“THRILLA IN MANILA”, Η ΚΟΡΥΦΩΣΗ ΤΗΣ ΜΑΧΗΣ ΑΛΙ VS ΦΡΕΙΖΕΡ
48 χρόνια συμπληρώνονται σήμερα από την τρίτη και τελευταία πυγμαχική συνάντηση ανάμεσα στον Μοχάμεντ Αλί και τον Τζο Φρέιζερ (1/10/1975). Με αφορμή το θρυλικό “Thrilla in Manila”, το Magazine θυμάται τη δραματικότερη τριλογία στην ιστορία του επαγγελματικού μποξ.
Λίγα λεπτά μετά το μεσημέρι (τοπική ώρα) της 1ης Οκτωβρίου του 1975, στο Araneta Coliseum της Quezon City (ενός από τους 12 δήμους που αποτελούν το μητροπολιτικό διαμέρισμα της Μανίλα, πρωτεύουσας των Φιλιππίνων), ο Έντι Φατς, προπονητής του Τζο Φρέιζερ, έδειξε με τα χέρια του στον διαιτητή ότι ο αγώνας είχε λήξει, απαγορεύοντας στον αθλητή του να πυγμαχήσει στον 15ο γύρο. Εκείνη ακριβώς τη στιγμή ολοκληρώθηκε η πιο δραματική και θρυλική τριλογία της πυγμαχικής ιστορίας. Με αφορμή τη συμπλήρωση 48 χρόνων από τον τελευταίο αγώνα των Αλί και Φρέιζερ, το Magazine θυμάται τις τρεις αξέχαστες μονομαχίες τους πάνω στα ρινγκ.
Το “Fight of the Century”, το “Super Fight II” και τέλος, το “Thrilla in Manila”, οι τρεις αγώνες στους οποίους βρέθηκαν αντιμέτωποι ο Μοχάμεντ Αλί και ο Τζο Φρέιζερ, έθεσαν καινούργια πρότυπα στην πυγμαχία, πραγματικά αξεπέραστα μέχρι σήμερα. Οι συναντήσεις των δυο μεγάλων πρωταθλητών των βαρέων βαρών προσέλκυσαν την προσοχή εκατοντάδων εκατομμυρίων φιλάθλων σε όλο τον κόσμο. Η πολιτική, η θρησκεία, το αντιπολεμικό κίνημα, αλλά και οι χαρακτήρες των δυο μποξέρ έδωσαν στην εποχή τους μια άλλη, ξεχωριστή διάσταση στη μεγάλη αυτή πυγμαχική τριλογία. Πριν προχωρήσουμε όμως στα γεγονότα, ας δούμε πρώτα μερικά στοιχεία για τους δυο πρωταγωνιστές.
MUHAMMAD ALI – “THE GREATEST”
Ο Κάσιους Μαρσέλους Κλέι Τζούνιορ γεννήθηκε τον Ιανουάριο του 1942 στο Λούισβιλ του Κεντάκι και ξεκίνησε την πυγμαχία σε ηλικία 12 ετών. Το 1960 κατέκτησε το χρυσό μετάλλιο στους Ολυμπιακούς Αγώνες της Ρώμης, στην κατηγορία των 87,5 κιλών. Ο Κάσιους Κλέι ήταν ένας χαρισματικός πυγμάχος, σίγουρα από τους κορυφαίους του αθλήματος και μια από τις μεγαλύτερες προσωπικότητες του παγκόσμιου αθλητισμού όλων των εποχών. Ένας υπέροχος χορευτής και τεχνίτης.
Στη διάρκεια των αγώνων κρατούσε τα χέρια του αρκετά χαμηλά και επιχειρούσε να αποφεύγει τα χτυπήματα περισσότερο με την κίνηση του σώματός του, αντί της συνηθισμένης παθητικής άμυνας. Του άρεσε να απευθύνεται με υπεροπτικό και ειρωνικό ύφος προς τους αντιπάλους του, υιοθετώντας για τον εαυτό του το παρατσούκλι “ο Μέγιστος” (The Greatest). Ιστορική έχει μείνει η φράση με την οποία αυτοχαρακτηριζόταν: “πετάω σαν πεταλούδα, τσιμπάω σαν μέλισσα”.
Στις 25 Φεβρουαρίου του 1964, διεκδίκησε για πρώτη φορά με επιτυχία από τον Σόνι Λίστον τον τίτλο του παγκόσμιου πρωταθλητή και την επομένη της νίκης του ανακοίνωσε πως είχε προσχωρήσει στους “Μαύρους Μουσουλμάνους”, μια ακραία οργάνωση που αποκαλούσε “δαίμονα” τη λευκή φυλή. Λίγες μέρες αργότερα ο πνευματικός του καθοδηγητής, Ελάιζα Μοχάμεντ, του έδωσε το όνομα Μοχάμεντ Αλί. “Πλέον δε χρειάζεται να είμαι αυτός που θέλετε εσείς να είμαι. Είμαι ελεύθερος να είμαι αυτός που θέλω εγώ” ήταν τα πρώτα του λόγια ως Αλί προς τους δημοσιογράφους.
