ΧΡΗΣΤΟΣ ΧΡΗΣΤΟΥ: “ΤΟ ΠΡΟΣΩΠΙΚΟ ΜΑΣ ΣΤΗ ΓΑΖΑ ΕΧΕΙ ΝΑ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΤΕΙ ΕΝΑΝ ΑΝΘΡΩΠΙΝΟ ΠΟΝΟ ΠΟΥ ΞΕΠΕΡΝΑ ΚΑΘΕ ΦΑΝΤΑΣΙΑ”
Ο Χρήστος Χρήστου, διεθνής πρόεδρος των Γιατρών Χωρίς Σύνορα, βρέθηκε στην Ελλάδα για την παρουσίαση της έκθεσης “Σε κοινή θέα: Το ανθρώπινο κόστος των πολιτικών μετανάστευσης και των βίαιων πρακτικών στα ελληνικά θαλάσσια σύνορα”.
Την Πέμπτη οι Γιατροί Χωρίς Σύνορα παρουσίασαν την έκθεση «Σε κοινή θέα: Το ανθρώπινο κόστος των πολιτικών μετανάστευσης και των βίαιων πρακτικών στα ελληνικά θαλάσσια σύνορα». Μέσα από μαρτυρίες προσφύγων/ισσων που περιέθαλψε η οργάνωση τα τελευταία δύο χρόνια στη Λέσβο και την Σάμο, σκιαγραφείται ένα επονείδιστο ψηφιδωτό βίαιων και καταχρηστικών μεθόδων που μετέρχονται οι ελληνικές αρχές κατά την διαχείριση των προσφυγικών ροών σε ευθυγράμμιση με το επίσημο δόγμα της «αποτροπής» που στην εφαρμογή του σημαίνει επαναπροωθήσεις, απαγωγές, ξυλοδαρμούς, κλοπή προσωπικών αντικειμένων, άρνηση βοήθειας και εξευτελιστική μεταχείριση απέναντι σε άτομα που δικαιούνται διεθνή προστασία. Είναι μια ακόμα αποκάλυψη της φρίκης που μέσω της συστηματικής υποτίμησης και παραποίησης της από τους αρμόδιους θεσμικούς παράγοντες, τείνει να κανονικοποιηθεί, οδηγώντας σε δυσβάσταχτα γεγονότα όπως απέδειξε το ναυάγιο στην Πύλο.
Στο πλαίσιο της δημοσιοποίησης της έκθεσης, ο Χρήστος Χρήστου, διεθνής πρόεδρος των Γιατρών Χωρίς Σύνορα, βρέθηκε στην Ελλάδα. Έτσι δόθηκε η ευκαιρία γι’ αυτή τη συνέντευξη που δε μπορούσε παρά να έχει ως αφετηρία την εξελισσόμενη ισοπέδωση της Γάζας από τις πολεμικές επιχειρήσεις και την εύλογη αγωνία των ανθρωπιστικών οργανώσεων για την τύχη του προσωπικού τους και των αμάχων, προχωρώντας και στα θέματα της ελληνικής και ευρωπαϊκής πολιτικής για το προσφυγικό, σ’ έναν πλανήτη που αιμορραγεί από διάφορες φλέβες του.
