ΥΠΟΘΕΣΗ ΤΡΑΦΙΚΙΝΓΚ ΚΟΛΩΝΟΥ: ΜΙΑ ΔΙΚΑΙΗ ΑΠΟΦΑΣΗ Σ’ ΕΝΑΝ ΩΚΕΑΝΟ ΑΔΙΚΙΑΣ
Η ψυχοκοινωνική αποκατάσταση της επιζώσας και η επανένωση της οικογένειας είναι ένα σοβαρό και δύσκολο χρέος που πρέπει να αναληφθεί από την Πολιτεία, με διαρκή και δωρεάν ψυχολογική υποστήριξη.
Η δικαστική απόφαση για την υπόθεση παιδοβιασμών και τράφικινγκ στον Κολωνό ήταν δίκαιη και ανακουφιστική. Πρώτα και κύρια για την ίδια την επιζώσα, ένα παιδί 12 χρονών που έχει βιώσει μια ανείπωτη φρίκη, την οικογένεια της που διαμελίστηκε και διασύρθηκε αλλά και για ολόκληρη την κοινωνία, καθώς ανταποκρινόταν στο κοινό περί δικαίου αίσθημα.
Χρειαζόμασταν αυτή τη λυτρωτική ανάσα για να μην εμπεδωθεί η ηγεμονία των κακοποιητών υπεράνω νόμου και θεσμών, κάτι που θα δυσκόλευε ακόμα περισσότερο την ένταξη των απλών ανθρώπων σε κοινωνικούς και πολιτικούς δεσμούς. Είναι, λοιπόν, κάτι σημαντικό αυτή η απόφαση – ύστερα μάλιστα από την εξωφρενική εισαγγελική πρόταση. Αποδίδει την ευθύνη εκεί που αντιστοιχεί. Δυστυχώς δεν ήταν αυτονόητο γιατί καταβλήθηκε τιτάνια προσπάθεια συγκάλυψης.
Ανατέμνοντας κοινωνικά την υπόθεση, υπάρχουν ορισμένα κρίσιμα ζητήματα που αφορούν σε διαδικασίες που προηγήθηκαν της απόφασης και στο από εδώ και πέρα, που αξίζει να μην προσπεραστούν.
Ακόμα και τώρα υπάρχουν άτομα που συνεχίζουν να εκφράζουν επιφυλάξεις για τη στάση της μητέρας και να θεωρούν πως έφταιγε. Αυτό έρχεται ως αποτέλεσμα της άθλιας μεθόδευσης που στήθηκε εναντίον αυτής της γυναίκας και κατ’ επέκταση ολόκληρης της οικογένειας και διασταυρώνεται με τα άκαμπτα στερεότυπα της «ιδανικής, αψεγάδιαστης και αλάνθαστης μητρότητας» στο έδαφος της συστημικής απουσίας των κοινοτικών δομών και υπηρεσιών. Η ευθύνη της μητέρας κατασκευάστηκε μεθοδικά στον δημόσιο λόγο γιατί αυτό ήταν το βασικό όχημα, ώστε να διαμοιραστεί η ευθύνη ανάμεσα σ’ εκείνη και στον Μίχο για να πέσει στα μαλακά ο τελευταίος αλλά και να αποσιωπηθούν οι δομικές ευθύνες της Πολιτείας.
Παρά το γεγονός ότι δεν υπήρχαν αποδεικτικά στοιχεία που να συνδέουν τη μητέρα με το κύκλωμα τραφικινγκ και παρά τις συνεχείς εκκλήσεις των παιδιών της οικογένειας, η γυναίκα αυτή συκοφαντήθηκε και σύρθηκε στη φυλακή. Ήταν εύκολος στόχος. Μια γυναίκα πάμφτωχη, μητέρα οχτώ παιδιών, μ’ έναν τοξικοεξαρτημένο σύντροφο σε μια συνθήκη πολλαπλής ευαλωτότητας.
Τουλάχιστον στο τέλος αποδείχθηκε η αθωότητα της αλλά τόσο η ίδια, όσο και τα παιδιά της έχουν ήδη ζημιωθεί ανεπανόρθωτα. Γι’ αυτό έχει σημασία να αναλογιστούμε και να αναδείξουμε την φωναχτή έλλειψη οποιασδήποτε κρατικής μέριμνας. Η οικογένεια δυστύχησε γιατί δεν είχε καμία στήριξη και βρέθηκε να αντιμετωπίζει ολομόναχη μια αφάνταστα περίπλοκη και απαιτητική συνθήκη.
Ας σκεφτούμε να αντικαταστήσουμε τον σκληρό αυτοματισμό «ναι αλλά δεν ήταν καλή μητέρα ή ήταν αμελής» με τη τραγική διαπίστωση ότι σε μια γειτονιά της Αθήνας μια μη προνομοιούχα γυναίκα 35 χρονών προσπαθούσε εγκαταλελειμμένη να μεγαλώσει τα οχτώ παιδιά της και να στηρίξει τον τοξικοεξαρτημένο σύντροφο της και ότι καμία κοινωνική υπηρεσία δεν προσέτρεξε να ασχοληθεί και να τη βοηθήσει.
