“ΠΕΡΑΣΜΕΝΕΣ ΖΩΕΣ”: Η ΣΕΛΙΝ ΣΟΝΓΚ ΜΑΣ ΕΞΗΓΕΙ ΠΩΣ ΕΦΤΙΑΞΕ ΤΗΝ ΠΙΟ ΣΥΓΚΙΝΗΤΙΚΗ ΤΑΙΝΙΑ ΤΗΣ ΧΡΟΝΙΑΣ
Η σκηνοθέτης μιλάει στο Magazine για την επικοινωνία, τις χαμένες (ρομαντικές) ψυχές και την «αμείλικτη ώθηση του χρόνου» σε μια από τις κορυφαίες ταινίες της χρονιάς.
Πάρα πολύ γρήγορα παρακολουθώντας τις Περασμένες Ζωές θα ξεχάσεις πως αυτό που βλέπεις είναι σκηνοθετικό ντεμπούτο, γυρισμένο από την (θεατρικών καταβολών) Σελίν Σονγκ με μια σιγουριά και μεστότητα βετεράνου δημιουργού.
Από την άλλη, θα θυμηθείς και πολλά πράγματα βλέποντας αυτή την ταινία. Προσωπικά, ενδόμυχα, συγκινητικά, νοσταλγικά. Κάθε θεατής θα βρει κάτι διαφορετικό από το οποίο θα πιαστεί, σε αυτή την αισθηματική ιστορία τριών ανθρώπων που εκτείνεται σε δύο δεκαετίες και δύο ηπείρους, καθώς ένα κορίτσι κι ένα αγόρι –παιδικοί φίλοι που έτρεφαν συναισθήματα ο ένας για την άλλη– βρίσκονται και χάνονται και βρίσκονται και χάνονται στο πέρασμα των χρόνων.
Η σύνδεσή τους περνά μέσα από διαφορετικές πόλεις, περνά μέσα από την τεχνολογική σύνδεση όταν ακόμα δεν ήταν καθόλου δεδομένο πως μπορείς όποιο άνθρωπο θες να τον βρεις στο δευτερόλεπτο ονλάιν, και περνά τελικά μέσα από μια συνάντηση όπου οι σιωπές, τα βλέμματα και η γλώσσα του σώματος λένε όσα πράγματα δε θα μπορούσαν ποτέ να εκφραστούν με λόγια.
Πρόκειται για μια σιωπηλά σαρωτική ιστορία, από εκείνες που κάθε φορά τη βλέπεις συγκινείσαι περισσότερο από την προηγούμενη, από εκείνες που κάθονται για τα καλά μέσα σου και δε λένε να φύγουν. Είναι μια μικρή ταινία σαν σύλληψη, όμως οι ιδέες και τα συναισθήματα με τα οποία καταπιάνονται (με σιγουριά όσο και με ευγένεια, καθώς και με ένα φοβερά τρυφερό κινηματογραφικό άγγιγμα), είναι κάθε άλλο παρά μικρά.
Βρήκαμε τη σκηνοθέτη Σελίν Σονγκ μέσω Zoom και μιλήσαμε για τις συνδέσεις μέσω Skype, για τη λαχτάρα και τη νοσταλγία, για το πεπρωμένο και τη μοναξιά, για την αληθινή έμπνευση πίσω από την ταινία, για την ευχή και την κατάρα που είναι η τεχνολογία, και για εκείνη τη φορά που ανεβοκατέβαζε την ποιότητα της σύνδεσης σα να ήταν DJ.
Τι σημαίνει για σένα το να βλέπεις τόσο θερμές αντιδράσεις στην πρώτη σου ταινία;
Αυτό που πάντα ήταν στην καρδιά της ταινίας ήταν συνηθισμένοι, κοινοί άνθρωποι, που ζουν με τον συνηθισμένο τρόπο τους, και έπειτα υπάρχουν στιγμές στις ζωές τους επικές, γκράντε κι όχι τετριμμένες. Δεν ήξερα αν αυτό θα έβρισκε ανταπόκριση, στην Αμερική αλλά και έξω από την Αμερική φυσικά. Πολύς κόσμος αγαπάει αυτές τις ταινίες, που γνωρίζουν συνηθισμένους ανθρώπους που ξαφνικά τους συμβαίνει κάτι πολύ μεγαλύτερο, όπως το να αγαπάς διαμέσου του χρόνου και του χώρου, πέρα από ηπείρους και δεκαετίες.
