Από τον ΕΛΑΣ στο Γεντί Κουλέ: Η ιστορία των τραγουδιών

Διαβάζεται σε 7'
Από τον ΕΛΑΣ στο Γεντί Κουλέ: Η ιστορία των τραγουδιών
Sooc

Τραγούδια που ψιθυρίζουν τις ιστορίες εκείνων που αγωνίστηκαν όχι μόνο για την ελευθερία αλλά και για την ίδια την ουσία της ανθρωπιάς τους.

Η μελοποιημένη φωνή του λαού μας που μεταφέρεται από τους ανέμους του χρόνου.

Στις ταραγμένες γωνιές της ιστορίας, όπου αναδύονται οι αγώνες των απλών ανθρώπων, τα τραγούδια γίνονται οι αθάνατες φωνές τους. Μελωδίες υφασμένες με νήματα πάλης και ελπίδας, φέρουν το βάρος του συλλογικού πόνου και της αντίστασης. Τραγούδια που ψιθυρίζουν τις ιστορίες εκείνων που αγωνίστηκαν όχι μόνο για την ελευθερία αλλά και για την ίδια την ουσία της ανθρωπιάς τους.

Όταν οι διεκδικήσεις φιμώνονταν από βαθιά αυταρχικές εξουσίες τότε τα τραγούδια εξέφραζαν την εξέγερση, τραγούδια που αφουγκράζονταν τον παλμό της καρδιάς του λαού, που οι στίχοι τους αποτελούσαν τον φάρο της ελπίδας σε έναν σκοτεινό κόσμο.

Όλα τα γεγονότα της σύγχρονης ιστορίας μας αντιπροσωπεύονται και από τραγούδια, αρκετές φορές απαγορευμένα.

Ας μιλήσουμε, εν συντομία, για ορισμένα από αυτά τα τραγούδια, πώς γράφτηκαν, τι σήμαιναν. Αλήθεια, πώς γράφτηκε ο ύμνος του ΕΛΑΣ;

Πώς γράφτηκε ο «Ύμνος του ΕΛΑΣ»

Κατά την διάρκεια της Κατοχής, συγκεκριμένα τον Μάρτιο του 1944, η

Έλλη Αλεξίου δέχθηκε στο σπίτι της, στην Καλλιθέα, μία επίσκεψη από τη Βούλα Δαμιανάκου και έναν άγνωστο άντρα, που δεν συστήθηκε και φορούσε τραγιάσκα μέχρι τη μέση σχεδόν του προσώπου του. Ο άντρας αυτός, ερχόταν από το βουνό και της μετέφερε την εντολή να αναλάβει να γραφτεί ο ύμνος του ΕΛΑΣ.

Ο άγνωστος άντρας τής είπε πως μέσα σε πέντε ημέρες θα πρέπει να έχει γραφτεί, η Έλλη Αλεξίου το θεώρησε αδύνατο. Τότε σκέφτηκε την Σοφία Μαυροειδή – Παπαδάκη που ήταν και καλή ποιήτρια και έμενε και κοντά στο σπίτι της και σε λίγη ώρα την επισκέφτηκαν.

Ο άγνωστος άντρας είπε στην Παπαδάκη πως πρέπει να γραφτεί ένας θούριος, ένα εμβατήριο, ένα τραγούδι που οι αντάρτες του ΕΛΑΣ θα μπορούν να το τραγουδούν όταν περπατούν με βήμα. Η Παπαδάκη δεν χρειάστηκε πέντε ημέρες, εκείνη κιόλας τη νύχτα είχε γράψει το ποίημα. Το ποίημα παραδόθηκε και ο άγνωστος άντρας δεν ξαναεμφανίστηκε.

Πέρασαν οι μήνες και ήρθε η πολυπόθητη απελευθέρωση. Στο κέντρο της Αθήνας στήθηκε μία μεγάλη διαδήλωση και οι λογοτέχνες είχαν ραντεβού στα Ολύμπια (στη Λυρική Σκηνή). Σε ένα μπαλκόνι, απέναντι από τα Ολύμπια, τέσσερις μουσικοί έπαιζαν με πάθος την ίδια μουσική, ξανά και ξανά. Ο μαέστρος τούς διηύθυνε με πάθος, και σε λίγο, αυτός ο μαέστρος, άρχισε να πετάει χαρτάκια από το μπαλκόνι. Στα χαρτάκια ήταν γραμμένος ο ύμνος του ΕΛΑΣ και ο μαέστρος έλεγε από το μπαλκόνι: «Είναι ο ύμνος του ΕΛΑΣ. Προσπαθήστε να μάθετε τα λόγια για να τον τραγουδήσουμε τώρα στην παρέλαση». Και έτσι έγινε. Τον τραγουδούσαν όλοι. Ο μαέστρος ήταν ο άντρας με την ρεπούμπλικα, ήταν ο Νίκος Τσάκωνας, ο συνθέτης του ύμνου του ΕΛΑΣ.