Τα επόμενα χρόνια ο Αλί κυριάρχησε στους αγωνιστικούς χώρους όπως λίγοι πυγμάχοι στην ιστορία του αθλήματος. Υπερασπίστηκε με επιτυχία τον τίτλο του πετυχαίνοντας επιβλητικές νίκες επί σπουδαίων πυγμάχων όπως ο Λίστον, ο Φλόιντ Πάτερσον, ο Χένρι Κούπερ και ο Μπράιαν Λόντον. Για να καταλάβετε για τί “μηχανή” μιλάμε, στις 14 Νοεμβρίου του 1966, στην αναμέτρησή του με τον Κλίβελαντ Γουίλιαμ, σε μόλις τρεις γύρους, πρόλαβε να χτυπήσει τον αντίπαλό του περισσότερες από εκατό φορές, τον σώριασε τέσσερις φορές, ενώ ο ίδιος δέχθηκε μόλις τρία χτυπήματα.
Τον Απρίλιο του 1967, στη διάρκεια του πολέμου του Βιετνάμ, αρνήθηκε να καταταγεί στον αμερικανικό στρατό για θρησκευτικούς λόγους, λέγοντας την ιστορική φράση “I ain’t got no quarrel with them Viet Cong – no Viet Cong ever called me nigger” (δεν έχω καμία διένεξη με τους Βιετκόνγκ, κανένας από αυτούς δε με αποκάλεσε ποτέ αράπη). Για τη στάση του αυτή, αντιμετώπισε έντονη κριτική από μεγάλη μερίδα της αμερικανικής κοινής γνώμης, ενώ του αφαιρέθηκε ο τίτλος του πρωταθλητή και η πυγμαχική άδεια.
Αποκλείστηκε από κάθε αθλητική διοργάνωση των Ηνωμένων Πολιτειών για τριάμισι χρόνια, ενώ καταδικάστηκε σε πέντε χρόνια φυλάκισης, ποινή που αναιρέθηκε τέσσερα χρόνια αργότερα από το Ανώτατο Δικαστήριο των ΗΠΑ. Στη διάρκεια της δεκαετίας του 1960, ο Μοχάμεντ Αλί ξεχώρισε για τη στάση του σε θέματα σχετικά με την ελευθερία και τα δικαιώματα των Αφροαμερικανών, ασκώντας μεγάλη επιρροή στην αμερικάνικη προοδευτική νεολαία. Όσο συνέβαιναν όλα αυτά, οι διοργανωτές αγώνων του επαγγελματικού μποξ προσπαθούσαν να βρουν τον διάδοχο του Μοχάμεντ Αλί. Και δεν άργησαν να τον ανακαλύψουν στο πρόσωπο – ή μάλλον στις γροθιές – του Τζο Φρέιζερ.
JOE FRAZIER – “SMOKIN’ JOE”
Ο Τζόζεφ Γουίλιαμ Φρέιζερ γεννήθηκε τον Ιανουάριο του 1944 στο Μποφόρ της Νότιας Καρολίνας και ξεκίνησε την πυγμαχία στην ηλικία των 15 ετών. Τον ανακάλυψε ένας προπονητής του μποξ στη Φιλαδέλφεια, όταν τον είδε να χτυπάει με τις γροθιές του τα κρεμασμένα από τα τσιγκέλια σφαχτά στην κρεαταγορά όπου εργαζόταν (από εκεί εμπνεύστηκε την ανάλογη σκηνή του “Ρόκυ” ο Σιλβέστερ Σταλόνε). Το αποκορύφωμα της ερασιτεχνικής του καριέρας ήταν η κατάκτηση του χρυσού μεταλλίου το 1964 στους Ολυμπιακούς αγώνες του Τόκιο στην κατηγορία των βαρέων βαρών, όπου στον τελικό νίκησε τον Γερμανό αντίπαλό του, Χανς Χούμπερ, αν και είχε σπασμένο τον αριστερό του αντίχειρα.
Ο Τζο, που του άρεσε να μασάει ένα κομμάτι ταμπάκο γιατί του θύμιζε τον πάτερα του (από όπου και το “Smokin’”), ήταν μια πραγματικά ασταμάτητη δύναμη της φύσης. Δεν είχε κάποια ιδιαίτερη τεχνική, όμως οι γροθιές του μπορούσαν να διαλύσουν οποιονδήποτε αντίπαλο. Τα περιβόητα “hooks” του (κλειστά γωνιακά χτυπήματα, κροσέ δηλαδή αλλά από πολύ κοντινή απόσταση) ήταν το δεύτερο μεγαλύτερο όπλο του. Γιατί το πρώτο του χαρακτηριστικό, αυτό που τον έκανε να ισοσκελίζει την έλλειψη τεχνικής του, ήταν η απίστευτη αντοχή του στα χτυπήματα των αντιπάλων του.
Ένας από τους μεγαλύτερους “αγκισέρ” (γαλλικός πυγμαχικός όρος για τους μποξέρ που αντέχουν τα χτυπήματα και απαντούν άμεσα με δικά τους) όλων των εποχών, ο σκληροτράχηλος Φρέιζερ ήταν το απόλυτο άκρο-αντίθετο του Αλί, όχι μόνο σαν στιλ αλλά και σαν χαρακτήρας και προσωπικότητα. Πυγμαχούσε πάντοτε σκυφτός, κινώντας συνεχώς τα χέρια του και μόλις έβρισκε το κενό για να εξαπολύσει το “hook” του, δεν σταματούσε να χτυπάει παρά μόνο όταν σώριαζε κάτω τον αντίπαλό του. Ήταν ακριβώς το στιλ που εξόργιζε έναν “όρθιο” μποξέρ όπως ο Αλί.
