ΑΥΤΟΙ ΕΙΝΑΙ ΟΙ 6 HUMANS ΤΟΥ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ ΜΑΡΚΟΥΛΑΚΗ
Οι πρωταγωνιστές της παράστασης “Humans” που σκηνοθετεί ο Κωνσταντίνος Μαρκουλάκης στο θεάτρο Μουσούρη από τις 11 Οκτωβρίου μιλούν στο NEWS 24/7
Μία οικογένεια…ανθρώπων που αποτυπώνουν την ουσία της ανθρώπινης κατάστασης με ακρίβεια, συμπόνια και ρεαλισμό σκηνοθετεί ο Κωνσταντίνος Μαρκουλάκης στο Θέατρο Μουσούρη.
Ο λόγος για το “The Humans” του Stephen Karam, το βραβευμένο με Tony Award το 2016 ως καλύτερο θεατρικό έργο, που γυρίστηκε και σε ταινία, σε σενάριο και σκηνοθεσία του ίδιου του συγγραφέα, η οποία, όπως και το θεατρικό, είχε πολύ θερμή υποδοχή από κοινό και κριτικούς, καθώς απεικονίζει με ρεαλισμό και ειλικρίνεια τη σύγχρονη αμερικανική οικογένεια και μιλά με διαύγεια, χιούμορ, τρυφερότητα και βαθιά αγάπη, για «τη ζωή, όπως προσπαθούμε να τη ζήσουμε».
Σύμμαχοί του ένα σύνολο εξαιρετικών πρωταγωνιστών: Θέμις Μπαζάκα, Λάζαρος Γεωργακόπουλος, Κωνσταντίνος Ασπιώτης, Μαρία Πετεβή, Ειρήνη Μακρή, και η Ξένια Καλογεροπούλου.
Το έργο
Το “The Humans” ξετυλίγει το κουβάρι της ζωής της οικογένειας Μπλέικ, κατά τη διάρκεια ενός μόνο απογεύματος, προσκαλώντας το κοινό να παρακολουθήσει από κοντά τις αγωνίες, τα όνειρα και τους ανομολόγητους φόβους τους. Ο Έρικ και η Ντίντρη, οι γονείς, φτάνουν, μαζί με την Μόμο, τη μητέρα του Έρικ και τη μεγάλη τους κόρη Έιμι, στην Τσάιναταουν της Νέας Υόρκης, για να γιορτάσουν την ημέρα των Ευχαριστιών στο διαμέρισμα όπου μόλις έχουν μετακομίσει η μικρή τους κόρη, η Μπρίτζετ, με τον σύντροφό της, τον Ρίτσαρντ. Πρόκειται για μια προπολεμική, αλλόκοτη διπλοκατοικία, χωρίς έπιπλα ακόμα, φτιαγμένη από τον συνδυασμό ενός σκοτεινού διαμερίσματος στο υπόγειο, με ένα σχεδόν εξίσου σκοτεινό διαμέρισμα στον επάνω όροφο.
Μια ατμόσφαιρα ελαφρώς επιβεβλημένης ευθυμίας καλύπτει την αίσθηση του κινδύνου που συσσωρεύεται διακριτικά στην τραπεζαρία. Σιγά σιγά αρχίζουν να βγαίνουν στην επιφάνεια εντάσεις και μυστικά, καθώς κάθε μέλος της οικογένειας αντιμετωπίζει τις δικές του προκλήσεις και ανησυχίες, και τα ζητήματα αυτά έρχονται στο φως καθώς αλληλεπιδρούν καθ’ όλη τη διάρκεια της βραδιάς.
Εμείς μιλήσαμε με τους ηθοποιούς της παράστασης και τους ζητήσαμε να περιγράψουν τον χαρακτήρα τους και τις ομοιότητες της οικογένειας Μπλέικ με μία σύγχρονη οικογένεια.