Για μένα όλα αυτά είναι πολύ ιδιαίτερα. Γιατί δεν είναι απλά ότι «α, τους άρεσε η ταινία μου», αλλά είναι κι επίσης ότι hey, νιώθω λιγότερη μοναξιά. Γιατί βλέπω πως αυτό το πράγμα που με ενδιαφέρει εμένα, ενδιαφέρει και τόσους άλλους ανθρώπους.
Έχει ενδιαφέρον η δομή της ταινίας. Γιατί υπάρχουν αρκετές ιδέες, τοποθεσίες, εποχές, αλλά είναι ένα απλό στόρι που τις διατρέχει. Είχες ξεχωριστά όλες αυτές τις ιδέες ή υπήρχε κάτι που ήταν η αρχή και μετά κάπως γεννήθηκαν όλα από αυτό;
Είναι βασικά η πρώτη σκηνή της ταινίας, που δυο άνθρωποι κοιτούν τους άλλους και αναρωτιούνται τι είναι μεταξύ τους. Αυτό είναι το πρώτο που έγραψα. Και δεν είναι ότι πάντα γράφω την πρώτη σκηνή της ταινίας πρώτη, άλλες φορές είναι το τέλος, άλλες το μέσον, αλλά σε αυτό έγραψα την πρώτη σκηνή κι έτσι ήξερα ότι μπορώ να γράψω την υπόλοιπη ταινία.
Επειδή η πρώτη σκηνή είναι η δομή της ταινίας, η πρώτη σκηνή εμπλέκει το κοινό, είναι συγκρουσιακή, βάζει τον θεατή μέσα στην ιστορία κατευθείαν. Η ταινία θα μπορούσε να αρχίζει στα παιδικά τους χρόνια αλλά δεν υπάρχει πλαισίωση αν αρχίσεις εκεί. Ταυτόχρονα ήξερα ότι η ιστορία έπρεπε να είναι γραμμική, γιατί η ταινία είναι για το πώς ο χρόνος είναι γραμμικός και υπάρχουν στιγμές που επανέρχονται όμως πάντα επιβιώνει η αμείλικτη ώθηση του χρόνου.
“Ο χρόνος είναι γραμμικός και υπάρχουν στιγμές που επανέρχονται, όμως πάντα επιβιώνει η αμείλικτη ώθηση του χρόνου.”
Οπότε ήξερα πως έπρεπε να είναι γραμμικό το φιλμ, αλλά δεν ήθελα να αρχίσω στα παιδιά χρόνια. Δε νομίζω ότι έτσι θα είχε βάρος. Ενώ έτσι αν το κοιτάς με αυτό τον τρόπο είναι σαν ταινία μυστηρίου γιατί αρχίζεις να αναρωτιέσαι ποιοι είναι μεταξύ τους και έτσι το κοινό γίνεται συνοδοιπόρος στο ταξίδι, για να λύσει το μυστήριο. Οπότε όταν τους βλέπουμε μετά σαν παιδιά, είναι ήδη μεγαλύτερο το διακύβευμα. Μετά στο Skype, είναι κι εκεί μεγαλύτερο. Κι όταν επανερχόμαστε στη σκηνή στο μπαρ, το κοινό έχει τις δικές του λύσεις για το μυστήριο. Βλέπουμε τους τρεις τους τόσο διαφορετικά, παρόλο που είναι μόλις μια ώρα απόσταση, επειδή έχουμε πια ζήσει με τους χαρακτήρες. Είναι τώρα κάτι νέο.
Αυτή ήταν η δομή της ταινίας. Αυτός ήταν ο λόγος που μπορούσα να γράψω την ταινία. Η δομή. Το ξεκίνημα με αυτή την σκηνή.
