Μαρινέλλα: Ο άνθρωπος που της έδωσε το καλλιτεχνικό όνομα και η άγνωστη ζωή της

Διαβάζεται σε 8'
Μαρινέλλα και Στέλιος Καζαντζίδης
Μαρινέλλα και Στέλιος Καζαντζίδης ΑΜΠΕ

Ένα βιβλίο για τη Μαρινέλλα που, χωρίς να είναι a priori βιογραφία, έγινε μυθιστόρημα του Γιάννη Ξανθούλη.

Στο βιβλίο “Μαρινέλλα: Οι νύχτες που έγιναν μεσημέρια”, ο Γιάννης Ξανθούλης περιγράφει τη συνύπαρξή του με την τραγουδίστρια. Στις σελίδες της διαφορετικής βιογραφίας που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Διόπτρα, ο Ξανθούλης μιλάει για τον εαυτό του, αφηγούμενος τη ζωή της Μαρινέλλας, αλλά και περνώντας μέσα από ιστορικά γεγονότα του περασμένου αιώνα.

Η συζήτηση για τη βιογραφία, όπως την απέδωσε ο αγαπημένος συγγραφέας, έγινε πρόσφατα, το 2021 και το τελικό αποτέλεσμα προέκυψε μέσα από 35 συμπόσια στο σπίτι του Ξανθούλη. Οι ξέφρενες νύχτες μιας απόλυτης σταρ, βρήκαν την ηρεμία τους στα μεσημέρια των φαγητών και των συζητήσεων, χωρίς απωθημένα, αλλά με ηρεμία και πληρότητα. Όπως έχει δηλώσει ο ίδιος ο συγγραφέας, δεδομένου ότι δεν έχει συνηθίσει να γράφει τέτοιου είδους κείμενα, ήταν σχεδόν “αναγκαία συνθήκη” να εντάξει στις σελίδες, κομμάτια της δικής του ζωής.

Στο βιβλίο ξεχωρίζει φυσικά το γνωστό χιούμορ του Ξανθούλη, ενώ το φόκους γίνεται σε γνωστά καλλιτεχνικά δρώμενα των δεκαετιών του δευτέρου μισού του περασμένου αιώνα, τότε που τα “ιερά τέρατα” της ελληνικής μουσικής “αναμετρούνταν” στα πάλκα, στις θεατρικές αίθουσες και τις μεγάλες σκηνές. Ο Ξανθούλης αποφεύγει τις πολύ προσωπικές πληροφορίες της καλλιτέχνιδος και καλά κάνει, μιας και θέλει να εστιάσει στη δική τους σχέση αλλά και στην καταγραφή της προ-δικτατορικής και μεταπολιτευτικής εποχής.

Πώς έγινε “η Μαρινέλλα – σταρ”

Ένα από τα ωραιότερα σημεία του βιβλίου, είναι εκείνο που αναφέρεται στη σχέση του Στέλιου Καζαντζίδη με τη Μαρινέλλα, το πριν και το μετά της. Ιστορικά, η επαγγελματική και καλλιτεχνική άνοδος της τραγουδίστριας ξεκίνησε το 1961, όταν και βγήκε από το στενό “κύκλο” της λαϊκής τραγουδίστριας, με τη σχέση της με τον Στέλιο Καζαντζίδη να αποτελεί ορόσημο. Τότε, “χτίστηκε” και το όνομά της στις συνειδήσεις των ακροατών, και το Κική Παπαδοπούλου εμφανίστηκε αρχικά ως Μαρινέλλα, στο Πανόραμα.

Τη “βάφτισε” δε έτσι ο μουσικός Τόλης Χαρμάς που τραγουδούσε στη Θεσσαλονίκη, παίρνοντας έμπνευση από το ομώνυμο κομμάτι που ερμήνευε (την λένε Μαρινέλλα κι είναι η πρώτη κατσιβέλα), που ήταν επιτυχία.

Ξεκίνησε κάνοντας αντικαταστάσεις άλλων πρωταγωνιστών του πάλκου και μαζί με τον Καζαντζίδη σταδιακά, άρχισε να ανεβαίνει. Το ειδύλλιο των δύο πλέχτηκε στον Θερμαϊκό, εκεί που ψάρευε ο Καζαντζίδης, με τον έρωτά τους να μένει ενεργός για δέκα χρόνια. Το πρώτο τους ραντεβού, ήταν κυριολεκτικά, για ψάρεμα.

Τραγουδιστικά, η Μαρινέλλα έκανε τα ρεφρέν στα κομμάτια του συντρόφου της, και σε πρώτο χρόνο, ο ρόλος της ήταν περιορισμένος. Κατά τον Ξανθούλη, ο Καζαντζίδης ήταν κυρίως “υπόλογος” στην Γεσθημανή, στη μάνα του. “Μανούλα θα φύγω στα ξένα” όπως έλεγε το άσμα, που έπιανε τον παλμό της ξενιτιάς, της μετανάστευσης, του νόστου για την πατρίδα.

