βιβλία που χρειάζεσαι όχι μόνο για το καλοκαίρι

Δεν υπάρχει βιβλίο που να μην μας προσφέρει κάτι. Από ένα ‘ταξίδι’ σε άλλες εποχές ή άλλους κόσμους έως το να νιώσουμε πως δεν είμαστε μόνοι μας (ζουν και άλλοι τις δικές μας προκλήσεις) ή ότι υπάρχουν πράγματα που δεν είχαμε αντιληφθεί (ή παραδεχθεί) πως θέλουμε στη ζωή μας. Άρα μάλλον ήρθε η ώρα να τα διεκδικήσουμε.

Το καλοκαίρι μπορεί να αποτελέσει μια ιδανική ευκαιρία να ανακαλύψουμε, μέσα απο τα βιβλία, περισσότερα πράγματα για τον κόσμο που μας περιβάλλει αλλά και για τον εαυτό μας. Στις προτάσεις που ακολουθούν από τις εκδόσεις Κλειδάριθμος θα ανακαλύψεις αυτό το ”κάτι” που αναζητάς και ίσως να βρείς το βιβλίο που θα βάλεις με χαρά στη βαλίτσα των διακοπών.


Για την ακρίβεια, θα μάθεις πώς να καταλαβαίνεις αν σου κρύβουν κάτι (και τι σου κρύβουν) όσοι παρουσιάζουν data που αφορούν τη ζωή σου.

Δεν χρειάζεται να είσαι φαν των θετικών επιστημών για να εκτιμήσεις ό,τι καταθέτει ο οικονομολόγος Τιμ Χάρφορντ στο βιβλίο με τίτλο “Τι κρύβουν οι αριθμοί’’. Αρκεί να θυμάσαι πως στο τέλος της ημέρας, όλα σε αυτήν τη ζωή είναι αριθμοί.

Ίσως να σε βοηθήσει περισσότερο ο πρωτότυπος τίτλος να καταλάβεις τι πρόκειται να διαβάσεις: το “Πώς να αποκτήσει λογική συνέπεια ο κόσμος: δέκα κανόνες, για να σκεφτείτε διαφορετικά τους αριθμούς”.

Όπως γράφει ο Χάρφορντ στο βραβευμένο ως βιβλίο της χρονιάς από τους Financial Times και τους Sunday Times και καλύτερο βιβλίο στην κατηγορία ‘επιστήμες και τεχνολογία’ του Wired “τα στατιστικά στοιχεία αντικατοπτρίζουν την ανθρώπινη συµπεριφορά µέσα από το πρίσµα των αριθµών και συχνά αποτελούν τον µόνο τρόπο να αντιληφθούµε πολλά από όσα συµβαίνουν γύρω µας.

Εάν καταφέρουµε να παραµερίσουµε τους φόβους µας και µάθουµε να τα προσεγγίζουµε µε διαύγεια, μπορούν να µας δείξουν τρόπους για να δουλεύουµε πιο αποδοτικά και να ζούµε καλύτερα”.

Έλληνας προπονητής μπάσκετ είχε πει το πάλαι ποτέ πως “τα στατιστικά είναι ο καλύτερος τρόπος για να πεις ψέματα στον αθλητισμό”, αφού ο καθένας τα μεταφράζει κατά το δοκούν. Ο Χάρφορντ παρέχει με έναν εξόχως διασκεδαστικό τρόπο τους 10 κανόνες που θα μας βοηθήσουν να δούμε την αλήθεια σε περίπλοκες ιδέες που αποκωδικοποίησε για εμάς.

Μας αποκαλύπτει πού πρέπει να επικεντρώνουμε, όπως διαβάζουμε αριθμούς και στατιστικές ώστε να τα ερμηνεύσουμε πλήρως για να βελτιώσουμε τη ζωή μας. Όχι μερικώς, όπως συνήθως μας προσφέρονται.

Αρχίζει με το “σε ορισμένες χώρες η επίσημη παρουσίαση δεδομένων δεν είναι απλά δύσκολα, αλλά και επικίνδυνη” για αυτό και στην Τανζανία η κριτική τους είναι ποινικό αδίκημα.

“Το 2010 ο -Έλληνας οικονομολόγος- Ανδρέας Γεωργίου αναγκάστηκε να παρουσιάσει χαμηλότερο δημοσιονομικό έλλειμμα και όταν κατέληξε σε αριθμό 15.4%, απομακρύνθηκε από το τμήμα στατιστικής”.