Θέμις Μπαζάκα
“Υποδύομαι την Ντίντρη Μπλέικ: προϊσταμένη γραφείου για περισσότερα από 40 χρόνια στην ίδια εταιρεία παντρεμένη με τον Ερικ Μπλέικ όλη της την ζωή. Ένας άνθρωπος που τρέχει και φροντίζει τους πάντες γύρω της: συγγενείς, φίλους, γείτονες και εθελόντρια για τους πρόσφυγες από το Μπουτάν που βρίσκονται στην περιοχή της. Ένας άνθρωπος γενναιόδωρος και τρυφερός που όλοι παίρνουν ως δεδομένο… Η συναισθηματική κρίση που προκαλείται από την απιστία του άντρα της και η οικονομική καταστροφή που έρχεται την κάνει σχεδόν κυνική. Μόνη της παρηγοριά της πια η εκκλησία.
Ομοιότητες της οικογένειας Μπλέικ με τη σύγχρονη μπορεί να βρει κανείς πολλές, καθώς οι κοινωνικές και οικονομικές συνθήκες μοιάζουν πολύ με αυτές του έργου. Προσωπική δουλειά του καθενός με γνώμονα τις αξίες που έχει ο καθένας και επίδειξη αγάπης και κατανόησης στο ανθρώπινο είδος…”
Λάζαρος Γεωργακόπουλος
“Είμαι ο Έρικ, ο πατέρας της οικογένειας Μπλέικ. Πρώην επικεφαλής συντήρησης και μετά διευθυντής εξοπλισμού σε ένα καθολικό σχολείο, ο Έρικ έχασε την δουλειά του εξαιτίας ενός περιστατικού και ανατράπηκαν τα πάντα στη ζωή του. Κατεστραμμένος οικονομικά πια, αναγκάζεται να πουλήσει τα πάντα για να μπορέσουν να επιβιώσουν. Βασανίζεται από τύψεις γιατί οι πράξεις του έχουν αντίκτυπο σε όλη του την οικογένεια. Είναι χαμένος ανάμεσα σε εφιάλτες που δεν τον αφήνουν να κοιμηθεί, στον τρόμο ότι μπορεί να χάσει την αγάπη των δικών του ανθρώπων, στο γκρέμισμα του αμερικανικού ονείρου.
Όσο για το πόσο πόσο καλά μπορούμε να είμαστε όλοι σήμερα και πόσο μοιάζουμε με αυτή τη δυσλειτουργική οικογένεια; Σήμερα, το να είναι κάποιος καλά, μοιάζει με πολυτέλεια. Είμαστε σε ένα σημείο που τα πάντα καταρρέουν, η θλίψη είναι μόνιμη κατάσταση, η μοναξιά γύρω μας κυριαρχεί, τα όνειρα γκρεμίζονται, δεν υπάρχει ενθουσιασμός για τα πράγματα που κάνουμε, δεν υπάρχει έλεγχος της ζωής μας, τα όνειρα μειώνονται συνεχώς. Κάπως έτσι είναι και η οικογένεια Μπλέικ, ένας καθρέφτης δικός μας. Μόνο που εδώ υπάρχει ελπίδα. ‘Οτι κι αν συμβαίνει σε αυτούς τους ανθρώπους αισθάνεσαι πάντα οτι από κάτω υπάρχει βαθιά αγάπη”.
Ξένια Καλογεροπούλου
“Υποδύομαι τη Μόμο, μία γυναίκα με Αλτσχάιμερ που έχει χάσει την επαφή της με την πραγματικότητα. Αυτό είναι πάρα πολύ οδυνηρό για τους άλλους γύρω της. Μέσα στην οικογένεια υπάρχει το πρόβλημα του πώς αντιμετωπίζεις έναν άνθρωπο που είναι σε αυτήν την κατάσταση. Και οι ήρωες αντιμετωπίζουν σχεδόν ηρωικά το θέμα. Επιστρατεύουν την αγάπη για μία γυναίκα που έχει χάσει τα λογικά της και που δεν μπορεί να την εισπράξει. Η αγάπη που της δείχνουν είναι λίγο ζορισμένη, σαν να την έχουν ανάγκη για να αντιμετωπίσουν τα προβλήματά τους γενικά. Αυτή η γυναίκα δεν καταλαβαίνει τον κόσμο γύρω της, κάποια στιγμή ωστόσο, τον υποπτεύεται και τότε η σχέση της με την πραγματικότητα γίνεται πολύ οδυνηρή. Και γι αυτό έχει και μία τρομερή έκρηξη στο τέλος του έργου.