Στο σπίτι του Καζαντζίδη στη Νέα Ιωνία, έζησε η Μαρινέλλα μαζί με τη μητέρα του Στέλιου, την ώρα που προσπαθούσε παράλληλα να κατακτήσει τον δικό της χώρο στα πράγματα.

Στην Αθήνα κατέβηκε ως σχέση του Στέλιου αλλά και ως στενή του συνεργάτιδα. Η Γεσθημανή είχε ανέβει δε και στη Θεσσαλονίκη για να “εγγυηθεί” για το νέο μέλλον της νεαρής τραγουδίστριας (ήταν κάτω των 20 ετών τότε) στην πόλη για την οποία θα έφευγε. Η συνύπαρξη των τριών κράτησε αρκετά αλλά δεν ευδοκίμησε.

Ο Καζαντζίδης αποφάσισε στα 35 του να σταματήσει από τα βραδινά μαγαζιά, ωστόσο εκείνη ήθελε να συνεχίσει, κάτι που ενδεχομένως ήταν και ο λόγος για το ρήγμα ανάμεσά τους, που έφερε το χωρισμό του ’66.

Ο λόγος ήταν φυσικά και η ζήλια του Καζαντζίδη. Η Μαρινέλλα ήταν πιο εξωστρεφής και πιο διορατική, ο Καζαντζίδης πιο εσωστρεφής. Η εξωστρέφειά της φαινόταν από το γεγονός πως στα πρώτα της βήματα ήθελε να γίνει ηθοποιός και όχι τραγουδίστρια, κρατώντας όμως τα υποκριτικά στοιχεία για τη σκηνική της παρουσία που την εδραίωσε μέσω των αυτοσχεδιασμών της.

Μαρινέλλα - Οι νύχτες που έγιναν μεσημέρια
Μαρινέλλα - Οι νύχτες που έγιναν μεσημέρια Εκδόσεις Διόπτρα

Μετά τον χωρισμό της με τον Στέλιο Καζαντζίδη έμεινε χωρίς χρήματα. Όπως αφηγείται ο Γιάννης Ξανθούλης, η Μαρινέλλα έγινε εκείνο που έγινε, μετά το ’67. Φριχτή ήταν πάντως η αντίδραση του κόσμου, καθώς όπως αναφέρει ο συγγραφέας, το κοινό αποφάσισε να ταχθεί με τον Καζαντζίδη, αποδοκιμάζοντας τη Μαρινέλλα. Η αποδοκιμασία συνεχίστηκε για τουλάχιστον τρία-τέσσερα χρόνια μετά τον χωρισμό τους, καθώς οι περισσότεροι πιστεύοντας πως τα τραγούδια του Καζαντζίδη αφορούσαν ερωτικές απογοητεύσεις, και πιθανότατα την προσωπική ιστορία των δύο, εκτιμούσαν πως ο Στέλιος αναφερόταν στα κομμάτια του στην πρώην σύζυγό του.

Η “άνθηση” της Μαρινέλλας, ήρθε μέσα από τη δική της δύναμη, τον χαρακτήρα της, την αποφασιστικότητά της να συνεχίσει και να γίνει σταρ. Πήγε στη Ρωσία, στο Παρίσι, βρήκε στήριξη από έναν άνθρωπο που την ερωτεύτηκε και της έδωσε ώθηση, και τη βοήθησε για να πιστέψει πραγματικά σε όσα είχε μέσα της. Η σχέση της με τον άνθρωπο αυτό, φωτίζεται μέσα στις σελίδες του βιβλίου και αποτελεί σημείο-σταθμό. Το “σταλιά σταλιά”, το “γοργόνες και μάγκες”, το “άνοιξε πέτρα”, ήρθαν όλα με έναν ρυθμό καταιγιστικό. Ο κόσμος πλέον δέχθηκε μια Μαρινέλλα που ήταν σταρ, μια Μαρινέλλα που εμφάνισε μια νέα περσόνα με τις δικές της στυλιστικές επιλογές, με την προσωπική της θεατρικότητα και με τις καταβολές που κουβαλούσε από τα δύσκολα χρόνια που είχαν προηγηθεί. Πλέον είχε αυτοπεποίθηση, καταλάβαινε ότι ήταν μια σούπερ σταρ, αλλά όπως γράφει ο Ξανθούλης, ουδέποτε σταμάτησε να πατάει γερά στο έδαφος.