Ένας άλλος κανόνας που προτείνει ο ειδικός είναι να μη θεωρούμε ως δεδομένο το όποιο στατιστικό υπόβαθρο “αφού το πρόβλημα με τις στατιστικές είναι πως μπορούν να αποδείξουν οτιδήποτε”.

Θα ενημερωθείς για τις παγίδες στην εξαγωγή συμπερασμάτων, βάσει των δεδομένων και πώς πρέπει να ‘διαβάζεις’ τα ευρήματα της όποιας μελέτης που συχνά γενικεύονται, ενώ αφορούν μια πολύ συγκεκριμένη συνθήκη. Συνηθέστερα δε, εκτός της εξίσωσης μένει ολόκληρος ο γυναικείους πληθυσμός.

Ο Χάρφορντ αναλύει και πώς η παραπληροφόρηση μπορεί να παρουσιαστεί με ελκυστικά γραφήματα δημιουργούνται με δεδομένα που συμφέρουν -και όχι το σύνολο τους. Μας μαθαίνει και να διαβάζουμε ανάμεσα από αυτά, για να δούμε την αλήθεια.

Γενικότερα, προτείνει να έχουμε ανοιχτό μυαλό και να μην είμαστε δογματικοί στις απόψεις μας, όπως προσπαθούμε να επιβιώσουμε σε έναν κόσμο γεμάτο δεδομένα που ‘πετάγονται’ από παντού και μπορούν να μας βοηθήσουν να ζήσουμε καλύτερα.


Ο Όλιβερ Μπέρκμαν υπέγραφε για χρόνια τη δημοφιλή εβδομαδιαία στήλη ψυχολογίας της Guardian με τίτλο “This Column Will Change Your Life”. Δεν διέσπασε το άτομο.

Ούτε ανακάλυψε την πυρίτιδα. Αυτό που έκανε -και βραβεύτηκε πολλάκις- ήταν να ερευνά απλούς τρόπους που μπορούν να ωφελήσουν τη ψυχική μας υγεία. Για παράδειγμα πώς να καταλαβαίνουμε τι χρειαζόμαστε ή τι θέλουμε, πώς να ξεφορτωθούμε μια κακή συνήθεια, πώς να ζούμε στο ‘τώρα’ και όσα μπορούμε να κάνουμε όταν κάτι που μας αγχώνει στο έπακρο είναι εκτός του ελέγχου μας.

Το βιβλίο του με τίτλο “Τέσσερις χιλιάδες εβδομάδες: διαχείριση χρόνου για θνητούς” που αναδείχθηκε βιβλίο της χρονιάς από τους Financial Times, Guardian και Observer βασίζεται στην υπόθεση ότι “η μέση ανθρώπινη διάρκεια ζωής είναι παράλογα, τρομακτικά, προσβλητικά μικρή. Αν υποθέσουμε ότι ζούμε μέχρι τα 80, έχουμε στη διάθεση μας περίπου 4.000 εβδομάδες”.

Πώς μπορούμε να τις αξιοποιήσουμε;

Ο Μπέρκμαν δίνει τις παγίδες της πραγματικότητας (για παράδειγμα, την αποτελεσματικότητα ή την κουλτούρα της ευκολίας), εξηγεί γιατί είναι χρήσιμο να έχουμε προτεραιότητες (καθήκοντα στα οποία οφείλουμε να επικεντρωθούμε περισσότερο από άλλα) και τη σημασία του να συμβιβαζόμαστε, τι πραγματικά σημαίνει το να μην έχουμε χρόνο, τι χάνουμε με το άγχος για το μέλλον και ποια είναι η έννοια της ουσιαστικής αποσυμπίεσης (της δραστηριότητας που έχουμε για να περνάμε καλά -ή να μην κάνουμε απολύτως τίποτα), πριν διευκρινίσει γιατί αυτό που κάνει ο καθένας μας με τη ζωή του δεν ενδιαφέρει ιδιαίτερα το σύμπαν.

“Η κοσμική ασημαντότητα μας βοηθά να δούμε τι είναι σημαντικό για εμάς, τη συγκεκριμένη χρονική στιγμή”.

Παραθέτει και 10 εργαλεία για την ευημερία μας. Δεν θα κάνω spoiler. Αξίζει όμως, να τα διαβάσεις. Ενδεχομένως να διευρύνεις τους ορίζοντες σου. Σίγουρα θα μάθεις πώς να φροντίσεις τον εαυτό σου και τελικά, τη ζωή σου.


