Νέες ταινίες: Μισή ντουζίνα νέες κυκλοφορίες στα θερινά, σε επανέκδοση η “Τελευταία Έξοδος”

Διαβάζεται σε 9'
Νέες ταινίες: Μισή ντουζίνα νέες κυκλοφορίες στα θερινά, σε επανέκδοση η “Τελευταία Έξοδος”
Alamy/Visualhellas.gr

Κάθε εβδομάδα, ο Θοδωρής Δημητρόπουλος βλέπει και σχολιάζει τις νέες ταινίες στις αίθουσες.

Τεράστιο άνοιγμα έκανε το “Deadpool & Wolverine” με 95.000 εισιτήρια , διώχνοντας τα “Μυαλά που Κουβαλάς 2” από την πρώτη θέση ύστερα από ενάμιση μήνα. Το animation της Pixar βρίσκεται στα 585.000 συνολικά εισιτήρια και έχει ακόμα καύσιμο, λογικά τον Αύγουστο θα αποτελέσει πολύ καλή οικογενειακή επιλογή.

Το “Twisters”, στον αντίποδα, φτάνει-δε φτάνει στα 10.000 εισιτήρια, την ώρα που το “Πάντα Υπάρχει το Αύριο” ξεπέρασε τις 14.000 και η μεγάλη θετική έκπληξη του καλοκαιριού, το “Longlegs”, ξεπέρασε τις 40.000 έχοντας δρόμο ακόμα.

Αυτή την εβδομάδα γίνεται του θερινού, με μισή ντουζίνα νέες κυκλοφορίες δίχως κάποια να ξεχωρίζει, και αρκετές ακόμα επανεκδόσεις. Αναμφίβολα η η κυκλοφορία της εβδομάδας, είναι η “Τελευταία Έξοδος: Ρίτα Χέιγουορθ” του Φρανκ Ντάραμποντ, μια πολύ αγαπητή από το κοινό ταινία που δοκιμάζεται ξανά στις αίθουσες.

Οι ταινίες της εβδομάδας:

Τελευταία Έξοδος: Ρίτα Χέιγουορθ

(“The Shawshank Redemption”, Φρανκ Ντάραμποντ, 2ω22λ)

***

Τη δεκαετία του ‘40, ο τραπεζίτης Άντι φυλακίζεται για το διπλό φόνο της γυναίκας του και του εραστή της. Επιμένοντας πως είναι αθώος, ξεκινάει παρόλ’αυτά μια νέα ζωή, χρησιμοποιώντας τις γνώσεις του για να βοηθήσει τον υπεύθυνο φυλακών, του οποίου την εμπιστοσύνη κερδίζει. Στη διάρκεια της παραμονής του στη φυλακή, κερδίζει το θαυμασμό των πάντων γύρω του χάρη στην ηθική του και στην άσβεστη αίσθηση ελπίδας που τον διακατέχει. Ανάμεσα στους νέους του φίλους, ένας ισοβίτης ονόματι Ρεντ. Ένα δώρο του οποίου (ένα σφυράκι και μια αφίσα της Ρίτα Χέιγουορθ) θα αλλάξει τη ζωή του Άντι.

Μια από τις πιο αγαπητές ταινίες του σύγχρονου αμερικάνικου σινεμά, βασισμένη σε νουβέλα του Στίβεν Κινγκ, καταφέρνει να λειτουργεί συναισθηματικά παρά το ότι κατά τόπους κινείται με αρκετά προφανείς τρόπους, επίμονους συμβολισμούς και μονοδιάστατους χαρακτήρες – οι ηθικοί πρωταγωνιστές είναι αγνοί, ο φύλακας Σάμιουελ Νόρτον (Μπομπ Γκάντον στο ρόλο) είναι καρτουνίστικα μοχθηρός.

