Δικαιοσύνη: Ανεξαρτησία και χειραγώγηση

Διαβάζεται σε 4'
Δικαιοσύνη (Φωτογραφία αρχείου)
Δικαιοσύνη (Φωτογραφία αρχείου) ISTOCK

Στις υποθέσεις της Novartis και των υποκλοπών οι δικαιοκρατικοί όροι όχι απλώς παραμερίστηκαν, αλλά καταπατήθηκαν βάναυσα από την κυβέρνηση.

Ο κυρίαρχος λαός, με σάρκα και οστά αλλά και ως ύψιστο υποκείμενο του ελληνικού Συντάγματος, πρέπει να εμπιστεύεται τη Δικαιοσύνη του. Αλλιώς το πολίτευμα, η Δημοκρατία, το κράτος δικαίου κλονίζονται.

Εύκολα λέγονται τα παραπάνω, αλλά η εμπιστοσύνη δύσκολα κτίζεται και εξίσου δύσκολα διατηρείται. Διαχρονικά: Ιδρυτικό ορόσημο είχε στα χρόνια της κλασικής Δημοκρατίας την Ορέστεια του Αισχύλου. Με αίμα κατακτήθηκε μετά το 1821, όταν οι δικαστές αγωνίστηκαν για να πείσουν τους πολίτες να ξεχάσουν βεντέτες και άλλες αυτοδικίες και να εμπιστευθούν στη δικαστική έδρα το δίκιο τους. Όταν ο Τερτσέτης και ο Πολυζωίδης έγιναν σύμβολα για τις επόμενες γενιές.

Καθώς οι νόμοι και η δικαστική εφαρμογή τους αποτελούν ένα σύστημα περίπλοκο που ο μέσος πολίτης δεν γνωρίζει, η εμπιστοσύνη του πληθυσμού κερδίζεται με την ευρύτερη γνώση σπουδαίων ή κακών στιγμών της δικαιοσύνης που αποτυπώνονται στην ιστορία. Κορυφαία στιγμή στη νεότερη εποχή η δίκη Λαμπράκη, που έμεινε στη συλλογική μνήμη όπως και τα ονόματα Σαρτζετάκης και Δελαπόρτας. Δεν είναι λίγες οι περιπτώσεις βέβαια όπου η δικαστική γενναιοφροσύνη μένει περίπου άγνωστη. Ένας νέος και άσημος πρωτοδίκης στα χρόνια της δικτατορίας, ο Ν. Γεωργίλης που πολλά χρόνια αργότερα έγινε Αντιπρόεδρος του Αρείου Πάγου, είχε ορθώσει το ανάστημά του δικάζοντας ένα διαδικαστικό θέμα αρμοδιότητας και κρίνοντας άκυρο ένα διάταγμα του δικτατορικού καθεστώτος, ακριβώς τότε όταν εξορίες, βασανισμοί και θανατικές ποινές ακόμη απειλούσαν τους μη συμμορφούμενους προς τις υποδείξεις. Ας προστεθούν εδώ και πάμπολλες άλλες περιπτώσεις δικαστικής ευθυδικίας, που γίνονται γνωστές μόνο σε στενό κύκλο εμπλεκομένων.

Η εικόνα όμως της δικαιοσύνης στα τελευταία χρόνια έχει τραυματιστεί σοβαρά σε δίκες επίσης πανελλήνια γνωστές και με πολιτικό ενδιαφέρον. Από τα πολλά παραδείγματα ξεχωρίζουν οπωσδήποτε τα πρόσφατα της υπόθεσης Novartis και των υποκλοπών. Είναι ανάγλυφος ο τρόπος με τον οποίο στις δυο υποθέσεις η εμπιστοσύνη κλονίστηκε. Ο τρόπος αυτός, κοινός παρονομαστής στις σχετικές υποθέσεις, μπορεί απλά να ονομάζεται τέχνασμα ή – πολύ διαφορετικά αλλά εξίσου αξιόπιστα- παράκαμψη των θεμελίων του κράτους δικαίου. Δυο λόγια παρακάτω, με συντομία και ευκρίνεια κατά δύναμη.