Έξω από τα ρινγκ ο Τζο ήταν ένας απλός, σεμνός, χαμηλών τόνων οικογενειάρχης, που πήγαινε ανελλιπώς στην εκκλησία της περιοχής του και ήταν πάντοτε προσιτός στον απλό κόσμο. Οι αντί-Αλί φίλαθλοι βρήκαν στον Φρέιζερ τον ιδανικό εκπρόσωπό τους, αν και ο ίδιος ο Τζο κατ’ επανάληψη δήλωνε πως δεν του άρεσε να τον “χρησιμοποιούν” ως “αντί” οποιουδήποτε. Στις 16 Φεβρουαρίου του 1970 ο Φρέιζερ κέρδισε τον Τζίμι Έλις στη Νέα Υόρκη και πήρε επίσημα τον τίτλο του παγκόσμιου πρωταθλητή βαρέων βαρών. Ο Αλί δεν είδε με καλό μάτι την εξέλιξη αυτή και σε κάθε ευκαιρία τόνιζε στα μίντια πως ο μοναδικός και πραγματικός πρωταθλητής ήταν ο ίδιος.
Οι δυο αθλητές διέφεραν 100% μεταξύ τους. Το κλειδί για την επιτυχία του Αλί ήταν η ταχύτητά του. Διέθετε γρήγορα σαν την αστραπή χέρια και το αριστερό του “jab” (χτύπημα με μικρό άλμα) μπορούσε να κρίνει έναν αγώνα. Επίσης είχε την ικανότητα να αποφεύγει τις γροθιές του αντιπάλου του χρησιμοποιώντας πολύ τα πόδια. Τα μεγάλα όπλα του Φρέιζερ ήταν το αριστερό του “hook” και η αδάμαστη θέλησή του για νίκη. Ένας αγώνας εναντίον του Smokin’ Joe ήταν πραγματικός πόλεμος. “Αν τον χτυπήσεις, θα του αρέσει. Αν τον ρίξεις κάτω, απλά θα τον λυσσάξεις”, είχε πει για τον Φρέιζερ ο μεγάλος Τζορτζ Φόρμαν.
Ο ΑΛΙ ΑΠΟΚΑΘΙΣΤΑΤΑΙ
Το καλοκαίρι του 1970 – και ενώ εκκρεμούσε ακόμα η έφεση του Αλί – η πολιτεία της Τζόρτζια εξέδωσε μια πυγμαχική άδεια στο όνομά του και ο πρώην πρωταθλητής στους επόμενους μήνες πήρε μέρος σε τέσσερις αγώνες ώστε να ξαναβρεί τη χαμένη του φόρμα, αφού είχε συμπληρώσει 3,5 χρόνια μακριά από τα ρινγκ. Έναν μήνα αργότερα, στην εκδίκαση της έφεσης, ο Αλί δικαιώθηκε στο ομοσπονδιακό δικαστήριο, το οποίο αποφάσισε πως η αφαίρεση της πυγμαχικής του άδειας ήταν παράνομη και καταχρηστική.
Ο δικαστής της Νέας Υόρκης διέταξε άμεση επανόρθωση και η Πυγμαχική Επιτροπή της Πολιτείας της Νέας Υόρκης υποχρεώθηκε να θέσει και πάλι σε ισχύ την άδεια του πρώην παγκόσμιου πρωταθλητή. Στις 26 Οκτωβρίου, στην επίσημη επανεμφάνισή του, ο Αλί αντιμετώπισε τον Τζέρι Κουάρι και “καθάρισε” μετά από τρεις γύρους. Τον Δεκέμβριο της ίδιας χρονιάς, πέτυχε την 31η σερί νίκη του απέναντι σε έναν από τους ισχυρότερους μποξέρ της εποχής, τον Αργεντίνο Όσκαρ Μποναβένα, μετά από έναν δραματικό αγώνα που κρίθηκε με τεχνικό νοκ άουτ στον 15ο γύρο.
Με αυτόν τον τρόπο κέρδισε το δικαίωμα να διεκδικήσει τον παγκόσμιο τίτλο από τον Φρέιζερ και η μεγάλη συνάντηση ορίστηκε για τις 8 Μαρτίου του 1971. Ο Αλί είχε μπροστά του τρεις μήνες για να προετοιμάσει το come-back του. Το γεγονός ότι και οι δυο αντίπαλοι “ξεκινούσαν” από τη θέση του παγκόσμιου πρωταθλητή (ο μεν Φρέιζερ ως κάτοχος, ο δε Αλί ως πρώην αλλά χωρίς να έχει χάσει τον τίτλο σε αγώνα), πρόσθεσε ακόμα μεγαλύτερο ενδιαφέρον, στην έτσι κι αλλιώς πολυαναμενόμενη αναμέτρηση.
1. ALI – FRAZIER I (“THE FIGHT OF THE CENTURY”)
Νέα Υόρκη, Madison Square Garden, 8/3/1971
Η πρώτη μεγάλη συνάντηση ανάμεσα στους δυο μποξέρ πραγματοποιήθηκε στο “Madison Square Garden” της Νέας Υόρκης. Ο κάθε ένας τους είχε συμφωνηθεί να εισπράξει 2,5 εκατομμύρια δολάρια ανεξαρτήτως αποτελέσματος, το μεγαλύτερο ποσό που είχε δοθεί μέχρι τότε στην ιστορία του αθλητισμού για έναν μόνο αγώνα. 50 κράτη είχαν αγοράσει τα τηλεοπτικά δικαιώματα, ενώ η αναμετάδοση έγινε σε 12 διαφορετικές γλώσσες. Τον αγώνα παρακολούθησαν συνολικά 300 εκατομμύρια τηλεθεατές σε όλον τον κόσμο, περισσότεροι από όσους είχαν δει το πρώτο βήμα του ανθρώπου στο φεγγάρι δυο χρόνια πριν.