Θα ήθελα πάρα πολύ, να σου πω ποιος έγραψε το Secret Barrister. Αλλά δεν δύναμαι. Βλέπεις, τιμά τον τίτλο και διατηρεί την ανωνυμία του ο ποινικολόγος που αποκαλύπτει πώς είναι πραγματικά το σύστημα ποινικής δικαιοσύνης στην Αγγλία και την Ουαλία (και όχι μόνο).

Αποκαλύπτει τα προσωπικά του διλήμματα κατά την παρουσία του στα δικαστήρια, τα αστυνομικά κελιά και τις φυλακές (“πώς μπορείς να υπερασπιστείς έναν κατηγορούμενο για κακοποίηση ανηλίκου, όταν υποψιάζεσαι ότι είναι ένοχος;

Τι λες σε έναν που έχει καταδικαστεί σε δεκαετή κάθειρξη, όταν πιστεύεις πως είναι αθώος;”), ‘ξεγυμνώνει’ τις παθογένειες (“από το 1020 έκλεισαν 258 δικαστήρια και δίκες για βιασμούς κατέρρευσαν, επειδή η αστυνομία και οι εισαγγελείς -θύματα περικοπών- απέτυχαν να αποκαλύψουν στοιχεία από τα οποία εξαρτιόταν η δίκαιη και ισχυρή υπεράσπιση”) και κάνει έκκληση διάσωσης του συστήματος που όπως υποστηρίζει “έχει καταρρεύσει πλήρως”.

Η λέξη που χρησιμοποιεί για αυτό ένας ανώτατος δικαστής είναι “κόλαση”. Αυτή που διαλέγει ένας εφέτης είναι “απελπισία” και ο Μυστικός Δικηγόρος δίνει όλα τα στοιχεία που τεκμηριώνουν πως οι όροι που χρησιμοποιήθηκαν δεν είναι τυχαίοι. Μηδέ ακραίοι.

Θέτει στο επίκεντρο το “τι είναι οι νόμοι και γιατί τους χρειαζόμαστε” όπως αναλύει κάθε πτυχή (εγκληματίες, δικηγόρους, θύματα, μάρτυρες, δικαστές) του “άδικου συστήματος που θα βρισκόταν πάντα στα πρωτοσέλιδα των εφημερίδων, αν ο κόσμος ήξερε πώς είχαν τα πράγματα”.

Η ανάγκη για μεταρρυθμίσεις βγαίνουν σε πρώτο πλάνο, καθώς με την υπάρχουσα κατάσταση “κάθε μέρα οι αποδεδειγμένα ένοχοι αφήνονται ελεύθεροι και οι άτυχοι καταλήγουν χωρίς λόγο στη φυλακή”.

Θα σε άφηνα χωρίς μυθιστορήματα;

Πέραν των πληροφοριών που ενδεχομένως να σε βοηθήσουν να συνεχίσεις πιο ανάλαφρος/ανάλαφρη τη διαδρομή σου σε αυτήν τη ζωή, υποθέτω πως χρειάζεσαι να διαβάσεις και κάτι που θα σε ‘βάλει’ σε έναν άλλον κόσμο. Συνέχισε να διαβάζεις και θα βρεις τέσσερις διαφορετικούς.


Η Σέλβα Αλμάδα κατάφερε να αποκτήσει το κοινό της σε όλον τον κόσμο, από την έκδοση του πρώτου βιβλίου της που είναι το “Ο άνεμος που σαρώνει”, το οποίο πούλησε εκατομμύρια αντίτυπα, μεταφράστηκε σε 12 γλώσσες, ενώ μεταφέρθηκε στο θέατρο και τον κινηματογράφο. Η συγγραφέας από την Αργεντινή έχει δημιουργήσει μια ιστορία ηρώων και κακοποιών που εξελίσσεται στην κακοτράχαλη ύπαιθρο της Αργεντινής,. Οι πρωταγωνιστές αλληλεπιδρούν με καταιγιστικούς ρυθμούς και δηκτικούς διαλόγους από την αρχή έως το τέλος -το οποίο δεν θα περιμένεις και δεν μπορώ να στο πω.