Θα ήθελα ξεκινώντας να σας ρωτήσω αν είστε σε επαφή με τους ανθρώπους σας στην Παλαιστίνη;
Ήδη από τις 7 Οκτώβρη το πρώτο μέλημα μας ήταν να δούμε την ασφάλεια του προσωπικού μας, ενώ παράλληλα προσφέραμε τη βοήθεια μας στο Ισραήλ για τα θύματα των επιθέσεων της Χαμάς. Οι βομβαρδισμοί ξεκίνησαν αμέσως μετά. Προφανώς δεν ξέραμε την ένταση και την έκταση, ανησυχήσαμε πολύ όταν ήρθαν οι εντελές εκκένωσης του βόρειου τμήματος της Γάζας, χρειάστηκε να φύγει άρον άρον το διεθνές προσωπικό μας και να αφήσουμε το ντόπιο προσωπικό να συνεχίσει να εργάζεται εκεί με όσο το δυνατόν μεγαλύτερη υποστήριξη από εμάς. Μέχρι χθες είχαμε επαφή με τους περισσότερους από τους ανθρώπους μας, μιλάμε για πάνω από 300 άτομα, χωρίς να ξέρουμε βέβαια κάθε στιγμή που βρίσκονται γιατί πρέπει παράλληλα να βρίσκονται στα νοσοκομεία και μαζί με τις οικογένειες τους, αρκετές από τις οποίες έχουν μεταφερθεί στους δικούς μας καταυλισμούς για λόγους ασφάλειας που δεν ισχύει κιόλας γιατί αυτή τη στιγμή κανείς δεν είναι ασφαλής στην Γάζα. Μόλις χθες καταφέραμε να βγάλουμε 22 άτομα από το διεθνές προσωπικό μας από τη Γάζα με την προοπτική να αντικατασταθούν με πιο έμπειρα άτομα που περιμένουν στη Ράφα για να μπουν μέσα να συνεχίσουν την ανθρωπιστική δράση. Μέχρι στιγμής, όμως, δεν τους επιτρέπεται. Έχουμε αγωνία και για το προσωπικό μας και για όλον αυτόν τον πληθυσμό των 2 εκατομμυρίων που έχει εγκλωβιστεί στη λωρίδα, καθώς γνωρίζουμε καλά πως οποιαδήποτε επίθεση έχει θύματα αμάχους.
Με βάση αυτά που σας μεταφέρουν, ποιο είναι το επίπεδο υγειονομικής κάλυψης στη Γάζα;
Είναι τραγικό. Αυτό που μας λένε οι άνθρωποι μας είναι ότι έχουν απελπιστεί και νιώθουν πως αυτά που μπορούν να προσφέρουν μοιάζουν με μια σταγόνα σ’ έναν ωκεανό αναγκών. Είναι πολύ μεγάλες οι ανάγκες, τα νοσοκομεία πλέον δεν μπορούν να λειτουργήσουν, δεν έχουν ηλεκτρικό, δεν έχουν καύσιμα, δεν έχουν ιατρικές προμήθειες, δεν έχουν ασφάλεια. Το προσωπικό είναι λίγο και εξαντλημένο. Δουλεύουν ακατάπαυστα με ελάχιστο ύπνο, σε συνθήκη burnout. Έχουν να διαχειριστούν έναν ανθρώπινο πόνο που ξεπερνά κάθε φαντασία. Οι ιστορίες που ακούω είναι ασύλληπτες. Χρειάζεται να κάνουν ακρωτηριασμούς σε μικρά παιδιά χωρίς τα απαραίτητα αναισθητικά μέσα, μόνο με παυσίπονα και τη μαμά – αν υπάρχει μαμά – να κρατάει το χέρι του παιδιού. Είναι μη διαχειρίσιμο. Οι εκθέσεις του ΠΟΥ καταγράφουν τις επιθέσεις σε δομές υγείας και ήδη την προηγούμενη εβδομάδα ήταν πάνω από 50. Χρειάζεται να εστιάσουμε σε αυτές τις επιθέσεις, στην έλλειψη πρόσβασης σε ασφάλεια, νερό και φαγητό και στο ότι δεν υπάρχει κανένας σεβασμός.
Και προφανώς μιλάμε για μια συνολική επιδείνωση της δημόσιας υγείας. Μπορεί αυτό που είναι πιο άμεσα ορατό να είναι οι τραυματίες από τις πολεμικές επιθέσεις, αλλά εικάζω πως είναι ανέφικτο να εκτελεστούν κάποιες πάγιες ιατρικές πράξεις και πως αρκετοί άνθρωποι με βαριά νοσήματα αποκόπτονται από τις θεραπείες τους.
