Με εκπροσώπους των σωματείων εργαζομένων στη ΛΑΡΚΟ συναντήθηκε ο Κυριάκος Μητσοτάκης
Διαβάζεται σε 2'Σε συνάντηση με εκπροσώπους των σωματείων εργαζομένων στη ΛΑΡΚΟ ο πρωθυπουργός επεσήμανε ότι η κυβέρνηση θα σεβαστεί την προσωρινή διαταγή που επιτάσσει τη συνέχιση του σημερινού καθεστώτος ως προς την απασχόληση των εργαζομένων έως τις 18 Ιουνίου.
- 13 Μαΐου 2024 14:43
Ο πρωθυπουργός κ. Κυριάκος Μητσοτάκης συνάντησε σήμερα τους εκπροσώπους των σωματείων εργαζομένων στη ΛΑΡΚΟ.
Στη συνάντηση συμμετείχαν επίσης οι υπουργοί Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών Κωστής Χατζηδάκης, Επικρατείας Άκης Σκέρτσος, ο υφυπουργός Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών Θάνος Πετραλιάς, η Γενική Γραμματέας Εργασιακών Σχέσεων Άννα Στρατινάκη και ο διοικητής της ΔΥΠΑ Σπύρος Πρωτοψάλτης.
Κατά τη συνάντηση έγινε ανταλλαγή απόψεων για το μέλλον της δραστηριότητας της ΛΑΡΚΟ. Από την πλευρά της κυβέρνησης επισημάνθηκαν τα διαχρονικά προβλήματα που σχετίζονται με το αντικείμενο της εταιρείας, η επιβάρυνση του προϋπολογισμού, οι προσπάθειες για την εξεύρεση επενδυτή καθώς και τα μέτρα στήριξης των εργαζομένων που έχουν ήδη ανακοινωθεί. Συγκεκριμένα, συζητήθηκαν τα προσυνταξιοδοτικά μέτρα κάλυψης για τους άνω των 55 ετών και το πρόγραμμα απασχόλησης έως 2 ετών για όσους είναι κάτω των 55 τα οποία προβλέπονται στην ΚΥΑ που ήδη έχει εκδοθεί.
Ο πρωθυπουργός επεσήμανε ότι η κυβέρνηση θα σεβαστεί όπως έχει υποχρέωση την προσωρινή διαταγή που εκδόθηκε σήμερα από το Μονομελές Πρωτοδικείο Αθηνών και η οποία επιτάσσει τη συνέχιση του σημερινού καθεστώτος ως προς την απασχόληση των εργαζομένων έως τις 18 Ιουνίου, οπότε και θα εκδικαστούν τα ασφαλιστικά μέτρα.
Εν τω μεταξύ η κυβέρνηση θα συνεχίσει τις προσπάθειες έτσι ώστε να ξεπεραστούν οι δυσκολίες για την επιτυχή ολοκλήρωση της διαγωνιστικής διαδικασίας που βρίσκεται σε εξέλιξη.
Σε κάθε δε περίπτωση από την πλευρά της κυβέρνησης κατέστη σαφές ότι επιδίωξη είναι η εξεύρεση βιώσιμης λύσης μέσω αξιόπιστων ιδιωτών επενδυτών, χωρίς όμως παράταση ενός καθεστώτος που δεν προσφέρει πραγματική προοπτική για τους εργαζόμενους και έρχεται σε αντίθεση τόσο με τις δυνατότητες του προϋπολογισμού, όσο και με αντίστοιχα προγράμματα που έχουν υιοθετηθεί πρόσφατα από την κυβέρνηση για παρόμοιες περιπτώσεις.