Πόλεμος στην Ουκρανία: Πού το πάει ο Όλαφ Σολτς
Διαβάζεται σε 5'Ο Ρόναλντ Μαϊνάρντους γράφει, σε άρθρο του στο NEWS 24/7, για τα κίνητρα του Γερμανού καγκελάριου Όλαφ Σολτς και τις προκλήσεις του πολέμου στην Ουκρανία.
- 12 Μαρτίου 2024 06:12
Στρατιωτικά, η Ουκρανία βρίσκεται σε αμυντική διάταξη στη μάχη κατά της Ρωσίας του Πούτιν, ενώ τα σενάρια περί φθίνουσας στρατιωτικής υποστήριξης από τη Δύση αποτελούν, επίσης, πηγή κινδύνου για τος Ουκρανούς. Έχουμε ήδη, δε, τη δυνατότητα να δούμε τι θα μπορούσε να συμβεί αν ο Ντόναλντ Τραμπ κερδίσει τις προεδρικές εκλογές στις ΗΠΑ, από το μπλοκάρισμα της στρατιωτικής βοήθειας προς το Κίεβο από τους υποστηρικτές του πρώην προέδρου στο Κογκρέσο.
Η απειλή του αμερικανικού απρόβλεπτου κυριαρχεί όλο και περισσότερο στις στρατηγικές συζητήσεις στην Ευρώπη. Ως συνέπεια ενός διαφαινόμενου κινδύνου ενδεχόμενης αποδυνάμωσης της αμερικανικής δέσμευσης για κοινή άμυνα της Δύσης, οι συζητήσεις για την ευρωπαϊκή στρατηγική αυτονομία αποκτούν μια νέα πιεστικότητα.
Η Γερμανία διαδραματίζει κεντρικό ρόλο σε όλα αυτά. Ως μεγαλύτερη οικονομική δύναμη της ηπείρου, το Βερολίνο αποτελεί τον σημαντικότερο υποστηρικτή της Ουκρανίας μετά τις ΗΠΑ. Παρ’ όλα αυτά, στο ευρωπαϊκό μέτωπο των υποστηρικτών της Ουκρανίας εμφανίζονται βαθιά ρήγματα. Οι διαφορές έχουν έρθει τώρα στο φως μεταξύ της Γερμανίας και της Γαλλίας, δύο χωρών που παραδοσιακά θεωρούνται οι βηματοδότες μιας ενωμένης Ευρώπης.
Οι δημοσίως διατυπωμένοι υπαινιγμοί του Εμανουέλ Μακρόν για το ενδεχόμενο ανάπτυξης δυτικών στρατευμάτων στην Ουκρανία συνάντησαν σφοδρή -και επίσης δημοσίως διατυπωμένη- αντίδραση στο Βερολίνο. Οι διαφορές μεταξύ Βερολίνου και Παρισιού δεν είναι κάτι καινούργιο. Οι κυβερνήσεις της Γερμανίας και της Γαλλίας διαφωνούν συχνά και σε ό,τι αφορά την οικονομική και ενεργειακή πολιτική. Ακόμη και στην Ελλάδα, οι άνθρωποι γνωρίζουν ότι το Παρίσι και το Βερολίνο διαφωνούν μερικές φορές στην πολιτική για την Τουρκία.
Οι γαλλογερμανικές διαφορές έχουν εν μέρει προσωπική διάσταση, η οποία οφείλεται στους διαφορετικούς χαρακτήρες των πολιτικών ηγετών. Σημαντικότερες, ωστόσο, είναι οι βασικές στρατηγικές θέσεις: Ενώ η Γαλλία ευνοεί παραδοσιακά μια ισχυρή Ευρώπη και τη μεγαλύτερη δυνατή στρατηγική αυτονομία, η Γερμανία ανέκαθεν είχε έναν ισχυρότερο διατλαντικό προσανατολισμό με σαφή έμφαση στο ΝΑΤΟ.
Κανένα θέμα εξωτερικής πολιτικής δεν κυριαρχεί στις πολιτικές συζητήσεις στη Γερμανία αυτές τις μέρες όσο η προμήθεια πυραύλων Taurus στην Ουκρανία. Οι βαλλιστικοί πύραυλοι, οι οποίοι είναι φημισμένοι για το βεληνεκές και την ακρίβειά τους, θα μπορούσαν -σύμφωνα με στρατιωτικούς εμπειρογνώμονες- να αναστρέψουν την κατάσταση υπέρ των Ουκρανών και να προκαλέσουν σοβαρά προβλήματα στους Ρώσους εισβολείς.
Ο Όλαφ Σολτς κατέστησε σαφές ότι η αποστολή των γερμανικών πυραύλων δεν αποτελεί ζήτημα για τον ίδιο. Μπροστά στις αυξανόμενες πιέσεις από διάφορες πλευρές, ο Γερμανός καγκελάριος δικαιολόγησε τώρα την απόφασή του, δηλώνοντας ότι η λειτουργία των υπερσύγχρονων όπλων θα απαιτούσε την εγκατάσταση γερμανικού προσωπικού στην Ουκρανία και ότι αυτό θα αύξανε τον κίνδυνο να εμπλακεί η Γερμανία στον πόλεμο με τη Ρωσία.