Εξαιρετική παρατήρηση γιατί εστιάζουμε στο άμεσα επείγον που είναι το σωματικό τραύμα. Ωστόσο υπάρχουν και άλλες διαστάσεις: το ψυχικό τραύμα που θα πάρει καιρό και ίσως να μην αποκατασταθεί ποτέ, οι χρόνιες ασθένειες και οι υγειονομικοί κίνδυνοι. Αυτά συμβαίνουν σε κάθε πόλεμο. Για παράδειγμα, για τις χρόνιες ασθένειες ο ΠΟΥ εξέφρασε τη λύπη του για το κλείσιμο ενός αντικαρκινικού κέντρου, που σημαίνει πως ασθενείς με καρκίνο να μείνουν χωρίς θεραπείες. Η έλλειψη νερού και στοιχειωδών συνθηκών υγιεινής όταν μάλιστα συμβαίνει σ’ ένα περιβάλλον με πολλά πτώματα κάτω από τα ερείπια που δεν έχουν περισυλλέγει, θα οδηγήσει σύντομα σε σοβαρά προβλήματα δημόσιας υγείας.
“Απευθύνουμε έκκληση να σεβαστούν όλοι το ανθρωπιστικό δίκαιο. Ζητάμε ασφάλεια για τους αμάχους, πρόσβαση σε καθαρό νερό και φαγητό διανομή ιατροφαρμακευτικού υλικού. Ζητάμε να σταματήσουν να βομβαρδίζουν νοσοκομεία και να ανοίξουν οι διάδρομοι για ανθρωπιστική βοήθεια.”
Μιλήσατε για το ψυχικό πλήγμα που μεγάλο, στο προσωπικό σας στη Γάζα δραστηριοποιούνται και επιστήμονες ψυχικής υγείας που ασχολούνται με αυτό;
Η ψυχική υγεία είναι προτεραιότητα μας, όπως και η υποστήριξη του ηθικού του προσωπικού μας. Δεν θέλω, όμως, να δημιουργήσω μια ψευδή εικόνα ότι κάνουμε πολλά. Δε μπορούμε να κάνουμε πολλά, θα θέλαμε να κάνουμε πολύ περισσότερα. Με το ελάχιστο προσωπικό και την παντελή έλλειψη ασφάλειας το μόνο που μπορούμε να κάνουμε είναι να βρισκόμαστε στα νοσοκομεία, να υποδεχόμαστε τους ασθενείς και να ανταποκρινόμαστε με τα μέσα που διαθέτουμε.
Ήδη κάποιοι αξιωματούχοι διεθνών οργανισμών έχουν εκφράσει την πεποίθηση πως ορισμένες από τις ενέργειες του ισραηλινού στρατού εμπίπτουν στην κατηγορία των εγκλημάτων πολέμου. Με βάση την εικόνα που έχετε σχηματίσει, καταλήγετε στο ίδιο συμπέρασμα;
Είναι μια ερώτηση που πρέπει να απευθυνθεί σε εκείνους που έχουν την ευθύνη να απαντήσουν, δηλαδή στα πολιτικά πρόσωπα. Εμείς είμαστε μια ιατρική οργάνωση. Βρισκόμαστε εκεί για να προσφέρουμε ό,τι μπορούμε και να φέρουμε τη μαρτυρία από όσα βλέπουμε. Το πώς αυτά που φέρνουμε ως στοιχεία μεταφράζονται μέσα από τους κώδικες του διεθνούς δικαίου και των διεθνών συνθηκών, είναι δουλειά άλλων και χαίρομαι όταν βγαίνουν τολμηρά και μιλάνε. Φυσικά, με όλες τις μαρτυρίες που συγκεντρώνουμε είμαστε εδώ για να καταθέσουμε, αν μας ζητηθεί, αύριο σε οποιαδήποτε δικαστική διερεύνηση. Αν πάρουμε τις μαρτυρίες και τους διεθνώς συμφωνημένους ορισμούς για τι είναι πχ εθνοκάθαρση, θα βγουν συμπεράσματα αλλά πρέπει να βγουν από αυτούς που είναι αρμόδιοι να το κάνουν.
