Τράπεζες: Μειώσεις επιτοκίων και προσφορές για να τονωθούν τα στεγαστικά
Διαβάζεται σε 4'Οι τράπεζες λανσάρουν προνομιακά δανειακά προγράμματα με ενέχυρο μετρητά, τα οποία εξασφαλίζουν σε όσους τα επιλέγουν πολύ χαμηλό κόστος. Γιατί αναμένουν αύξηση της πιστωτικής επέκτασης.
- 19 Αυγούστου 2024 06:06
Νέα «όπλα» στην προσπάθεια τους να τονώσουν την ζήτηση για στεγαστικά δάνεια, ρίχνουν στην αγορά τα εγχώρια πιστωτικά ιδρύματα, καθώς οι διοικήσεις τους εκτιμούν ότι οι φιλόδοξοι στόχοι πιστωτικής επέκτασης που έχουν θέσει για τα επόμενα χρόνια, δεν μπορεί να είναι επιτεύξιμοι μόνο με την συμβολή των επιχειρηματικών δανείων.
Μεγάλος σύμμαχός τους σε αυτή την προσπάθεια είναι η αναμενόμενη υποχώρηση των επιτοκίων, λόγω της χαλάρωσης της νομισματικής πολιτικής από την ΕΚΤ τους επόμενους μήνες και κυρίως το 2025, χωρίς ωστόσο αυτό να σημαίνει ότι μέχρι τότε τα εγχώρια πιστωτικά ιδρύματα θα παραμείνουν αδρανή.
Τα νέα όπλα
Αντιθέτως τους τελευταίους μήνες προχωρούν συνεχώς σε μειώσεις των επιτοκίων που προσφέρουν στα δάνεια, τόσο στα στεγαστικά όσο και στα καταναλωτικά. Μάλιστα οι προσφορές τους προβλέπουν επίσης απαλλαγή από τα έξοδα του αιτήματος ή και επιβράβευση μέσω των συστημάτων ανταμοιβής καρτών.
Παράλληλα οι τράπεζες έχουν ήδη θέσει σε εφαρμογή το σχέδιό τους για την προσέλκυση νοικοκυριών με επαρκή εισοδήματα, έχοντας βάλει στο «στόχαστρο» τους όσους από τους πελάτες τους επιμένουν να χρησιμοποιούν τις καταθέσεις τους για τη χρηματοδότηση των αναγκών τους. Προς αυτή την κατεύθυνση έχουν λανσάρει προνομιακά δανειακά προγράμματα με ενέχυρο μετρητά, τα οποία εξασφαλίζουν σε όσους τα επιλέγουν πολύ χαμηλό κόστος. Μέσω αυτών των προγραμμάτων οι δανειολήπτες, διατηρώντας ανέπαφη την κινητή τους περιουσία, λαμβάνουν πολύ φθηνή ρευστότητα από τις τράπεζες προκειμένου να την αξιοποιήσουν για οποιονδήποτε σκοπό.
Ήδη πρόσφατα συστημική τράπεζα διέθεσε στην αγορά στεγαστικό δάνειο χωρίς προσημείωση ακινήτου, αλλά με εγγύηση καταθέσεων. Το πλεονέκτημά του συγκεκριμένου προϊόντος είναι ότι τα χρήματα του δανειολήπτη κατά την περίοδο της δέσμευσής τους τοκίζονται, αποφέροντας ένα ετήσιο εισόδημα, ενώ η διαδικασία της δανειοδότησης ολοκληρώνεται ταχύτερα και με μικρότερο κόστος καθώς αποφεύγεται η προσημείωση ακινήτου. Ουσιαστικά με το συγκεκριμένο δάνειο καλύπτεται ένα σημαντικό ποσοστό του κόστους χρηματοδότησης την ώρα που η συνολική περιουσία του πελάτη αυξάνεται. Παράλληλα, οι τράπεζες έχουν λανσάρει προνομιακά προγράμματα και στην καταναλωτική πίστη με εξασφάλιση μετρητά ή ακίνητα. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί η πρόσφατη δημιουργία ενός νέου δανείου από μεγάλη τράπεζα με σταθερό επιτόκιο 4,5% για το σύνολο της διάρκειας εξόφλησης για ποσά έως 100.000 ευρώ.
Γιατί θα αυξηθεί η ζήτηση
Όπως εξηγεί υψηλόβαθμη τραπεζική πηγή «οι δείκτες ρευστότητας και κεφαλαίου που διαθέτουν τα εγχώρια πιστωτικά ιδρύματα, τουλάχιστον έτσι όπως αποτυπώθηκαν στα πρόσφατα οικονομικά αποτελέσματα του εξαμήνου, επιτρέπουν το περαιτέρω άνοιγμα της κάνουλας των χορηγήσεων προς την πραγματική οικονομία, η οποία όπως έχει τονιστεί κατ’ επανάληψη, προς το παρόν έχει επιτευχθεί μόνον στην επιχειρηματική πίστη. Δεν χωράει αμφιβολία, συμπληρώνει η ίδια πηγή, ότι πρώτη γραμμή της ζήτησης για νέα δάνεια θα εξακολουθούν να βρίσκονται οι επιχειρήσεις, ωστόσο είναι απολύτως απαραίτητη και η ενίσχυση των στεγαστικών και καταναλωτικών χορηγήσεων, για να επιτευχθούν οι στόχοι των business plans που έχουν ανακοινωθεί στους επενδυτές για την περίοδο 2024 – 2026.
Oι εκταμιεύσεις στεγαστικών και καταναλωτικών δανείων παραμένουν σε χαμηλά επίπεδα σε σχέση με την περίοδο υπερανάπτυξης του τομέα κατά τη δεκαετία του 2000, γεγονός που οφείλεται τόσο στα αυστηρότερα πιστοληπτικά κριτήρια που χρησιμοποιούνται πλέον κατά την αξιολόγηση των ενδιαφερόμενων, όσο και στη χαμηλή ζήτηση από τα νοικοκυριά.
Η συγκεκριμένη αγορά δανείων βρίσκεται στο ψυγείο από το 2022 λόγω της αυστηροποίησης της νομισματικής πολιτικής και της ανόδου των επιτοκίων στα υψηλότερα επίπεδα από τη δημιουργία της Ευρωζώνης.
Ωστόσο, η κυρίαρχη εκτίμηση αναμένει αντιστροφή της εικόνας λόγω της διατήρησης των ρυθμών ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας πάνω από το 2%, αλλά και της αποκλιμάκωσης του κόστους χρήματος. Οι τράπεζες από την πλευρά τους εκτιμούν ότι η μείωση των παρεμβατικών δεικτών της ΕΚΤ, και η περαιτέρω βελτίωση της βαθμολογίας των ελληνικών τραπεζών από τους διεθνείς οίκους αξιολόγησης, θα επιτρέψει την παροχή φθηνότερων πιστώσεων προς την πραγματική οικονομία».