Είμαι όμως, σε θέση να σου αναφέρω πώς ξεκινούν όλα: Ο αιδεσιμότατος Πίρσον κηρύσσει το Ευαγγέλιο στην ύπαιθρο της Αργεντινής μαζί με την έφηβη κόρη του, Λένι. Το αυτοκίνητο τους χαλάει και η μοίρα (;) τους οδηγεί στο σπίτι ενός ηλικιωμένου μηχανικού, ονόματι Γκρίνγκο Μπάουερ. Μαζί του μένει και έναν νεαρό αγόρι, ο Ταπιόκα.

Ο αιδεσιμότατος ζητά από τον Μπάουερ την επισκευή του αυτοκινήτου και κατάλυμα έως ότου μπορέσει να συνεχίσει τη διαδρομή του με την κόρη του.

Οι δυο αυτοί μεσήλικες άνδρες, των θεμελιωδών διαφορών σε όλες τις πτυχές της πίστης (από το αν υπάρχει θεός έως το σκοπό της ανθρώπινης ύπαρξης) διαφωνούν σε ό,τι και αν συζητούν. Για κάποιο λόγο όμως, συνεχίζουν την κουβέντα τους. Το πιθανότερο είναι ότι θα νιώσεις την ανάγκη να μπεις στη μέση, να τους πεις να σκάσουν.

Επειδή δεν μπορείς, θα συνεχίσεις να τους ‘ακούς’ να τσακώνονται και να αλλάζουν διαρκώς τις ταμπέλες του καλού και του κακού. Ανάλογα με το τι προτάσσεται: την τυφλή πίστη ή την παλιάς κοπής αρρενωπότητα. Το βέβαιο είναι πως αμφότεροι γίνονται τοξικοί.


Μάλλον δεν χρειάζεσαι συστάσεις για τον Στέφεν Κινγκ. Σε ό,τι αφορά την τελευταία του δουλειά που κατέκτησε την κορυφή της λίστας των bestsellers των New York Time (φευ), την έγραψε εν μέσω πανδημίας.

Αυτήν την φορά δεν είχε κάποιο χρονοδιάγραμμα να τον πιέζει.

Ένιωσε την ανάγκη να γράψει κάτι που θα του πρόσφερε λίγη χαρά στην απομόνωση του. Όπως εξήγησε, εμφανίστηκε στο μυαλό του ό,τι έβλεπε έξω από το παράθυρο του και στην τηλεόραση: ερημωμένη μεν, ζωντανή δε, πόλη, με άδειους δρόμους, στοιχειωμένα κτίρια, αλλά και σπασμένα αγάλματα, ένα τεράστιο παλάτι με γυάλινους πυργίσκους που τρυπούσαν τα σύννεφα.

Τα έκανε τον προορισμό του Τσάρλι, ενός 17χρονου αγοριού που έχασε τη μητέρα του (την χτύπησε και την σκότωσε ένα βαν) όταν ήταν 7 χρόνων, με τον πατέρα του να ‘πνίγει’ τον καημό του με αλκοόλ πριν τον σώσει ένας συνάδελφος του.

Μια ημέρα, ο Τσάρλι ανακαλύπτει τον ηλικιωμένο γείτονα του, ονόματι Χάουαρντ Μπόουντιτς τραυματισμένο στην αυλή του. Ζει απομονωμένος σε ένα τεράστιο σπίτι. Στην αυλή υπάρχει μια κλειδωμένη αποθήκη, από την οποία συχνά ‘βγαίνουν’ περίεργοι ήχοι.

Το νεαρό αγόρι συμφωνεί να φροντίσει τον σκύλο του, τη Ρέινταρ όσο εκείνος νοσηλεύεται. Μετά φροντίζει και τον κύριο Μπόουντιτς.

Κάποιους μήνες μετά, η Ρέινταρ αρρωσταίνει σοβαρά και ο κύριος Μπόουντιτς πεθαίνει από ανακοπή. Αφήνει στον Τσάρλι μια κασέτα. Σε αυτήν του αποκαλύπτει πως ήταν 120 χρόνων και ότι στην αποθήκη υπάρχει πύλη για έναν άλλον κόσμο, που ήταν η πηγή του πλούτου του και ο λόγος της μακροζωίας του.

Αποφασισμένος να σώσει τη Ρέινταρ, ο Τσάρλι αποφασίζει να πάει μαζί της στον παράλληλο κόσμο. Σύντομα διαπιστώνει πως ο κύριος Μπόουντιτς του έχει κρύψει κάτι: πως εκεί τα θαύματα και η φρίκη γίνονται ένα.

