Γαλλικές εκλογές: Φως μέσα στο μεγάλο σκοτάδι

Διαβάζεται σε 7'
Γαλλικές εκλογές: Φως μέσα στο μεγάλο σκοτάδι
Γάλλοι πολίτες στην πλατεία Republique μετά τον δεύτερο γύρο των βουλευτικών εκλογών Associated Press

Ο διδάκτορας Ιστορίας στο Παρίσι, Χρίστος Ανδριανόπουλος, γράφει για τη σημασία του αποτελέσματος των γαλλικών εκλογών και τα μεγάλα ερωτηματικά για το άμεσο μέλλον.

Η ιστορία της Γαλλίας ήταν πάντα το αποτέλεσμα μεγάλων εκπλήξεων, αρνητικών μα και πολύ θετικών. Αν κάτι έκανε γιορτινή τη βραδιά της 7ης Ιουλίου ήταν ακριβώς ότι αποφεύχθηκαν οι πρώτες.

Η Γαλλία εδώ και χρόνια είναι ο μεγάλος πολιτικός ασθενής της Ευρώπης. Το μόνο ερώτημα που απασχολούσε τους αναλυτές εδώ και καιρό ήταν το πότε ακριβώς θα εκφραζόταν και θεσμικά αυτή η βαθύτατη κρίση δημοκρατίας και εκπροσώπησης, που εν πολλοίς είχε προκαλέσει ο ίδιος ο πρόεδρος Μακρόν.

Οι εκλογές της 7ης Ιουλίου εξέφρασαν μεν τις πολιτικές και κοινωνικές εντάσεις αλλά χωρίς τα καταστροφικά χαρακτηριστικά που όλοι περίμεναν. Πράγματι, το βασικό μύθευμα στο οποίο ομνύει όλος ο προοδευτικός χώρος, πως υποτίθεται μια κρίση φέρνει μοιραία την άκρα δεξιά στην εξουσία, δεν ίσχυσε. Τι ακριβώς όμως έγινε;

Η κατάσταση είναι τόσο ρευστή την ώρα που γράφονται αυτές οι γραμμές που μια καθαρή απάντηση φαίνεται πολύ δύσκολη. Μη γνωρίζοντας ακόμα ποιες θα είναι κινήσεις του Γάλλου προέδρου, μπορούμε τουλάχιστον να σχολιάσουμε τις τάσεις που προέκυψαν από το αποτέλεσμα του δευτέρου γύρου των εκλογών.

Η πρώτη παρατήρηση είναι ότι δεν υπάρχει άλλη χώρα που να συμπυκνώνει με τέτοια πληρότητα την ευρύτερη ευρωπαϊκή κρίση: Κρίση χρέους, άνοδος της άκρας δεξιάς, μεταναστευτικό, ρατσισμός, κρίση των μίντια, κρίση περιφερειών, κρίση θεσμών, κρίση πολιτικών κομμάτων, αντισημιτισμός, ανεργία, καταστολή, κοινωνικά κινήματα, οικολογικά κινήματα, κρίση στέγης, ουκρανικό. Οι εκλογές δε θα μπορούσαν παρά να είναι καθρέπτης όλων αυτών.

Η δεύτερη παρατήρηση είναι πως τα προαναφερθέντα έχουν αφήσει καθαρά το ίχνος τους στις πολιτικές διαιρέσεις οι οποίες με τις εκλογές έγιναν βαθύτερες. Η γαλλική πολιτική σκηνή είναι πλέον τριχοτομημένη σε πολιτικές παρατάξεις οι οποίες ελάχιστα μπορούν να επικοινωνήσουν μεταξύ τους, που η κάθε μια εκπροσωπεί διαφορετικές κοινωνικές και οικονομικές ομάδες, έχει διαφορετικούς κώδικες και επιδιώξεις. Επίσης καμία παράταξη δεν μπορεί να επιβιώσει όσο τουλάχιστον μια άλλη παραμένει στη ζωή. Ακόμα οι εκλογές δεν έλυσαν τα ουσιαστικά προβλήματα κανενός των τριών πολιτικών στρατοπέδων. Έχει ωστόσο ενδιαφέρον να παρατηρήσουμε ότι το αποτέλεσμα για κάθε ένα από αυτά τα τρία στρατόπεδα αντανακλά και ευρύτερες ευρωπαϊκές επιδιώξεις αλλά και φόβους.