Ενώνετε, όμως, τη φωνή σας με την έκκληση για κατάπαυση του πυρός;
Απευθύνουμε έκκληση να σεβαστούν όλοι το ανθρωπιστικό δίκαιο. Ζητάμε ασφάλεια για τους αμάχους, πρόσβαση σε καθαρό νερό και φαγητό διανομή ιατροφαρμακευτικού υλικού. Ζητάμε να σταματήσουν να βομβαρδίζουν νοσοκομεία και να ανοίξουν οι διάδρομοι για ανθρωπιστική βοήθεια. Πως μπορεί να γίνει αυτό; Δεν μπορώ να σκεφτώ άλλον τρόπο από την άμεση κατάπαυση του πυρός.
Την Πέμπτη παρουσιάσατε την έκθεση σας που περιλαμβάνει σημαντικές μαρτυρίες προσφύγων/ισσων. Θα μας συνοψίσετε τα βασικά σημεία;
Πρόκειται για μαρτυρίες που έχουμε συλλέξει τα τελευταία δύο χρόνια στη Λέσβο και τη Σάμο. Θέλω να διευκρινίσω πως είναι καταγραφή μαρτυριών από ασθενείς, δεν είναι ανακριτική ή διερευνητική διαδικασία. Ακούμε τις ιστορίες που με θάρρος μοιράστηκαν μαζί μας για τη βία που έχουν υποστεί και τις επαναπροωθήσεις από ένστολους και άτομα με καλυμμένα χαρακτηριστικά. Είχαμε περίπτωση ανθρώπου που προσπάθησε 25 φορές να φτάσει στην Ελλάδα, δηλαδή είχε επαναπροωθηθεί πολλές φορές. Υπάρχει μοτίβο και επαναληψιμότητα, κάτι που δείχνει πως δεν ανήκουν αυτά τα περιστατικά στη σφαίρα του «μεμονωμένου» και δεν θέλουμε να γίνουν κανονικότητα. Το οφείλουμε στους ασθενείς μας, στους εργαζόμενους και στα εκατομμύρια των ανθρώπων που μας στηρίζουν.
Οι επαναπροωθήσεις, όμως, για τις οποίες υπάρχουν πολλές μαρτυρίες, πολλά τεκμήρια και προσφυγές στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων έχουν κανονικοποιηθεί σιωπηλά.
Το βλέπουμε και μας ανησυχεί. Μόνο μετά το ναυάγιο της Πύλου παρατηρήθηκε μια βελτίωση και σε ευρωπαϊκό επίπεδο. Αυτό με βάζει σε σκέψεις κατά πόσο αυτές οι πρακτικές αποτελούν πρωτοβουλία μόνο των ελληνικών αρχών και όχι μια συγκροτημένη ευρωπαϊκή πολιτική. Βίαιες επαναπροωθήσεις γίνονται και στις βαλκανικές χώρες. Έχουμε ασθενείς που βασανίστηκαν για να περάσουν μέσα από αυτέ στις χώρες κι αυτό συμβαίνει με την ανοχή της μιας ευρωπαϊκής πολιτικής, η οποία παρότι έχει αποτύχει δεν αναθεωρείται.
Νομίζω, επίσης, ότι είναι κρίσιμο να υπογραμμιστεί πως οι επαναπροωθήσεις δεν είναι μόνο παράνομη πρακτική αλλά και επικίνδυνη;
Και δεν ξέρουμε πόσες φορές οι επαναπροωθήσεις έχουν οδηγήσει σε θανάτους. Στην έκθεση συμπεριλαμβάνονται διηγήσεις για το πώς δέσανε ανθρώπους, πως προκάλεσαν κύματα με διάφορους χειρισμούς, πως πάω στη διαδικασία αρκετοί πρόσφυγες έχασαν την ισορροπία τους κι έπεσαν στη θάλασσα, ότι τους έπαιρναν τις μηχανές και τους άφησαν στο πουθενά. Χαίρομαι, λοιπόν, που το θέτετε γιατί όντως δεν είναι μόνο μια απλή πράξη παρανομίας.