Ναι, το “Παραμύθι” θα μπορούσε να είναι όντως σαν τα παραμύθια που ακούμε -και διαβάζουμε- από παιδιά για να κοιμηθούμε. Αν δεν το υπέγραφε ο Στέφεν Κινγκ.


O Άντονι Κουίν κατάφερε να γράψει ένα βιβλίο που ‘βγάζει’ μουσικές, όπως γυρίζεις τις σελίδες του και διαβάζεις για μια από τις πιο ιδιαίτερες περιόδους στην ιστορία της Αγγλίας. Το ”Λονδίνο στις φλόγες”.

Σε πάει στο τέλος της δεκαετίας του ‘70 και το τέλος μιας εποχής για τη Μεγάλη Βρετανία. Η χώρα έχει διχαστεί, οι απεργίες έχουν εξαπλωθεί παντού, η κυβέρνηση είναι στα πρόθυρα κατάρρευσης και το Λονδίνο μετέωρο, με την κοινωνία να υποψιάζεται τους πάντες και τα πάντα. Την ίδια ώρα, το Εθνικό Μέτωπο βρίσκεται στο απόγειο της δημοτικότητας του, ο IRA επιτίθεται στην ηπειρωτική Βρετανία και η Μάργκαρετ Θάτσερ παρουσιάζεται ως σωτήρας.

Η Βίκυ, μια νεαρή αστυνομικός που είναι ‘βυθισμένη’ σε σκάνδαλο διαφθοράς της Metropolitan Police, η Χάνα, μια ρεπόρτερ εφημερίδας, ο Κέιλουμ, ένας βορειοϊρλανδός ακαδημαϊκός που αντιμετωπίζεται με αμυδρή καχυποψία λόγω της προφοράς και της καταγωγής του και ο Φρέντι, ένας θεατρικός ιμπρεσάριος συναντιούνται σε αυτό το ‘σκηνικό’.

Το πεπρωμένο τους είναι αλληλένδετο και μια σειρά συμπτώσεων απεικονίζει την τυχαιότητα της ζωής, με τον Κουίν να καταφέρνει να κάνει τους διαλόγους των χαρακτήρων του να ακούγονται φυσικοί και συναρπαστικοί. Σαν να γίνονται live μπροστά σου.


Μεταξύ των κριτικών που γράφτηκαν για το πρώτο μυθιστόρημα του Οιγκεν Ρούγκε, ” Τις μέρες που λιγόστευε το φώς” το οποίο κυκλοφόρησε τη δεκαετία του 2000 είναι πως ωρίμασαν οι συνθήκες για την απροσποίητη, χιουμοριστική και ευαίσθητη ματιά που προσφέρει στην Ανατολική Γερμανία από την σύσταση της (τη δεκαετία του ‘40) έως την Πτώση του Τείχους, το 1989.

Όχι από τα γραφεία των πολιτικών, αλλά από την κουζίνα σπιτιού στα προάστια.

Σε αυτό ζουν τρεις γενιές της ίδιας οικογένειες. Η πρώτη αφορά τους αμετανόητους κομμουνιστές παππούδες που είχαν επιστρέψει στη Λαϊκή Δημοκρατία της Γερμανίας από την εξορία τους στο Μεξικό όταν τους δόθηκε η δυνατότητα να συμβάλλουν στην ανοικοδόμηση του νέου κράτους.

Τους συναντά εκεί ο γιος τους, ο οποίος είχε μεταναστεύσει στη Μόσχα σε μικρή ηλικία πριν εκτοπιστεί σε στρατόπεδο καταναγκαστικής εργασίας στη Σιβηρία. Τον συνοδεύει η Ρωσίδα γυναίκα του και το παιδί τους που αισθάνεται να ασφυκτιά όλο και περισσότερο στην πατρίδα που επέλεξαν οι πρόγονοι του.

Ανήμερα των 90ων γενεθλίων του παππού του, ανακοινώνει σε όλους πως φεύγει προς τα δυσμάς.

Αν έχεις εικόνες από εκείνη τη Γερμανία, έχεις και πολλούς διαφορετικούς λόγους να διαβάσεις το βιβλίο. Αν δεν έχεις εικόνες, θα αποκτήσεις, με τον Ρούγκε να φροντίζει να σου προσφέρει όσα χρειάζεσαι για να μείνεις στο μικροσκοπικό πορτρέτο μιας εποχής. Είδος στο οποίο διακρίνονταν παλαιότερα οι Άγγλοι.

Καλές αναγνώσεις!

Ροή Ειδήσεων

Περισσότερα