Τα προβλήματα της οικογένειας αυτής που έχουν είναι συνηθισμένα και αναγνωρίσιμα. Είναι προβλήματα της καθημερινής ζωής, κάτι τους λείπει. Κάποια στιγμή λέει το ένα πρόσωπο ένα άλλο: “Εσύ είσαι τυχερή, γιατί έχεις κάτι να ονειρεύεσαι”. Και αυτοί οι άνθρωποι δεν έχουν πολλά να ονειρεύονται, πνίγονται μέσα στις οικονομικές δυσκολίες. Στριμώχνονται όλοι γύρω από την ανάγκη και τη μιζέρια. Ωστόσο, δε λείπουν οι στιγμές αγάπης στην οικογένεια αυτή που τώρα γιορτάζει τις ευχαριστίες. Αγαπιούνται πολύ μεταξύ τους και αρπάζονται από αυτήν την αγάπη. Αλλά η σκληρότητα της καθημερινότητας τους πνίγει”.
Ειρήνη Μακρή
“Η Έιμι είναι η μεγάλη κόρη της οικογένειας Μπλέικ. Αμερικανίδα δικηγόρος με πολύ φιλόδοξη επαγγελματική πορεία, είναι το μέλος της οικογένειας που τα έχει καταφέρει καλύτερα απ’ όλους και αυτή που συνήθως διατηρεί χαμηλά τους τόνους και κρατάει τις ισορροπίες μέσα στο σύνολο. Τη στιγμή του έργου, βρίσκεται σε ένα πραγματικό σημείο καμπής. Η χρονιά που πέρασε ήταν μια χρονιά οριακά σε ελεύθερη πτώση, τόσο σε επαγγελματικό όσο και σε προσωπικό επίπεδο.
Έχει να αντιμετωπίσει ένα σοβαρό πρόβλημα υγείας, το οποίο συντελεί στο να χάσει εντέλει τη δουλειά της, ακριβώς πριν εκτοξευθεί επαγγελματικά. Παράλληλα, έχει μόλις χωρίσει από την επί χρόνια σύντροφό της και το κρισιμότερο απ’ όλα είναι ότι με βάση τις τελευταίες εξετάσεις η υγεία της επιδεινώνεται ραγδαία με κίνδυνο να εξελιχθεί σε καρκίνο, εάν δεν κάνει μια αρκετά σοβαρή επέμβαση. Βρίσκεται σε μια απ’ αυτές τις στιγμές στη ζωή ενός ανθρώπου, που θα ‘λεγε κανείς ότι τα πράγματα πάνε πραγματικά απ’ το κακό στο χειρότερο. Παρόλα αυτά, η ίδια τα αντιμετωπίζει με τρομερό κυνισμό, πρακτικότητα και χιούμορ, καλύπτοντας έτσι το κενό, τον πόνο και τον φόβο της.
Πόσο σήμερα μπορούμε να είμαστε καλά και πόσο μοιάζουμε με τους Μπλέικ; Πιστεύω δυστυχώς πως δεν μπορεί να ευημερεί και να ευτυχεί κανείς, όταν το περιβάλλον γύρω του ρημάζει. Δυστυχώς, βρισκόμαστε σε μια στιγμή της ιστορίας, μεγάλων κοινωνικών, πολιτικών και οικονομικών αναμοχλεύσεων με αποτέλεσμα οι αιχμές και οι αντιθέσεις να αυξάνονται συνεχώς. Ταυτόχρονα, η ροή της πληροφορίας είναι ανεξέλεγκτη με αποτέλεσμα να επηρεάζει τις ζωές μας και την ψυχολογία μας. Ως αποτέλεσμα λοιπόν ο κόσμος αντιμετωπίζει μερικές φορές μεγάλη δυσκολία στο να αντεπεξέλθει στις καθημερινές αναποδιές, με αποτέλεσμα να απομονώνεται πολλές φορές από φίλους, οικογένεια και εν γένει κοινωνικά σύνολα. Είναι η εποχή της μονάδας και της «ανεξαρτησίας».