Ανάμεσα στους ανθρώπους που απευθύνονται σε εσάς υπάρχουν άτομα με πολλαπλές ευαλωτότητες ή άτομα με αφρόντιστες ανάγκες λόγω της κατάστασης;
Ναι, έχουμε δει ανθρώπους όλων των κατηγοριών. Η κατάσταση τους εξαρτάται από πολλούς παράγοντες, από την ηλικία, από το πόσο έχει διαρκέσει το ταξίδι που μπορεί να παίρνει και δύο χρόνια σε κάποιες περιπτώσεις, από τη χώρα καταγωγής. Εντοπίζουμε μεγάλη ευαλωτότητα στον γυναικείο πληθυσμό και επίσης σε ανθρώπους με χρόνια νοσήματα που έχουν μείνει χωρίς φάρμακα. Κοινό στοιχείο όλων είναι ο φόβος και η ψυχική επιβάρυνση, φοβούνται και δεν εμπιστεύονται. Σκεφτείτε πως ακόμα κι όταν τελειώσουν το ταξίδι και φτάσουν στη χώρα που επιθυμούν, όταν συνειδητοποιούν πως δεν είναι αποδεκτοί ματαιώνονται. Παύουν να ελπίζουν, δεν έχουν τίποτα μπρστά τους και εκεί διαπράττονται αρκετές αυτοκτονίες.
Τα τελευταία χρόνια εξελίσσεται μια εκστρατεία δαιμονοποίησης των ΜΚΟ που ξεκινά από το θεσμικό και καταλήγει σε μια ανελέητη λασπολογία στο διαδίκτυο ακροδεξιάς υφής. Έχει περιορίσει αυτό τις δυνατότητες σας να παρεμβαίνετε στο πεδίο;
Ισχύει, έχουμε διαπιστώσει να στοχοποιούνται σε θεσμικό επίπεδο οι ΜΚΟ και σε ατομικό επίπεδο άνθρωποι που εκφράζουν την αλληλεγγύη τους. Άτομα σύρθηκαν στα δικαστήρια, οργανώσεις κυνηγήθηκαν και γενικά αρθρώθηκε μια επικίνδυνη ρητορική από τα ΜΜΕ. Η δική μας εμπειρία για ένα διάστημα στα ελληνικά νησιά ήταν αντίστοιχη. Όπως και η εμπειρία μας στην έρευνα και τη διάσωση, όπου προσπαθούσαν να μας αποθαρρύνουν με διάφορα προσχήματα. Εμείς ως Γιατροί Χωρίς Σύνορα δε σταματήσαμε και μας ενδιαφέρει να είμαστε απόλυτα διαφανείς στο τι κάνουμε. Δυστυχώς υπήρξαν και παραδείγματα ΜΚΟ με θολό πλαίσιο. Βέβαια, συνήθως ήταν οργανώσεις που συνδέονταν με αυτούς που κατηγορούσαν συλλήβδην τις ΜΚΟ. Η απάντηση για εμάς είναι ακόμα μεγαλύτερη διαφάνεια και αλληλεπίδραση με τον κόσμο. Για μένα ήταν σημαντικό που οι Γιατροί Χωρίς Σύνορα προσέτρεξαν για τους πλημμυροπαθείς στη Θεσσαλία. Δε βοηθάμε μόνο μια κατηγορία ανθρώπων. Δείχνουμε αλληλεγγύη στον άνθρωπο, όποιος κι αν είναι, απ’ όπου κι αν έρχεται όποιο κι αν είναι το πρόβλημα.
