Δίκη για Μάτι: Συγκλονιστική μαρτυρία – “Μαύρα όλα και μύριζε καμμένη σάρκα”

Διαβάζεται σε 6'
Στιγμιότυπο λίγες μέρες μετά την πυρκαγιά στο Μάτι
Στιγμιότυπο λίγες μέρες μετά την πυρκαγιά στο Μάτι EUROKINISSI

Μεταξύ των ανθρώπων που κατέθεσαν στο Τριμελές Εφετείο Πλημμελημάτων για τη φονική φωτιά στο Μάτι, ήταν και η Βαρβάρα Βουκάκη, η οικογένεια της οποίας ξεκληρίστηκε στο περιβόητο οικόπεδο Φράγκου.

Με τις καταθέσεις εγκαυμάτων και συγγενών ανθρώπων που χάθηκαν εξαιτίας της φονικής πυρκαγιάς που κατέκαψε το 2018 την Ανατολική Αττική και το Μάτι, συνεχίστηκε η δίκη ενώπιον του Τριμελούς Εφετείου Πλημμελημάτων. Ανάμεσα τους η Βαρβάρα Βουκάκη, η γυναίκα που έχασε το σύζυγο της Γρήγορη Φύτρο και τα δυο της παιδιά, Εβίτα και Ανδρέα, στο περιβόητο οικόπεδο Φράγκου.

Σε μια συγκλονιστική μαρτυρία, η γυναίκα περιέγραψε τις τραγικές στιγμές που έζησε μέχρι να μάθει για το θάνατο της οικογένειας της. «Τις ευθύνες τις ξέρουν αυτοί που τις έχουν, μένει μόνο μέσα από τις διαδικασίες να αναγνωρίσουν και να αποδοθούν. Είναι ένα τραγικό κακούργημα, μια δολοφονία. Έτσι νιώθω και έτσι είναι. Ζητώ να σταματήσει το κακό σε αυτή τη χώρα. Αυτοί που αναλαμβάνουν υπεύθυνες θέσεις να τις τιμούν. Δεν ξέρω ποιος έδωσε εντολές, ο πρωθυπουργός, κάποιος υπουργός, κάποιος άλλος; Θέλω να γίνει κάτι καλύτερο για το μέλλον και μόνο μέσω της παραδειγματικής τιμωρίας, μιας μεγάλης αλλαγής, θα μπορούσε να γίνει αυτό» υποστήριξε.

Η μαρτυρία της γυναίκας που είδε με τα μάτια της «την κόλαση του Δάντη» όπως την αποκάλεσε, ήταν γεμάτη συγκίνηση για το ακροατήριο, ωστόσο προκάλεσε έντονες αντιδράσεις μετά την ολοκλήρωση της κατάθεσης, λόγω στιχομυθίας που είχε με την πρόεδρο της έδρας:

Μάρτυρας: Συγνώμη αν μακρηγορώ αλλά αυτή είναι η ιστορία της ζωής μου…

Πρόεδρος: Το καταλαβαίνω, πολλοί θέλουν να πουν την ιστορία της ζωής τους, αλλά λίγο πιο σύντομα….

“Νεκρικό τοπίο”

Η μάρτυρας αναφέρθηκε στην ανυπαρξία του κρατικού μηχανισμού, αλλά και στη έλλειψη οργάνωσης του για την απομάκρυνση των πολιτών. «Φώναζα τα ονόματα της Εβίτας, του Ανδρέα και του Γρηγόρη, αλλά δεν υπήρχε κανείς να μας απαντήσει. Σαν να ήμασταν φαντάσματα, σε ένα νεκρικό τοπίο. Μαύρα όλα και μύριζε καμμένη σάρκα. Μέσα στα αυτοκίνητα κάποιοι όγκοι. Είδα ανθρώπους καμένους και ανθρώπους ξαπλωμένους και εγώ ήλπιζα να μην δω και τους δικούς μου έτσι. Σε ένα μικρό στενό ήταν παρατημένο το αυτοκίνητο του συζύγου μου, άρχισα να φωνάζω πιο δυνατά, χωρίς να απαντάει κανείς.

Δεν μπόρεσα να τους βρω.. άλλωστε ποιος να μου απαντήσει; Δεν ζούσε κανένας…» περιέγραψε και πρόσθεσε πως ο σύζυγος της υποχρεώθηκε από περιπολικό να επιστρέψει στο Μάτι με το αμάξι, ενώ πηγαινε στη Ραφήνα, πράγμα που τους οδήγησε κατευθείαν στη φωτιά. «Δεν υπήρχε καμία επικοινωνία μεταξύ των φορέων, κάποιος… κάτι… δεν ενημερώσατε τους ανθρώπους μας να φύγουν, κινήθηκαν κατά βούληση. Ο Γρηγόρης μου έριξε τη ζαριά του και θα είχε σωθεί, αν δεν τον είχε γυρίσει πίσω η αστυνομία» είπε.

Η αναγνώριση

Αναφερόμενη στο πως ενημερώθηκε για το θάνατο της κόρης της, η Βαρβάρα Βουκακη, ανέφερε ότι «η υπάλληλος στο λιμεναρχείο με ενημέρωσε για μια φωτογραφία από ένα κορίτσι που έμοιαζε με την Εβίτα αλλά δεν ήξερε αν θα άντεχα να τη δω. Είδα το κοριτσάκι και ήταν η Εβίτα μου. Φορούσε τα ίδια ρούχα, όπως είχε στείλει ένα βίντεο το μεσημέρι που τραγουδούσε. Αυτή τη φορά όμως δεν είχε ζωή, δεν ήταν καμένη, ήταν με τα ρούχα και τα βραχιολάκια της. Δεν νομίζω ότι χρειάζεται να σας περιγράψω τι ένιωσα, ήθελα να χαθεί και η δίκη μου ζωή.