Παρόλαυτά, ο σκηνοθέτης Φρανκ Ντάραμποντ εστιάζει όλα αυτά τα στοιχεία μέσα από ένα φακό παλιομοδίτικα ελπιδοφόρου και ανθρωποκεντρικού σινεμά, κάτι που δημιουργεί μια σπουδαία και συναρπαστική αντίστιξη με το μετέπειτα παραγνωρισμένο διαμάντι της φιλμογραφίας του, το αποπνικτικά απαισιόδοξο ριμέικ του “The Mist” (αλλά και τη σειρά “The Walking Dead”, την οποία και δημιούργησε για την τηλεόραση). Στα χέρια του Ντάραμποντ και των έξοχων ηθοποιών του, το υλικό παραμορφώνεται με μοναδικό τρόπο, καθώς το κλισέ μετατρέπεται σε κατά κάποιο τρόπο έκφραση ειλικρίνειας. Με άλλα λόγια, η ιστορία κινείται και σε συνεπαίρνει, ενώ οι χαρακτήρες παραμένουν στη μνήμη, ολοζώντανοι ακόμα κι αν είναι μονοδιάστατοι.

Ο Τιμ Ρόμπινς φέρνει μια ειλικρινή αγνότητα στον Άντι και σου πουλάει με ευκολία την άμεση συμπάθεια και εμπιστοσύνη που προκαλεί. Κάνει φανταστικό δίδυμο με τον Μόργκαν Φρίμαν και το θρησκευτικής συναισθηματικής έντασης βλέμμα του. Ο Φρίμαν προτάθηκε για Όσκαρ ερμηνείας (μια από τις 7 υποψηφιότητες της ταινίας) και μέσα από μια πραγματικά σπουδαία καριέρα, αυτή είναι μάλλον η πιο διαχρονικά αγαπητή στιγμή του – καταλαβαίνεις εύκολα το γιατί.

Μέσα από μια τρομερά λειτουργική σεναριακή κατασκευή, η ταινία διαρκώς κινείται, από επεισόδιο σε επεισόδιο κι από χαρακτήρα σε χαρακτήρα, ακόμα κι αν αυτό προϋποθέτει μια λείανση αρκετών γωνιών. Είναι κι αυτό ένας θρίαμβος από μόνος του, όταν μια ταινία καταφέρνει και κυλά με τόσο αβίαστο και μαγνητιστικό τρόπο – αναμφίβολα, ανάμεσα στις κορυφαίες ταινίες της κατηγορίας Αν την πετύχω στην τηλεόραση την ξαναβλέπω πάντοτε ως το τέλος. Καθόλου εύκολο, και ποτέ δεδομένο.

Δύο Προς Ένα

(“Zwei zu Eins / Two to One”, Νάτγια Μπρούνκχορστ, 1ω56λ)

**

Μια οικογένεια στην Ανατολική Γερμανία βρίσκει εκατομμύρια μάρκα που σύντομα θα χάσουν την αξία τους καθώς επίκειται η ένωση με τη Δυτική Γερμανία. Παίρνουν όσα μπορούν να κουβαλήσουν, αλλά τι μπορούν να κάνουν με αυτά; Και κυρίως – θα προλάβουν;

Συμπαθής αλλά χωρίς ιδιαίτερη ένταση heist κομεντί, χρησιμοποιεί το έξυπνο εύρημα πλοκής για να πει μια ιστορία για μια κοινότητα και την δύσκολη προσαρμογή της σε νέα κοινωνικά δεδομένα και νέες κοινωνικές αξίες. Εν τέλει η προσέγγιση είναι αρκετά απαλή, με γλυκές στιγμές αλλά όχι κάτι που σε γραπώνει.

Έχουν ενδιαφέρον όσα μας έλεγε η πρωταγωνίστρια της ταινίας Σάντρα Χίλερ, η οποία είναι γεννημένη στην Ανατολική Γερμανία: «Όλα τα πράγματα στα οποία πιστεύαμε ξαφνικά δεν είχαν αξία, από τη μια μέρα στην άλλη. Κι άλλα πράγματα απέκτησαν αξία, ενώ πριν δεν μας ένοιαζαν. Νομίζω αυτό που μου έμαθε αυτή η εμπειρία είναι ότι τα πράγματα μπορούν να αλλάξουν πολύ εύκολα από ό,τι είναι αυτό που θεωρείς δεδομένο. Είναι ένα καλό πράγμα να έχεις πάντα υπόψιν σου».

