Θεριεύει η ακρίβεια με οδηγό τα καύσιμα
Διαβάζεται σε 11'Την ανιούσα έχουν πάρει οι τιμές στην αντλία το τελευταίο διάστημα, απότοκο και της πορείας των διεθνών τιμών πετρελαίου, επηρεάζοντας μια σειρά από κόστη στις αλυσίδες αξίας.
- 19 Μαρτίου 2024 06:22
Αν και έχει μπει “φρένο” στο ρυθμό αύξησης των τιμών, η ακρίβεια συνεχίζει να αποτελεί βασικό πονοκέφαλο για νοικοκυριά και επιχειρήσεις. Τελευταία. άλλος ένα παράγων έρχεται να προστεθεί στο “σπιράλ” που ωθεί τις τιμές κι αυτός έχει να κάνει με το κόστος καυσίμων, που επηρεάζει σημαντικά τα κόστη μεταφοράς.
Συγκεκριμένα, την ανιούσα έχουν πάρει οι τιμές στην αντλία το τελευταίο διάστημα, απότοκο και της πορείας των διεθνών τιμών πετρελαίου. Τις τελευταίες μέρες η άνοδος της διεθνούς τιμής ανά βαρέλι είναι στα 5 με 6 δολάρια. Σε εβδομαδιαία βάση η άνοδος είναι της τάξης του 6%, σε μηνιαία βάση άνω του 6,5% και σε ετήσια βάση πάνω από 18%. Έτσι η διεθνής τιμή του πετρελαίου μπρεντ κινείται πάνω από 86 δολάρια το βαρέλι.
Με βάση όσα ανέφερε ο πρόεδρος του Ινστιτούτου Ενέργειας Νοτιοανατολικής Ευρώπης Κώστας Σταμπολής στην ΕΡΤnews και στην εκπομπή Prime, “οι διεθνείς τιμές αργού βρίσκονται σε έντονα ανοδική πορεία τις τελευταίες 10 ημέρες μετά από σχετική στασιμότητα από τις αρχές του έτους με αυξομειώσεις στην ζώνη των $ 75-$80 το βαρέλι. Σήμερα κινούνται πάνω από τα $ 85 το βαρέλι με προβλέψεις για άνοδο στα $ 90 μέχρι το καλοκαίρι”, Όπως σημείωσε ο κ. Σταμπολής, “κανονικά οι τιμές του αργού εδώ και μήνες έπρεπε να κινούνται πάνω από μια $100 το βαρέλι λόγω των δυο πολέμων σε Ουκρανία και Γάζα και αυξανόμενη αναταραχής στο Κέρας της Αφρικής και στην Υεμένη- Ερυθρά Θάλασσα. Αυτό δεν συμβαίνει για τον απλούστατο λόγο ότι υπάρχει υπεροπροσφορά από χώρες εκτός OPEC, κυρίως από τις ΗΠΑ, ( 20 εκατ.βαρ/ημέρα), Καναδά, Μεξικό, Βραζιλία, Γουιάνα, Νορβηγία ενώ η Ρωσία, παρά τις αυστηρές κυρώσεις, έχει κατορθώσει μα κρατήσει την παραγωγή της σε σχεδόν σταθερά επίπεδα (στα 10.5 εκατ.βαρ/ημέρα)”.
Επίσης ο πρόεδρος του ΙΕΝΕ ανέφερε ότι το Ιράν, και σε σιωπηλή συνεννόηση με τις ΗΠΑ, έχει αυξήσει την παραγωγή και τις εξαγωγές του υποστηρίζοντας τον στόχο της κυβέρνησης Μπάιντεν για συγκράτηση της τιμής του αργού κοντά στο επίπεδο των $ 80 το βαρέλι.”
Η ζήτηση
Σε σχέση με τη διεθνή ζήτηση ο κ. Σταμπολής τόνισε ότι “παρατηρείται διαρκής αύξηση της ενεργειακής ,και ιδιαίτερα της πετρελαϊκής, ζήτησης παγκοσμίως. Από τα 101.8 εκατ.βαρ/ημέρα το 2023 στα 103.3 εκατ.βαρ/ημέρα το 2024 και στα 105.7 εκατ. το 2028. Μακροπρόθεσμα ο OPEC προβλέπει ότι η ζήτηση θα κορυφωθεί το 2045 στα 116 εκατ.βαρ/ημέρα ενώ ο ΙΕΑ εκτιμά ότι στην κορύφωση θα φθάσουμε το 2028/2029 στα 106-107 εκατ.”.
