Ο ρομαντικός dark crooner Luke Elliot και πάλι στην Ελλάδα
Διαβάζεται σε 5'Ένας παλιός φίλος, ο Luke Elliot, έρχεται στην Αθήνα για το πρώτο του προσωπικό live.
- 26 Αυγούστου 2024 13:18
Στην Ελλάδα, γνωρίσαμε τον Luke Elliot για πρώτη φορά από το ραδιόφωνο να τραγουδά μαζί με τον Sivert Hoyem το Somebody’s Man. Μια εντυπωσιακή αρχή για μια δυνατή φιλία!
Πρωτοήρθε στα μέρη μας, τον Απρίλιο του 2019, όταν άνοιξε τις συναυλίες των Madrugada στις τρεις αξέχαστες sold out συναυλίες τους στην Αθήνα και τη Θεσσαλονίκη.
Aυτός ο σκοτεινός και ταυτόχρονα ρομαντικός crooner, έρχεται και πάλι στην Ελλάδα, το Σάββατο 9 Νοεμβρίου στο Gazarte Roof Stage νοσταλγός ταξιδευτής, υπακούοντας στις προσωπικές του σειρήνες που τον καλούν να επιστρέψει για μια μοναδική συναυλία.
Ο ίδιος δηλώνει ενθουσιασμένος και καλεί από την πλευρά του τις άλλες Σειρήνες, τις ομηρικές μάγισσες, να μην τον εμποδίσουν να φτάσει στην Ιθάκη του: «Ελλάδα, επιτέλους συμβαίνει! Ένα από τα αγαπημένα μου μέρη στη γη. Πέρασε πολύς καιρός και είμαστε ενθουσιασμένοι! Να είστε καλές μαζί μου, γλυκές Σειρήνες. Είθε τα τραγούδια σας να μην με παρασύρουν μαγεμένο στα βράχια. Σύντομα θα ανακοινωθούν special guests».
Η φωνή του είναι η φωνή ενός άνδρα ώριμου, έμπειρου, που δεν έχασε την ευαισθησία και την αισθαντικότητά του. Η μουσικότητά της είναι σύγχρονη, κομψή, «γήινη» ενώ οι στίχοι του είναι ποιητικοί, γεμάτοι συναισθηματικότητα, αφηγούνται ιστορίες που στοιχειώνουν. Οι κριτικοί συγκρίνουν τον Luke Elliot με είδωλα της folk και rock μουσικής, σαν τους Hank Williams, Big Joe Turner, Jerry Lee Lewis , Bob Dylan, Elmore James, PJ Harvey, Nick Cave, ακόμα και Tom Waits.
Μουσικά, ένας εκλεκτικός συνδυασμός επιρροών ρέει στις φλέβες του Elliot που ξεκινούν από τον John Coltrane, τον Duke Ellington και τον Dylan και φτάνουν μέχρι τους Cramps, τους Gun Club και τον Mink DeVille, και από τα spaghetti western μέχρι την αιχμηρή νεό-noir αισθητική των Badlands, Pulp Fiction, Natural Born Killers.
Luke Elliot – Από το Lower East Manhattan στη φθινοπωρινή Αθήνα!
Ο Luke Elliot γεννήθηκε και μεγάλωσε στο Νιου Τζέρσεϋ (ΗΠΑ), αλλά, ως καλλιτέχνης, ενηλικιώθηκε ανάμεσα στις τρεις πολιτείες της Νέας Υόρκης, Κονέκτικατ και Νιου Τζέρσεϊ και πλέον κατοικεί στη Νορβηγία.
Η καλλιτεχνική του διαδρομή ξεκίνησε με τον παλιό, κλασικό τρόπο – παίζοντας σε μικρά μπαρ στο Lower East Manhattan και συνέχισε σε μερικά από τα πιο θρυλικά κλαμπ της χώρας του, όπως το Mercury Lounge και το Webster Hall της Νέας Υόρκης και το World Café Live στη Φιλαδέλφεια. Εκεί τράβηξε την προσοχή του σκηνοθέτη Paul Cantagallo, ο οποίος του ζήτησε να γράψει τη μουσική για την ταινία του, Benny the Bum, που κέρδισε το βραβείο Best Local Film στο Philadelphia Independent Film Festival το 2012.
Ωστόσο, η καριέρα του θα μπει σε ανοδική τροχιά όταν θα συναντήσει έναν ιδιοφυή Νορβηγό δημοσιογράφο. Έτσι, ο γεννημένος στο Νιου Τζέρσεϋ Elliot, που ποτέ δεν είχε βγει από τη χώρα του – δε διέθετε ούτε καν διαβατήριο – βρέθηκε να περιοδεύει στην Ευρώπη. Ερωτεύτηκε τη βόρεια Ευρώπη και η βόρεια Ευρώπη ερωτεύτηκε αυτόν.
Το πάθος που εκπέμπει ο Luke Elliot στις ζωντανές εμφανίσεις του, είναι ο βασικός λόγος για τις sold-out συναυλίες του σε όλη την Ευρώπη.
Σε συνέντευξη που έδωσε στο NEWS 24/7 ο Elliot μας είχε μιλήσει για τον Sivert Hoyem: “Είχαμε τον ίδιο παραγωγό για τα πρώτα άλμπουμ μας, πιστεύω είχε ακούσει όσα έκανα και του άρεσαν πολύ και μου ζήτησε να κάνω μια περιοδεία μαζί του. Αφού το κάναμε και αυτό, του ζήτησα να τραγουδήσει ένα κομμάτι που έγραψα, και το έκανε. Μετά μου ζήτησε να έρθω στην Ελλάδα, το έκανα. Είμαστε φίλοι. Και είμαι πολύ φίλος με τον Frode Jacobsen των Madrugada, που έγραψε μαζί μου μέρος της μουσικής σε αυτόν τον δίσκο.”
Mε τον Sivert μοιράστηκαν ένα τραγούδι στο πλαίσιο του δεύτερο άλμπουμ, “The Big Wind”, που κυκλοφόρησε το 2020 και ανακαλεί στη μνήμη μας τη νουάρ αισθητική των τραγουδιών, πιο σωστά των ποιημάτων, του Tom Waits και του Nick Cave. Το «Somebody’s Man» είναι ένας διάλογος μεταξύ δύο ανδρών, μεταξύ δύο φίλων που συνομιλούν μουσικά μεταξύ τους – ένας ύμνος στην αγάπη και τον αποχαιρετισμό. Σε αυτό το τραγούδι ο Luke Elliot πειραματίστηκε για πρώτη φορά με τα βαρύτονα φωνητικά. Και του άρεσε.
Μια εύθραυστη ισορροπία χαρακτηρίζει τη ζωή και την τέχνη του Luke Elliot. Μια λεπτή ισορροπία ανάμεσα στην καταιγίδα και τη νηνεμία, ταραχώδης και τρυφερή, μια επική περιπέτεια με τον ίδιο να συνθέτει τα επεισόδιά της με ταλέντο και φαντασία. Αλλά και με βαθιά γνώση της μουσικής παράδοσης. Ένας συνειδητός και ώριμος καλλιτέχνης… στη φθινοπωρινή Αθήνα!