Μια τέτοια εξερεύνηση θα είχε μεγάλο ενδιαφέρον, αλλά το ανάλαφρα νοσταλγικό φίλτρο δεν δικαιώνει τις δεδομένες περιπλοκότητες της προϋπάρχουσας δυναμικής και της ζωής στην Ανατολική Γερμανία, ούτε και το πώς οι πραγματικότητες συγκρούστηκαν με βίαιο τρόπο. Απαλό φιλμ, ναι, αλλά και ανώδυνο.

Η Μούσα του Μπονάρ

(“Bonnard: Pierre & Marthe / Bonnard, Pierre et Marthe”, Μαρτάν Πρόβοστ, 2ω2λ)

**

Ο γάλλος ζωγράφος Πιερ Μπονάρ συναντά τη Μάρτ ντε Μελινί χωρίς αρχικά να συνειδητοποιεί πως πρόκειται να μετατραπεί σε ακρογωνιαίο λίθο του έργου του – και της ζωής του. Περισσότερο από μια απλή μούσα, θα εμφανιστεί σε ένα τεράστιο κομμάτι της δουλειάς του ζωγράφου, φτάνοντας μαζί στο απόγειο της καλλιτεχνική πλήρωσης χάρη σε μια αγάπη έξω από τις συμβάσεις της εποχής.

Σκηνοθετημένο με ένα έντονο βλέμμα από τον Μάρτιν Προβόστ, το φιλμ προσπαθεί να ξεφύγει από τα καθορισμένα πλαίσια της βιογραφίας, τουλάχιστον σε αισθητικό επίπεδο: Οξυμένα χρώματα, αιχμηρή εστίαση και ένα κάδρο που δεν στέκεται ποτέ σε ησυχία ζωντανεύουν την ιστορία με τον τρόπο που ένας έντονος πίνακας του Μπονάρ ξεπηδά από το κάδρο και σου μεταδίδει την διάσταση της ευτυχίας του.

Δυστυχώς πέρα από αυτή την ιντριγκαδόρικα απρόσμενη αισθητική προσέγγιση, που δημιουργεί μια δεδομένη απόσταση ανάμεσα στα όσα βλέπει το μάτι και αισθάνεται ο θεατής, η ίδια η ιστορία και τελικά ο αφηγηματικός ρυθμός του φιλμ πέφτουν σε μια ατέρμονη λούπα. Με επαναλήψεις και μπόλικα κλισέ να στιβάζονται δημιουργώντας κάτι ενδιαφέρον μεν, αλλά τελικά αμετακίνητο δε, με έναν παράδοξο τρόπο.

Δεύτερος Γύρος

(“Second Round / Second Tour”, Αλμπέρ Ντιποντέλ, 1ω35λ)

Μια πολιτική ρεπόρτερ που έχει καθαιρεθεί από τα αφεντικά της στον τομέα των αθλητικών επειδή αμφισβητούσε έντονα το στάτους κβο, θα πρέπει να επανέλθει στην ενεργό πολιτική δράση. Σε μια ώρα ανάγκης, της ζητούν να ακολουθήσει την πολιτική καμπάνια ενός 50χρονου γόνου μιας ισχυρής γαλλικής οικογένειας, που παρότι πρωτάρης στον πολιτικό στίβο τώρα εμφανίζεται ως φαβορί για τις επερχόμενες εκλογές. Η ρεπόρτερ θυμάται αυτόν τον υποψήφιο από παλιά, αλλά με αρκετά διαφορετικό τρόπο – ξεκινά λοιπόν μια έρευνα, κάτω από τη μύτη των αφεντικών της, για να ξεσκεπάσει την αλήθεια.

Χλιαρή πολιτική σασπένς κομεντί (;!) γυρισμένη με έναν σχεδόν νετφλιξικό αποχρωματισμό από τον Αλμπέρ Ντιποντέλ (“Αντίο, Ηλίθιοι!”, “Ραντεβού Εκεί Ψηλά”) που για μια ακόμα φορά ξεκινά μια ταινία του με ρυθμό, αμεσότητα και υποσχόμενες ιδέες (απόπειρες δολοφονίες, καταπιεσμένες έρευνες, πιθανά σοκαριστικά μυστικά, πολιτική ίντριγκα, όλα μες στο πρώτο 20λεπτο) προτού τη δει να ξετυλίγεται στην συνέχεια: Άρρυθμη, τονικά άστοχη και με μια φουσκωμένη, μελοδραματική πλοκή που ξεπηδά περίπου στα μισά για να ισοπεδώσει το φιλμ.

