ΕΙΝΑΙ ΔΥΝΑΤΟΝ ΝΑ ΓΙΝΕΙ “ΠΡΑΣΙΝΟΣ” Ο ΚΑΠΙΤΑΛΙΣΜΟΣ;
Ποιοι χάνουν και ποιοι κερδίζουν από τους τεράστιους μετασχηματισμούς που έρχονται τα επόμενα λίγα χρόνια.
Μερίδα των Δημοκρατικών στις ΗΠΑ έχουν ενστερνιστεί την άποψη πως χρειαζόμαστε μια Πράσινη Νέα Συμφωνία. Η Ευρωπαϊκή Ένωση από το 2020 έχει εγκρίνει πολιτικές και χρηματοδοτήσεις δισεκατομμυρίων για την Ευρωπαϊκή Πράσινη Συμφωνία. Ακόμα και η Κίνα, παρόλο που κατάφερε να ξεπεράσει όλες τις χώρες σε ό,τι αφορά την μόλυνση του περιβάλλοντος, επενδύει με μεγάλη διαφορά τα περισσότερα χρήματα σε ανανεώσιμες πηγές ενέργειας.
Για ποιον λόγο «πρασινίζει» ο καπιταλισμός; Ποιοι χάνουν και ποιοι κερδίζουν από τους τεράστιους μετασχηματισμούς που έρχονται τα επόμενα λίγα χρόνια; Κατά πόσο θα αυξηθούν οι ανισότητες εντός και μεταξύ των χωρών που παίρνουν το τρένο της πράσινης μετάβασης;
Η ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΗ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ
Υπάρχει ένα μεγάλο πρόβλημα, ανάμεσα σε πολλά άλλα, σε όλες τις συζητήσεις για την περιβαλλοντική δικαιοσύνη. Παρόλο που το ενδιαφέρον των περισσότερων ανθρώπων είναι ζωηρό, και φαίνεται σε κάθε είδους έρευνα ή, εντελώς εμπράγματα, σε κολοσσιαίες και παγκόσμιες κινητοποιήσεις, εντούτοις κουραζόμαστε από τις πληροφορίες και τα στατιστικά διαγράμματα σε τέτοιο βαθμό που καταλήγουμε να εμφορούμαστε μαζικά από κλιματικό άγχος.
Ανησυχούμε; Ναι.
Κάνουμε κάτι συλλογικά και προσωπικά; Πράγματι, τουλάχιστον πολύ περισσότερα απ’ ό,τι στο παρελθόν.
Αρκεί; Όχι, κι αυτό είναι που μας καταρρακώνει.
Γνωρίζουμε ή –έστω– ψυχανεμιζόμαστε, περισσότερο μυστικά, με το ένστικτο και λιγότερο φανερά, και κάτι ακόμα. Για να σωθεί ο πλανήτης, το σύστημα με το οποίο όλοι και όλες ανατραφήκαμε και είναι το μόνο που ξέρουμε πρέπει να σταματήσει να υπάρχει. Χθες κι όχι μεθαύριο.
ΚΑΠΟΙΑ ΑΠΟ ΤΑ ΔΕΔΟΜΕΝΑ
Πέρα από τις μεγάλες πράσινες συμφωνίες σε Ευρώπη, Αμερική και Ασία, που επίκεινται ή εμπεδώνονται περαιτέρω με νόμους και χρηματοδοτήσεις, και οι εταιρίες, από τα πιο μικρά τοπικά brands ως τις γιγαντιαίες πολυεθνικές, «πρασινίζουν» επικοινωνιακά. To greenwashing ορίζεται ως ακριβώς αυτό: Διαδικασίες ή προϊόντα που προωθούνται αλλά συνιστούν ψευδείς λύσεις για την κλιματική κρίση, με αποτέλεσμα να αποπροσανατολίζουν και να καθυστερούν συγκεκριμένες και αξιόπιστες ενέργειες. Βεβαίως, όλη αυτή η πάνδημη πράσινη ευαισθητοποίηση δημιουργεί πολλά πολλά κέρδη.