Ο Μοχάμεντ Αλί είχε πλεονέκτημα 9 πόντων στο ύψος (1.91 έναντι 1.82 του αντιπάλου του) και 18 πόντων στο άνοιγμα των χεριών (2.03 έναντι 1.85 του Φρέιζερ), ενώ ζύγιζε 98 κιλά. Ο Φρέιζερ ζυγίστηκε στα 93 κιλά. Μπροστά στους 20.445 θεατές που είχαν κατακλύσει το MSG, ο Αλί παρουσιάστηκε καλύτερος στους 3 πρώτους γύρους, όμως ο Φρέιζερ μετά από κάθε jab που δεχόταν, έδινε συνεχόμενα δυνατά hooks στο σώμα του αντιπάλου του ώστε να τον κουράσει και να τον κάνει πιο αργό. Ο αριθμός των χτυπημάτων εκατέρωθεν ήταν τόσο μεγάλος, που μπορεί να συγκριθεί μόνο με μικρότερες κατηγορίες.
Από τον 4ο γύρο και μετά, ο Αλί σταμάτησε να χορεύει. Ο Φρέιζερ, που πλέον είχε ισορροπήσει την κατάσταση, θύμιζε μανιακό. Έριχνε σε κάθε γύρο τόσα χτυπήματα – σχεδόν αποκλειστικά hooks – όσα ρίχνουν μποξέρ της ίδιας κατηγορίας σε έναν ολόκληρο αγώνα. Οι ειδικοί υποστηρίζουν πως το “μομέντουμ” του αγώνα άλλαξε στον 9ο γύρο, μετά από ένα απίστευτο μπαράζ αριστερών-δεξιών hooks που εξαπέλυσε ο Φρέιζερ. Στον 10ο γύρο ο Φρέιζερ άρχισε να πετάει τον αντίπαλό του στα σκοινιά, κάτι που συνέβαινε για πρώτη φορά στην καριέρα του Αλί.
49 δευτερόλεπτα πριν τη λήξη του 11ου γύρου, ο Φρέιζερ προειδοποίησε εξαπολύοντας δυο συνεχόμενα αριστερά hooks στο πρόσωπο του αντιπάλου του. Στον 14ο γύρο ο Αλί έκανε ένα σοβαρό λάθος τακτικής: ξόδεψε ό,τι είχε και δεν είχε σε μια φοβερή επίθεση, δίνοντας μερικές από τις καλύτερες γροθιές του, χωρίς όμως ουσιαστικό αποτέλεσμα. Μόλις στο 25ο δευτερόλεπτο του 15ου γύρου, ο Αλί άφησε τελείως εκτεθειμένη τη δεξιά του πλευρά. Ο Φρέιζερ χωρίς δεύτερη σκέψη έστειλε έναν αριστερό κεραυνό πάνω στο σαγόνι του αντιπάλου του, γκρεμίζοντάς τον με ορμή, ανάσκελα, με τα πόδια στον αέρα. Ήταν μόλις η τρίτη φορά που συνέβαινε κάτι τέτοιο στη διάρκεια της καριέρας του Αλί.
Εκεί τελείωσαν όλα. Ο Αλί, φανερά ζαλισμένος, σηκώθηκε, άντεξε μέχρι το τελευταίο καμπανάκι, αλλά δεν μπόρεσε να ανατρέψει την κατάσταση. Η απόφαση ήταν ομόφωνη (9-6, 11-4, 8-6 οι βαθμολογίες των τριών κριτών, όλες υπέρ του Φρέιζερ). Ο αγώνας ήταν τόσο βίαιος που οι δυο πυγμάχοι μεταφέρθηκαν κατευθείαν στο νοσοκομείο για νοσηλεία. Ο Smokin’ Joe διατήρησε τον τίτλο του παγκόσμιου πρωταθλητή (τον έχασε με τη σειρά του από τον Τζορτζ Φόρμαν το 1973) και ο Αλί χρειάστηκε να περιμένει τρία ακόμη χρόνια μέχρι να καταφέρει να ξαναπάρει τον τίτλο, αυτή τη φορά το 1974 από τον Φόρμαν στο Ζαΐρ.
2. ALI – FRAZIER II (“SUPER FIGHT II”)
Νέα Υόρκη, Madison Square Garden, 28/1/1974
Εννέα μήνες πριν το ιστορικό “Rumble in the Jungle” της Κινσάσα, εκεί όπου ο Αλί ξαναπήρε τον παγκόσμιο τίτλο από τον Τζορτζ Φόρμαν, ξαναβρέθηκαν αντιμέτωποι για δεύτερη φορά οι Αλί και Φρέιζερ. Ο αγώνας φιλοξενήθηκε και πάλι στο Madison Square Garden της Νέας Υόρκης και το έπαθλο – πέρα από τα χρήματα – ήταν το δικαίωμα του νικητή να διεκδικήσει τον τίτλο του παγκόσμιου πρωταθλητή από τον Φόρμαν. Οι ειδικοί θεωρούν τον συγκεκριμένο αγώνα κατώτερο του πρώτου και του τρίτου, όμως η δίψα του Αλί για εκδίκηση ήταν ασυγκράτητη. Μην ξεχνάμε ότι επρόκειτο για την πρώτη ήττα της καριέρας του.