Η “αντλία”
Σε ό,τι αφορά την εσωτερική αγορά, ο πρόεδρος του ΙΕΝΕ ανέφερε ότι αυτή επηρεάζεται από την αύξηση των χρηματοπιστωτικών επιβαρύνσεων, αλλά και τη αύξηση των περιθωρίων των διυλιστηρίων, λόγω της έλλειψης παραγωγικής δυνατότητας, απότοκο των μειωμένων επενδύσεων στον κλάδο, Έτσι τα περιθώρια έχουν αυξηθεί κατά 25% σε ευρωπαϊκό επίπεδο στα $ 20.69 το βαρέλι από $ 15.41 τον Ιανουάριο.
Στο πλαίσιο αυτό ανοδικά κινούνται οι τιμές στην αντλία. Όπως ανέφερε και πάλι στην ERTnews και στην εκπομπή Prime ο Νίκος Παπαγεωργίου Πρόεδρος του Συνδέσμου Πρατηριούχων Αττικής καταγράφεται μια αύξηση της τάξης του 4% από τον Ιανουάριο στην αμόλυβδη και αναμένεται να περάσει άλλο ένα 2% στις τιμές. “Στις 18 Ιανουαρίου η τιμή της αμόλυβδης ήταν στα 1,85 ευρώ ανά λίτρο και πλέον έχει αυξηθεί κατά 7 λεπτά, δηλαδή στο 1,92 ευρώ ανά λίτρο”.
Να σημειωθεί ότι περαιτέρω άνοδο στις τιμές της “αντλίας” βλέπει η Πανελλήνια Ομοσπονδία Πρατηριούχων Εμπόρων Καυσίμων (ΠΟΠΕΚ) από την Παρασκευή, καθώς εκτιμά, όπως καταγράφει στον ιστότοπό της, με επιφύλαξη βέβαια, μια άνοδο στις παραδόσεις, που θα γίνουν από τις 19/3 στα πρατήρια. Έτσι, στα ήδη υψηλά επίπεδα τιμών, που βρίσκονται τα καύσιμα, αναμένεται να μπει και “νέο καπέλο”.
Πάντως, με βάση το Παρατηρητήριο του Υπ. Ανάπτυξης, η μέση τιμή της αμόλυβδης βενζίνης στην Αττική βρίσκεται στα 1,869 ευρώ το λίτρο, ενώ η μέση πανελλαδική είναι στα 1,905 ευρώ ανά λίτρο. Επίσης στην Αττική η μέση τιμή της αμόλυβδης 100 οκτανίων στο 2,07 ευρώ ανά λίτρο και το ντίζελ κίνησης στο 1,66 ευρώ ανά λίτρο.
Οι τιμές των καυσίμων στην περιφέρεια είναι υψηλότερες με την ακριβότερη αμόλυβδη να πωλείται στις Κυκλάδες, όπου η μέση τιμή διαμορφώθηκε στο 2,13 ευρώ ανά λίτρο. Πάνω από 2 ευρώ και συγκεκριμένα στα 2,06 ευρώ ανά λίτρο παραμένει η μέση τιμή της αμόλυβδης στα Δωδεκάνησα, ενώ στα 2,2 ευρώ το λίτρο είναι η τιμή της αμόλυβδης 100 οκτανίων και στο 1,836 ευρώ ανά λίτρο η τιμή του πετρελαίου κίνησης. Η αμόλυβδη στις περισσότερες περιοχές κινείται πάνω από 1,9 ευρώ ανά λίτρο όπως για παράδειγμα στους νομούς Αιτωλοακαρνανίας, Αρκαδίας, Άρτας, Ευρυτανίας, Ζακύνθου, Ηλείας, Κεφαλονιάς, που είναι μία ανάσα από τα 2 ευρώ, Λευκάδας, Μεσσηνίας κ.α.
