Το “πόκερ” της Κεντροαριστεράς
Διαβάζεται σε 5'Στο επίκεντρο της συζήτησης σε ΣΥΡΙΖΑ, ΠΑΣΟΚ, Νέα Αριστερά το θέμα της συνεργασίας των προοδευτικών δυνάμεων όμως παραμένουν τα «κλειστά χαρτιά».
- 14 Ιουνίου 2024 06:35
Παρτίδα πόκερ με 3 (ίσως και 4) παίκτες, όπου άπαντες έχουν κλειστά χαρτιά και ποντάρουν ακόμη και «μπλοφάρουν» θυμίζει η κατάσταση που επικρατεί στον χώρο των κομμάτων του κέντρου και της αριστεράς. ΣΥΡΙΖΑ, ΠΑΣΟΚ, Νέα Αριστερά βρίσκονται σε συνθήκες αποτίμησης του εκλογικού αποτελέσματος που δημιουργεί κραδασμούς, ενώ στο επίκεντρο των συζητήσεων βρίσκεται το ζήτημα της συνεργασίας των χώρων. Μια και το εκλογικό αποτέλεσμα δεν έδωσε σε κανέναν προβάδισμα κυβερνητικής προοπτικής στην 3ετία που απομένει έως τις εθνικές εκλογές.
Στον ΣΥΡΙΖΑ τίποτε δεν συζητείται περισσότερο από το θέμα της κεντροαριστεράς. Ήδη έχουν «πέσει στο τραπέζι» δύο συγκεκριμένες προτάσεις. Μία από τον Διονύση Τεμπονέρα (για την έναρξη διαδικασίας διαλόγου μεταξύ των τριών προαναφερόμενων κομμάτων) και μία από τους Γιάννη Ραγκούση – Θανάση Θεοχαρόπουλο για εσωτερικό δημοψήφισμα με το ερώτημα του αν ο ΣΥΡΙΖΑ πρέπει να πρωταγωνιστήσει σε μια τέτοια διαδικασία.
Αυτά ενώ ο Νίκος Παππάς δήλωσε χθες στην Βουλή ότι «πρέπει να μπει ένα τέρμα στον κατακερματισμό και στον εμφύλιο μεταξύ των προοδευτικών δυνάμεων» επικαλούμενος το παράδειγμα της Γαλλίας όπου «σοσιαλιστές, κομμουνιστές, πράσινοι και το κόμμα του Μελανσόν ανακοίνωσαν ότι θα κατέβουν μαζί στις βουλευτικές εκλογές, ανακοίνωσαν κοινά ψηφοδέλτια». Την ίδια σχεδόν στιγμή που η αντιπρόεδρος της Βουλής Όλγα Γεροβασίλη ρώτησε στην Αίθουσα της Ολομέλειας (με μια δόση χιούμορ) αν «άρχισε έντονος διάλογος μεταξύ των δύο παρατάξεων;» εννοώντας τον ΣΥΡΙΖΑ και το ΠΑΣΟΚ με τον βουλευτή του ΣΥΡΙΖΑ Χρήστο Γιαννούλη να απαντά πως «ο διάλογος θα αρχίσει, κυρία Πρόεδρε, και θα είναι και δημιουργικός και αποτελεσματικός».
Λίγες ώρες αργότερα, στην συνεδρίαση της Κ.Ο του ΣΥΡΙΖΑ στο θέμα αναφέρθηκε και ο Στέφανος Κασσελάκης αν και πολλοί εντόπισαν αντιφάσεις στις τοποθετήσεις του. Από την μία ήταν αρνητικός λέγοντας πως «το να κλειστούμε σε ένα γραφείο τρεις- τέσσερις πολιτικοί αρχηγοί και να συμφωνήσουμε σε μια ένωση, αντί να επιμείνουμε στην πορεία μετατροπής του ΣΥΡΙΖΑ σε ένα αυτοτελές κόμμα εξουσίας που θα προσκαλεί με ένα ελκυστικό αφήγημα τους δημοκρατικούς πολίτες στο πλευρό του, είναι λάθος». Από την άλλη όμως αναφέρθηκε σε ένα …θεωρητικό ενδεχόμενο όπου «σχήματα της δημοκρατικής παράταξης φτάσουν στο σημείο συναίρεσης τότε το τελευταίο πράγμα που θα ήταν εμπόδιο, θα ήταν η δική μου καρέκλα». Αναφέροντας πως θα θέσει εκ νέου υποψηφιότητα. Παράλληλα όμως έδειξε να αντιδρά σε εσωτερικές πιέσεις δηλώνοντας πως «σενάριο να αποχωρήσω για να έρθει ένας από μηχανής θεός, δεν υπάρχει».
Στο ΠΑΣΟΚ: Σε αντίθεση με τον ΣΥΡΙΖΑ που προεκλογικά «ξόρκιζε» τις αναφορές στη προοπτική της κεντροαριστερής συνεργασίας, το ΠΑΣΟΚ είχε δεσμευθεί ότι μετά τις εκλογές θα άνοιγε το ζήτημα. Μάλιστα ο ίδιος ο Νίκος Ανδρουλάκης έχει δηλώσει πως θα αναλάβει πρωτοβουλίες ώστε να εκκινήσει μια συζήτηση ανάμεσα στις προοδευτικές δυνάμεις με αντικείμενο την διερεύνηση των δυνατοτήτων προγραμματικών συγκλίσεων.
