Οι ωδίνες για το νέο που γεννιέται στη δημοκρατία μας άρχισαν…
Διαβάζεται σε 6'Για να γίνει πραγματικότητα το νέο στη δημοκρατία μας, θα πρέπει πρώτα να γεννηθεί μέσα στις καλύτερες φυσικές συνθήκες. Το Πάντειο Πανεπιστήμιο φρόντισε γι’ αυτό με μία εξαιρετική συζήτηση.
- 21 Νοεμβρίου 2023 06:13
Τα τσιτάτα, από αριστερά και δεξιά, συνήθως κουράζουν. Συνήθως επίσης δεν αποτυπώνουν το κλίμα της σύγχρονης εποχής, με όρους επικαιρότητας. Υπάρχουν όμως και εξαιρέσεις (κατά τον γράφοντα πάντα). “Ο παλιός κόσμος πεθαίνει και ο νέος παλεύει για να γεννηθεί, ζούμε στην εποχή των τεράτων” έγραφε ο Γκράμσι, πριν από έναν αιώνα χοντρικά και είναι πραγματικά να αναρωτιέται κανείς: Τι αναπαραστάσεις μπορεί να γεννήσει στο μυαλό αυτή η φράση για τη σημερινή Ελλάδα;
Αφήνοντας κατά μέρος το δεύτερο μέρος περί τεράτων, μπορούμε να πούμε πράγματι, ίσως με μία δόση υπερβολής, ότι ο παλιός κόσμος στην Ελλάδα πεθαίνει. Για την ακρίβεια, γερνάει. Η τρίτη ελληνική δημοκρατία θα γίνει 50 ετών τον προσεχή Ιούλιο και προφανώς κουβαλά όλα τα μειονεκτήματα ενός μεσήλικα για τον οποίο πια είναι μεσημέρι προς απόγευμα (λογίζοντας τη ζωή ως ένα 24ώρο). Η ελληνική δημοκρατία γερνάει επίσης άσχημα, αντιμετωπίζει πολλά προβλήματα υγείας ως οργανισμός και τα αντισώματά της για πολλούς λόγους δεν δουλεύουν με ότι αυτό συνεπάγεται.
Από την άλλη είναι “το νέο που παλεύει να γεννηθεί”. Υπάρχει; Το βλέπουμε γύρω μας; Η απάντηση στο συγκεκριμένο ερώτημα είναι θετική. Παλεύει πράγματι να γεννηθεί κάτι νέο αλλά οι εγκυμοσύνες είναι πολλές και όχι μία. Βασικός στόχος όμως είναι να μην καταλήξουμε σε τερατογενέσεις και το νέο που θα γεννηθεί να είναι πράγματι τέτοιο και όχι μία φθηνή απομίμηση του παλιού που απλώς θα αναπαράγει τα προβλήματα του παρελθόντος σε άλλη ιστορική βάση.
Στην Ελλάδα, παρά την καχεξία που δείχνουν τα mainstream media σε τέτοιους είδους αναγεννητικές προσπάθειες με συνέπεια να μην τις βλέπουμε, τέτοιες προσπάθειες γίνονται. Η στρογγυλή τράπεζα του Παντείου Πανεπιστημίου την προηγούμενη εβδομάδα υπό το γενικό τίτλο “κλιματική και κοινωνική δικαιοσύνη και δημοκρατία στην εποχή των κρίσεων: Πού πηγαίνει η μεταπολίτευση;” είναι κατεξοχήν τέτοια. Φρέσκια, ζωντανή, γι’ αυτό και ενδιαφέρουσα.
Ακόμη πιο ενδιαφέρον στοιχείο ότι διοργανώθηκε από δημόσιο πανεπιστήμιο, εν προκειμένω από το τμήμα Πολιτικών Επιστημών του Παντείου Πανεπιστημίου. Το κατασυκοφαντημένο, υποστελεχωμένο αλλά πάντα μάχιμο ελληνικό δημόσιο πανεπιστήμιο μπαίνει στην πρωτοπορία έτσι ώστε να βοηθήσει στα …γεννητούρια και να συμβάλλει στην ανανέωση ή, ακόμα καλύτερα, αναγέννηση της ελληνικής δημοκρατίας.