Πληθωρισμός
Στο μεταξύ οριακή μείωση της τάξης του 0,1%, παρουσίασε ο πληθωρισμός στην Ελλάδα, καθώς σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία της Eurostat διαμορφώθηκε στο 3,1% τον περασμένο Φεβρουάριο, έναντι 3,2% τον Ιανουάριο του 2024. Έναν χρόνο πριν (Φεβρουάριος 2023) ο πληθωρισμός ανερχόταν στο 6,5%.
Σύμφωνα με τα ίδια στοιχεία, ο ετήσιος πληθωρισμός στην ευρωζώνη ήταν 2,6% τον Φεβρουάριο του 2024, από 2,8% τον Ιανουάριο του ίδιου έτους.
Η πρώτη εκτίμησή της Eurostat έκανε λόγο για ετήσια άνοδο κατά 3,2%. Σύμφωνα με την ΕΛΣΤΑΤ, ο πληθωρισμός στην Ελλάδα ήταν στο 2,9% το Φεβρουάριο.
Ένα χρόνο νωρίτερα, το ποσοστό ήταν στο 8,5%. Ο ετήσιος πληθωρισμός της Ευρωπαϊκής Ένωσης ήταν 2,8% τον Φεβρουάριο του 2024, από 3,1% τον Ιανουάριο. Ένα χρόνο νωρίτερα, ο πληθωρισμός είχε “σκαρφαλώσει” στο 9,9%. Τα χαμηλότερα ποσοστά ετήσιου πληθωρισμού καταγράφηκαν στη Λετονία, τη Δανία (0,6%) και την Ιταλία (0,8%). Τα υψηλότερα ποσοστά σημειώθηκαν στη Ρουμανία (7,1%), στην Κροατία (4,8%) και στην Εσθονία (4,4%). Σε σύγκριση με τον Ιανουάριο, ο ετήσιος πληθωρισμός μειώθηκε σε 20 κράτη μέλη, παρέμεινε σταθερός σε πέντε και αυξήθηκε σε δύο.
Τον Φεβρουάριο, η υψηλότερη συμβολή στον ετήσιο ρυθμό πληθωρισμού της ευρωζώνης προήλθε από τις υπηρεσίες (+1,73 ποσοστιαίες μονάδες, π.μ.), ακολουθούμενες από τα τρόφιμα, το αλκοόλ και τον καπνό (+0,79 π.μ.), τα μη ενεργειακά βιομηχανικά αγαθά (+0,42 π.μ.) και την ενέργεια (-0,36 π.μ.).
Στροφή των καταναλωτών
Πάντως, με προϊόντα ιδιωτικής ετικέτας (Private Label-PL) γεμίζουν το καλάθι τους οι Έλληνες καταναλωτές όσο η ακρίβεια σε βασικά προϊόντα επιμένει, μειώνοντας το κόστος των αγορών τους στο σούπερ μάρκετ. Όπως προκύπτει από ετήσια έρευνα που πραγματοποίησε το Εργαστήριο Μάρκετινγκ του Οικονομικού Πανεπιστημίου Αθηνών με τηλεφωνική δημοσκόπηση σε επιστημονικά τυχαίο δείγμα 1880 νοικοκυριών τον Ιανουάριο 2024, πλέον τα PL αντιπροσωπεύουν το 36% του καλαθιού από 33% που ήταν πέρυσι.
Σύμφωνα με όσα αναφέρει μιλώντας στο Αθηναϊκό – Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων, ο καθηγητής Γεώργιος Μπάλτας, ο οποίος συντόνισε την έρευνα, “πρόκειται για το υψηλότερο ποσοστό που καταγράψαμε ποτέ στα 19 έτη που κάνουμε την έρευνα στο Εργαστήριο Μάρκετινγκ του Οικονομικού Πανεπιστημίου Αθηνών. Το μερίδιο της ιδιωτικής ετικέτας στο καλάθι αγορών βρίσκεται πολύ άνω του 30% των κωδικών που μπαίνουν μέσα στο καλάθι του καταναλωτή, δηλαδή πολύ πάνω από τα 3 στα 10 προϊόντα που αγοράζονται είναι κωδικοί ιδιωτικής ετικέτας”.