Παράλληλα, οι νέοι, περιβαλλοντικά ευαίσθητοι τρόποι που ακολουθούνται σε προσωπικό επίπεδο, εφόσον αντιστοιχίζονται με την κυρίαρχη ναρκισσιστική εξατομίκευση και την συνακόλουθη πτύχωση στον εαυτό, βοηθούν ελάχιστα ή καθόλου. Cruelty free καλλυντικά και διατροφή, μινιμαλισμός, thrifting κι ένα κάρο ακόμα πρακτικές που ακολουθούμε φαίνεται πως δεν έχουν πραγματικό αντίκτυπο στην κλιματική κρίση και δεν θα μπορούσαν να έχουν. Οι μεσαίες τάξεις του πρώην δυτικού κόσμου εφόσον δεν συλλογικοποιούν την περιβαλλοντική τους ευαισθησία σε απαιτήσεις κατακλυσμιαίων, συστημικών αλλαγών, ακόμα κι αν καθολικά ακολουθούσαν καλές περιβαλλοντικά πρακτικές, πιθανότατα κατανοούν πως μειούμενο το συνολικά υψηλότατο οικολογικό τους αποτύπωμα αντικαθίσταται ραγδαία από τις αντίστοιχες αναπτυσσόμενες μεσαίες τάξεις της Κίνας και της Ινδίας.
ΜΟΛΥΝΕΙΣ; ΕΙΣΑΙ ΠΡΑΣΙΝΟΣ
Όμως το ζήτημα του πράσινου καπιταλισμού έχει κι άλλα φανταχτερά και περίεργα. Για παράδειγμα, υφίσταται μια φαινομενικά αλλά και ουσιαστικά αντιφατική ταύτιση: Όσο περισσότερο μολύνει ένα κράτος ή μια εταιρία τόσο πιο πολύ προβαίνει σε πράσινες επενδύσεις ή επικοινωνεί μια «οικολογική» ατζέντα στο παγκόσμιο κοινό. Για παράδειγμα, ενώ γνωρίζουμε πως τα ορυκτά καύσιμα παρέχουν το 85% της παγκόσμιας κατανάλωσης ενέργειας που είναι υπεύθυνη για το 76% των παγκόσμιων εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου, η Shell, με ρεκόρ κερδοφορίας το 2022 στα 36 δις ευρώ, χαρακτήριζε τη στροφή της στο φυσικό αέριο ως επένδυση σε ανανεώσιμα καύσιμα.
Έχει δίκιο; Η COP28, η διάσκεψη του ΟΗΕ για το κλίμα, μόλις πριν δυο μήνες όρισε το φυσικό αέριο και την πυρηνική ενέργεια ως περιβαλλοντικά βιώσιμες δραστηριότητες. Είναι όμως; Η Greenpeace αναφέρει πως τόσο πολύ δεν είναι που ακόμα κι αν μονομιάς καταργούσαμε την καύση λιγνίτη «τα αποθέματα πετρελαίου και αερίου θα ωθούσαν τον κόσμο πάνω από το όριο αύξησης της μέσης θερμοκρασίας του πλανήτη στον 1,5°C». O Pedro Pedroso, ο απερχόμενος Κουβανός πρόεδρος του μπλοκ των αναπτυσσόμενων χωρών «G77», που περιλαμβάνει 134 αναπτυσσόμενες χώρες, μαζί με την Κίνα, τόνισε μόλις πριν έναν μήνα: «Μια και μιλάμε, εκτός αν λέμε ψέματα στους εαυτούς μας, κανένα από τα μεγάλα ανεπτυγμένα κράτη, τα οποία είναι οι πλέον σημαντικοί ιστορικοί ρυπαντές, δεν προάγει πολιτικές έτσι ώστε να απομακρύνεται από τα ορυκτά καύσιμα. Αντιθέτως, τις επεκτείνουν».
ΡΥΠΑΙΝΕΙΣ; ΜΗΝ ΠΛΗΡΩΝΕΙΣ
Ακόμα ένα ευτράπελο του πράσινου καπιταλισμού είναι ο περίπου μπαταχτσίδικος τρόπος συγκρότησής του. Για να γίνει κατανοητό, σκεφτείτε πως το προβλεπόμενο κόστος της πράσινης μετάβασης, του μετασχηματισμού δηλαδή της οικονομίας σε κλιματικά ουδέτερη, ποικίλλει σημαντικά, αν είναι δυνατόν να κοστολογήσουμε αυτήν την τόσο πολυπαραγοντική εξίσωση. Σύμφωνα με κάποιες εκτιμήσεις, κυμαίνεται από 100 έως 300 τρισεκατομμύρια δολάρια από τώρα έως το 2050. Σε ετήσια βάση, αυτό απαιτεί επενδύσεις σε ύψος από 2% έως 8% του παγκόσμιου ΑΕΠ. To ποσό σίγουρα δεν είναι τεράστιο. Κι όμως, δεν φαίνεται να πληρώνουν όλοι το μερτικό τους. Η Παγκόσμια Έκθεση της Διάσκεψης των Ηνωμένων Εθνών για το Εμπόριο και την Ανάπτυξη του 2023 αποκαλύπτει ένα διευρυμένο ετήσιο επενδυτικό έλλειμμα που αντιμετωπίζουν οι αναπτυσσόμενες χώρες, καθώς εργάζονται για την επίτευξη των Στόχων Βιώσιμης Ανάπτυξης, που κοστολογείται στα 4 τρις τον χρόνο.
