Atsushi Nishijima, Yorgos Lanthimos/© 2023 Searchlight Pictures, Chris Pizzello, Sonja Flemming/CBS via AP | Γρηγόρης Κολλάρος/24 Media Lab

ΛΑΝΘΙΜΟΜΑΧΙΑ

«Λανθιμολάτρες» και «Λανθιμομάχοι», δεν έχει πια σημασία τι λέμε εμείς για τον “Yorgo”, αλλά τι λέει για μας ο τρόπος που τον καταναλώνουμε και τον συζητάμε.

Τρεις εβδομάδες προβολών, με άνοιγμα σε ευρύ κύκλωμα αιθουσών την Πρωτοχρονιά, κάπου μεταξύ κραιπάλης και ξεκούρασης. Εκεί δηλαδή που ο κόσμος έχει όρεξη να συζητήσει, εδώ δύο χρόνια πριν τέτοια εποχή τσακωνόμασταν για το Don’t Look Up που οι μισοί σήμερα έχουμε ξεχάσει αν μας άρεσε ή το κράζαμε. 

206.719 εισιτήρια μέχρι τις 14/1 που έχουμε πλήρη στοιχεία καταμέτρησης. Κάτι παραπάνω από ικανοποιητικά, το hype δεν έμεινε οnline αλλά πήγε και ταμείο. Στο ελληνικό box office, για να κάνετε τη σύγκριση, οι ταινίες που συναποτέλεσαν το μάρκετινγκ «τι έξυπνο τρικ» της χρονιάς έκοψαν 426.719 (Oppenheimer) και 465.887 (Barbie), αντίστοιχα, ενώ η Φόνισσα έχει επίσης ξεπεράσει τα 400.000 εισιτήρια από τις 30/11 που προβάλλεται.

Τέσσερα μεγάλα βραβεία (δύο Χρυσές Σφαίρες κι ένα Critics Choice ήρθαν να προστεθούν στο Χρυσό Λιοντάρι του περασμένου Σεπτεμβρίου) κι έντεκα υποψηφιότητες BAFTA, ενώ ο χρονος μετράει αντίστροφα για την ανακοίνωση των υποψηφιοτήτων για τα Όσκαρ του 2024 σε λίγα 24ωρα. Η Έμμα Στόουν φτιάχνει κλίμα ήδη με δύο βραβεία ερμηνείας, ο Γιώργος Λάνθιμος δεν έχει κερδίσει ακόμα κάτι για την σκηνοθεσία. 

Το Poor Things, η όγδοη ταινία του Γιώργου Λάνθιμου, είναι η πιο φιλόδοξη που έχει κάνει ποτέ. Γυρίστηκε με μπάτζετ 35 εκατομμύρια δολάρια (αρκετά παραπάνω από τα 15 της Ευνοούμενης, τα 11 του Θανάτου του Ιερού Ελαφιού και τα 4 του Αστακού), είναι εξίσου λαμπερή σε απόθεμα σταρ, μοιάζει να είναι και η πιο προσιτή ως τώρα. Σίγουρα γιατί είναι «η πιο κωμωδία» της φιλμογραφίας του, ίσως γιατί βασίζεται στον σχετικά οικείο μύθο του Φρανκενστάιν, πιθανότατα γιατί συμμετέχει στην κουβέντα που γίνεται με νέους όρους στην εποχή του #MeToo για τη γυναικεία αυτοδιάθεση και το νέο φεμινισμό (με ένα ενδιαφέρον debate να αναπτύσσεται για το αν τελικά τον προωθεί ή καιροσκοπεί εις βάρος του). Κι από την άλλη, είναι ένα οπτικά οργασμικό φιλμ που διατηρεί τον Λάνθιμο αμείωτα εκκεντρικό και βάζει homework με τα σημεία αναφοράς του: το steampunk, Το Εργαστήρι του Δρ. Καλιγκάρι,  και φυσικά το σεξ. Σε μια εποχή που αυτό έχει καθολικά εξοβελιστεί από το χολιγουντιανό νεοσυντηρητισμό του 21ου αιώνα, ο Λάνθιμος (και η Μπέλλα) είχε πολλή διάθεση για “furious jumping”.

Όμως για το τι είναι και τι δεν είναι το Poor Things, τι πετυχαίνει και τι όχι, τι κάνει καλά και τι λάθος, έχουν γραφτεί τα πάντα από τους πάντες – ειδικούς και μη, σινεκριτικούς και σινεφίλ, «Λανθιμολάτρες» και «Λανθιμομάχους». Γιατί (κι αυτό μου φαίνεται το πιο σημαντικό, ενδιαφέρον και διασκεδαστικό απ’ όλα) κάθε νέα ταινία του Γιώργου Λάνθιμου, έτσι και το Poor Things, είναι πια «εθνική υπόθεση». Τόσο που δεν έχει και τόσο σημασία τι λέμε όλοι εμείς γι΄αυτήν, αλλά τι λέει για μας ο τρόπος που την καταναλώνουμε και τη συζητάμε.