Ο ύμνος του ΕΛΑΣ
Στίχοι: Σοφία Μαυροειδή – Παπαδάκη

Μουσική: Νίκος Τσάκωνας

Με το ντουφέκι μου στον ώμο
σε πόλεις, κάμπους και χωριά
της λευτεριάς ανοίγω δρόμο
της στρώνω βάγια και περνά

Εμπρός Ε.Λ.Α.Σ. για την Ελλάδα
το δίκιο και τη λευτεριά
σ’ ακροβουνό και σε κοιλάδα
πέτα πολέμα με καρδιά

ένα τραγούδι είν’ η πνοή σου
καθώς στη ράχη ροβολάς
και αντιλαλούν απ’ τη φωνή σου
καρδιές και κάμποι Ε.Λ.Α.Σ. Ε.Λ.Α.Σ.

Παντού η Πατρίδα μ’ έχει στείλει
φρουρό μαζί κι εκδικητή
κι απ’ την ορμή μου θ’ ανατείλει
καινούργια λεύτερη ζωή

Με χίλια ονόματα μία χάρη
ακρίτας ειτ’ αρματολός
αντάρτης, κλέφτης, παλληκάρι
πάντα ειν’ ο ίδιος ο λαός.

«Νύχτωσε χωρίς φεγγάρι»

Χρονικά, είμαστε μετά τη λήξη του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου, μετά τη Συμφωνία της Βάρκιζας και κατά τη διάρκεια της λευκής τρομοκρατίας. Τότε που οι αριστεροί κυνηγούνταν, βασανίζονταν και φυλακίζονταν. Ο Απόστολος Καλδάρας όταν σπούδαζε στη Γεωπονική Σχολή της Θεσσαλονίκης είδε φιγούρες φυλακισμένων να προχωρούν μέσα στη νύχτα στο Γεντί Κουλέ. Το Γεντί Κουλέ ή αλλιώς το Επταπύργιο, ήταν μία από τις πιο σκληρές φυλακές της χώρας, εκείνη την εποχή. Σε αυτές τις φυλακές οι Γερμανοί εκτέλεσαν πολλούς πατριώτες και αργότερα εκτός από τους ποινικούς κρατούνταν και πολιτικοί κρατούμενοι, ως επί το πλείστον αριστεροί, κατά τη διάρκεια του εμφυλίου πολέμου. Ο Απόστολος Καλδάρας επηρεασμένος από αυτό το γεγονός, στα τέλη του 1945 έγραψε το «Νύχτωσε χωρίς φεγγάρι» το οποίο όμως λογοκρίθηκε και αναγκάστηκε να αλλάξει τους στίχους, τραγουδήθηκε για πρώτη φορά το 1947.

Νύχτωσε χωρίς φεγγάρι
Στίχοι – Μουσική: Απόστολος Καλδάρας

Σε παρένθεση οι λογοκριμένοι στίχοι

(Νύχτωσε και στο Γεντί)
Νύχτωσε χωρίς φεγγάρι
το σκοτάδι είναι βαθύ
κι όμως ένα παλληκάρι
δεν μπορεί να κοιμηθεί

Άραγε τι περιμένει
απ’ το βράδυ ως το πρωί
στο στενό το παραθύρι
(που φωτίζει το κελί)
που φωτίζει με κερί

Πόρτα ανοίγει πόρτα κλείνει
(μα διπλό είναι το κλειδί
τι έχει κάνει και το ρίξαν
το παιδί στη φυλακή;)
με βαρύ αναστεναγμό
ας μπορούσα να μαντέψω
της καρδιάς του τον καημό

«Κάνε λιγάκι υπόμονη»

Την ίδια τύχη είχε και το τραγούδι του Βασίλη Τσιτσάνη «κάνε λιγάκι υπομονή» που γράφτηκε στα τέλη του 1948. Οι ελληνικές αρχές το απαγόρευσαν διότι αναγνώρισαν στους στίχους του αναφορές στους ηττημένους του εμφυλίου πολέμου. Πράγματι το τραγούδι του Β. Τσιτσάνη αποδείχτηκε ο ύμνος της απαγορευμένης ελπίδας, και αργότερα στις φυλακές, στη χούντα των συνταγματαρχών, οι πολιτικοί κρατούμενοι το τραγουδούσαν δυνατά, δίνοντας κουράγιο στους συντρόφους τους στην απομόνωση.

