Γιατί η μεγάλη κοιλιά συνδέεται με επιθετικό καρκίνο του προστάτη
Διαβάζεται σε 6'Πρωτοποριακή έρευνα καταδεικνύει ότι το υπερβολικό λίπος στην κοιλιά δίνει «εντολή» στα καρκινικά κύτταρα του προστάτη να αναπτυχθούν.
- 02 Οκτωβρίου 2023 06:46
Καθώς τη συσσώρευση λίπους στην κοιλιά οι περισσότεροι τη θεωρούμε αναπόφευκτο και φυσιολογικό «σημάδι» της μέσης ηλικίας, οι ειδικοί συνειδητοποιούν ολοένα και περισσότερο ότι η ύπαρξη του «σωσιβίου» γύρω από τη μέση, μπορεί να αποτελεί ωρολογιακή βόμβα, όσον αφορά τον κίνδυνο εμφάνισης επιθετικού καρκίνου του προστάτη.
Στο Imperial College του Λονδίνου, οι βιολόγοι που διερευνούν σε μοριακό επίπεδο τον καρκίνο, βρίσκονται εν μέσω ενός πρωτοποριακού νέου προγράμματος που προσπαθεί να κατανοήσει γιατί το υπερβολικό σωματικό λίπος και ιδιαίτερα τα επιβλαβή στρώματα εσωτερικού ή σπλαχνικού λίπους που συσσωρεύονται γύρω από τον προστάτη, μπορεί να αποτελεί προδιαθεσικό παράγοντα στους μεσήλικες για τις πιο θανατηφόρες μορφές της νόσου.
Σύμφωνα με τη δρ Claire Fletcher, μία από τις ερευνήτριες που ηγείται του προγράμματος, το οποίο χρηματοδοτείται από τη φιλανθρωπική οργάνωση Prostate Cancer Research, τα ευρήματα θα μπορούσαν να βοηθήσουν στη βελτίωση του ελέγχου για τον εντοπισμό των ατόμων που είναι ιδιαίτερα ευάλωτα, ακόμη και σε νέες θεραπείες.
«Αν και οι λεπτομερείς γνώσεις σχετικά με το πώς το λίπος τροφοδοτεί τον επιθετικό καρκίνο του προστάτη είναι περιορισμένες, γνωρίζουμε ότι η ποσότητα λίπους γύρω από τον προστάτη ενός ασθενούς, που ονομάζεται περιπροστατικό λίπος, συνδέεται με ταχύτερη εξέλιξη της νόσου και μικρότερη ανταπόκριση στη θεραπεία», λέει η Fletcher.
Πέρυσι, σε μελέτη 2,5 εκατομμυρίων ανδρών από όλη την Ευρώπη από διατροφικούς επιδημιολόγους του Πανεπιστημίου της Οξφόρδης, φάνηκε ότι τα μεγαλύτερα επίπεδα σωματικού λίπους αυξάνουν τον κίνδυνο θανάτου από καρκίνο του προστάτη έως και 10%.
Τα περιττά στρώματα λίπους γύρω από την κοιλιά και τη μέση φάνηκε ότι αποτελούν ιδιαίτερο πρόβλημα, με την αύξηση μόλις κατά 5% στην αναλογία μέσης προς γοφούς, να αυξάνει τον κίνδυνο θανατηφόρου καρκίνου του προστάτη κατά 6%.
Οι άνδρες στα 50 και τα 60 τους διατρέχουν τον μεγαλύτερο κίνδυνο για καρκίνο του προστάτη και συνολικά, η ερευνητική ομάδα εκτίμησε ότι αν ο μέσος άνδρας από 55 έως 64 ετών μείωνε τον δείκτη μάζας σώματός του στο ιδανικό εύρος (από 18,5 έως 24,9), θα υπήρχαν στη Βρετανία 1.300 λιγότεροι θάνατοι από καρκίνο του προστάτη κάθε χρόνο.
«Έχουν υπάρξει πολλές μελέτες που συνδέουν τη διατροφή με υψηλή περιεκτικότητα σε λιπαρά με αυξημένο κίνδυνο θανάτου από καρκίνο του προστάτη, τόσο σε μοντέλα καρκίνου του προστάτη όσο και σε ανθρώπους», λέει η δρ Naomi Elster, διευθύντρια έρευνας στο Prostate Cancer Research.
Γιατί όμως το λίπος έχει τόσο θανατηφόρα σχέση με αυτόν τον καρκίνο;
Λίπος και καρκίνος προστάτη: Μια θανατηφόρα σχέση
Στο πλαίσιο της έρευνάς τους, η Fletcher και οι συνάδελφοί της από το Imperial College αναλύσαν λιποκύτταρα από την περιοχή του προστάτη, μαζί με δείγματα όγκων που λαμβάνονται από παχύσαρκους άνδρες που υποβάλλονται σε χειρουργική επέμβαση για την αντιμετώπιση του καρκίνου.