Πολλά δράματα που συμβαίνουν συχνά σε ταλαιπωρημένες και φτωχές οικογένειες, σε ανθρώπους που αγαπιούνται αλλά δεν έχουν τους υλικούς και ψυχικούς όρους να φροντίσουν ο ένας τον άλλον, εξελίσσονται στο συγκείμενο της κοινωνικής ερήμωσης. Θα μπορούσαν να είχαν αποφευχθεί εάν η κοινότητα τις πλαισίωνε. Γι’ αυτό έχουμε ανάγκη ένα κράτος που θα προλαμβάνει και θα ενισχύει τα αδύναμα άτομα κι όχι να έρχεται εκ των υστέρων να ρίχνει το ανάθεμα σε ισοπεδωμένους από τη φτώχεια και τη βία ανθρώπους.
Δεν υπάρχει καμία δικαιολογία για τις αστυνομικές και δικαστικές αρχές να συνεχίσουν να εφαρμόζουν αναχρονιστικές μεθόδους εξέτασης των θυμάτων που αφήνουν αρνητικό αποτύπωμα στην ψυχοσυναισθηματική τους υπόσταση.
Το άλλο θέμα είναι η διαδικασία της ποινικής και δικαστικής διερεύνησης αυτή καθ’ αυτή. Μπορεί να οδήγησε εν τέλει στη δικαίωση αλλά ήταν εξουθενωτική για το θύμα, το οποίο κλήθηκε πολλάκις να καταθέσει αναβιώνοντας τις ίδιες τραυματικές εμπειρίες, χωρίς να εκπληρώνονται τα διεθνή πρωτόκολλά για την προστασία των παιδιών θυμάτων εγκληματικότητας από τη δευτερογενή θυματοποίηση και χωρίς να είναι διασφαλισμένη η προστασία της, αφού δέχτηκε εκφοβισμούς και επιθέσεις. Είναι ανεπίτρεπτο για όλα τα θύματα έμφυλης βίας, σεξουαλικής βίας και τραφικινγκ και ακόμα περισσότερο όταν αναφερόμαστε σε παιδιά. Οι καλές πρακτικές υπάρχουν και είναι διαθέσιμες, η επιστημονική γνώση επίσης.
Δεν υπάρχει καμία δικαιολογία για τις αστυνομικές και δικαστικές αρχές να συνεχίσουν να εφαρμόζουν αναχρονιστικές μεθόδους εξέτασης των θυμάτων που αφήνουν αρνητικό αποτύπωμα στην ψυχοσυναισθηματική τους υπόσταση. Αναπόσπαστο στοιχείο της δικαίωσης είναι και το να μην εξοντώνονται συμβολικά τα θύματα. Από εκεί και πέρα, βέβαια, τα ερωτήματα για την εισήγηση της εισαγγελέως παραμένουν και πρέπει να απαντηθούν.
Δε νοείται ο/η οποιοσδήποτε/οποιαδήποτε εισαγγελικός λειτουργός να αγνοεί τεκμήρια, μαρτυρίες, διεθνή επιστημονικά δεδομένα, ακόμα και την κοινή λογική και να λέει ό,τι θέλει. Αν ένα τμήμα του δικαστικού σώματος επιδιώκει να λειτουργεί με εντελώς αναχρονιστικούς όρους, εκφράζοντας προβληματικές θέσεις που έρχονται σε κατάφωρη αντίθεση με τα δικαιώματα των παιδιών, πρέπει να αξιολογηθεί και να λογοδοτήσει. Ούτε η δικαιοσύνη τίθεται εκτός κριτικής. Η κοινωνία οφείλει να ελέγχει τη δικαιοσύνη και ορθώς το έπραξε.
Η ιστορία δεν τελείωσε χθες. Ουτως ή άλλως θα υπάρξει εκδίκαση σε δεύτερο βαθμό, που απαιτεί εγρήγορση και οικονομική ενίσχυση για την κάλυψη των δικαστικών εξόδων, καθώς επίσης και θεσμική θωράκιση απέναντι σε φαινόμενα απειλής και τιμωρητικότητας από τους δράστες. Αλλά και στο κοινωνικό επίπεδο είναι πολλά ακόμα που πρέπει να γίνουν. Το παιδί κουβαλάει πολλά τραύματα. Πρέπει να φροντιστεί με ολιστικό τρόπο και μακροπρόθεσμα για να μπορέσει να προχωρήσει. Η οικογένεια παραμένει σε μεγάλη δυσπραγία που επιδεινώθηκε με την προφυλάκιση της μητέρας. Το μοναδικό της στήριγμα ήταν η Επιτροπή Αλληλεγγύης στη 12χρονη, το έργο της οποίας είναι αξιέπαινο.
Τη Δευτέρα η μητέρα αναμένεται να αποφυλακιστεί. Η ψυχοκοινωνική αποκατάσταση της επιζώσας και η επανένωση της οικογένειας είναι ένα σοβαρό και δύσκολο χρέος που πρέπει να αναληφθεί από την Πολιτεία, με διαρκή και δωρεάν ψυχολογική υποστήριξη, με οικονομική αρωγή για να καταφέρουν να ορθοποδήσουν, με συμβουλευτική και πρωτοβουλίες για την εργασιακή ένταξη των γονέων.
Οσα συνέβησαν μέχρι τώρα εις βάρος της επιζώσας και της οικογένειας της ήταν άδικα και βάναυσα. Παρ’ όλα αυτά με την αλήθεια της και τον αγώνα της τα έβαλε με κάτι πολύ ισχυρότερο και δυνατότερο, ξεσκεπάζοντας ένα κύκλωμα τραφικινγκ. Της χρωστάμε. Είναι καιρός να διαμορφωθεί για την ίδια ένα πλαίσιο που να μπορεί να φανταστεί τη ζωή της με ασφάλεια και ελευθερία.