Ο κύκλος επαναλήφθηκε, αυτή τη φορά σε μεγαλύτερη ένταση. Οι χούλιγκαν του Λάνθιμου έστρωσαν το χαλί κλίνοντας τη λέξη «αριστούργημα» σε όλες τις πτώσεις και όλα τα σόσιαλ μίντια, η πρεμιέρα στην Στέγη έλαβε διαστάσεις mega κοσμικού event, τα μίντια σφάχτηκαν για συνεντεύξεις-αποκλειστικότητες-αναδημοσιεύσεις, οι ειδικές προβολές την εβδομάδα μετά τα Χριστούγεννα δημιούργησαν word of mouth, οι κριτικές υπήρξαν αποθεωτικές (αν κι εδώ που τα λέμε οι έλληνες σινεκριτικοί όταν γράφουν για Λάνθιμο μοιάζουν με σπίκερ που μεταδίδουν με φουστανέλα αγώνα της εθνικής ομάδας). Φυσικά, όπως αναμενόταν, εμφανίστηκαν και 1-2 σκόπιμα αιρετικά-αρνητικά κείμενα με εξίσου αναμενόμενη υπογραφή, ακολούθησαν κείμενα-μνημεία που σχολίαζαν την ταινία χωρίς ο συγγραφέας τους να την έχει δει (χωρίς μάλιστα να θέλει καν να το κάνει), η μηχανή των memes έπιασε να δουλεύει υπερωρία.

Το Poor Things έγινε σαν το εμβόλιο. Μυημένοι και αμύητοι στο λανθιμικό σύμπαν το θεώρησαν υποχρεωτικό παραδομένοι στο FOMO, (οι σαφώς λιγότεροι) αντιδραστικοί βρήκαν για κάποιο λόγο νόημα στο να γίνουν αρνητές του σινεμά του Λάνθιμου στην πυριτιδαποθήκη των σόσιαλ μίντια. Ήρθαν και τα βραβεία, νάτος ο “Yorgo” στην σκηνή να ευχαριστεί τον Μπρους Σπρίνγκστιν, νάτη και η Έμμα «δικό μας κορίτσι πια» να σαρώνει, ακόμα περισσότεροι πιστοί να συρρέουν στην αίθουσα – ο χρυσός κανόνας του θεάματος και της πολιτικής: όλοι θέλουν να νιώθουν μέρος μιας επιτυχίας. Σήμερα, το «Κ» κυκλοφορεί με τίτλο στο εξώφυλλο «206.719 σινεκριτικοί» – είναι λογικό κι επόμενο, όλοι θέλουν να έχουν και μια γνώμη, τα σόσιαλ τη φιλοξενούν άρα υπάρχουν κι αυτή η γνώμη (στοιχειοθετημένη ή μπαλαφάρα) είναι και μια μεταβλητή της επιτυχίας ενός φιλμ: το να συζητιέται, ο δημιουργός ποτέ δεν μπορεί να ελέγξει αν αυτό γίνεται για τους σωστούς ή τους λάθος λόγους. Το αστείο με το πόσοι δεν έχουν πει ακόμα την άποψή τους για το Poor Things…δεν είναι αστείο πια, ήταν περίπου μέχρι το Κουλούρι να κάνει αυτό το ποστ – μετά έγινε κοινοτοπία. 

Ο Λάνθιμος, όπως κι ο Αντετοκούνμπο, είναι εξεχοντα κομμάτια της εθνικής ταυτότητας μετά την Κρίση. Είναι καλή δημοσιότητα για μια χώρα παχύσαρκη σε κακή δημοσιότητα εδώ και 15 χρόνια, είναι ένδειξη «να ορίστε, μείναμε Δύση» (κι όχι μόνο μείναμε αλλά τα καταφέρνουμε κιόλας), είναι αφορμή να νιώθουμε «πολίτες του πρώτου κόσμου» όπως σημείωσαν πολλές αναλύσεις. Κάπου εδώ, αν δεν τις έχουμε ξεπεράσει ήδη, αρχίζουν οι θολές γραμμές. Γιατί είναι βαθιά προβληματικό, ίσως και ανόητο, το κόνσεπτ της εθνικής υπερηφάνειας επειδή «ο Γιάννης βγαίνει MVP» ή «ο Γιώργος είναι υποψήφιος για Όσκαρ». Κι αν ο πρωταθλητισμός έχει κάτι σωματικό και πρωτόγονο που παράγει ταυτίσεις, στην περίπτωση του Λάνθιμου και με την υπέροχη πορεία που έχει πάρει η καριέρα του είμαστε εντελώς εκτός θέματος αναζητώντας κάποια «ελληνικότητα» (η οποία σταμάτησε να υπάρχει, όσο υπήρξε, στον Κυνόδοντα). Όσος κόσμος σπεύδει για τέτοια, δεν τη βρίσκει και μετά αναρωτιέται αν είναι «εθνική μειοδοσία» να πει ότι «δεν του άρεσε» ή «δεν το κατάλαβε».

Ο Λάνθιμος είναι ένας κινηματογραφιστής που αναπτύσσει μια πραγματικά δική του γλώσσα τον 21ο αιώνα. Το ξέρουμε καλά (δεν το κρύβει κιόλας ο ίδιος) ότι δε θα είχε την ίδια μετεωρική εξέλιξη αν είχε μείνει στην Ελλάδα να κάνει ταινίες για τον Εμφύλιο ή τη Μεταπολίτευση. Κι αυτό είναι εντελώς ΟΚ. Ακόμα κι αν μας οδηγεί στη χαριτωμένη υπερβολή της Λανθιμομαχίας τις πρώτες 20 μέρες του 2024. Καλή επιτυχία στα Όσκαρ και ραντεβού στα χαρακώματα για την επόμενη ταινία του Kinds of Kindness (σε σενάριο Ευθύμη Φιλίππου μάλιστα), της οποίας έχουν ολοκληρωθεί τα γυρίσματα. Που ξέρετε μέχρι τότε, μέσω του gov.gr, μπορεί να πάρουμε και Lanthimos pass…

Ροή Ειδήσεων

Περισσότερα