Λίγες μέρες πριν τη συνάντηση, οι δυο πυγμάχοι βρέθηκαν στα στούντιο του ABC στη Νέα Υόρκη, για να αναλύσουν τον πρώτο τους αγώνα στην εκπομπή Wide World of Sports. Όταν κάποια στιγμή ο Φρέιζερ έδειξε ένα χτύπημα στον 10ο γύρο, λέγοντας ότι από εκείνη τη στιγμή πήρε το επάνω χέρι, ο Αλί έχασε την ψυχραιμία του και τον αποκάλεσε άσχετο. Ένας έξαλλος Φρέιζερ ζήτησε τον λόγο και κουβέντα στην κουβέντα οι δυο τους πιάστηκαν στα χέρια, με τους φουκαράδες του στούντιο να προσπαθούν μάταια να τους χωρίσουν. Η πυγμαχική ομοσπονδία τούς επέβαλλε πρόστιμο και η συνέχεια δόθηκε πάνω στο ρινγκ.
Ο πιο γυμνασμένος Αλί (96 κ.) είχε προετοιμαστεί ειδικά για να αποφεύγει τα αριστερά hooks του αντιπάλου του, γυρνώντας συνεχώς προς τη δεξιά πλευρά και εξαπολύοντας τους δικούς του συνδυασμούς χτυπημάτων. Στο τέλος του 2ου γύρου ο Αλί προσγείωσε στο πρόσωπο του Φρέιζερ ένα δεξί cross, αλλά δεν μπόρεσε να συνεχίσει την επίθεσή του, επειδή ο διαιτητής νόμισε κατά λάθος ότι άκουσε το καμπανάκι. Κάθε φορά που ο Φρέιζερ πλησίαζε κοντά για να ρίξει τα hooks του, ο Αλί τον αγκάλιαζε και του έκοβε την επαφή.
Έχοντας εκνευρίσει τον αντίπαλό του, ο Αλί άλλαξε τελείως την τακτική του στους 3 τελευταίους γύρους, ανταλλάσσοντας με τον Φρέιζερ συνεχόμενα χτυπήματα και παίρνοντας ακόμα περισσότερα σημεία. Η ρεβάνς είχε αποδειχτεί πολύ πιο εύκολη από όσο περίμεναν οι ειδικοί και οι θεατές. Οι κριτές ομόφωνα έδωσαν τη νίκη στον Αλί (6-5, 7-4, 8-4). Εννιά μήνες αργότερα, ο Αλί επιβλήθηκε στο Ζαΐρ του Φόρμαν και με νοκ άουτ στον 8ο γύρο έγινε και πάλι ο παγκόσμιος πρωταθλητής.
3. ALI – FRAZIER III (“THRILLA IN MANILA”)
Μανίλα, Quezon City, Araneta Coliseum, 1/10/1975
Ο τρίτος και τελευταίος αγώνας των δυο μεγάλων πρωταθλητών ήταν η κορύφωση της αντιπαλότητάς τους και μια από τις πιο θρυλικές στιγμές της πυγμαχικής ιστορίας. Το “Θρίλερ στη Μανίλα” έφερε και τους δυο πρωταγωνιστές στα όριά τους. “Δεν ένιωσα ποτέ πριν τόσο κοντά στον θάνατο”, δήλωσε αμέσως μετά τη λήξη ο Αλί, ενώ ο Φρέιζερ τελείωσε τον αγώνα κυριολεκτικά τυφλός! Ήταν ο δικτάτορας των Φιλιππίνων, Φέρντιναντ Μάρκος, εκείνος που προσφέρθηκε να φιλοξενήσει στη χώρα του μια τρίτη αναμέτρηση ανάμεσα στους δυο μποξέρ.
Ο ατζέντης Ντον Κινγκ αποδέχτηκε την πρόσκληση και αμέσως μετά άρχισε η προετοιμασία των δυο αντιπάλων. Ο Φρέιζερ αφοσιώθηκε στην προπόνηση για να παρουσιαστεί όσο πιο έτοιμος σε αυτόν που θα ήταν ο τελευταίος μεγάλος του αγώνας. Ήταν αποφασισμένος να “τιμωρήσει” τον Αλί για όσα υποτιμητικά είχε πει κατά καιρούς για τον ίδιο και ιδιαίτερα για το γεγονός ότι τον αποκαλούσε “άσχημο και ηλίθιο γορίλλα”. Ο Φρέιζερ είχε στηρίξει τόσο ηθικά όσο και οικονομικά τον Αλί, την περίοδο που του είχε αφαιρεθεί η άδεια πυγμαχίας και είχε παρακαλέσει προσωπικά τον πρόεδρο Νίξον να αποκαταστήσει τον μεγάλο του αντίπαλο. Θεωρούσε λοιπόν τη συμπεριφορά του Αλί ένδειξη αγνωμοσύνης.