Ακούστηκαν πολλά στο Ινστιτούτο Γκαίτε κατά τις εισηγήσεις. Τα αυτιά στο κοινό ήταν επίσης πολλά, εκ των οποίων κάποια ανήκουν στο ενεργό πολιτικό προσωπικό της χώρας που εγγράφεται στην ευρύτερη αριστερά. Μίλησαν άνθρωποι με σαφές ιδεολογικό και αξιολογικό πρόσημο οι οποίοι όμως δεν έχουν ισχυρή κομματική ταύτιση και αυτό έχει τη σημασία του.
Το πιο ελπιδοφόρο; Η επιτέλους ανάδειξη της κλιματικής αλλαγής (κλιματικής κρίσης καλύτερα, ας λέμε τα πράγματα με τ’ όνομά τους) ως πολιτικό επίδικο πρώτης και άμεσης προτεραιότητας μαζί με την κοινωνική δικαιοσύνη και τη δημοκρατία. Ενα πράγμα, αυτά τα τρία στοιχεία, αδιάλυτο, σαν ανθρώπινο σώμα.
Το δεύτερο πιο ελπιδοφόρο; Πρόσωπα που γνωρίζουν καθείς και καθεμιά το αντικείμενο του με εχύγγυα σοβαρότητας και προσγειωμένο λόγο που εκβάλλει σε προτάσεις απτές: “τι μπορεί να γίνει προκειμένου να αντιμετωπιστεί το τραύμα των υποκλοπών;” ρωτήθηκε η διακεκριμένη νομικός και πρώην μέλος της ΑΔΑΕ Κατερίνα Παπανικολάου που απάντησε: “ένα σχέδιο νόμου που θα εξασφαλίζει την πεμπτουσία της δημοκρατίας”.
Είπε στην παρέμβασή του ο κοσμήτορας της σχολής Πολιτικών Επιστημών του Παντείου Δημήτρης Χριστόπουλος: “Το κλίμα έχει μία αναπόδραστη ταξικότητα, η κρίση του συντρίβει τους πιο αδύναμους”. Δεν είναι η μανία ενός αριστερού διανοούμενου με τον όρο ταξικότητα, είναι η δυσάρεστη πραγματικότητα.
Ας σκεφτούμε την καταστροφή στη Θεσσαλία: Ποιον έπληξε περισσότερο; Ποιοι μένουν ακόμα σε δομές γιατί έχασαν τα σπίτια τους; Ποιοι είναι αυτοί που ακόμη δεν έχουν πληρωθεί αν και οι επιχειρήσεις που εργάζονταν έχουν αναστείλει τη λειτουργία τους από τις 7 Σεπτέμβρη; Αυτοί που φανταζόμαστε όλοι.
Υπό αυτή την έννοια λοιπόν, όπως τόνισε και ο ίδιος ο Χριστόπουλος, “η κλιματική κρίση οξύνει τις ανισότητες οι οποίες, με τη σειρά τους, απειλούν με κατάρρευση τα θεμέλια της τρίτης ελληνικής δημοκρατίας“. Να λοιπόν γιατί η συζήτηση για το κλίμα δεν είναι πολυτέλεια αλλά πλέον αδήριτη αναγκαιότητα, ζήτημα ζωής και θανάτου πραγματικά.
Εβαλε προεκλογικά η αριστερά (ανανεωτική και κομμουνιστική) τέτοιου είδους ατζέντα στο δημόσιο διάλογο, ανέδειξε τα θέματα που σχετίζονται με το κλίμα; Οχι και αυτό δεν φταίει αποκλειστική η μιντιακή μονοκρατορία του Μητσοτάκη (αν και υφίσταται τέτοια, για να μην γελιόμαστε).