Την ίδια ώρα, συνεχίζουν σταθερά να κερδίζουν θέση στο καλάθι και τα ελληνικά προϊόντα. Σύμφωνα με τον κ. Μπάλτα, “οι προτιμήσεις των καταναλωτών για τα προϊόντα ελληνικής παραγωγής δεν επηρεάστηκαν από το αρνητικό κλίμα της περιόδου Αυτό δείχνει ότι η ελληνική παραγωγή δεν συνιστά ακριβότερη αγοραστική επιλογή και οι προτιμήσεις για αυτήν είναι διαχρονικά ανθεκτικές”.
Το 81% των ερωτηθέντων απάντησε στο πλαίσιο της έρευνας ότι όταν βρίσκει στο σούπερ μάρκετ ελληνικά προϊόντα τα προτιμά από τα εισαγωγής. Ωστόσο, η ερώτηση αυτή αφορά την πρόθεση του καταναλωτή και φυσικά δεν ταυτίζεται με την τελική επιλογή του που επηρεάζεται από πολλαπλούς παράγοντες (διαθεσιμότητα, προσφορές, κτλ). Επιπρόσθετα, το 66% των ερωτηθέντων πιστεύει ότι υπάρχει στροφή των καταναλωτών στα προϊόντα ελληνικής παραγωγής, το 89% δηλώνει ότι θέλουν να αναγράφεται στη συσκευασία ότι ένα προϊόν είναι ελληνικής παραγωγής, το 65% πιστεύει ότι τα ελληνικά προϊόντα έχουν καλύτερη ασφάλεια και ποιότητα, το 93% πιστεύει ότι προτιμώντας ελληνικά προϊόντα στηρίζει την παραγωγή της χώρας, το 83%πιστεύει ότι προτιμώντας ελληνικά προϊόντα βοηθά στη μείωση της ανεργίας.
Από τα παραπάνω δεδομένα, φαίνεται να κυριαρχεί το καταναλωτικό κίνημα στήριξης του Made in Greece. Ιδιαίτερη σημασία έχει η ορθολογική αντιμετώπιση του θέματος και η κατανόηση της σημασίας που έχει η στήριξη των εγχώριων προϊόντων για τη στήριξη της παραγωγής και των εργαζομένων. Πρόκειται για στάσεις ωριμότητας και συμπεριφορές αλληλεγγύης που έχουν πλέον εδραιωθεί στην ελληνική κοινωνία.
Νέες καταναλωτικές συνήθειες φέρνουν οι πληθωριστικές πιέσεις
Τα ευρήματα της έρευνας αποκαλύπτουν τις επιπτώσεις των ανατιμήσεων σε προϊόντα καθημερινής χρήσης στην αγοραστική συμπεριφορά των καταναλωτών. Όπως επισημαίνει ο κ. Μπάλτας, “η πίεση στους οικογενειακούς προϋπολογισμούς αυξάνεται διαρκώς από τα μέσα του 2021 και οι καταναλωτές αλλάζουν αγοραστικές συνήθειες για να αντιμετωπίσουν την ακρίβεια”.
Η συντριπτική πλειονότητα (90,3%) των ερωτηθέντων δήλωσε ότι δυσκολεύεται οικονομικά εξαιτίας των αυξημένων τιμών στο σούπερ μάρκετ. Οι καταναλωτές στρέφονται σε φθηνότερες και λιγότερες αγορές ενώ οι μισοί δηλώνουν ότι περιορίζονται στα απολύτως απαραίτητα προϊόντα. Σχεδόν ένας στους δέκα καταναλωτές δηλώνει ότι δεν μπορεί να αγοράσει ούτε τα στοιχειώδη.
Αναφορικά με την άποψη των καταναλωτών για το ποιος ευθύνεται περισσότερο για τις υπερβολικές ανατιμήσεις στα καταναλωτικά προϊόντα, ανάμεσα σε πολυεθνικές βιομηχανίες, ελληνικές βιομηχανίες, μεγάλες εμπορικές αλυσίδες και μικρά τοπικά καταστήματα, οι περισσότεροι καταναλωτές επέλεξαν τις πολυεθνικές εταιρείες (68%) ενώ πολύ πιο κάτω και στη δεύτερη θέση βρέθηκαν οι μεγάλες αλυσίδες (24,2%). Πολύ μικρό ποσοστό (6,9%) επέλεξε τους εγχώριους κατασκευαστές και ελάχιστοι (0,9%) τα μικρά καταστήματα.