Εκείνη την εποχή ο Αλί φαινόταν περισσότερο απασχολημένος με το φλερτ του για την Βερόνικα Πορς (μετέπειτα σύζυγό του) και λιγότερο για τη σωστή προετοιμασία του ενόψει του αγώνα με τον Φρέιζερ. Είναι χαρακτηριστικό ότι ο Τύπος αποκαλούσε το γυμναστήριό του “The Ali Circus”, ενώ ο ίδιος ο Αλί φαινόταν καθησυχασμένος από τους ειδικούς του αθλήματος, οι οποίοι υποστήριζαν ότι ο Φρέιζερ είχε “αδειάσει” τόσο σωματικά όσο και ψυχολογικά μετά την τελευταία του αναμέτρηση με τον Φόρμαν, ενάμιση χρόνο πριν, όταν και είχε χάσει τον παγκόσμιο τίτλο στην Τζαμάικα.
O Αλί συνέχισε να προκαλεί τον Φρέιζερ και μάλιστα λίγες μέρες πριν τον αγώνα, παρουσιάστηκε σε μια συνέντευξη Τύπου γρονθοκοπώντας ένα ελαστικό ομοίωμα γορίλλα, λέγοντας στους δημοσιογράφους τα θρυλικά πλέον λόγια που έδωσαν και την ονομασία στην τελευταία τους συνάντηση: “It’s gonna be a chilla and a killa and a thrilla, when I get that gorilla in Manila”. Έτσι όταν οι δυο αντίπαλοι έφτασαν στις Φιλιππίνες, ο Φρέιζερ ήταν εξοργισμένος και καλά προετοιμασμένος, ενώ ο Αλί ήταν υπερβολικά σίγουρος για τον εαυτό του και σχεδόν απροετοίμαστος.
Ο αγώνας 15 γύρων είχε προγραμματιστεί για το πρωί της 1ης Οκτωβρίου, ώστε με τη διαφορά της ώρας να συμπέσει με τις ζώνες υψηλής θεαματικότητας στις ΗΠΑ και τον Δυτικό κόσμο. Το πρώτο καμπανάκι ήχησε στις 11 παρά δέκα τοπική ώρα. Ο Αλί (ζυγισμένος στα 102 κιλά) είχε πει στους προπονητές του ότι θα κατάπινε τον Φρέιζερ (98 κιλά). Ο σκοπός του ήταν να τελειώσει γρήγορα τον αγώνα, γνωρίζοντας κατά βάθος ότι δεν ήταν έτοιμος για να φτάσει μέχρι και τον 15ο γύρο. Ξέροντας ότι ο Φρέιζερ ξεκινούσε σε χαμηλό τέμπο, δεν ακολούθησε την προσφιλή του τακτική να χορεύει και να αποφεύγει με την ταχύτητά του τον αντίπαλό του, αντίθετα επιτέθηκε κατευθείαν εξαπολύοντας συνδυασμούς χτυπημάτων, πολλά από τα οποία πέτυχαν τον Φρέιζερ.
Προς μεγάλη όμως έκπληξη όλων, αντί ο Φρέιζερ να οπισθοχωρήσει, στήθηκε προκλητικά μπροστά στον Αλί, σαν να ζητούσε περισσότερα χτυπήματα, χωρίς βέβαια να χάνει παράλληλα την ευκαιρία να εκσφενδονίζει τα τρομερά του hooks στο κορμί του αντιπάλου του. Τα jabs που δεχόταν ο Φρέιζερ ήταν φοβερά, δεν προκαλούσαν όμως την πτώση του και η αντοχή του έκανε τόσο έξαλλο τον Αλί, ώστε στο τέλος του 4ου γύρου, τού φώναξε: “Ηλίθιο κούτσουρο!” Η κούραση άρχισε να κάνει τα σημάδια της εμφανή στον Αλί και η πρωτοβουλία φάνηκε να περνάει στην άλλη πλευρά. Στην αρχή του 7ου γύρου ο Αλί είπε στον Φρέιζερ, “Τζο, μου είχαν πει ότι ήσουν ξοφλημένος” και εκείνος του απάντησε, “σου είπαν ψέματα!”
Σιγά-σιγά τα αριστερά hooks του Φρέιζερ άρχισαν να γέρνουν την πλάστιγγα προς το μέρος του, όμως γρήγορα έγινε σαφές ότι κανείς από τους δυο δεν είχε σκοπό να υποχωρήσει. Οι στρατηγικές και οι τακτικές που εφαρμόστηκαν μέχρι τον 10ο γύρο, εξαφανίστηκαν και έδωσαν τη θέση τους σε μια μάχη μέχρις εσχάτων ανάμεσα σε δυο πυγμάχους που τους κράταγε όρθιους το πείσμα, η θέληση, το κουράγιο και το πνεύμα του νικητή. Τα χτυπήματα έπεφταν κυριολεκτικά βροχή μέσα στην αφόρητη ζέστη που επικρατούσε στο Araneta Coliseum (49 βαθμοί Κελσίου μετρήθηκαν στο ρινγκ!) και οι θεατές παρακολουθούσαν μαγνητισμένοι την τιτανομαχία.
Στον 11ο γύρο ο Φρέιζερ μείωσε την ένταση των επιθέσεών του, φανερά πλέον και αυτός κουρασμένος. Ο Αλί επέστρεψε στον γνώριμο χορό του και το τέλος του γύρου βρήκε τον Φρέιζερ με δυο σχισμές στη θέση των ματιών του. Στη συνέχεια ο Αλί εκμεταλλεύτηκε το γεγονός ότι ο αντίπαλός του δεν έβλεπε καθόλου από το δεξί του μάτι και τον σφυροκόπησε με δεξιές γροθιές, μέχρι που στη μέση του 13ου γύρου ένας ακόμα τρομερός συνδυασμός χτυπημάτων του, εκσφενδόνισε στο κοινό την προστατευτική μασέλα του Φρέιζερ, αφήνοντάς τον απροστάτευτο (αφού αλλαγή επιτρέπεται μόνο στο τέλος του γύρου) για τα επόμενα δυο λεπτά στις ορέξεις του Αλί.