Στον αντίποδα οι Μπλέικ είναι οικογένεια ακόμη. Και προσωπικά δεν πιστεύω πως αυτή η οικογένεια είναι δυσλειτουργική. Κάθε άλλο. Πιστεύω πως πρόκειται για μια αρκετά «κανονική», μέση οικογένεια, μια οικογένεια μέσου όρου μάλιστα. Αυτό είναι και το λεπτό σημείο που κάνει το έργο τόσο αυτοκίνητο. Ότι θα μπορούσε κάλλιστα να είναι η δική μας οικογένεια, με όλες αυτές τις τρυφερές στιγμές, τις λεπτές ισορροπίες και τις δυσλειτουργίες της. Γιατί παράλληλα πρόκειται για μια οικογένεια που έχει ακόμα ανάγκη και πρόθεση να συντηρήσει το δεσμό της, ακόμα κι αν οι σχέσεις έχουν αλλάξει, ακόμα κι αν τα μέλη κρύβουν καλά τα μυστικά τους, μυστικά που καταστρέφουν εν τέλει την εικόνα, αλλά και το ρόλο τους μέσα σ’ αυτό το σύνολο. Είναι μια οικογένεια που παραμένει οικογένεια, συντηρεί τον δεσμό, ακόμα και όταν μετατοπίζεται ή παραμορφώνεται από τα «χτυπήματα»”.
Μαρία Πετεβή
“Υποδύομαι την Μπρίτζετ, τη μικρότερη κόρη της οικογένειας Μπλέικ. Η Μπρίτζετ είναι ένα κορίτσι 26 χρόνων που έφυγε από το πατρικό της στο Σκράντον και την ασφάλεια που αυτό της παρείχε, για να κυνηγήσει το όνειρό της, να γίνει μουσικός. Βρέθηκε λοιπόν στη Νέα Υόρκη και παρότι ήξερε πως δύσκολα θα ανταπεξέλθει οικονομικά, επέλεξε να μην σπουδάσει σε δημόσια σχολή και να κάνει ταυτόχρονα με τις σπουδές της ό,τι δουλειά έπεφτε στα χέρια της για να πληρώνει τη σχολή της.
Θέλοντας να λάβει την καλύτερη δυνατή εκπαίδευση, φορτώθηκε πολλά φοιτητικά δάνεια τα οποία την έχουν πνίξει και καθώς η οικογένεια της δεν μπορεί οικονομικά να προσφέρει μεγαλύτερη βοήθεια, δουλεύει παράλληλα με τις σπουδές της ως σερβιτόρα σε δύο μαγαζιά ενώ ταυτόχρονα είναι βοηθός ενός καθηγητή που εκτιμά και θεωρεί μέντορά της. Η Μπρίτζετ, όπως συχνά συμβαίνει με τους καλλιτέχνες που δεν έχουν οικονομική άνεση από το οικογενειακό περιβάλλον τους, έχει κατακερματιστεί, προσπαθώντας να φέρει εις πέρας τις σπουδές της, να εξελιχθεί σε αυτό που αγαπά, ενώ ταυτόχρονα εξαντλείται ψυχικά δουλεύοντας τόσο και δεν μπορεί να εστιάσει όσο θα ήθελε και να αφιερώσει όλη της την ενέργεια στη μουσική.
Βρίσκεται δηλαδή σε μια διαρκή πάλη ανάμεσα στην ωμή πραγματικότητα – τον βιοπορισμό, τα οικονομικά αδιέξοδα, τα εξαντλητικά ωράρια στην δουλειά- και σε αυτό που θέλει από παιδί, αυτό που οραματίζεται να γίνει, τη βαθύτερη επιθυμία της να γίνει μια καταξιωμένη συνθέτρια.
Φαίνεται πως η προσπάθεια της δεν είναι αρκετή, καθώς όλες οι πόρτες κλείνουν η μια μετά την άλλη ως προς τη μουσική και κανείς δε δέχεται το βιογραφικό της για μεταπτυχιακό ή πρακτική.