Μέχρι στιγμής, οι ειδικοί έχουν καταφέρει να δείξουν ότι τα λιποκύτταρα και τα κύτταρα του προστάτη φαίνεται να «συνομιλούν» μεταξύ τους μέσω μιας σειράς χημικών σημάτων που απελευθερώνονται στην περιοχή γύρω από τον προστάτη.
Τα σήματα αυτά φαίνεται να είναι πολύ διαφορετικά στους παχύσαρκους άνδρες σε σύγκριση με αυτούς που έχουν φυσιολογικό βάρος και ενδέχεται να δίνουν εντολή στα κύτταρα του προστάτη να αναπτυχθούν, οδηγώντας τα σε καρκίνο.
Αυτή η σχέση έχει και συνέχεια, δηλαδή μετά την εμφάνιση της νόσου, καθώς τροφοδοτεί τους όγκους με οδηγίες ώστε να αναπτύσσονται ταχύτερα και τελικά να εξαπλώνονται και σε άλλα μέρη του οργανισμού (μεταστάσεις).
«Πιστεύεται ότι το λίπος γύρω από τον προστάτη στους παχύσαρκους άνδρες απελευθερώνει περισσότερα θρεπτικά συστατικά και άλλα σήματα που τα καρκινικά κύτταρα μπορούν να χρησιμοποιήσουν για να τροφοδοτήσουν την ανάπτυξή τους», εξηγεί η Fletcher.
«Τα λιποκύτταρα παράγουν επίσης μόρια, που αποκαλούμε μίνι-κύτταρα, τα οποία ουσιαστικά πακετάρουν πληροφορίες και τις μεταφέρουν στα καρκινικά κύτταρα του προστάτη, σαν να παραδίδουν ένα… γράμμα. Τα καρκινικά κύτταρα διαβάζουν το περιεχόμενο και στη συνέχεια αλλάζουν τη συμπεριφορά τους».
Μόλις ο καρκίνος του προστάτη εγκατασταθεί, φαίνεται ότι τα καρκινικά κύτταρα του προστάτη μπορούν ακόμη και να επαναπρογραμματίσουν το περιβάλλον, με το σωματικό λίπος να λειτουργήσει ως αποκλειστικός διατροφικός πόρος για να τροφοδοτήσει περαιτέρω την επιβίωση και την ανάπτυξη του καρκίνου, βοηθώντας τον να αντισταθεί σε θεραπείες όπως η ορμονοθεραπεία και η χημειοθεραπεία.
Βελτίωση της πρόληψης και της θεραπείας
Ταυτόχρονα, η κατανόηση της πολύπλοκης αλληλεπίδρασης μεταξύ του σωματικού λίπους και του προστάτη, θα μπορούσε να βοηθήσει στη βελτίωση της θεραπείας της νόσου, όπως αναφέρει η βρετανική Telegraph.
H Fletcher πιστεύει ότι τα μίνι κύτταρα που δρουν ως αγγελιοφόροι μεταξύ του λίπους και του προστάτη, θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν ως νέοι στόχοι φαρμάκων για τις πιο επιθετικές μορφές του εν λόγω καρκίνου, ώστε να βελτιωθεί η επιβίωση των ασθενών.
Η δυνατότητα εντοπισμού αυτών των μορίων μέσω εξετάσεων αίματος ή ούρων αμέσως μετά τη διάγνωση ενός ασθενούς, θα μπορούσε επίσης να βοηθήσει στην εξατομίκευση των θεραπευτικών μονοπατιών για διαφορετικούς ασθενείς.
«Αυτό θα μπορούσε να μας επιτρέψει να παρακολουθούμε τους άνδρες “υψηλού κινδύνου”, να εντοπίζουμε επικίνδυνους καρκίνους νωρίς, όταν έχουν περισσότερες πιθανότητες επιτυχούς θεραπείας, ή θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί από τους γιατρούς για να εντοπίσουν πότε ένας ασθενής χρειάζεται πιο επιθετική θεραπεία εκ των προτέρων», λέει η Fletcher.
Τα δεδομένα που θα προκύψουν από το ερευνητικό πρόγραμμα μπορούν, επίσης, να χρησιμοποιηθούν για την υποστήριξη των προγραμμάτων απώλειας βάρους που υποστηρίζονται από τη βρετανική κυβέρνηση και το Εθνικό Σύστημα Υγείας (NHS) της χώρας.
Η Fletcher επισημαίνει ότι μια συνήθης παρενέργεια των ορμονοθεραπειών για τον καρκίνο του προστάτη είναι η συσσώρευση λίπους στην κοιλιά, το οποίο σε ορισμένες περιπτώσεις μπορεί να τροφοδοτήσει τη νόσο.
«Τα αποτελέσματα της μελέτης μας μπορεί να μας επιτρέψουν να πιέσουμε τους υπεύθυνους χάραξης πολιτικής για την εισαγωγή υποστηριζόμενων παρεμβάσεων υγιεινού τρόπου ζωής, όπως η άσκηση και οι διατροφικές αλλαγές, παράλληλα με τέτοιες θεραπείες για τη μείωση των παρενεργειών και την ενίσχυση της ανταπόκρισης στη θεραπεία», καταλήγει η ίδια.