Γιατί οι περισσότερες πολιτικές για το κλίμα αποτυγχάνουν και τι μπορούμε να κάνουμε γι’ αυτό

Διαβάζεται σε 9'
Κλιματική κρίση
Κλιματική κρίση istock

Η αποτελεσματική δράση για το κλίμα δεν αφορά μόνο τη δημιουργία νέων πολιτικών αλλά και τη βελτίωση και την αναβάθμιση των υπαρχουσών.

Η κλιματική κρίση είναι μια από τις πιο πιεστικές προκλήσεις της εποχής μας αλλά παρά τις προσπάθειες των τελευταίων 20+ ετών, οι περισσότερες πολιτικές για το κλίμα δεν έχουν καταφέρει να επιτύχουν τις σημαντικές μειώσεις εκπομπών ρύπων που απαιτούνται για να αποτραπούν οι αρνητικές επιπτώσεις της υπερθέρμανσης του πλανήτη. Μια πρόσφατη μελέτη που δημοσιεύθηκε στο επιστημονικό περιοδικό Science αποκαλύπτει αυτή την ανησυχητική πραγματικότητα, δείχνοντας ότι ενώ κάποιες πολιτικές έχουν οδηγήσει σε μείωση των εκπομπών CO2, η συντριπτική πλειονότητα δεν το έχει επιτύχει.

Η σκληρή πραγματικότητα: Οι περισσότερες πολιτικές για το κλίμα δεν λειτουργούν

Σύμφωνα με τη μελέτη του Science, η οποία αξιολόγησε περίπου 1500 πολιτικές για το κλίμα που εφαρμόστηκαν σε 41 χώρες από το 1998 έως το 2022, μόνο ένα μικρό ποσοστό αυτών των πολιτικών οδήγησε σε σημαντικές μειώσεις των εκπομπών CO2. Η έρευνα εντόπισε μόλις 63 περιπτώσεις όπου οι πολιτικές παρεμβάσεις μείωσαν αποτελεσματικά τις εκπομπές CO2 μεταξύ 0,6 και 1,8 δισεκατομμύρια μετρικών τόνων. Για να κατανοήσουμε το μέγεθος, οι παγκόσμιες εκπομπές CO2 το 2019 ήταν περίπου 36,4 δισεκατομμύρια μετρικοί τόνοι, πράγμα που σημαίνει ότι ακόμα και οι πιο επιτυχημένες πολιτικές έχουν κάνει μόνο μια μικρή διαφορά στο συνολικό πρόβλημα.

Ο Dr. Nicholas Koch, ένας από τους επικεφαλής ερευνητές στο Ερευνητικό Ινστιτούτο Mercator για τις Παγκόσμιες Κοινότητες και την Κλιματική Αλλαγή, υπογράμμισε αυτό το σημείο σε σχετικό άρθρο του New Scientist: «Έχουμε πολλές πολιτικές που δεν έχουν οδηγήσει σε μεγάλες μειώσεις εκπομπών. Περισσότερες πολιτικές δεν ισοδυναμούν απαραίτητα με καλύτερα αποτελέσματα». Αυτή η “ωμή” διαπίστωση αναδεικνύει το χάσμα μεταξύ των προθέσεων των πολιτικών και των πραγματικών τους αποτελεσμάτων, ένα χάσμα που χρειάζεται επειγόντως προσοχή εάν θέλουμε να αποφύγουμε τις καταστροφικές συνέπειες της κλιματικής κρίσης.

Στο άρθρο του New Scientist επισημαίνεται ότι οι περισσότερες πολιτικές για το κλίμα είναι υπερβολικά στενά στοχευμένες για να επιτύχουν αλλαγές μεγάλης κλίμακας. Για παράδειγμα, ενώ οι επιδοτήσεις για ηλεκτρικά οχήματα είναι καλοπροαίρετες, έχουν περιορισμένη επίδραση επειδή η πλειονότητα των οχημάτων στους δρόμους εξακολουθεί να είναι βενζινοκίνητα. Αυτό αντανακλά ένα ευρύτερο πρόβλημα με τις πολιτικές για το κλίμα: συχνά αντιμετωπίζουν τα συμπτώματα αντί για τις βαθύτερες αιτίες και στερούνται της ευρείας κλίμακας που απαιτείται για να προκαλέσουν σημαντική αλλαγή. Σύμφωνα με τον Dr. Koch «αυτό που παρατηρούμε είναι ότι τα εργαλεία πολιτικής που χρησιμοποιούνται συχνότερα, δηλαδή οι επιδοτήσεις και οι κανονισμοί, δεν επαρκούν από μόνα τους. Μόνο σε συνδυασμό με εργαλεία βασισμένα στις τιμές –όπως οι τιμές άνθρακα, οι ενεργειακοί φόροι– μπορούν να οδηγήσουν σε σημαντικές μειώσεις εκπομπών».