Η απόρριψη, η ανασφάλεια, η αγωνία, η έλλειψη χρημάτων, ο φόβος του οτι δεν είναι αρκετά ικανή, η πιθανότητα αποτυχίας, ο φόβος για το άγνωστο, για το μέλλον, είναι κάτι που την πληγώνει, την απογοητεύει και την κάνει να αμφισβητεί τις ικανότητες της και την πίστη της στον εαυτό της τόσο, που σκέφτεται πως δεν κάνει γι’ αυτό και πρέπει να τα παρατήσει, ειδικά όταν δέχεται τη μεγαλύτερη απόρριψη από τον ίδιο τον καθηγητή της.
Έχει σχεδόν εξαντληθεί, αλλά δεν το μοιράζεται με τους γονείς της καθώς δεν θέλει να τους επιβαρύνει ή να τους απογοητεύσει και αυτό ειναι μεγάλο βάρος. Ευτυχώς σε όλο αυτό είναι δίπλα της ο Ρίτσαρντ ο σύντροφος της με τον οποίο μόλις αποφάσισαν να συγκατοικήσουν και να πάνε ένα βήμα πιο πέρα.
Όσο για το πώς συνδέονται οι χαρακτήρες αυτοί με το σήμερα; Όσο ο κόσμος γίνεται πιο περίπλοκος και ο καπιταλισμός ακόμα πιο ισχυρός, ο άνθρωπος περιπλέκεται τόσο πολύ, αποπροσανατολίζεται, κόβεται σε χίλια μικρά ασύνδετα κομμάτια και πασχίζει να τα καταφέρει. Πασχίζει να καταφέρει να υπάρξει και να είναι ολόκληρος και αποδοτικός και παραγωγικός και όμορφος και κοινωνικός και τέλειος σε όλα (δουλειά, οικογένεια κλπ) και να έχει όλο και πιο μεγάλη ισχύ και χρήμα και εξουσία, αλλά ταυτόχρονα σε αυτό το ασφυκτικό πλαίσιο να παραμείνει υγιής μέσα και έξω. Στον κόσμο της εικόνας και της ταχύτητας ο άνθρωπος προσπαθεί να είναι συνέχεια ενεργός και να παραμένει υγιής.
Δεν βλέπω δυσκολότερο πράγμα από αυτό. Η τεχνολογία, η γρήγορη εναλλαγή εικόνας και πληροφορίας, όλες αυτές οι κοινωνικές νόρμες και απαιτήσεις, όλο αυτό το βουητό, η τοξική θετικότητα, τα πρότυπα των κοινωνικών δικτύων, δεν αφήνουν τον άνθρωπο να αφουγκραστεί τις ανάγκες του, να πάρει λίγο χώρο και χρόνο για τον εαυτό του, για να συνδεθεί με το μέσα του, με τη φύση, να συνδεθεί αλήθεια και ουσιαστικά με τον διπλανό του, με μια ξεκούραστη απλότητα και να ανακαλύψει τι τον στριμώχνει ψυχικά, τι τον δυσκολεύει ή να δει καθαρότερα ποια τελικά από όλες τις επιλογές ή τις συνήθειες του τον ικανοποιεί.
Η κοινωνία αυτή που ζούμε δεν χωράει παύση. Τρέχεις και εσύ πρέπει να ακολουθείς σε φρενήρεις ρυθμούς να την προλάβεις, να μην ξεμείνεις πίσω και τελειώσει η πίστα και χάσεις, σαν να είσαι σε κάποιο τρελό βίντεο παιχνίδι. Οπότε με όλους αυτούς τους τρομερούς ρόλους που όλοι καλούμαστε να έχουμε και να επιτυγχάνουμε μάλιστα και σε αυτούς, εγώ βλέπω έναν πολύ πιεσμένο άνθρωπο που βιώνει τρομερή μοναξιά και απογοήτευση και που κατά τη γνώμη μου είναι δύσκολο να μην δυσλειτουργεί, να μην πνίγεται συνειδητά και μη.