Όταν ακούστηκε το καμπανάκι, ο Φρέιζερ είχε πρηστεί σε όλο το πρόσωπο και τα χτυπήματα είχαν κόψει άσχημα το στόμα του. Ο προπονητής του Φρέιζερ, Έντι Φατς, θέλησε να ζητήσει διακοπή του αγώνα, όμως ο πυγμάχος του αρνήθηκε, ζητώντας του έναν ακόμα γύρο. Με το που άρχισε ο 14ος γύρος, ο Φρέιζερ ήταν σχεδόν τυφλός και δέχτηκε έναν ακόμα καταιγισμό χτυπημάτων από τον αντίπαλό του. Αργότερα έγινε γνωστό ότι ο Φρέιζερ είχε καταρράκτη στο αριστερό του μάτι, πράγμα που σημαίνει ότι στους τελευταίους 4 γύρους αγωνιζόταν χωρίς να βλέπει απολύτως τίποτα!
Ο Αλί, τελείως εξαντλημένος και με τρομερούς πόνους σε όλο το κορμί του, εξαπέλυσε τις τελευταίες γροθιές του στον Φρέιζερ, ο οποίος όμως αρνιόταν πεισματικά να πέσει κάτω. Μόλις ακούστηκε το καμπανάκι και βλέποντας ότι ο Φρέιζερ δεν είχε πλέον όραση, άρα δεν μπορούσε να χτυπήσει τον αντίπαλό του, αλλά και φοβούμενος πιο δυσάρεστα ενδεχόμενα, ο Έντι Φατς έκανε νόημα στον διαιτητή Κάρλος Παδίγια Τζούνιορ ότι ο αγώνας τελείωσε. Η κραυγή του Φρέιζερ “I want him boss”, δεν άλλαξε την απόφαση του προπονητή του, ο οποίος απάντησε στον αθλητή του: “It’s all over. No one will forget what you did here today” (Όλα τελείωσαν. Κανείς δε θα ξεχάσει τι έκανες εδώ σήμερα). Οι κριτές έδωσαν τη νίκη στον Αλί με τεχνικό νοκ άουτ.
Αυτό που δε γνώριζε κανείς, ήταν ότι μετά την ολοκλήρωση του 14ου γύρου, ο Αλί ζήτησε από τους ανθρώπους της γωνίας του να του κόψουν τα γάντια (δηλαδή να εγκαταλείψει τον αγώνα), αλλά ο προπονητής του, Άντζελο Νταντί, τον αγνόησε. Ο Αλί είχε περιγράψει αργότερα εκείνη τη σκηνή στον βιογράφο του, Τόμας Χάουζερ, ως εξής: “Ο Φρέιζερ τα παράτησε λίγο πριν το κάνω εγώ. Δεν πίστευα ότι θα μπορούσα να πυγμαχήσω άλλο”. Λίγα λεπτά μετά τη λήξη της αναμέτρησης, ο νικητής δήλωσε στους δημοσιογράφους: “Ο Τζο Φρέιζερ, θα το πω σε όλο τον κόσμο τώρα, βγάζει τον καλύτερο μποξέρ από μέσα μου. Σας το λέω τώρα, πρόκειται για έναν μεγάλο άντρα, ο Θεός να τον ευλογεί. Μαζί με εμένα, είναι ο μεγαλύτερος πυγμάχος όλων των εποχών”.
Και οι δυο αντίπαλοι είναι σήμερα μέλη του International Boxing Hall of Fame (ο Φρέιζερ πέθανε τον Νοέμβριο του 2011 και ο Αλί τον Ιούνιο του 2016). Το αμερικανικό καλωδιακό κανάλι ESPN ψήφισε το 1999 το “Thrilla in Manila” ως το 5ο σημαντικότερο αθλητικό (και κορυφαίο πυγμαχικό) γεγονός των ΗΠΑ στον 20ο αιώνα. Η συντριπτική πλειοψηφία των ειδικών της πυγμαχίας θεωρούν την πρώτη και την τρίτη συνάντηση των Αλί και Φρέιζερ, μαζί με το “Rumble in the Jungle” (Αλί vs Φόρμαν) ως τους κορυφαίους αγώνες στην ιστορία της επαγγελματικής πυγμαχίας.
ΟΙ ΣΧΕΣΕΙΣ ALI ΚΑΙ FRAZIER
Οι προσωπικές τους σχέσεις υπήρξαν πάντοτε θέμα συζήτησης. Ξεκίνησαν ως φίλοι, ο Φρέιζερ είχε δανείσει χρήματα στον Αλί, όταν του αφαίρεσαν την πυγμαχική άδεια, ενώ είχε υποστηρίξει δημόσια και την άρνησή του να πολεμήσει στο Βιετνάμ. Όλα όμως άλλαξαν μετά το “Fight of the century”. Ο Αλί εκεί είχε αυτοχαρακτηριστεί ως “ο επαναστάτης και ο πρωταθλητής του κινήματος των δικαιωμάτων των πολιτών”, λέγοντας πως ο Φρέιζερ ήταν η “ελπίδα των λευκών”, ένα πιόνι στις επιδιώξεις τους. Γι’ αυτό και τον αποκαλούσε υποτιμητικά “Uncle Tom”.