Η δύναμη των συνδυαστικών πολιτικών

Ένα από τα βασικά συμπεράσματα της μελέτης του Science είναι η σημασία των συνδυαστικών πολιτικών, δηλαδή των συνδυασμών διαφόρων εργαλείων που δημιουργούν συνέργειες για να ενισχύσουν την συνολική αποτελεσματικότητά τους. Η μελέτη στο Science διαπίστωσε ότι οι πολιτικές που συνδυάζουν κανονισμούς, επιδοτήσεις και μηχανισμούς τιμολόγησης συχνά οδηγούν σε μεγαλύτερες μειώσεις εκπομπών από ό,τι τα μέτρα που εφαρμόζονται μεμονωμένα. Αυτό συμβαίνει επειδή αυτοί οι συνδυασμοί μπορούν να αντιμετωπίσουν πολλαπλές όψεις της αποτυχίας της αγοράς, να ενισχύσουν η μία την άλλη και να δημιουργήσουν μια πιο ολοκληρωμένη προσέγγιση για τη μείωση των εκπομπών.

Για παράδειγμα, οι πλήρεις απαγορεύσεις του άνθρακα, που μπορεί να φαίνονται δραστικές, αποδεικνύονται αποτελεσματικές μόνο όταν συνδυάζονται με άλλα υποστηρικτικά μέτρα όπως οι επιδοτήσεις για ανανεώσιμες πηγές ενέργειας ή αυστηρά πρότυπα εκπομπών. Αυτό υπογραμμίζει την πολυπλοκότητα του σχεδιασμού πολιτικής για το κλίμα, όπου κανένα εργαλείο από μόνο του δεν μπορεί να είναι το “μαγικό ραβδί”.

Η Dr. Annika Stechemesser, συν-συγγραφέας της μελέτης του Science, τόνισε αυτό το σημείο σημειώνοντας σε σχετικό δελτίο τύπου: «Η έρευνά μας δείχνει ότι οι πιο αποτελεσματικές πολιτικές είναι εκείνες που δεν εφαρμόζονται μεμονωμένα αλλά ως μέρος ενός καλά σχεδιασμένου μείγματος πολιτικών. Αυτοί οι συνδυασμοί μπορούν να δημιουργήσουν συνέργειες που ενισχύουν σημαντικά τον συνολικό αντίκτυπο των πολιτικών για το κλίμα».

Η μελέτη παρέχει ισχυρά αποδεικτικά στοιχεία ότι όταν διαφορετικοί τύποι πολιτικών συνδυάζονται με προσοχή, μπορούν να συμπληρώσουν και να ενισχύσουν η μία την άλλη, οδηγώντας σε μεγαλύτερες μειώσεις εκπομπών. Για παράδειγμα, η έρευνα έδειξε ότι στον τομέα της ηλεκτρικής ενέργειας, οι συνδυασμοί που περιλαμβάνουν στοιχεία τιμολόγησης, όπως οι φόροι άνθρακα ή τα συστήματα εμπορίας εκπομπών, ήταν πολύ πιο αποτελεσματικοί στη μείωση των εκπομπών από εκείνους που δεν τα περιλάμβαναν.

Οι στρατηγικές ανά τομέα και αγορά είναι κρίσιμες

Η μελέτη του Science τονίζει, επίσης, ότι η αποτελεσματικότητα των πολιτικών για το κλίμα διαφέρει σημαντικά μεταξύ των διαφόρων τομέων και χωρών. Στις ανεπτυγμένες χώρες, για παράδειγμα, οι μηχανισμοί τιμολόγησης, όπως οι φόροι άνθρακα, έχουν αποδειχθεί ιδιαίτερα αποτελεσματικοί στη μείωση των εκπομπών σε τομείς που κυριαρχούνται από κερδοσκοπικές δραστηριότητες, όπως η ηλεκτρική ενέργεια και η βιομηχανία. Η μελέτη διαπίστωσε ότι η τιμολόγηση του άνθρακα, όταν εφαρμόζεται σε αυτούς τους τομείς, μπορεί να επιτύχει μείωση των εκπομπών έως και 26% στην ηλεκτρική ενέργεια και 18,4% στη βιομηχανία.

