Μια χώρα στον αυτόματο πιλότο της εγκατάλειψης

Διαβάζεται σε 3'
Επόμενη μέρα της φωτιάς της Ανατολικής Αττικής
Επόμενη μέρα της φωτιάς της Ανατολικής Αττικής SOOC Nick Paleologos

Ο Ορέστης Χατζηγιαννάκης, Υπ. Διδάκτορας Πολιτικής Επιστήμης στο ΕΚΠΑ, γράφει στο NEWS 24/7 για τη διαχρονική ανυπαρξία του κρατικού μηχανισμού στην Ελλάδα.

Ξεκίνησε από την περασμένη Κυριακή, και φέτος το καλοκαίρι, η καινούργια στρατηγική της ελληνικής Πολιτείας υπέρ του brain drain, της φυγής, δηλαδή, των νέων ανθρώπων για να ζήσουν στο εξωτερικό. Ο τίτλος της εν λόγω πρωτοβουλίας είναι “αφήνουμε μαύρη πέτρα πίσω μας” και σκοπός της είναι η ενίσχυση των ήδη -τυχερών- 1.079.992 ανθρώπων που έφυγαν από το 2010 έως το 2022 από την χώρα.

Όσο troll και τραγική ειρωνεία είναι και ακούγεται το παραπάνω πρώτο σκέλος της πρότασης (καθώς ο αριθμός των όσων εγκατέλειψαν την χώρα είναι πραγματικός), τόση αλήθεια υποκρύπτει μέσα της. Στην πραγματικότητα με αυτά που συμβαίνουν τα τελευταία χρόνια, αλλά ειδικά από την Κυριακή και την τεράστια φωτιά που έφτασε μέχρι το Χαλάνδρι, είναι σαν να υποδηλώνεται ότι στην Ελλάδα δεν σώζεται τίποτα πια.

Βλέποντας τις φωτιές από τον Βαρνάβα να φτάνουν στο Χαλάνδρι, βλέποντας να απανθρακώνεται μια γυναίκα, να καίγονται σπίτια και επιχειρήσεις στον αστικό ιστό, να γίνονται στάχτη 100.000 στρέμματα, ζώα, σχολεία, γυμναστήριο, να εξαϋλώνεται ό,τι δεν σώζεται με το σωτήριο, αλλά μοναδικό μηχανισμό αντιμετώπισης, αυτόν του 112, αναρωτιέται κανείς και καμία, αν αξίζει πια να ζει στην Ελλάδα.

Είναι τέτοιο, όμως, το ξεχαρβάλωμα και η διαχρονική ανυπαρξία του κρατικού μηχανισμού που πλέον όχι μόνο δεν αξίζει να ζει εδώ, αλλά θα πρέπει κιόλας να σκεφτεί αν θα γυρίζει για διακοπές με όλα αυτά που συμβαίνουν. Η αποσάθρωση του κράτους είναι γενική. Σε κάθε τομέα η κατάσταση της χώρας είναι τραγική. Από το σιδηροδρομικό δίκτυο και την πολιτική προστασία, μέχρι, ίσως τα πιο ασήμαντα, αυτά που δεν είναι ζωής και θανάτου, όπως η ακρίβεια. Η ειμαρμένη της Ελλάδας αποφασίζει για όλα, καθώς, όπως φαίνεται, από τύχη ζούμε. Είναι λες και η χώρα βρίσκεται σε αυτόματο πιλότο και περιμένει την επόμενη καταιγίδα, χωρίς να μπορεί να αντιδράσει και να αντιμετωπίσει τίποτα. Καλοκαίρι πυρκαγιές, χειμώνα χιόνια, φθινόπωρο πλημμύρες και άνοιξη, αν δεν έχει ακραία φαινόμενα, κάποιο σιδηροδρομικό δυστύχημα.

Είναι τόσο λυπηρό και εξοργιστικό, συνάμα, αυτό που συμβαίνει πια, που δεν υπάρχουν λόγια να το εκφράσεις. Μόνο απογοήτευση, θλίψη, θυμός και αγανάκτηση. Να ακούς άλλο ένα καλοκαίρι τα μεγαλόστομα «ΘΑ» και τον επόμενο χρόνο να σε πιάνει η ψυχή σου με αυτά που βλέπεις. Να ρωτάς κάθε, μα κάθε καλοκαίρι, φίλους, γνωστούς και συγγενείς αν είναι εντάξει με την πυρκαγιά που ξέσπασε στον τόπο τους και να εύχεσαι να μη βρεθείς στη θέση τους. Να μη βρεθείς, δηλαδή, να πρέπει να φύγεις από το σπίτι σου, να κλαίνε τα παιδιά σου, να μη ξέρεις που να πας, ή, αντίστοιχα, να μη βρεθείς να είσαι διακοπές και να είναι 50-50 αν θα βρεις κάπου να μείνεις όταν γυρίσεις.

Σε μόλις λίγες ώρες χάθηκε το αύριο ανθρώπων που έστησαν τη ζωή τους, το σπίτι και την επιχείρησή τους, στα προάστια της Αθήνας, λίγα μόλις χιλιόμετρα από την Πλατεία Συντάγματος. Εκεί που δεν υπήρχε περίπτωση να έρθει η πυρκαγιά, στον αστικό ιστό των βορείων προαστίων. Στην Ελλάδα, όμως, όλα είναι πιθανά.

Μέχρι πότε, όμως, δεν θα αφήσουμε μια και καλή τη μαύρη, καμένη πέτρα πίσω μας και θα έχουμε το κουράγιο να ζούμε εδώ παίζοντας με τις πιθανότητες;

*Ο Ορέστης Χατζηγιαννάκης είναι Υπ. Διδάκτορας Πολιτικής Επιστήμης ΕΚΠΑ

Ροή Ειδήσεων

Περισσότερα