Ο Φρέιζερ, για να του το ανταποδώσει, τον αποκαλούσε Κλέι, κάτι που εξόργιζε τον Αλί. Με αυτή την επιθετική του τακτική, ο Αλί, που παρουσιαζόταν ως ήρωας των καταπιεσμένων της φυλής του, κατάφερε να στρέψει μεγάλη μερίδα μαύρων εναντίον του Φρέιζερ, ο οποίος ποτέ δεν είχε τοποθετηθεί ανοιχτά για ρατσιστικά θέματα. Από τότε και για πολλά χρόνια, οι εκατέρωθεν δηλώσεις τους, θύμιζαν παιδικές “κοκορομαχίες”, με αρκετές από αυτές να έχουν μείνει στην ιστορία. Χρειάστηκε να περάσουν ολόκληρες δεκαετίες, μέχρι να επέλθει η συμφιλίωση.
Το 2009, ο Φρέιζερ είχε πει σε συνέντευξή του στο ESPN, ότι δεν κρατούσε πλέον κακία στον Αλί. Δυο χρόνια μετά, όταν ο Φρέιζερ πέθανε, ο Αλί – ήδη με την ασθένεια του Πάρκινσον – παραβρέθηκε στην κηδεία του στην Φιλαδέλφεια. Όταν ο αιδεσιμότατος Τζέσε Τζάκσον ολοκλήρωσε την εκφώνηση του επικήδειου και ζήτησε από τους παρευρισκόμενους να σταθούν όρθιοι και να δείξουν την αγάπη τους στον Φρέιζερ, ο Αλί σηκώθηκε και χειροκρότησε συγκινημένος τον παλιό μεγάλο του αντίπαλο.
ΚΑΙ ΛΙΓΕΣ ΚΟΚΟΡΟΜΑΧΙΕΣ
Αλί: “Έφαγε τέτοιο ξύλο ο Τζο που όπως βλέπετε είναι ακόμα στο νοσοκομείο” (στην έξοδό του από το νοσοκομείο όπου βρισκόταν για νοσηλεία μετά τον πρώτο αγώνα και ενώ ο Φρέιζερ παρέμενε ακόμα σε αυτό).
Φρέιζερ: “Ξεχείλισα από οργή όταν είδα τον Άλι να ανάβει τον βωμό με την ολυμπιακή φλόγα στην Ατλάντα. Πολύ θα ήθελα να τον πετάξω μέσα” (!!!)
Αλί: “Ο Φρέιζερ; Πρόκειται για έναν άσχημο, ηλίθιο γορίλα, έναν θείο Τομ” (“Uncle Tom”, δηλαδή Μπάρμπα Θωμά, από τον ήρωα του μυθιστορήματος “Η καλύβα του μπάρμπα-Θωμά” της Χάριετ Μπίτσερ Στόου, μια έκφραση που χρησιμοποιούσαν οι μαύροι για να μειώσουν εκείνους τους μαύρους που ήταν υποτελείς και πιστοί στους λευκούς αφέντες τους).
Φρέιζερ: “Εμένα αποκάλεσε θείο Τομ; Ποιός; Αυτός που προσέλαβε λευκό δικηγόρο για να βγει από τη φυλακή;”
Αλί: “Κατά κάποιο τρόπο ο Τζο έχει δίκιο. Είπα πολλά υποτιμητικά γι’ αυτόν στο παρελθόν που δε θα έπρεπε. Ζητώ συγνώμη γι’ αυτό, λυπάμαι. Ήταν όλα για να προωθήσω τον αγώνα” (στους New York Times το 2001). Ο Φρέιζερ όταν το πληροφορήθηκε, απάντησε πως δε δέχεται τη συγνώμη γιατί δεν απευθυνόταν στον ίδιο, αλλά στην εφημερίδα. Και όταν ο Αλί το έμαθε, πήρε πάλι τους New York Times και είπε στον συντάκτη, στον οποίο είχε κάνει και την προηγούμενη δήλωση: “Άμα ξαναδείς τον Φρέιζερ, πες του ότι παραμένει ένας άσχημος, ηλίθιος γορίλας” (!).
Φρέιζερ: “Αυτοαποκαλείται ο Μέγιστος. Αλλά δεν είναι ο Μέγιστος. Αποστολή μου είναι να του δείξω πόσο έξω έχει πέσει ο παρανοημένος εγωισμός του. Και να του το χτυπήσω στα μούτρα” (λίγες μέρες πριν τον πρώτο τους αγώνα).
Πέρα όμως από όλα αυτά τα “ευτράπελα”, το σίγουρο είναι ότι η αντιπαλότητά τους δημιούργησε την πιο δραματική και θρυλική τριλογία της πυγμαχικής ιστορίας. Οι μποξέρ πάντοτε θα αγωνίζονται, αλλά ελάχιστοι θα το κάνουν με τις ικανότητες, τη θέληση, το κουράγιο και την αποφασιστικότητα του Μοχάμεντ Αλί και του Τζο Φρέιζερ.
* Πηγές: espn.com, saddoboxing.com, ibhof.com, boxrec.com, bbc.com, wiki