Συνεχίζετε τις διασωστικές επιχειρήσεις στη Μεσόγειο;
Ναι, με επίκεντρο της διαδρομή προς Ιταλία. Είναι μια κατάσταση που αλλάζει διαρκώς, έχει να κάνει με τις συνθήκες στη Λιβύη και με τη δεξιά μετατοπιση στην Ιταλία. Πρόκειται για ένα δύσκολο ταξίδι. Οι άνθρωποι ξεκινούν από τη Λιβύη που επικρατεί χάος. Μιλάμε για ένα σύγχρονο σκλαβοπάζαρο και δε γνωρίζουμε καν πόσοι τελικά καταφέρνουν έστω να μπουν στη βάρκα. Τουλάχιστον πλέον μπορούμε να αποβιβαστούμε κάπου γιατί παλιότερα κανένα λιμάνι δε μας δέχονταν. Θα θέλαμε να μην είμαστε απαραίτητοι αλλά οι ανάγκες είναι αρκετές.
“Δεν έχουν μειωθεί οι ροές. Συνεχώς δημιουργούνται πιο θανατηφόροι δρόμοι, γιατί οι άνθρωποι θα συνεχίζουν να προσπαθούν να ξεφύγουν από αβίωτα περιβάλλοντα.”
Έχουν πεθάνει χιλιάδες άνθρωποι στη Μεσόγειο. Μήπως πρέπει να επανέλθει εμφατικά το αίτημα για τη διασφάλιση ασφαλών περασμάτων για τον προσφυγικό πληθυσμό;
Οι πολιτικές που εφαρμόζονται δεν οδηγούν πουθενά. Δεν έχουν μειωθεί οι ροές. Συνεχώς δημιουργούνται πιο θανατηφόροι δρόμοι, γιατί οι άνθρωποι θα συνεχίζουν να προσπαθούν να ξεφύγουν από αβίωτα περιβάλλοντα. Δεν έχουν άλλη διέξοδο. Δεν υπάρχει πίσω δρόμος. Με το να θέτεις εμπόδια, χάνεις περισσότερους ανθρώπους στη θάλασσα. Εμείς ζητάμε ασφαλείς τρόπους για τη μετακίνηση των ανθρώπων, δίκαιη αντιμετώπιση των αιτημάτων τους και σεβασμό.
Συμβαίνουν πολλά σημαντικά πράγματα στον κόσμο αλλά συχνά έχουμε μια εντελώς περιορισμένη γνώση γι’ αυτά, εν μέρει και εξαιτίας της αποεπένδυσης των ελληνικών Μέσων στην έρευνα και τις διεθνείς αποστολές. Αυτό ενισχύει μια ομφαλοσκοπική αντίληψη της πραγματικότητας;
Τα media τα τελευταία χρόνια στην Ελλάδα λειτουργούν με όρους που προσβάλλουν την αισθητική και τη νοημοσύνη του κόσμου. Προβάλλουν μια εικόνα της ελληνικής πραγματικότητας κι αυτή αποσπασματικά, χάνοντας τη σύνδεση με το όλον. Υπάρχουν συγκρούσεις και κρίσεις σε όλο τον πλανήτη για τις οποίες δεν ενημερωνόμαστε, ενώ θα έπρεπε, γιατί έτσι θα καταλαβαίναμε μοτίβα, θα καταλαβαίναμε ποιοι είναι οι άνθρωποι που έρχονται εδώ, από πού έρχονται, πόσο εμείς μπορεί να έχουμε συμβάλλει κι εμείς σε αυτό, γιατί όλα είναι αλληλένδετα. Η Αφρική πληρώνει το μεγαλύτερο βάρος των επιπτώσεων της κλιματικής κρίσης, για την οποία υπεύθυνη είναι η Δύση και η Δύση οχυρώνεται απέναντι στους αφρικανούς πρόσφυγες. Να δούμε μετά από τόσα χρόνια πως αποτιμάται ο πόλεμος κατά της τρομοκρατίας, μήπως δημιούργησε περισσότερη τρομοκρατία; Να δούμε τον ρόλο των πρώην αποικιοκρατών στις κρίσεις δημοκρατίας σε διάφορες χώρες. Είναι ζητήματα που θα έπρεπε να απασχολούν τον δημόσιο διάλογο, κάτι που δυστυχώς δε συμβαίνει. Δεν είμαστε μόνοι μας στον κόσμο.