Προηγουμένως έχεις κάνει θέατρο, αυτή η μετακίνηση στο σινεμά είχε να κάνει με το συγκεκριμένο στόρι ή ήθελες να ασχοληθείς με τη φόρμα;
Μεγάλωσα βλέποντας ταινίες. Μπήκα στο θέατρο επειδή ως αφηγητής εκεί έχεις τον απόλυτο έλεγχο. Ο playwright έχει με τη μία το βάρος της υπογραφής του έργου. Γι’αυτό μπήκα στο θέατρο, αλλά μετά ερωτεύτηκα τη θεατρική φόρμα ως φόρμα. Αλλά μεγάλωσα βλέποντας κυρίως ταινίες, είδα το Pulp Fiction όταν ήμουν μικρό παιδί. [γελάει]
Στις Περασμένες Ζωές όμως το ίδιο το στόρι μου το έκανε καθαρό ότι έπρεπε να είναι ταινία. Γιατί απλώνεται σε δεκαετίες και ηπείρους οπότε ο χωροχρόνος είναι μέρος της αφήγησης με διαφορετικό τρόπο από ό,τι θα ήταν στο θέατρο. Αν πρέπει να δεις πώς η Σεούλ είναι διαφορετική από τη Νέα Υόρκη, αυτό είναι μέρος της ιστορίας, μέρος του χαρακτήρα. Η ιστορία είχε λοιπόν πολύ να κάνει με την τοποθεσία. Ήθελα να νιώσουμε την απόσταση.
Κι επίσης, η ταινία έχει να κάνει με το να μεγαλώνεις και στο θέατρο είναι λίγο πιο δύσκολο να το περάσεις αυτό. Δε μπορείς ας πούμε να βάλεις παιδιά στο ρόλο παιδιών. Υπάρχουν γενικά αρκετά πράγματα που την έκανε αυτή μια καθαρά κινηματογραφική ιστορία. Αλλά ταυτόχρονα, ήθελα πάντα να κάνω μια ταινία. Κι αυτό έμοιαζε τέλειο σενάριο για να το δοκιμάσω.
Το μεσαίο μέρος της ταινίας εκφράζει ένα συναίσθημα άρρηκτα δεμένο με τη συγκεκριμένη του εποχή, καθώς η επικοινωνία στις πρώιμες ημέρες της παγκόσμιας σύνδεσης διέφερε ριζικά από ό,τι έχουμε σήμερα. Πώς ανέπτυξες αυτό το κομμάτι και τι βάρος είχε μέσα στην ευρύτερη ιστορία;
Για μένα περιέργως ήταν το πράγμα στην ταινία που με φόβιζε περισσότερο. Δυσκολευόμουν να το φανταστώ επειδή οι οθόνες από μόνες τους δεν έχουν κινηματογραφική αίσθηση. Πώς κάνω κάτι τέτοια να έχει κινηματογραφική αίσθηση; Μεγάλη αποστολή.
Κάτι που σκέφτηκα είναι πως ήθελα να το κάνω όλο πρακτικά, να έχει κάτι το απτό. Κάτι που να ανταποκρίνεται στο πώς εμείς οι άνθρωποι συναντάμε την τεχνολογία. Δεν ήθελα να βλέπουμε να πληκτρολογούν, να έχει υπότιτλους και τέτοια πράγματα. Ήθελα η αίσθηση να είναι κάτι εντελώς physical, κάτι απτό, με τους ανθρώπους στο κέντρο του κάδρου.
“Καθώς μεγαλώνει η οικειότητα μεταξύ τους και θέλουν να έρθουν πιο κοντά, να αγγίξουν ο ένας την άλλη, η τεχνολογία από θαύμα γίνεται μια ενόχληση. Μια απογοήτευση.”
Χτίσαμε λοιπόν δύο σετ για τις Skype συναντήσεις. Το δωμάτιο της Νόρα και το δωμάτιο του Χε Σουνγκ. Τα συνδέσαμε με ένα κυριολεκτικό καλώδιο και βάλαμε μια βλαβίδα σε αυτό, ένα σύνδεσμο που μπορούσε να χαλάει την ποιότητα της σύνδεσης. Κι ήμουν εγώ μέσα σε ένα θάλαμο λες κι ήμουν DJ, να αλλάζω την ποιότητα της σύνδεσης. Άλλες φορές το έκανα να παγώνει, άλλες να καθυστερεί. Οι ηθοποιοί δεν ήξεραν, ούτε μπορούσαν να ελέγξουν το πότε η σύνδεση θα είνια καλή και πότε θα είναι κακή. Προσπάθησα να ανασυστήσω το πώς ήταν να κάνεις Skype τότε, που ήταν σκατά οι συνδέσεις.