Η οικογένεια είναι ένα μικρότερο σύστημα μέσα σε αυτό το μεγάλο σύστημα που ονομάζεται κοινωνία και όσο η κοινωνία αποξενώνεται από τον ορισμό της ίδιας της της λέξης, τόσο και τα μικρότερα συστήματα της επηρεάζονται και νοσούν. Η οικογένεια και οι νευρώσεις της είναι λίγο πολύ κοινές, η αγάπη περιπλέκεται με την ενοχή, τη φροντίδα, την παρεμβατικότητα, την αλληλεξάρτηση κλπ.
Τέτοια χαρακτηριστικά συναντάμε και στην γεμάτη από συμπλέγματα οικογένεια του Stephen Κaram, τόσο λεπτά δοσμένα, αλλά τόσο πονετικά και με τόσο χιούμορ ταυτόχρονα και τόση αγάπη που νομίζω είναι πολύ εύκολο να ταυτιστείς.
Ο τρόπος που ο συγγραφέας μέσα από αυτό το μοναδικό έργο κρατάει το καθρεφτάκι είναι αριστοτεχνικός και τόσο λεπτός που χρειάζεσαι λίγα λεπτά, αφού έχεις “τρακάρει” με αυτό το κείμενο για να καταλάβεις τι σε τράκαρε και πόσο δυνατή ήταν η σύγκρουση”.
Κωνσταντίνος Ασπιώτης
“Ο Ρίτσαρντ είναι ο οικοδεσπότης του δείπνου και το αγόρι της Μπρίτζετ. Δεν ανήκει επίσημα δηλαδή στην οικογένεια Μπλέικ. Έχοντας περάσει κατάθλιψη πριν χρόνια, βρίσκεται σε μια ισορροπημένη φάση στο παρόν, ερωτευμένος και μόλις έχει κάνει το μεγάλο βήμα συγκατοίκησης με την Μπρίτζετ. Συμπάσχει με τον αγώνα της Μπρίτζετ για την επαγγελματική της αποκατάσταση και έχει την αγωνία των νεότερων γενεών για το ίδιο θέμα. Όταν ακούει τον Έρικ (μπαμπά) να λέει ότι είναι 28 χρόνια σε ένα σχολείο υπάλληλος διαπιστώνει «Στην δική μας τη γενιά είμαστε τυχεροί αν μείνουμε στην ίδια δουλειά ένα χρόνο».
Αποτελεί τεράστια κουβέντα το πόσο καλά μπορεί να είμαστε όλοι σήμερα. Εγώ – όχι εύκολα – παραμένω αισιόδοξος και πιστεύω ότι για έναν καλύτερο κόσμο πρέπει να φτιάξουμε καλύτερους εαυτούς. Σε γενικές γραμμές. Το έργο αυτό πάντως, εκτός των άλλων, είναι σπουδαίο για αυτό ακριβώς: Παρουσιάζει βασικά προβλήματα μιας οικογένειας που δημιουργούν δυσλειτουργίες, προβλήματα που όλοι έχουμε και ο θεατής μπορεί να αντιληφθεί πόσο «τίποτα» είναι στην πραγματικότητα αυτά τα προβλήματα, την ίδια στιγμή που εμείς ΟΙ ΑΝΘΡΩΠΟΙ τα κάνουμε τεράστια μέσα μας”.
Θέατρο Μουσούρη από 11 Οκτωβρίου
ΣΥΝΤΕΛΕΣΤΕΣ
Μετάφραση – Σκηνοθεσία: Κωνσταντίνος Μαρκουλάκης
Σκηνικά: Αθανασία Σμαραγδή
Φωτισμοί: Σίμος Σαρκετζής
Κοστούμια: Κική Γραμματικοπούλου
Βοηθός σκηνοθέτη: Τζένια Κονταράτου
Παίζουν: Θέμις Μπαζάκα, Λάζαρος Γεωργακόπουλος, Κωνσταντίνος Ασπιώτης, Μαρία Πετεβή, Ειρήνη Μακρή και η Ξένια Καλογεροπούλου