Οπως τόνισε στη δική του εισήγηση ο εκπαιδευτικός και διευθυντής του Σημείου για τη Μελέτη της Ακροδεξιάς Κωστής Παπαϊωάννου, ήρθε η ώρα το νέο που παλεύει να γεννηθεί “να βάλει την ατζέντα”, ή, τουλάχιστον, να μην παρασύρεται συνεχώς στην ατζέντα του αντιπάλου.Ο Παπαϊωάννου μάλιστα πηγαίνει την κουβέντα μερικά μέτρα πιο μπροστά. Μιλώντας με ποδοσφαιρικούς όρους, μάς λέει ότι η καλύτερη άμυνα είναι η επίθεση.
“Η ασφάλεια είναι προοδευτικό αίτημα σε καιρούς μαζικής επισφάλειας. Και ας μην το φοβάται αυτό η Αριστερά”. Και το αιτιολόγησε λέγοντας ότι “μία μαζική επισφάλεια μάς απειλεί πλέον από παντού”. Και πάλι, δεν χρειάζεται να πάμε μακριά τη σκέψη μας, ας την περιορίσουμε μέσα στα χρονικά όρια του 2023. Τέμπη (σιδηροδρομικό δυστύχημα), Πύλος (πολύνεκρο ναυάγιο), Θεσσαλία (καταστροφικές πλημμύρες).
Διψάμε για ασφάλεια. Κλιματική, οικονομική, θεσμική ακόμα και έμφυλη έτσι όπως καταδεικνύουν οι αμέτρητες επιθέσεις σε γυναίκες και ΛΟΑΤΚΙ άτομα (για να μην πιάσουμε την κουβέντα περί κακοποιητικού λόγου εναντίον τους). Ετσι η πολιτική αριστερά θα ενσωματώσει τα αιτήματα της κοινωνικής κάτι που μέχρι στιγμής δεν γίνεται σύμφωνα και την εύστοχη παρατήρηση της Κατερίνας Λαμπρινού στην εφημερίδα “Εποχή” το Σάββατο που μάς πέρασε.
Ο Παπαϊωάννου είπε και κάτι άλλο πολύ ενδιαφέρον. Υπογράμμισε ότι η επιδίωξη μίας δημοκρατικής αναγέννησης δεν μπορεί να προκύψει μέσα από την “εφαρμογή φραντσάιζ του πρωθυπουργικού μοντέλου στα κόμματα της αντιπολίτευσης”. Μ’ άλλα λόγια το νέο δεν θα γεννηθεί αν μιμηθούμε από αριστερά τον αρχηγισμό και το διευθυντικό αυταρχισμό του Μητσοτάκη. Χρειαζόμαστε ένα νέο μοντέλο και ένα νέο πολιτικό υπόδειγμα που δεν θα μυρηκάζει τον αντίπαλο αλλά θα υπηρετεί αξίες και θα βάζει μετρήσιμους στόχους.
Ακούγονται δύσκολα αυτά τα πράγματα, μη υλοποιήσιμα ίσως; Το ακριβώς αντίθετο, θα σημειώναμε. Πρόκειται για τις ζωές μας, τις δικές μας και των αγαπημένων μας. Πρόκειται για το μέλλον μας, το κοντινό, όχι το απώτερο, η κλιματική αλλαγή είναι ήδη εδώ όπως μπορεί κανείς να διαπιστώσει εύκολα. Πρόκειται για τη δημοκρατία, τη χαμένη ποιότητά της και τα θεσμικά της αντίβαρα που, μέσα σ’ ένα κυνικό περιβάλλον, δεν μπορούν να δουλέψουν πια.
Η στρογγυλή τράπεζα του Παντείου έφερε έναν νέο αέρα στη δημόσια συζήτηση και έδωσε την ευκαιρία να αρχίσουν ζυμώσεις από τις οποίες πράγματι μπορεί να προκύψει το νέο. Νωρίς ακόμα να το προσδιορίσουμε όσο προς τα χαρακτηριστικά του αλλά ένα σημαντικό, πρώτο βήμα έχει σίγουρα γίνει. Οψόμεθα λοιπόν…