Κοντολογίς, οι ανεπτυγμένες χώρες, παρά το ότι μολύνουν διαχρονικά και υπέρμετρα σε σχέση με οποιονδήποτε άλλο τον πλανήτη, με πολύ μεγάλες συνέπειες ιδιαίτερα για τις χώρες της Αφρικής, της Μέσης Ανατολής και της Νότιας Ασίας, δεν πληρώνουν αυτά που θα έπρεπε σύμφωνα με τις παγκόσμιες συμφωνίες, έτσι ώστε ο πλανήτης να καταστεί βιώσιμος: «Όλες οι δεσμεύσεις χρηματοδότησης δεν έχουν υλοποιηθεί κατά κανέναν τρόπο σε ό,τι αφορά τις δράσεις για το κλίμα στον Παγκόσμιο Νότο», τόνισε πρόσφατα ένας διπλωμάτης από την Κένυα.
ΜΟΝΟ ΑΝ ΕΙΣΑΙ ΚΟΚΚΙΝΟΣ ΕΙΣΑΙ ΚΑΙ ΠΡΑΣΙΝΟΣ
Στο καθόλα εμπνευσμένο κείμενό του για την Documenta 14, o Nabil Ahmed έγραφε πως το Δίκαιο του Πολέμου, οι Συμβάσεις της Γενεύης, η Ευθύνη Προστασίας (R2P) των ΗΕ του 2005 δεν συγκαταλέγουν την καταστροφή του περιβάλλοντος στα εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας. Υπάρχουν πλέον ισχυρές οργανώσεις που ζητούν η «οικοκτονία», που ορίζει ως έγκλημα «κάθε παράνομη ή αδικαιολόγητη πράξη που διαπράττεται με γνώση ότι υπάρχει σημαντική πιθανότητα σοβαρής, εκτεταμένης ή μακροχρόνιας ζημίας στο περιβάλλον», να διώκεται από το Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο.
Αυτό, ακόμα κι αν επιτυγχάνονταν, δεν αρκεί. Δεν αρκεί η νομική κατοχύρωση των εγκλημάτων κατά της Φύσης, δεν αρκεί η οικονομική μετάβαση, δεν αρκεί η ανακύκλωση, παρόλο που όλα αυτά πρέπει να τα επιδιώξουμε όσο το δυνατόν περισσότερο, όσο το δυνατόν πιο συλλογικά. Και δεν αρκούν γιατί η κλιματική κρίση είναι ήδη εδώ, παράγει αποτελέσματα. Κυρίως, όμως, δεν φτάνουν γιατί οι καπιταλιστικές επιχειρήσεις και τα κράτη που τις στηρίζουν προτιμούν να χαθεί ο πλανήτης παρά να μειώσουν την κερδοφορία τους.
Ή ΟΙΚΟΣΟΦΙΑ Ή ΟΙΚΟΚΤΟΝΙΑ
Συνδυάστε το αυτό με την ανάπτυξη μιας πλαισίωσης από πολίτες και δημοσιογράφους που πραγματικά ανησυχούν, από πολιτικούς που δεν είναι κατ’ όνομα ριζοσπάστες, που θεωρούν πως ετερόκλητες, ταξικά και εθνικά, κοινότητες, κράτη και υπερεθνικές οργανώσεις με ιμπεριαλιστικό προσανατολισμό σε αλληλεγγύη με φτωχές κρατικές οντότητες χωρίς διαπραγματευτική ισχύ, ιθαγενείς και αποικιοκράτες, μικρές οικολογικά βιώσιμες επιχειρήσεις και πολυεθνικοί κολοσσοί είναι δυνατόν με κοινωνική πίεση να βρουν τρόπους συνεννόησης, να μοιράσουν σωστά και δίκαια την πίτα προκειμένου να αποφύγουμε τα χειρότερα.
Κάτι τέτοιο είναι απλώς ανέφικτο και, στο βαθμό που συμβαίνει μέσω των συμφωνιών της παγκόσμιας συναίνεσης που περιγράψαμε παραπάνω, αποβαίνει εις βάρος των πλέον φτωχών οικονομικά και αδύναμων πολιτικά. Συναφής με την ρητορική αυτή είναι ο χαρακτηρισμός της εποχής μας ως «Ανθρωπόκαινου». Με αυτήν την έννοια η κλιματική κρίση είναι ανθρωπογενής, άρα η ευθύνη γι’ αυτήν επιμερίζεται σε όλους και όλες μας περίπου ισότιμα.