Η αριστερά σε πείσμα όλων των ευρωπαϊκών παραδόσεων κατάφερε με ταχύτατους ρυθμούς και σε λιγότερο από ένα μήνα να συγκροτήσει ένα κοινό, εύληπτο και αποδεκτό πρόγραμμα, να επιλέξει υποψηφίους, να απασφαλίσει βόμβες στο εξωτερικό της και να παρουσιάσει ένα νέο πρόσωπο. Ωστόσο αυτό δεν αποτελεί, όπως συχνά λανθασμένα λέγεται, απλά μια μεθοδολογία σύγκλησης. Στην πραγματικότητα είναι κάτι το ευρύτερο διότι το πραγματικό ζητούμενο είναι η επάνοδος του τρόπου με τον οποίο γινόταν η καλώς εννοούμενη αστική πολιτική κατά τις παρελθούσες δεκαετίες: συγκλήσεις, πολιτικά προγράμματα, κοινωνικοί εταίροι αλλά και διαμεσολαβήσεις, ένα σύστημα το οποίο η «μεθοδολογία» Μακρόν προσπάθησε να αφανίσει.

Το λεγόμενο «νέο λαϊκό μέτωπο» πήρε την πρωτιά χωρίς ωστόσο να κερδίσει. Η σχετική πλειοψηφία απειλεί την ενότητα του χώρου παρότι οι τρεις βασικές συνιστώσες του μετώπου (Αριστερά, Σοσιαλιστές, οικολόγοι) υπεραμύνθηκαν παραδειγματικά του προγράμματός και της πολιτικής συμφωνίας τους. Είναι πάντως αλήθεια πως για ένα κομμάτι των στελεχών, κυρίως του σοσιαλιστικού κόμματος, η αποφυγή της ακυβερνησίας είναι πολύ πιο σημαντική από τη δημοκρατική προσήλωση στο δικό τους πολιτικό πρόγραμμα.

Το μακρονικό στρατόπεδο που παρουσιαζόταν ως νεκροζώντανο τελικά επιβίωσε κατακτώντας (έστω και τεχνηέντως) τη δεύτερη θέση. Η παράδοξη αυτή παράταξη που βρίσκεται σε ρήξη με όλες τις γαλλικές πολιτικές παραδόσεις φαίνεται ότι βρίσκεται σε σύγχυση. Προεκλογικά ακούστηκαν εντός της πράγματα που κινούνταν μεταξύ ενός υγιούς ρεπουμπλικανικού αντιφασισμού και της επιθυμίας για προγραμματικές συγκλίσεις με τη Λεπεν.

Ο ίδιος ο πρόεδρος Μακρόν φαίνεται να αδυνατεί να συντονίσει αυτό το χώρο λόγω του σοβαρότατου προβλήματος δημοφιλίας, των πολύ περιορισμένων πολιτικών του ικανοτήτων αλλά και της αποδοκιμασίας που έτυχε από τους συνεργάτες του η απόφασή του να διαλύσει την εθνοσυνέλευση. Η πρόταση του μακρονικού στρατοπέδου για σχηματισμό κυβέρνησης ευρείας αποδοχής μαζί με τη δεξιά και μέρος της αριστεράς φαίνεται να είναι δύσκολη. Αφενός, γιατί αυτό προϋποθέτει τη διάλυση του νέου λαϊκού μετώπου, αφετέρου διότι η κυβέρνηση Μακρόν έχει τορπιλίσει μια προοπτική συνεργασιών, καθώς τα δύο τελευταία χρόνια πραγματοποιήθηκαν επιλεκτικές συμμαχίες με τη Λεπέν και μάλιστα για την ψήφιση κρίσιμων νόμων όπως του μεταναστευτικού.

Πανηγυρισμοί στο Παρίσι μετά την εκτίμηση αποτελεσμάτων του β' εκλογικού γύρου
Πανηγυρισμοί στο Παρίσι μετά την εκτίμηση αποτελεσμάτων του β' εκλογικού γύρου AP

Από την άλλη, μια συγκυβέρνηση με μερίδα της αριστεράς θα ακύρωνε το κυβερνητικό το έργο της παράταξης. Φαίνεται ότι μέχρι στιγμής ο Μακρόν επιλέγει τη σταθερότητα αρνούμενος την παραίτηση του πρωθυπουργού του Γκαμπριέλ Αττάλ και θέτοντας ουσιαστικά υπό αμφισβήτηση τα νέα δεδομένα των εκλογών.

