Σύνδρομο της Αβάνας: Πώς συνδέουν τη Ρωσία με τη μυστηριώδη ασθένεια που “χτυπάει” Αμερικανούς διπλωμάτες
Διαβάζεται σε 4'Δημοσιογραφική έρευνα συνδέει τη μυστηριώδη ασθένεια του Συνδρόμου της Αβάνας με ρωσικές μυστικές υπηρεσίες. Απορρίπτει το Κρεμλίνο.
- 01 Απριλίου 2024 17:20
“Πέπλο μυστηρίου” εξακολουθεί να σκεπάζει τη διεθνή κοινότητα σχετικά με το “Σύνδρομο της Αβάνας” και τα ανεξήγητα περιστατικά προβλημάτων υγείας που είχαν καταγραφεί και αφορούσαν κυρίως Αμερικανούς κατασκόπους, διπλωμάτες και στρατιωτικούς.
Ήδη, έχουν αναφερθεί περισσότερες από 1.000 περιπτώσεις για τη μυστηριώδη πάθηση, ενώ δεκάδες περιπτώσεις εξακολουθούν να θεωρούνται επισήμως ανεξήγητες.
«Μη θανατηφόρα όπλα»
Μια νέα διάσταση στα παραπάνω δεδομένα προκύπτει ύστερα από κοινή έρευνα του The Insider, του Der Spiegel και της εκπομπής “60 Minutes” του CBS, η οποία εμπλέκει τη ρωσική μυστική υπηρεσία GRU. «Μέλη της διαβόητης ομάδας δολιοφθοράς των στρατιωτικών πληροφοριών του Κρεμλίνου είχαν τοποθετηθεί στον τόπο ύποπτων επιθέσεων εναντίον προσωπικού των ΗΠΑ και μελών των οικογενειών τους» αναφέρει το Insider με έδρα τη Λετονία.
Τα στοιχεία που συγκεντρώθηκαν από τα τρία μέσα ενημέρωσης συνδέουν τα περιστατικά με τη Μονάδα 29155 της GRU, «οντότητα εξ ολοκλήρου αφιερωμένη σε δολοφονίες και πολιτική αποσταθεροποίηση». Σύμφωνα με την έρευνα, δε, η πρόκληση του συνδρόμου της Αβάνας οφείλεται σε χρήση ενεργειακών όπλων.
Τα περιστατικά υγείας ενδέχεται να μην ξεκίνησαν από την πρωτεύουσα της Κούβας το 2016, όπως είχε αρχικά θεωρηθεί, αλλά μάλλον στο προξενείο των ΗΠΑ στη Φρανκφούρτη το 2014, λίγους μήνες μετά την προσάρτηση της Κριμαίας από τον Πούτιν.
Πιο πρόσφατα, σχεδόν δώδεκα αξιωματούχοι των ΗΠΑ εμφάνισαν συμπτώματα του συνδρόμου πριν από επίσκεψη της αντιπροέδρου των ΗΠΑ Κάμαλα Χάρις το 2021 στο Ανόι.
Η Μόσχα έχει αρνηθεί τις κατηγορίες, με τον εκπρόσωπο του Κρεμλίνου, Ντμίτρι Πεσκόφ, να αναφέρει ότι δεν έχουν παρουσιαστεί στοιχεία που να υποστηρίζουν τον ισχυρισμό και να τονίζει ότι οι κατηγορίες στα μέσα ενημέρωσης είναι αβάσιμες.
Από την πλευρά τους, Αμερικανοί αξιωματούχοι σε αρχικό στάδιο δήλωναν ότι είναι απίθανο να ευθύνεται μια ξένη δύναμη. Ωστόσο, στην αξιολόγησή τους για τα “περίεργα περιστατικά υγείας” δεν έδωσαν κάποια εναλλακτική εξήγηση.
Τα πιθανά σενάρια
Πιο συγκεκριμένα, τον τελευταίο καιρό υπάρχει η υποψία ότι τα θύματα έχουν πληγεί από κατευθυνόμενη ενέργεια ή μικροκύματα που εκτοξεύονται από κρυφές συσκευές – μια πιθανότητα που αναγνωρίστηκε σε προηγούμενη έκθεση των αμερικανικών μυστικών υπηρεσιών.
Η νέα έρευνα των μέσων ενημέρωσης υποστηρίζει ότι πράκτορες μιας ρωσικής μονάδας στρατιωτικών πληροφοριών – γνωστής ως 29155 – μπορεί να έχουν στοχεύσει τους εγκεφάλους των Αμερικανών διπλωματών με όπλα “κατευθυνόμενης ενέργειας”.
Στην έρευνα, σύμφωνα με το BBC, αναφέρεται ότι υπάρχουν στοιχεία που αποδεικνύουν ότι τα μέλη της μονάδας βρίσκονται σε πόλεις σε όλο τον κόσμο σε περιόδους όπου το προσωπικό των ΗΠΑ αναφέρει περιστατικά.
Στο πλαίσιο της έρευνας, το The Insider ανέφερε, επίσης, ότι αξιωματικοί της μονάδας 29155 είχαν ανταμειφθεί για το έργο τους που σχετίζεται με την ανάπτυξη “μη θανατηφόρων όπλων”.
Ένας Αμερικανός στρατιωτικός ερευνητής που εξετάζει περιπτώσεις του συνδρόμου δήλωσε στην εκπομπή “60 Minutes” ότι ο κοινός συνδετικός κρίκος μεταξύ των θυμάτων του συνδρόμου ήταν μια “σύνδεση με τη Ρωσία”.
“Ήταν σαν τρυπάνι στο αυτί μου”
Ένα θύμα του συνδρόμου –μια πράκτορας του FBI– μίλησε στο 60 Minutes για την εμπειρία της, όταν ένιωσε σαν να χτυπήθηκε από μια ισχυρή δύναμη στο σπίτι της, στη Φλόριντα το 2021.
“Μπαμ, μέσα στο δεξί μου αυτί, ήταν σαν τρυπάνι οδοντιάτρου”, είπε στην εκπομπή. Η γυναίκα – γνωστή ως Carrie – είπε ότι τελικά λιποθύμησε και αργότερα είχε προβλήματα μνήμης και συγκέντρωσης.
Σε δηλώσεις τους στο CBS News, Αμερικανοί αξιωματούχοι δήλωσαν ότι “θα συνεχίσουν να εξετάζουν στενά τα “περίεργα περιστατικά υγείας”, αλλά επανέλαβαν τη θέση τους ότι είναι “πολύ απίθανο να ευθύνεται ένας ξένος αντίπαλος”.
Ωστόσο, δήλωσαν ότι “δεν αμφισβητούν τις εμπειρίες και τα συμπτώματα που ανέφεραν οι συνάδελφοί μας και τα μέλη των οικογενειών τους”, λέγοντας ότι το έργο τους σχετικά με τέτοια περιστατικά αποτελεί προτεραιότητα.