Αυτό είναι το φοβερό με την τεχνολογία. Όταν η Νόρα κι ο Χε Σουνγκ πρωτοβλέπονται μέσω Skype είναι για αυτούς σαν θαύμα. Είναι σαν ένα sci-fi θαύμα! Όταν πρωτοείδαμε Skype έτσι δεν σκεφτήκαμε; «Θεέ μου!». Τώρα κι εμείς μιλάμε μέσω Zoom σα να μη συμβαίνει τίποτα [γελάμε] αλλά τότε έβλεπες έναν άνθρωπο και δεν το πίστευες, έλεγες «βλέπω έναν άνθρωπο, είναι τόσο κουλ αυτό που συμβαίνει». Ένα θαύμα, ήσουν ευγνώμων για την τεχνολογία.
Αλλά στο πέρασμα του χρόνου καθώς μεγαλώνει η οικειότητα μεταξύ τους και θέλουν να έρθουν πιο κοντά και θέλουν να αγγίξουν ο ένας την άλλη γιατί τους αρέσει το άλλο άτομο, η τεχνολογία από θαύμα γίνεται μια ενόχληση. Μια απογοήτευση. Σταματάει να είναι «αρκετά καλή» ως κάτι που τους συνδέει. Στο πέρασμα του χρόνου καταλήγεις να θυμώνεις, να τη μισείς αυτή τη διαδικασία. Αν έχεις υπάρξει σε μια σχέση εξ αποστάσεως νομίζω μπορείς να συνδεθείς με αυτή την ιδέα, κι αυτό ήθελα να δημιουργήσω.
Αλλά για να γίνουν όλα αυτά, η τεχνολογία έπρεπε να είναι κακή. Και όλα τα βίντεο μέσα στις οθόνες ήθελα να είναι πρακτικά. Ήθελα οι ηθοποιοί να ερμηνεύουν απέναντι από τον παρτενέρ τους, ζωντανά, μέσα από αυτή την τεχνολογία που εγώ έλεγχα. Σαν DJ. [γελάει]
Οι φιλμικές αναφορές στις Περασμένες Ζωές
Η Σελίν Σονγκ λέει πως η κινηματογραφική γλώσσα είναι χτισμένη μέσα της καθώς μεγάλωσε βλέποντας ταινίες, όμως φτιάχνοντας τις Περασμένες Ζωές ήθελε να μην έχει ούτε ένα συγκεκριμένο homage. «Επειδή ήμουν για πρώτη φορά σκηνοθέτης, ήθελα η ταινία να έχει τη δική της γλώσσα, να αναπτύξει το δικό της τρόπο να υπάρχει». Όμως ακόμα κι έτσι, άντλησε στοιχεία από ορισμένες ταινίες.
Δαμάζοντας τα Κύματα (1996): «Το έβαλα στη Γκρέτα για το σπάσιμο του τέταρτου τοίχου που έπρεπε να κάνει στην πρώτη σκηνή, όταν η Νόρα γυρνάει στο κοινό».
My Dinner with Andre (1981): «Έδειξα στο καστ αυτή την ταινία πριν γυρίσουμε τη σκηνή στο μπαρ στο τέλος».
Distance (2001): «Ο Κόρε-εντα κάνει αυτό το φοβερό πράγμα με μια κάμερα που ζουμάρει και πάει από το ένα πρόσωπο στο άλλο και το πήρα για τη σκηνή στο Madison Square που η κάμερα κοιτάει από τη Νόρα στον Χε Σουνγκ κι από τον Χε Σουνγκ στη Νόρα».