Έμαθα ότι βρισκόταν στο οικοπεδο, ήταν από τους τελευταίους στο οικοπεδο Φράγκου. Ο Γρηγόρης βρέθηκε καμένος, λίγο πιο πίσω ο Ανδρέας. Και η Εβίτα στην τελευταία προσπάθεια, έφυγε προς τα βράχια. Υπήρχαν άνθρωποι που την είδαν, σε μια τελευταία προσπάθεια πήδηξε και έπεσε στα βράχια, στην παραλία. Και ένας από αυτούς έτρεξε να δει, να δώσει μια βοήθεια και είδε το παιδί μου και κάλεσε την πυροσβεστική αλλά δεν ήρθε κανείς. Και η Εβιτούλα μου ζούσε και της κρατούσε το χέρι, μέχρι που ξεψύχησε εκεί. Θα μπορούσα να είχα έστω ένα παιδί αν υπήρχε ενημέρωση, αν ένας λιμενικός, ένας πυροσβέστης.. δεν ξέρω. Θα είχα το παιδί μου όπως κι αν ήταν, ζωντανό».

Οι ευθύνες της Πολιτείας

Είχαν προηγηθεί έξι μάρτυρες, οι οποίοι κατέθεσαν το δικό τους γολγοθά, περιγράφοντας πως επιβίωσαν από τη φωτιά, αλλά και πως χάθηκαν οι δικοί τους άνθρωποι, ενώ απέδωσαν ευθύνες στην πυροσβεστική. Χαρακτηριστική ήταν η κατάθεση της Βασιλική Κατσαργύρη, η οποία έψαχνε τον -τελικά απανθρακωμένο- σύζυγο της στο Νέο Βουτζά: «Ρώτησα έναν πυροσβέστη, “έχουμε θύματα στο Βουτζά;” και απάντησε “θα μάθετε από τα μέσα”. Δεν μας ενημέρωσαν ούτε ότι υπάρχει δυνατός άνεμος, τώρα τουλάχιστον χρησιμοποιούν το 112. Ούτε εναέρια μέσα, ούτε ενημέρωση, ούτε ειδοποίηση. Μόνο αν θέλετε μένετε ή φεύγετε…».

Παράλληλα, υπήρξαν μάρτυρες που στράφηκαν κατά του τότε Δημάρχου Ραφήνας, Ευαγγ. Μπουρνούς, ο οποίος μέσω των ΜΜΕ καθησύχαζε τους κατοίκους, τονίζοντας πως δεν κινδύνευαν από τις φλόγες.

«Υπήρχε σχέδιο δημοσίων σχέσεων για να πέσει το φταίξιμο στους κατοίκους. Ακούσαμε για παράνομη δόμηση αλλά οι περισσότεροι πέθαναν σε κομμάτι εντός σχεδίου πόλεως. Κανείς δεν ανέλαβε την ευθύνη για αυτή την απομάκρυνση. Προσπάθησαν να ρίξουν ευθύνη ότι έφταιγε ο καιρός, ήταν άστατος αλλά όχι απρόβλεπτος. Ήταν προφανές ότι η φωτιά θα έμπαινε στην περιοχή. Αυτό που έγινε ήταν μια μη οργανωμένη απομάκρυνση, 3000 κόσμος σώθηκε γιατί έτρεξαν να ξεφύγουν. Δεν ζητήσαμε μια οργανωμένη απομάκρυνση, αλλά για αυτή τη μη οργανωμένη απομάκρυνση να μας ενημερώσουν νωρίτερα που βρίσκεται η φωτιά» είπε ο Θεοφ. Χατζησταματίου, ο γιος του οποίου σε ηλικία 5,5 ετών είναι από τους νεότερους εγκαυματιές.

«Ο Μπουρνούς στις 6 παρά βγήκε και καθησύχασε τους ακροατές για να μην βγούμε στους δρόμους και εμποδίσουμε το έργο της πυροσβεστικής» κατέθεσε σχετικά.

Η Γεωργία Μοσχού, κάτοικος του Νέου Βουτζά, έχασε τη μητέρα της και την αδελφή της σχεδόν έξω από το σπίτι τους. «Η απουσία των εναέριων μέσων.. δεν υπήρξε ούτε για δείγμα βοήθεια. Ακούω τους προηγούμενους μάρτυρες που είναι τόσο ήπιοι και τρελαίνομαι. Αυτά που περάσαμε… η αδιαφορία… είχα σκοπό να φύγω αλλά δεν είχαμε ρεύμα και άρπαξε φωτιά το σπίτι. Μέχρι 11 παρά δεν υπήρξε τίποτα, κανείς… η αδελφή και η ανίψια μου βγήκαν να φύγουν και κάηκαν έξω από το σπίτι. Η αδελφή μου άντεξε 11 ημέρες και η ανίψια μου 51 ημέρες..» κατέθεσε προσθέτοντας: «ζητούσαμε να σβήσουν τη φωτιά που σιγόκαιγε και οι πυροσβέστες έλεγαν πως δεν είχαν εντολή. Δεν είχαν εντολή για τίποτα! Λες και είχαν έρθει για βόλτα!».

Ροή Ειδήσεων

Περισσότερα