Περισσότερα για τη σπουδαία τραγουδίστρια, μπορείτε να διαβάσετε στις σελίδες της απολαυστικής έκδοσης  η οποία πραγματικά, διαβάζεται με μια “ανάσα”. Στο βιβλίο, η Μαρινέλλα, περνώντας λοξά από την ιστορία της Ελλάδας, συζητά ανοιχτά για όλες τις προκλήσεις που αντιμετώπισε στην υπερφωτισμένη λεωφόρο της επιτυχίας. Μια γυναίκα που σήμερα, κατά την ένατη δεκαετία της ζωής της (γεννημένη το 1938), ξεδιπλώνει τον χρόνο με τα θετικά και τις αντιφάσεις του, έχοντας για συνομιλητή έναν συγγραφέα που παίζει συνειδητά τον “δικηγόρο του διαβόλου”, αλλά που ταυτόχρονα την αντιμετωπίζει σαν μια προσωπικότητα πολύ πιο πάνω από την τραγουδιστική της υπόσταση, που δεν μένει στο εκτόπισμά της στην ιστορία του ελληνικού τραγουδιού με τις κοινωνικές παραμέτρους του.

Aπόσπασμα από το βιβλίο:

ΒΡΑΔΥ ΚΑΛΟΚΑΙΡΙΝΟ ΤΟΥ 1980, στο κέντρο «Νεράιδα» στο Καλαμάκι. Βρίσκομαι εκεί για να της πάρω συνέντευξη για την Ελευθεροτυπία. Εντολή της διεύθυνσης. Ψαρωμένος στα τραγουδιστικά αυτού του τύπου —προφανώς κάτι με τρόμαζε εξαιτίας της κοσμικής της δημοφιλίας—, προετοιμασμένος ωστόσο να αντιμετωπίσω το θηρίο. Παίρνω μάλιστα για παραθάρρια μαζί μου κι έναν φίλο, περπατημένο στη νυχτερινή Αθήνα. Είχα τρακ, λες και πήγαινα για οντισιόν στα Ελευσίνια Μυστήρια.

Να πω ότι ήμουν θαυμαστής των τραγουδιών της; Θα πω ψέματα. Σχεδόν τα αγνοούσα — κι ό,τι ήξερα ήταν κομματιαστά, από τα ραδιόφωνα των ταξί, παρόλο που το όνομά της έπαιζε σε πολλά και διαφορετικά ταμπλό. Ο Μίνως Βολανάκης, για παράδειγμα, κορυφαίος σκηνοθέτης, ήθελε να ανεβάσει μαζί της την Κάρμεν του Μπιζέ, ο Κάρολος Κουν ενδιαφερόταν να της αναθέσει ρόλο κορυφαίας σε τραγωδία, όπως άκουγα. Άλλωστε ήδη το προσωνύμιό της ήταν συνυφασμένο κατά κάποιον τρόπο με τον Ευριπίδη. Δηλαδή Μαρινέλλα ίσον «Εκάβη του τραγουδιού».

Σημασία είχε πως βρισκόμουν ανήσυχος στην παραλιακή «Νεράιδα», κατάμεστη από ένα καλοντυμένο κοινό, αφού αποτελούσε σημείο αναφοράς στη διασκέδαση των Αθηναίων και όχι μόνο. Ψίθυροι, γέλια, ευχάριστη αναμονή, οι μουσικοί είχαν πάρει θέση, ενώ από τη θάλασσα με ανακούφιζε ένα αλμυρό αεράκι.

Καθίσαμε κάπου διακριτικά κι ύστερα… μα δεν υπάρχει ύστερα, γιατί σταμάτησε ο χρόνος. Αναβόσβησαν τα φώτα για να μας προετοιμάσουν πως θα μας επιτεθεί —έτσι το ένιωθα—, η ορχήστρα ζωντάνεψε επικίνδυνα, κάνοντας εισαγωγή σε ρυθμό ντίσκο στο τραγούδι της Βέμπο «Σβήσε το φως»… κι ύστερα όρμησε στη σκηνή, διατάζοντας μέσα σε μια απόλυτα ηλεκτρισμένη ατμόσφαιρα: «Σβήσε το φως κι έλα γείρε κοντά μου…».

Τολμώ να πω ότι το πήρα προσωπικά. Γνώριζα πως εκείνο τον καιρό μόλις είχε κυκλοφορήσει ο δίσκος της με τραγούδια της θρυλικής Σοφίας, αλλά εδώ συνέβαιναν άλλα πράγματα. Το σοκ που υπέστην ήταν κάτι πολύ περισσότερο από ηλεκτρική εκκένωση. Δεν μπόρεσα να μετρήσω τα λεπτά που ιερουργούσε σε ένα χιλιοακουσμένο τραγουδάκι. Θυμάμαι πως, όταν κατάλαβα ότι έπρεπε να χειροκροτήσω, έψαχνα να βρω τις παλάμες μου…

Ροή Ειδήσεων

Περισσότερα