Η άρνηση του Γερμανού καγκελάριου να προμηθεύσει τα πιο σύγχρονα όπλα στην Ουκρανία δεν είναι κάτι καινούργιο. Μια παρόμοια περίπτωση ζήσαμε σε σχέση με την παράδοση των γερμανικών αρμάτων μάχης Leopard, τα οποία χαρακτηρίστηκαν ως ένα είδος θαυματουργού όπλου στις τότε συζητήσεις. Το Βερολίνο ενέδωσε στην πίεση των Ουκρανών μόνο όταν η Ουάσινγκτον συμφώνησε να παραδώσει ταυτόχρονα στο Κίεβο αμερικανικά άρματα μάχης Abrams.
Η διστακτικότητα του Βερολίνου όσον αφορά τα υπερσύγχρονα όπλα ακολουθεί τον στόχο της αποφυγής οποιασδήποτε ενέργειας που θα μπορούσε να ερμηνευθεί ως κλιμάκωση στη Μόσχα. Σημαντικό ρόλο σε αυτό παίζει η δημόσια ανομολόγητη ελπίδα για πολιτική λύση του πολέμου: “Η απροθυμία του Σολτς να εμπλακεί πλήρως στο πλευρό της Ουκρανίας δείχνει ότι απώτερος στόχος του είναι η Ουκρανία να συμφωνήσει σε ειρηνευτικές συνομιλίες μάλλον νωρίτερα παρά αργότερα”, σχολιάζει ο ανταποκριτής του Politico στο Βερολίνο.
Για να κατανοήσουμε την πολιτική του Βερολίνου στο ζήτημα της Ουκρανίας, είναι απαραίτητο να ανατρέξουμε στην ιστορία – και ειδικότερα στη γερμανορωσική ιστορία. Τον περασμένο αιώνα, οι δύο χώρες διεξήγαγαν δύο αιματηρούς παγκόσμιους πολέμους με εκατομμύρια νεκρούς και από τις δύο πλευρές και μαζικούς εκτοπισμούς. Όπως η Μικρασιατική καταστροφή πριν από εκατό χρόνια διαμορφώνει ακόμη και σήμερα τις απόψεις πολλών Ελλήνων και δεν μένει χωρίς επιρροή στην πολιτική, έτσι και η καταστροφή του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου επηρεάζει τη σκέψη πολλών Γερμανών.
Η πολιτική της συμφιλίωσης με την Ανατολή που δρομολογήθηκε από τους Γερμανούς Σοσιαλδημοκράτες, γνωστή και ως Ostpolitik, οδήγησε στο τέλος του Ψυχρού Πολέμου και δημιούργησε τις προϋποθέσεις για την ειρηνική επανένωση της Γερμανίας. Πολιτικά, ο Όλαφ Σολτς είναι μαθητής του Βίλι Μπραντ. Τότε όπως και τώρα, η πολιτική της Γερμανίας έναντι της Ρωσίας προκαλούσε καχυποψία στους δυτικούς συμμάχους.
Στην εσωτερική πολιτική, ο Όλαφ Σολτς διανύει μια δύσκολη φάση. Η κυβέρνηση συνασπισμού της οποίας ηγείται, η οποία αποτελείται από τρία ιδεολογικά πολύ διαφορετικά κόμματα, δεν είναι δημοφιλής στον πληθυσμό. Το Σοσιαλδημοκρατικό Κόμμα (SPD) συγκεντρώνει ποσοστό μόλις 15%. Αν γίνονταν εκλογές την επόμενη Κυριακή, η σημερινή κυβέρνηση θα έχανε κατά πολύ την πλειοψηφία.
Για τον στριμωγμένο καγκελάριο, υπάρχει μια μικρή αχτίδα ελπίδας, παρά τις κακές προβλέψεις των δημοσκοπήσεων: το 45% των ερωτηθέντων εγκρίνει την πολιτική του για την Ουκρανία και το 60% είναι κατά της παράδοσης πυραύλων Taurus στο Κίεβο. Επομένως, και για λόγους εσωτερικής πολιτικής, είναι απίθανο ο Σολτς να κάνει πίσω στο θέμα των πυραύλων. Οι σοσιαλδημοκράτες της Γερμανίας ονειρεύονται ήδη ότι ο καγκελάριός τους θα μιμηθεί τον Βίλι Μπραντ και θα μείνει στην ιστορία ως “καγκελάριος της ειρήνης”.
Δυστυχώς, αυτό είναι μόνο ένα όνειρο προς το παρόν.
* Ο Δρ. Ρόναλντ Μαινάρντους είναι πολιτικός αναλυτής, σχολιαστής και Κύριος Ερευνητής του ΕΛΙΑΜΕΠ.