Υψηλή Κοινωνία

(“High Society”, Τσαρλς Γουόλτερς, 1ω51λ)

**½

Πάνω στην ώρα που ετοιμάζεται να παντρευτεί έναν κοινωνικά φιλόδοξο μπίζνεσμαν, η Τρέισι Λορντ δέχεται την επίσκεψη του πρώην συζύγου της, ο οποίος την αγαπά ακόμα. Παράλληλα, δύο δημοσιογράφοι ενός κίτρινου εντύπου εκβιάζουν την οικογένεια της Τρέισι, απειλώντας να αποκαλύψουν τις εξω-οικογενειακές δράσεις του πατέρα της. Ο όρος τους; Να παραστούν στον γάμο. Οι επόμενες ημέρες θα ανατρέψουν τα πάντα, φέρνοντας αλήθειες στο φως και βοηθώντας την Τρέισι να καταλάβει ποιον αγαπά στα αλήθεια.

Ριμέικ της κλασικής σκρούμπολ ρομαντικής κομεντί “Philadelphia Story” του Τζορτζ Κιούκορ από το 1940, το φιλμ του Τσαρλς Γουόλτερς δεν διαθέτει ούτε τον ακαταμάχητο ρυθμό ούτε την σπιρτόζικη διάθεση και αιχμηρή κοινωνική σάτιρα που έκανε το ορίτζιναλ ένα αληθινά κλασικό του είδους του. Όχι πως δεν έχει καμία γοητεία φυσικά – μόνο και μόνο το καστ, με την Γκρέις Κέλι να πλαισιώνεται από θρυλικά ονόματα επιπέδου Φρανκ Σινάτρα και Μπινγκ Κρόσμπι, και ένα σάουντρακ στο οποίο συναντάμε και τον Λούις Άρμστρονγκ, θα αρκούσε. Υπάρχει οπωσδήποτε κάτι το γοητευτικό εδώ, έστω και με έναν τρόπο αισθητά πιο συμβατικό από το προ 16ετίας φιλμ. Η “Υψηλή Κοινωνία” σίγουρα δεν κινείται με τον τρόπο που το κάνει η ταινία του Κιούκορ, αλλά τα χρώματα κι οι μουσικές του, το θερινό το αξίζουν.

Κυκλοφορούν ακόμη

Μόνοι στη Νέα Υόρκη: Νέα Υόρκη, Αεροδρόμιο JFK. Η Ντακότα Τζόνσον μπαίνει στο πίσω κάθισμα ενός ταξί, ενώ μπροστά στο τιμόνι βρίσκεται ο Σον Πεν, ένας ταξιτζής που κάνει αυτή τη δουλειά για πάνω από 20 χρόνια. Η διαδρομή ξεκινάει και καθώς οι δυο τους κατευθύνονται τη νύχτα προς το Μανχάταν, ξεκινούν την πιο απροσδόκητη συζήτηση.

Τύχη να σου Πετύχει: 1 πιθανότητα στα 19 εκατομμύρια. Πιο πιθανό είναι να σε χτυπήσει μετεωρίτης παρά να κερδίσεις το λόττο. Για τους τυχερούς νικητές της ταινίας, το όνειρο μεταμορφώνεται γρήγορα σε έναν εκρηκτικό και ξεκαρδιστικό εφιάλτη. Γαλλικη κομεντί.

Doraemon the Movie: Nobita’s Earth Symphony: Η μουσική είναι μέρος της καθημερινότητας μας, αλλά τι θα συνέβαινε αν εξαφανιζόταν; O Doraemon, ο Νόμπιτα και οι φίλοι τους ξεκινούν μια νέα περιπέτεια για να επαναφέρουν τη μουσική και να σώσουν τον κόσμο. Περιπέτεια anime.

Ροή Ειδήσεων

Περισσότερα