Εταιρείες Διαχείρισης κόκκινων δανείων: Οι νέες υποχρεώσεις έναντι των οφειλετών
Διαβάζεται σε 4'Τι προβλέπει το νέο αυστηρότερο πλαίσιο λειτουργίας των Servicers. Αναρτήθηκε σε ΦΕΚ η σχετική Πράξη της ΤτΕ. Το χρονοδιάγραμμα κατάθεσης των business plans και τα επερχόμενα λουκέτα για τις μικρές εταιρείες του κλάδου.
- 07 Φεβρουαρίου 2024 06:26
«Τάξη» στον κλάδο των εταιρειών διαχείρισης απαιτήσεων από δάνεια και πιστώσεις (Servicers) επιχειρεί να βάλει η Τράπεζα της Ελλάδος, θέτοντας ένα νέο, αυστηρότερο, πλαίσιο λειτουργίας, ικανό μάλιστα να προκαλέσει και σημαντικές ανακατατάξεις.
Η Πράξη Εκτελεστικής Επιτροπής της ΤτΕ για τις νέες προϋποθέσεις αδειοδότησης, που έχει ήδη αναρτηθεί σε ΦΕΚ, επιβάλλει στις εταιρείες διαχείρισης, μεταξύ άλλων:
- καταγεγραμμένες και εγκεκριμένες πολιτικές για τη διαχείριση των χαρτοφυλακίων τους
- εκτίμηση των εγγυήσεων από τις εμπράγματες εξασφαλίσεις (ακίνητα) των υπό διαχείριση δανείων
- συγκεκριμένες απαιτήσεις για τις παρεχόμενες ρυθμίσεις και τη διαχείριση των παραπόνων και των καταγγελιών των πελατών
- αξιολόγηση της πραγματικής χρηματοοικονομική κατάσταση των οφειλετών και
- δέσμευση ότι εφόσον ο οφειλέτης είναι ευάλωτος, δεν θα προχωρούν σε πλειστηριασμό.
Επιπλέον, προβλέπεται ότι οι εταιρείες που θα θελήσουν να μπουν και στην αναχρηματοδότηση δανείων θα πρέπει να έχουν ελάχιστα κεφάλαια 4,5 εκατ. ευρώ (αντί των 100 χιλ. ευρώ που προβλέπονται για εταιρείες με απλή άδεια διαχείρισης απαιτήσεων), τα οποία θα πρέπει να καλύπτουν καθ’ όλη τη διάρκεια της λειτουργίας τους.
Νέα Business plans
Στην προσπάθεια τους να «συμμορφωθούν» με τα τις νέες απαιτήσεις της ΤτΕ οι εταιρείες διαχείρισης θα πρέπει να υποβάλουν νέο business plan για το πώς σκοπεύουν να αναπτυχθούν. Μάλιστα, τα κεφάλαια που θα απαιτήσει η ανάπτυξή τους θα πρέπει να τα έχουν καταθέσει εκ των προτέρων, πριν λάβουν την νέα άδεια από την ΤτΕ.
Σε ότι αφορά στο χρονοδιάγραμμα που έχει θέσει η ΤτΕ, όλες οι εταιρείες διαχείρισης θα πρέπει να υποβάλουν νέο φάκελο με όσα ορίζει η Πράξη Εκτελεστικής Επιτροπής μέχρι τις 29 Μαρτίου. Ως εκ τούτου μέχρι τότε θα πρέπει να έχουν συγκεντρωθεί και τα απαιτούμενα για την περαιτέρω ανάπτυξή τους, κεφάλαια διαφορετικά θα πρέπει να συγκαλέσουν γενικές συνελεύσεις που θα λάβουν αποφάσεις για τα κεφάλαια.
Πότε ανακαλείται η άδεια
Συμπερασματικά οι εταιρείες διαχείρισης απαιτήσεων από δάνεια και πιστώσεις που έχουν ήδη αδειοδοτηθεί θα συνεχίσουν να ασκούν τη δραστηριότητά τους μέχρι την 29η Ιουνίου του 2024, χωρίς να απαιτείται νέα άδεια λειτουργίας, αλλά θα πρέπει να υποβάλουν τις πληροφορίες που προβλέπει ο νόμος στην ΤτΕ έως την 29η Μαρτίου, ώστε να αξιολογηθεί έως τα τέλη Ιουνίου εάν συμμορφώνονται με τις απαιτήσεις του νέου νόμου. Εφόσον προκύπτει συμμόρφωση, θα λαμβάνουν νέα άδεια λειτουργίας και θα εγγράφονται στο σχετικό μητρώο που θα δημιουργηθεί. Σε διαφορετική περίπτωση, η ΤτΕ επιβάλλει μέτρα που θα διασφαλίζουν τη συμμόρφωσή τους εντός συγκεκριμένης προθεσμίας ή θα απαγορεύει τη συνέχιση της λειτουργίας τους.
Όπως προβλέπει ο νόμος, η ΤτΕ μπορεί με απόφασή της να ανακαλέσει την άδεια λειτουργίας εφόσον η εταιρεία διαχείρισης απαιτήσεων από δάνεια και πιστώσεις:
- Δεν έχει κάνει χρήση της άδειας λειτουργίας εντός 12 μηνών από τη χορήγησή της.
- Επαυσε να ασκεί δραστηριότητες για τις οποίες χορηγήθηκε η άδεια λειτουργίας διαχειριστή πιστώσεων για περίοδο μεγαλύτερη των 6 μηνών.
Λουκέτο για τους μικρούς
Η διαδικασία της αδειοδότησης θα ολοκληρωθεί στις 29 Ιουνίου και αναμένεται να επιφέρει μεγάλο «ξεκαθάρισμα» στο τοπίο των servicers, αφού, με τα νέα δεδομένα, το 1/3 των υφιστάμενων εταιρειών δεν θα μπορέσει να ανανεώσει την άδεια λειτουργίας. Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις, από το σύνολο των 23 εταιρειών που έχουν αδειοδοτηθεί από την ΤΤΕ, μονοψήφιος αριθμός εταιρειών θα οδηγηθεί σε λουκέτο, καθώς δεν θα μπορέσουν να ανταποκριθούν στους νέους κανόνες, μεταξύ των οποίων η ενεργοποίηση ηλεκτρονικής πλατφόρμας που θα παρέχει προσωποποιημένη πληροφόρηση στους δανειολήπτες σε σχέση με τις οφειλές τους.
Να σημειωθεί ότι, όπως διαπιστώνει η ΤΤΕ, ο βαθμός δραστηριοποίησης των εταιρειών που έχουν αδειοδοτηθεί διαφοροποιείται σημαντικά, με αποτέλεσμα οι τρεις μεγαλύτερες εταιρείες – dovalue, Intrum και Cepal– να κατέχουν σωρευτικό μερίδιο αγοράς της τάξης του 83% με βάση τη συνολική αξία των υπό διαχείριση δανείων, έναντι 15 εταιρειών που καταγράφουν ελάχιστη έως μηδαμινή δραστηριότητα (μερίδιο μικρότερο του 1%).
Με αυτό το δεδομένο εκτιμάται ότι αρκετές εταιρείες θα τεθούν εκτός αγοράς, καθώς ο όγκος των εργασιών που διαχειρίζονται δεν μπορεί να καλύψει το ύψος της επένδυσης που απαιτεί η πλατφόρμα, αλλά και οι υποχρεώσεις που επιβάλλει ο επόπτης σε θέματα εταιρικής διακυβέρνησης.