Κάνε λιγάκι υπομονή
Στίχοι – Μουσική: Βασίλης Τσιτσάνης

Μην απελπίζεσαι και δε θ’ αργήσει
κοντά σου θα ‘ρθει μια χαραυγή
καινούργια αγάπη να σου ζητήσει
κάνε λιγάκι υπομονή

Διώξε τα σύννεφα απ’ την καρδιά σου
και μες στο κλάμα μην ξαγρυπνάς
τι κι αν δε βρίσκεται στην αγκαλιά σου
θα ‘ρθει μια μέρα μην το ξεχνάς

Γλυκοχαράματα θα σε ξυπνήσει
και ο έρωτας σας θ’ αναστηθεί
καινούργια αγάπη θα ξαν’ αρχίσει
κάνε λιγάκι υπομονή

«Στέλιος Καρδάρας»

Ο εμβληματικός Στέλιος Σπανός ή Καρδάρας,  πριν, ακόμη, γίνει 19 ετών εντάχθηκε στην ΟΠΛΑ και υπήρξε δεινός σαλταδόρος. Οι Γερμανοί κατάφεραν να τον πιάσουν μία ημέρα μετά το μπλόκο της Κοκκινιάς και δολοφονήθηκε στις 11 Μαρτίου 1944. Η ιστορία του Καρδάρα, του «αντάρτη πόλης», κατά των κατακτητών έγινε ρεμπέτικο τραγούδι από τον Μιχάλη Γενίτσαρη. Το τραγούδι τραγουδήθηκε για πρώτη φορά στις εαμικές συγκεντρώσεις στην Απελευθέρωση.

Στέλιος Καρδάρας

Στίχοι – Μουσική: Μιχάλης Γενίτσαρης

Πενθοφορεί η Αγιά Σοφιά
Παλιά και Νέα Κοκκινιά
κλάψε κι εσύ τώρα ντουνιά
πιάσαν το Στέλιο τα σκυλιά

Τον πιάσαν Γερμανόφιλοι
και ταγματασφαλίτες
το Στέλιο τον Καρδάρα μας
στο Ρέντη οι αλήτες

Δεμένο τον επήγανε
μπρος τον Άγιο Διονύση
δέκα τουφέκια του ρίχνανε
ώσπου να ξεψυχήσει

Άδικα τον σκοτώσανε
λες κι ήτανε κατάρα
γιατί ήταν στην αντίσταση
το Στέλιο τον Καρδάρα

«Σ΄ ένα βράχο φαγωμένο»

Το συγκεκριμένο τραγούδι αναφέρεται στον Εμφύλιο Πόλεμο και συγκεκριμένα στην Μακρόνησο, το νησί του μαρτυρίου των πολιτικών εξορίστων. Για να μπορέσει να γραμμοφωνηθεί άλλαξε η φράση “των ανθρώπων η οργή”.

Σ΄ ένα βράχο φαγωμένο

Στίχοι – Μουσική: Απόστολος Καλδάρας

Σε παρένθεση η πρωτότυπη μορφή

Σ’ ένα βράχο φαγωμένο από κύμα αγριωπό,
ένα σούρουπο είχα κάτσει λίγο να συλλογιστώ.
Κάθε βήμα στη ζωή μου είναι πόνος και συμφορά,
θέλω ο δόλιος να πετάξω, μα δεν έχω τα φτερά.

Έτσι μ’ έχει καταντήσει μιας γυναίκας η οργή
(Έτσι μ’ έχει καταντήσει των ανθρώπων η οργή,)
στρώμα να ‘χω τα χορτάρια και προσκέφαλο τη γη

Είναι πλήθος τα τραγούδια που εξιστορούν την ιστορία μας, που δεν χωρούν σε ένα άρθρο.

Αυτή η μικρή περιοδολόγηση, όμως, είναι ικανή να μας πείσει πως αυτά τα τραγούδια είναι κάτι περισσότερο από απλές μελωδίες, είναι η ιστορία μας, η ψυχή μας. Είναι μελοποιημένη η φωνή του λαού μας που μεταφέρεται από τους ανέμους του χρόνου.

ΠΗΓΗ:

Τετράδιο, τεύχος 7-8, 2/1974

Τετράδιο, τεύχος 9, 3/1974

Ροή Ειδήσεων

Περισσότερα