Οι ΗΠΑ αποφάσισαν: Δεν θα συρθούν σε πόλεμο για χάρη του Νετανιάχου
Διαβάζεται σε 4'Η συμμαχία του Ισραήλ με τις ΗΠΑ δεν αμφισβητείται, ωστόσο ο Τζο Μπάιντεν δεν είναι διατεθειμένος να πάρει ακραία ρίσκα που να θέσουν τα αμερικανικά συμφέροντα σε κίνδυνο.
- 15 Απριλίου 2024 07:10
Την ώρα που το Ιράν πραγματοποιούσε για πρώτη φορά στην ιστορία του μία απευθείας επίθεση στο Ισραήλ (με drones και βαλλιστικούς πυραύλους) το ένα μάτι της ανθρωπότητας ήταν στραμμένο στη Μέση Ανατολή και το άλλο στο Λευκό Οίκο. Πως θα αντιμετώπιζε η κυβέρνηση Μπάιντεν το περιστατικό και, κυρίως, τι θα έκανε αν το Ισραήλ αποφάσιζε να απαντήσει;
Πολλοί στοιχημάτιζαν ότι τούτη τη φορά οι Αμερικανοί θα προσπαθούσαν να βάλουν ένα χαλινάρι στον Νετανιάχου και στις προθέσεις του να αυτοεπιβεβαιώνεται και να συντηρείται πολιτικά ανεβάζοντας συνεχώς το θερμόμετρο της έντασης. Και εν τέλει δικαιώθηκαν γιατί πίσω από τις κλειστές κουρτίνες και τις πόρτες ο Μπάιντεν αποφάσισε ακριβώς αυτό: Να δώσει ένα μήνυμα στον Νετανιάχου, διακριτικά πάντως, ότι δεν πρόκειται να στηρίξει χτύπημά του στο Ιράν.
Είναι μία, μάλλον, λογική επιλογή. Οπως άλλωστε γράφει και η ψύχραιμη ισραηλινή εφημερίδα Haaretz η κλιμάκωση “ούτε εξυπηρετεί ούτε ωφελεί τα αμερικανικά συμφέροντα”.
Άλλωστε μία πιθανή στήριξη των ΗΠΑ στο Ισραήλ (σε ότι αφορά το προσκήνιο γιατί το παρασκήνιο είναι μία διαφορετική υπόθεση) θα έδινε τα λάθος μηνύματα σε μία περίοδο μάλιστα που οι Αμερικανοί έχουν και άλλες (σοβαρές) σκοτούρες.
Το ουκρανικό τούς ενδιαφέρει πάντα, η κατάσταση στον Ειρηνικό Ωκεανό επίσης. Οι μεγάλοι παίκτες τους οποίους ανταγωνίζεται είναι η Ρωσία και η Κίνα. Το Ιράν είναι μεν απέναντι, αλλά δεν βρίσκεται στο ίδιο ακριβώς στάτους.
Αμυντικά βέβαια οι ΗΠΑ την έκαναν την δουλειά όπως προβλεπόταν. Σήκωσαν αεροπλάνα, κατέρριψαν πυραύλους, τίμησαν, θα έλεγε κανείς, την πολύ βαθιά συμμαχία τους με τους Ισραηλινούς (αν και έχουν κατανοήσει πλήρως ότι η γενοκτονία στη Γάζα δεν είναι εύκολα διαχειρίσιμη ούτε από τους ίδιους με ό,τι αυτό συνεπάγεται).
Αλλο η άμυνα όμως και άλλο επίθεση. Οι Αμερικανοί ξόδεψαν διπλωματικό κεφάλαιο για να καταφέρουν να “ελέγξουν” την οργή του Ιράν μετά το ισραηλινό χτύπημα στο ιρανικό προξενείο στη Δαμασκό που εξόργισε την Τεχεράνη. Και το έκαναν γιατί δεν επιθυμούν σε καμία περίπτωση αφενός την επέκταση του πολέμου στη Μέση Ανατολή και αφετέρου (και πολύ περισσότερο) την απευθείας συμμετοχή τους σ’ αυτόν.
Μ’ αυτά δεν είναι για παίζει κανείς. Οπως εύστοχα σημειώνει η Ηaaretz, μία πιθανή συμμετοχή των ΗΠΑ σε πόλεμο με το Ιράν θα είχε “εκτεταμένες επιπτώσεις σε θέματα όπως οι περιφερειακές συμμαχίες, οι εμπορικές θαλάσσιες διαδρομές και φυσικά η τιμή του πετρελαίου“. Και στο Λευκό Οίκο γνωρίζουν ότι δεν είναι ώρα για τέτοιους είδους ρίσκα που μπορεί να έχουν ανυπολόγιστες συνέπειες.
Ούτε επίσης είναι σίγουρο ότι σ’ έναν πιθανό “δεύτερο γύρο” Ιρανοϊσραηλινής σύρραξης η επίθεση του Ιράν θα περιοριζόταν σε 300 πυραύλους. Ναι μεν η αποτρεπτική δυνατότητα του Ισραήλ είναι πολύ μεγάλη (και αυτό αποδείχθηκε στο πεδίο αφού οι περισσότεροι πύραυλοι καταρρίφθηκαν με αμερικανική, πάντως, βοήθεια) αλλά κανείς δεν εγγυάται ότι το Ιράν δεν θα αύξανε την επιθετική ισχύ του βάζοντας προβλήματα στην ισραηλινή άμυνα και προκαλώντας θύματα.
Ο Νετανιάχου, βέβαια, σκέφτεται αλλιώς. Η ένταση τον ευνοεί. Παίζει με την κλιμάκωση γιατί μόνο έτσι διασώζεται πολιτικά (ίσως και ποινικά). Επιχειρεί, ολοφάνερα πια, να σύρει τους Αμερικανούς σε μία εκτεταμένη σύγκρουση που θα βάλει για τα καλά φωτιά στα τόπια. Και, όπως όλα δείχνουν, θα συνεχίσει να το κάνει αφού, έτσι και αλλιώς τα παίζει όλα για όλα.
Ομως η τακτική είναι τελικά αδιέξοδη ακόμη και τα ισραηλινά συμφέροντα. Η συνεχιζόμενη σφαγή στη Γάζα απονομιμοποιεί σχεδόν κάθε ίχνος στήριξης στο Ισραήλ στα μάτια της κοινής γνώμης, τα νούμερα πλέον είναι αμείλικτα (οι νεκροί πλησιάζουν τους 40.000). Εντός Ισραήλ, ο Νετανιάχου προκαλεί οργή σε μεγάλα τμήματα του πληθυσμού, ακόμα και σε συγγενείς ομήρων οι οποίοι βλέπουν ότι οι δικοί τους άνθρωποι συνεχίζουν να βρίσκονται στα χέρια της Χαμάς έξι μήνες μετά το χτύπημα της 7ης Οκτωβρίου.
Ισως να του έδινε επιπλέον φτερά μία πιθανή εκλογή του Ντόναλντ Τραμπ τον Νοέμβριο στις ΗΠΑ. Ομως ο Νοέμβρης είναι ακόμα μακριά ενώ, την ίδια ώρα, οι πιθανότητες νίκης του μεγιστάνα βαίνουν μειούμενες στις τελευταίες δημοσκοπήσεις.
Τουτέστιν, ο “Μπίμπι” αντιμετωπίζει πολλά αδιέξοδα. Και οι Αμερικανοί το ξέρουν…