Πλέον όμως στο εσωτερικό του τρίτου σε δύναμη κοινοβουλευτικού κόμματος το ζήτημα αυτό «διαπλέκεται» με τον έντονο θόρυβο που έχουν δημιουργήσει οι δηλώσεις κορυφαίων στελεχών για την ανάγκη ευρείας συζήτησης σχετικά με το αποτέλεσμα των ευρωεκλογών. Με τρία από αυτά τον Παύλο Γερουλάνο, τον Οδυσσεά Κωνσταντινόπουλο και τον Νίκο Παπανδρέου να ζητούν ευθέως την διενέργεια εκλογών για την ανάδειξη νέου προέδρου.
Έως στιγμής είναι θολό το αν θα βρεθούν τα πρόσωπα που τυχόν θα θελήσουν να διεκδικήσουν την προεδρία από τον Νίκο Ανδρουλάκη. Όμως θεωρείται σχεδόν βέβαιο ότι σε μια τέτοια περίπτωση κομβικό ρόλο θα παίξει η προσέγγιση που θα έχουν για το ζήτημα της συνεργασίας των προοδευτικών δυνάμεων. Αν δηλαδή θα καταθέσουν μια πιο …προχωρημένη θέση από αυτή που έχει ήδη το ΠΑΣΟΚ ή ακόμη και κάποιοι μια πρόταση στην εντελώς αντίθεση κατεύθυνση.
Στην Νέα Αριστερά το θέμα της συνεργασίας των προοδευτικών δυνάμεων ήταν ούτως η άλλως και προεκλογικό ζητούμενο. Όπως άλλωστε κατέδειξε και η συμμετοχή της στην περίφημη συζήτηση στο Θέατρο ΆΛΦΑ τον περασμένο Φεβρουάριο. Οι χαμηλές εκλογικές της επιδόσεις σε σημαντικό βαθμό δυσχεραίνουν την παρεμβατικότητα του χώρου στις εξελίξεις. Παρόλα αυτά διατηρεί ένα σημαντικό πολιτικό κεφάλαιο διαθέτοντας μία πλήρη κοινοβουλευτική ομάδα.
Όπως επισημαίνεται σε μία από τις τελευταίες ανακοινώσεις της Νέας Αριστεράς «αυτό που χρειάζεται η κοινωνία είναι τα μέτωπα αγώνα ενάντια στην κυβερνητική πολιτική και ο ουσιαστικός πολιτικός διάλογος». Επίσης κορυφαία στελέχη όπως ο Νάσος Ηλιόπουλος τονίζουν πως σήμερα «η εναλλακτική απαιτεί κοινωνικά και πολιτικά μέτωπα, με καθαρό όμως αντινεοφελελεύθερο και δημοκρατικό πολιτικό περιεχόμενο. Με ξεκάθαρη τοποθέτηση υπέρ των δημοσίων αγαθών, ενάντια στην λογική ότι όλα θα τα λύσει η αγορά. Τέλος με καθαρή τοποθέτηση ενάντια στους πολεμικούς σχεδιασμούς και στις κούρσες εξοπλισμών».
Ο εκλογικός νόμος
Αξίζει να σημειωθεί πάντως ότι καθοριστικός παράγοντας για τους όποιους σχεδιασμούς συζητούνται με ορίζοντα τις επόμενες εκλογές πρέπει να ληφθεί υπόψη και το δεδομένο του εκλογικού νόμου που ψηφίστηκε από την κυβέρνηση της Ν.Δ τον Ιανουάριο του 2020.
Εκεί προβλέπονται πολύ αυστηροί – σχεδόν απαγορευτικοί- όροι για την διάθεση του μπόνους εδρών σε συνασπισμούς κομμάτων που τυχόν κατέλθουν στις εθνικές εκλογές. Για την ακρίβεια προβλέπεται πως το μπόνους μπορεί να αποδοθεί «σε συνασπισμό συνεργαζόμενων κομμάτων, εφόσον ο μέσος όρος της δύναμης των κομμάτων, που τον απαρτίζουν, είναι μεγαλύτερος από τη δύναμη του αυτοτελούς κόμματος, που συγκέντρωσε τον μεγαλύτερο αριθμό έγκυρων ψηφοδελτίων. Ο μέσος όρος προκύπτει από τη διαίρεση του ποσοστού που έλαβε ο ανωτέρω συνασπισμός δια του αριθμού των κομμάτων που τον αποτελούν».
Ένα δεδομένο που πιθανότατα υποχρεώνει σε υπερβάσεις των υφιστάμενων πολιτικών σχηματισμών, εφόσον αυτοί δομηθούν και στην βάση της εκλογικής επικράτησης έναντι της Νέας Δημοκρατίας.