Στο πλαίσιο της έρευνας, μετρήθηκε το ύψος της δαπάνης κάθε φορά που ψωνίζουν. Η μέση δαπάνη στο σούπερ μάρκετ εκτιμάται σε 70 ευρώ σημειώνοντας αξιόλογη αύξηση 14,7% από 61 ευρώ πέρυσι. Η αύξηση στη δαπάνη ανά επίσκεψη στο σούπερ μάρκετ αντανακλά την άνοδο του κόστους των προϊόντων λόγω πληθωρισμού. Αντίστοιχα, η μέση μηνιαία δαπάνη εκτιμάται στα 370 ευρώ σημειώνοντας ανάλογη άνοδο από 324 ευρώ πέρυσι. Το 75% των καταναλωτών δαπανά ως 450 ευρώ τον μήνα. Η αύξηση της δαπάνης προέρχεται κυρίως από τις ανατιμήσεις, οι οποίες στον συγκεκριμένο κλάδο είναι πολύ μεγαλύτερες από τον γενικό δείκτη τιμών καταναλωτή.
Σχετικά με τον αριθμό των σούπερ μάρκετ που χρησιμοποιούν, μόνο το 58% των ερωτηθέντων δήλωσε ότι ψωνίζει σταθερά σε ένα σούπερ μάρκετ και το 42% μοιράζει τις αγορές σε περισσότερα. Το 93,2% των ερωτηθέντων χρησιμοποιεί μέχρι 3 διαφορετικά καταστήματα για τις αγορές του. Η συχνότητα αγορών στις αλυσίδες σούπερ μάρκετ έχει μέση τιμή 6 φορές τον μήνα, παραμένοντας σταθερή σε σχέση με πέρυσι. Οι περισσότεροι καταναλωτές δηλώνουν ότι ψωνίζουν 4 φορές μηνιαίως. Το 86% των ερωτηθέντων ψωνίζουν μέχρι 8 φορές μηνιαίως.
Το 89,4% των ερωτηθέντων δηλώνουν ότι έχουν προαποφασίσει τι είδη θα αγοράσουν πριν πάνε στο φυσικό ή ηλεκτρονικό σούπερ μάρκετ. Συγκεκριμένα, καταγράφεται αυξημένη προσπάθεια κατάργησης των παρορμητικών αγορών και προγραμματισμός των αγοραστικών αποφάσεων, σε μία προσπάθεια καλύτερης διαχείρισης του διαθέσιμου εισοδήματος υπό πληθωριστικές συνθήκες. Στο θέμα της μάρκας του κάθε προϊόντος προαποφασισμένο εμφανίζεται το 50,5%.
Οι ερωτηθέντες δήλωσαν στο πλαίσιο της έρευνας, τη σημασία που αποδίδουν όταν ψωνίζουν σε βασικά κριτήρια επιλογής προϊόντων. Σημαντικότερα κριτήρια επιλογής προϊόντων θεωρούνται η ποιότητα, η τιμή, οι προσφορές, και η ελληνική προέλευση. Τα κριτήρια αυτά παραμένουν διαχρονικά στις πρώτες 4 θέσεις στις ετήσιες έρευνες του εργαστηρίου μάρκετινγκ του Οικονομικού Πανεπιστημίου Αθηνών. Όσον αφορά τη σημασία που δίνουν οι καταναλωτές σε συγκεκριμένα κριτήρια επιλογής καταστημάτων σούπερ μάρκετ, η έρευνα έδειξε ότι η ποιότητα των εμπορευμάτων, οι τιμές, οι προσφορές και η εύκολη πρόσβαση έχουν τη μεγαλύτερη σπουδαιότητα στην επιλογή καταστήματος από τον καταναλωτή.
Όσον αφορά το “καλάθι του νοικοκυριού” οι καταναλωτές εμφανίζονται μοιρασμένοι. Ποσοστό 53,5% των καταναλωτών πιστεύει ότι είναι ένα χρήσιμο μέτρο και το 52,8% ψωνίζει προϊόντα που βρίσκονται στο “καλάθι του νοικοκυριού”. Εντούτοις, η αποδοχή του από περίπου έναν στους δύο καταναλωτές δείχνει, σύμφωνα με την έρευνα, ότι δεν είναι ένα ασήμαντο μέτρο και η εφαρμογή του ενδιαφέρει μεγάλο τμήμα του αγοραστικού κοινού.