Στις υποθέσεις οικονομικής διαφθοράς που ενδιαφέρουν πολιτικά, συνήθως η έκβαση εξαρτάται από τις αποδείξεις. Πραγματικά ζητήματα, όπως «τί έγινε», «τί – ποιός ήθελε», κρίνουν τελικά τον ένοχο ή τον αθώο. Ο δικαστής εκτιμά τις αποδείξεις κατά συνείδηση, ή όπως λέγεται τεχνικά κατά διακριτική εξουσία. Αυτή η διακριτική εξουσία όμως με άλλο όρο αλλά κατά κυριολεξία αποτελεί και ένα ανεξέλεγκτο πεδίο.

Με ένα πολύ γνωστό παράδειγμα: Στην υπόθεση Novartis σε λογαριασμούς καταθέσεων βρέθηκαν κονδύλια που χαρακτηρίστηκαν «αδιευκρίνιστες καταθέσεις». Ο κρίνων θα μπορούσε να διαγνώσει άλλα χαρακτηριστικά ή προθέσεις και να συσχετίσει τα αδιευκρίνιστα κονδύλια ως ενδείξεις με νομιμοποίηση παράνομων εσόδων. Δεν το έκανε και δεν μπορεί να ελεγχθεί γι’ αυτό, στο όνομα της ανεξαρτησίας.

Όμως η δικαστική ανεξαρτησία δεν θεσπίστηκε ως ανεξαρτησία από τον κυρίαρχο λαό. Αποτελεί ασπίδα απέναντι στις πιέσεις ισχυρών εξουσιών και κατεξοχήν της κυβέρνησης. Γι΄ αυτό η έννομη τάξη θεσπίζει αντίβαρα και κατοχυρώνει τη δικαστική κρίση ουσίας μόνο μέσα στο πλαίσιο των εγγυήσεων του κράτους δικαίου: Δημοσιότητα δίκης, αιτιολογία στο μέγιστο δυνατό βαθμό, πλαισίωση με τεχνικές (δικανικές πάντως) κρίσεις ανεξάρτητων αρχών ή κοινοβουλευτικών επιτροπών κλπ.

Στις υποθέσεις λοιπόν της Novartis και των υποκλοπών οι δικαιοκρατικοί όροι όχι απλώς παραμερίστηκαν, αλλά καταπατήθηκαν βάναυσα από την κυβέρνηση. Ενώ η δικαστική διερεύνηση διαρκούσε, ο Πρωθυπουργός και Υπουργοί προεξοφλούσαν το αποτέλεσμά της με δηλώσεις (ευθύνες πολιτικών δεν υπάρχουν, ανθρώπινο λάθος κλπ) ή ασκούσαν μηνύσεις σε εισαγγελείς που ασκούσαν το καθήκον τους σε σχετικές υποθέσεις. Επίσης, έδειχναν τις επιθυμίες τους προσπαθώντας άμεσα ή έμμεσα να εξουετρώσουν τη λειτουργία της αρμόδιας Ανεξάρτητης Αρχής. Έδειχναν δηλαδή με κραυγαλέες υποδείξεις ποια ακριβώς έκβαση επιθυμεί η κυβέρνηση (η οποία κατά το Σύνταγμα αξιολογεί και προάγει τους ανώτατους δικαστικούς λειτουργούς) προκειμένου να είναι ικανοποιημένη από τη δικαιοσύνη.

Αυτή η δυστυχώς καθαρή εικόνα δεν μαρτυρά ανεξαρτησία, ούτε γεννά οποιαδήποτε εμπιστοσύνη στον κόσμο. Θεσμικά, δεν συμβαδίζει με τις εθνικές και τις διεθνείς εγγυήσεις του κράτους δικαίου, δεν οδηγεί σε δίκαια δίκη. Η έννομη τάξη δεν μπορεί να ερευνήσει αν ένας δικαστής επηρεάστηκε ενδόμυχα από τις κυβερνητικές προεξοφλήσεις – υποδείξεις. Αρκείται να διαπιστώσει την έλλειψη εγγυήσεων και την άσκηση της πίεσης για να καταλάβει την αδικία. Με δυο λόγια, η έννομη τάξη, ο κυρίαρχος λαός, γνωρίζουν να διακρίνουν την ανεξαρτησία κρίσης από την αυθαιρεσία και τη χειραγώγηση.

Ροή Ειδήσεων

Περισσότερα