Πόσο κοντά είναι αυτή η ιστορία στη δική σου;
Η αρχική παρόρμηση ήταν ότι καθόμουν με την παιδική μου αγάπη και τον άντρα μου σε ένα μπαρ στο East Village και μετέφραζα μεταξύ τους, είχαμε αυτό το δείπνο και μου φαινόταν ενδιαφέρον ότι εγώ ήμουν ο μόνος λόγος που αυτοί οι δύο τύποι προσπαθούσαν να γνωριστούν μεταξύ τους. Εγώ κι ο παλιός μου φίλος είχαμε βέβαια εντελώς πλατωνική σχέση, κι ακόμα έχουμε, αλλά φυσικά στο πέρασμα του χρόνου κάποιο κομμάτι πάντα ρομαντικοποιείται. Αυτό που τελικά βλέπουμε στην ταινία αφορά λιγότερο τα γεγονότα κι είναι περισσότερο μια διασκευή καταστάσεων και συμβάντων, είναι μια ρομαντικοποίηση.
Τα γυρίσματα στην Κορέα πώς ήταν ως πρόκληση σε σχέση με την υπόλοιπη ταινία;
Πήγα με τους συνεργάτες μου οπότε ήμασταν όλοι σαν ψάρια εκτός νερού. Είχαμε αναπτύξει τη γλώσσα του φιλμ στην Αμερική κι όταν πήγαμε εκεί έπρεπε να αρχίσουμε από την αρχή, με τοπικό συνεργείο, που είχαν διαφορετική κινηματογραφική κουλτούρα. Ο διευθυντής φωτογραφίας μου Σαμπίερ Κίρχνερ [σσ. από το Small Axe του Στιβ Μακουίν] δουλεύει πολύ στην Αγγλία και μου εξήγησε πως η Κορέα είναι πολύ πιο κοντά στην Κορέα σε κουλτούρα από ό,τι στην Αμερική. Οπότε όλοι μας προσπαθούσαμε να επιβιώσουμε από το πολιτισμικό σοκ.
“Υπάρχουν εκείνες οι στιγμές που κάτι σημαντικό συμβαίνει και, ενώ το ζούμε, αρχίζουμε ήδη να σκεφτόμαστε για το ποια είναι η θέση μας στο σύμπαν.”
Αλλά ήταν και φοβερή εμπειρία υπό μία έννοια, γιατί το να κάνω κομμάτι της ταινίας στην Κορέα έμοιαζε κατά κάποιο τρόπο σα να ήταν κι αυτό μέρος της ταινίας που κάναμε. Κι επίσης γιατί εγώ ένιωθα σαν μεταφράστρια ανάμεσα σε δύο διαφορετικών κινηματογραφικών κουλτουρών και γλωσσών. Ήταν γενικά μια πολύ ανταποδοτική εμπειρία. Και τα συνεργεία δούλεψαν σκληρά και στις δύο πόλεις. Αγαπώ όλους μου τους συνεργάτες για αυτό.
Όπως είπαμε, το φιλμ γενικότερα αφορά το πέρασμα του χρόνου και το πώς κοιτάμε την προσωπική μας ιστορία. Οι χαρακτήρες φιλοσοφούν ανοιχτά πάνω σε αυτά που τους συμβαίνουν. Νιώθεις ποτέ να έχεις συναίσθηση των πραγμάτων που σου συμβαίνουν, καθώς σου συμβαίνουν;
Δε νομίζω δηλαδή πως οι χαρακτήρες είναι ας πούμε εξυπνότεροι από κάποιο μέσο άτομο, αλλά είναι βαθύτατα συναισθηματικά νοήμονες. Νομίζω όλοι όσοι έχουμε συναισθηματική νοημοσύνη σκεφτόμαστε για τη θέση μας στον κόσμο καθώς βιώνουμε σημαντικές στιγμές της ζωή μας. Υπάρχουν εκείνες οι στιγμές που κάτι σημαντικό συμβαίνει και, ενώ το ζούμε, αρχίζουμε ήδη να σκεφτόμαστε για το ποια είναι η θέση μας στο σύμπαν.
Νομίζω πως αυτό το meta είναι μέρος της συναισθηματικής νοημοσύνης. Όλοι έχουμε κάποτε δυσκολευτεί να πιστέψουμε ότι είμαστε μέρος κάποιας συγκεκριμένης ιστορίας.
Οι Περασμένες Ζωές (Past Lives) κυκλοφορούν στα σινεμά από την Tanweer.