Αλλιώς: Για να συνεχίσουν να κερδίζουν οι leaders του καπιταλισμού –όρος υπαρξιακός κι απαράβατος του συστήματος αυτού– χρειάζονται losers που θα υπομένουν την χασούρα. Προκειμένου, λοιπόν, να είναι διαρκές κάτι τέτοιο, οι διαδικασίες μέσω των οποίων επιτυγχάνεται είναι, μεταξύ άλλων, η περίφραξη κοινών αγαθών, η υφαρπαγή της γης, η εκμετάλλευση των πόρων σε βαθμό που δεν μπορούν να αναπληρωθούν φυσικά ή τεχνητά. Ακούω ήδη τις σιωπηλές ερωτήσεις που σχηματίστηκαν και στο δικό μου το μυαλό. Γιατί κάτι τέτοιο, ακόμα κι αν είναι σχετικά επαχθές, δεν μπορεί να γίνει με τρόπους που να εξασφαλίζουν το μέλλον του πλανήτη; Εφόσον οι επενδύσεις στην πράσινη μετάβαση είναι κερδοφόρες, ίσως και πιο κερδοφόρες από εκείνες για τα ορυκτά καύσιμα, ποιος είναι ο λόγος που πρέπει να τα βάλουμε με ολόκληρο τον καπιταλισμό; Μήπως κάπως έτσι βάζουμε τόσο ψηλά τον πήχη και δεν θα μπορέσουμε να τον φτάσουμε, τώρα που είμαστε στο παρά πέντε του χαμού;
Ο Jason W. Moore, ανάμεσα σε άλλους, προσπάθησε να απαντήσει. Η φύση δεν είναι μια «ουσία», κάτι μεταφυσικό ή ατέλειωτο, ούτε βρίσκεται εκτός του τρόπου συγκρότησης της κοινωνίας∙ είναι αλληλένδετη, συσχετιζόμενη μαζί της. Τόσο, λοιπόν, τα πεπερασμένα γεωγραφικά όρια της Γης, όσο και η χωροχρονική αναντιστοιχία μεταξύ της κατακλυσμιαίας συσσώρευσης κεφαλαίου και της κοινωνικοοικολογικής αναπαραγωγής θέτουν όρια. Τα όρια δεν βοηθούν στην απαραίτητη επέκταση και επιτάχυνση που χρειάζεται το σύστημα. Κοντολογίς, η Φθηνή Φύση (Cheap Nature) τελείωσε γιατί σπαταλήθηκε, αποσυντέθηκε, εξαντλήθηκε. Αυτό αναφέρει ο Moore. Αυτό είναι το πρόβλημα με τον καπιταλισμό. Και τώρα, στο και πέντε της εξελισσόμενης περιβαλλοντικής κρίσης, χρειάζεται να προσπαθήσουμε να μην μείνουν τόσο πίσω όσοι από ταξική, γεωγραφική ή μορφωτική θέση θα υποστούν τα επίχειρα. Γιατί όπως σοφά έχει ειπωθεί: «Οικολογία χωρίς ταξική πάλη είναι κηπουρική».
Το δεύτερο, ακόμα μεγαλύτερο, πρόβλημα είναι πως το σύστημα διαμορφώνει ανθρωπότυπους, υποκειμενικότητες, κατ’ εικόνα και καθ’ ομοίωσή του. Πώς μπορούμε να αποδράσουμε από την «κεφαλαιόκαινο» εποχή μας; Ο Félix Guattari έγραφε προς το τέλος του τελευταίου του βιβλίου πως «πέρα από υλικές και πολιτικές διεκδικήσεις, αυτό που προκύπτει είναι η φιλοδοξία για ατομική και συλλογική επανιδιοποίηση της παραγωγής της υποκειμενικότητας». Κι αυτό, πέρα και ενάντια σε όσα μάθαμε να νομίζουμε για αξεπέραστα, δε θα ήταν απλώς ένα ευγενές εγχείρημα αλλά η δουλειά που πρέπει οπωσδήποτε να κάνουμε. Ο Καστοριάδης, στο δικό του συγκείμενο, υπερθεμάτιζε: «Ανάμεσα στα δημιουργήματα της ανθρώπινης ιστορίας ένα είναι μοναδικά μοναδικό: το δημιούργημα που δίνει τη δυνατότητα στη συγκεκριμένη κοινωνία να αυτοαμφισβητείται».