Η άκρα δεξιά της Λεπέν και του νεαρού και δυναμικού Μπαρντελά δέχτηκε ένα ισχυρό χτύπημα. Έχασε τον αέρα του αδιαμφισβήτητου νικητή που βρισκόταν δύο βήματα από το πρωθυπουργικό μέγαρο. Το στρατόπεδο Λεπέν απομακρύνεται έστω και συμβολικά από την προοπτική εξουσίας. Όμως, οι κραυγές χαράς δεν αντανακλούν καθόλου την εκλογική πραγματικότητα του κόμματος. Η «εθνική συσπείρωση» κερδίζει το μεγαλύτερο αριθμό εδρών που έχει κερδίσει ποτέ ακροδεξιό κόμμα διπλασιάζοντας τες από τις τελευταίες εκλογές. Και αυτό το κάνει έχοντας απέναντί της ένα συγκροτημένο εκλογικό μέτωπο δύο ισχυρών και έμπειρων κυβερνητικών παρατάξεων που γνωρίζουν πολύ καλά το εκλογικό παιχνίδι.

Σε άλλες συνθήκες, με αυτό το σκληρό εκλογικό σύστημα και δύο κυβερνητικές παρατάξεις απέναντί της, οι έδρες της «εθνικής συσπείρωσης» θα έπρεπε να μετριούνται στα δάκτυλα των δύο χεριών. Παράλληλα, ο αριθμός των ψήφων της Λεπέν ακόμα και στο δεύτερο γύρο είναι κατά μερικά εκατομμύρια μεγαλύτερος τόσο του λαϊκού μετώπου όσο φυσικά και του στρατοπέδου του Μακρόν. Ήταν μάλιστα ο μόνος από τους τρεις μεγάλους σχηματισμούς που ανέβασε τον απολυτό αριθμό ψήφων στο δεύτερο γύρο, παρότι τις τελευταίες εβδομάδες πολλοί υποψήφιοι δεν κατάφεραν να κρύψουν το ρατσιστικό τους λόγο ούτε τις φιλοναζιστικές αναφορές τους. Σε αυτό πρέπει να προστεθεί η αποδοχή του προγράμματος της Λεπέν από τον γαλλικό «ΣΕΒ» και η στήριξή του σημαντικές μερίδες της λαϊκής δεξιάς.

Με λίγα λόγια, οι εκλογές παράγουν πολλές διαφορετικές πραγματικότητες: Το αποτρεπτικό σύστημα της γαλλικής δημοκρατίας απέναντι στη Λεπέν επιβιώνει ακόμα, το ακραίο κέντρο επίσης, η αριστερά δείχνει τόσο την προγραμματική της ετοιμότητα όσο και ότι ακόμα καθορίζει τους πολιτικούς μηχανισμούς. Από την άλλη, το κόμμα της Λεπέν είναι χωρίς καμία αμφιβολία το μεγαλύτερο γαλλικό κόμμα το οποίο μέσα στην τελευταία εκλογική μάχη μάλιστα κανονικοποιήθηκε στα μάτια ψηφοφόρων, μίντια, οικονομικών και πολιτικών τάξεων.

Η Γαλλία μπήκε από την Κυριακή σε μια πολύ βαθιά πολιτική κρίση ακυβερνησίας. Ο σχηματισμός κυβέρνησης είναι αδύνατος χωρίς να υπονομευθεί σοβαρά το εκλογικό αποτέλεσμα. Η πολιτική όμως δεν είναι αποτέλεσμα υπολογισμών ούτε καν τάσεων, δεν είναι μια υπολογισμένη μάχη στρατοπέδων, είναι η τέχνη να παράγεις κάτι νέο.

Το νέο λαϊκό μέτωπο ήταν σίγουρα αποτέλεσμα μιας κουλτούρας συγκλίσεων, έτσι ήταν και κατά το παρελθόν, όμως η νίκη της 7ης Ιουλίου ήταν το αποτέλεσμα προσωπικών και συλλογικών ελπίδων που δεν είναι στατιστικά και μετρήσιμα μεγέθη, ήταν το αποτέλεσμα μια ελπίδας που παρέμεινε ζωντανή σε μια από τις πιο σκληρές και ρυπαρές προεκλογικές μάχες που είδε ποτέ η Ευρώπη. Είναι σε τελική ανάλυση η επιμονή του ίδιου του νοήματος της πολιτικής, απέναντι στα ίδια τέρατα που οι ευρωπαϊκές κοινωνίες αντιμετώπισαν 90 χρόνια πριν.

Ο Χρίστος Ανδριανόπουλος είναι διδάκτορας Ιστορίας στο Παρίσι

Ροή Ειδήσεων

Περισσότερα