Ωστόσο, αυτά τα ίδια εργαλεία ήταν λιγότερο επιτυχημένα στις αναπτυσσόμενες οικονομίες, όπου οι ρυθμιστικές προσεγγίσεις και οι επιδοτήσεις είχαν μεγαλύτερο αντίκτυπο, ιδιαίτερα στους τομείς της βιομηχανίας και των κτιρίων. Αυτό οφείλεται εν μέρει στις διαφορετικές οικονομικές δομές και στα επίπεδα φιλελευθεροποίησης των αγορών σε αυτές τις οικονομίες. Για παράδειγμα, στην Κίνα, μια σημαντική μείωση των βιομηχανικών εκπομπών συνδέθηκε με έναν συνδυασμό τιμολόγησης άνθρακα, μείωσης επιδοτήσεων ορυκτών καυσίμων και μηχανισμών χρηματοδότησης για βελτιώσεις ενεργειακής απόδοσης.

Τα ευρήματα υποδεικνύουν ότι οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής πρέπει να προσαρμόζουν τις στρατηγικές τους στα συγκεκριμένα οικονομικά και κοινωνικά χαρακτηριστικά κάθε τομέα, αντί να βασίζονται σε μια ενιαία προσέγγιση. Σύμφωνα με τον Dr. Koch, «στις ανεπτυγμένες οικονομίες, ένα σημαντικό μερίδιο παρεμβάσεων σχετίζεται μόνο με την τιμολόγηση. Ωστόσο, οι επιδοτήσεις είναι το καλύτερο συμπληρωματικό εργαλείο, ειδικά σε συνδυασμό με την τιμολόγηση».

Στους τομείς που περιλαμβάνουν ιδιώτες καταναλωτές, όπως η μεταφορές και τα κτίρια, όπου η συμπεριφορά παίζει σημαντικό ρόλο, οι συνδυασμοί πολιτικών που περιλαμβάνουν κίνητρα για την υιοθέτηση καθαρότερων τεχνολογιών, όπως επιδοτήσεις για ενεργειακά αποδοτικές συσκευές ή ηλεκτρικά οχήματα, είναι πιο αποτελεσματικοί. Αυτό δείχνει ότι οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής πρέπει να επικεντρωθούν σε βέλτιστες πρακτικές, λαμβάνοντας υπόψη τις μοναδικές προκλήσεις και ευκαιρίες που παρουσιάζονται σε κάθε τομέα.

Η ανάγκη για πιο “έξυπνες” πολιτικές για το κλίμα

Τι σημαίνουν όλα αυτά για το μέλλον της πολιτικής για το κλίμα;

Πρώτον, πρέπει να απομακρυνθούμε από την προσέγγιση «όσο περισσότερο, τόσο καλύτερο» που χαρακτήρισε μεγάλο μέρος των τελευταίων δύο δεκαετιών. Αντί να προσθέτουμε συνεχώς περισσότερες πολιτικές, οι κυβερνήσεις πρέπει να επικεντρωθούν στη δημιουργία πιο “έξυπνων” και πιο στοχευμένων παρεμβάσεων που να βασίζονται σε επιστημονικά δεδομένα και να είναι προσαρμοσμένες στους συγκεκριμένους τομείς και περιοχές ενδιαφέροντος.

Δεύτερον, είναι κρίσιμο να αγκαλιάσουμε τη δύναμη των συνδυαστικών πολιτικών. Τα στοιχεία είναι σαφή: όταν διαφορετικοί τύποι πολιτικών συνδυάζονται με προσοχή, μπορούν να συμπληρώσουν και να ενισχύσουν η μία την άλλη, οδηγώντας σε μεγαλύτερες μειώσεις εκπομπών. Αυτό μπορεί να σημαίνει το συνδυασμό ρυθμιστικών μέτρων με την τιμολόγηση του άνθρακα ή την ενσωμάτωση επιδοτήσεων με αυστηρά πρότυπα εκπομπών ώστε να διασφαλιστεί η πρόοδος σε πολλαπλά επίπεδα.

Τέλος, πρέπει να αναγνωρίσουμε ότι η αποτελεσματική δράση για το κλίμα δεν αφορά μόνο τη δημιουργία νέων πολιτικών αλλά και τη βελτίωση και την αναβάθμιση των υπαρχουσών. Αυτό περιλαμβάνει την προθυμία να εγκαταλείψουμε ή να επανεξετάσουμε πολιτικές που δεν λειτουργούν και να εστιάσουμε σε εκείνες που παράγουν απτά αποτελέσματα. Σημαίνει, επίσης, ότι θα πρέπει να είμαστε ευέλικτοι και να ανταποκρινόμαστε στις μοναδικές ανάγκες των διαφόρων τομέων και περιοχών, αντί να προσπαθούμε να εφαρμόσουμε μια ενιαία λύση παντού.

Υπέρβαση των πολιτικών και πρακτικών προκλήσεων

Αν και τα δεδομένα από τη μελέτη του Science είναι ισχυρά, η εφαρμογή αυτών των συστάσεων στον πραγματικό κόσμο παρουσιάζει σημαντικές προκλήσεις. Η πολιτική για το κλίμα, καλώς ή κακώς, συν-διαμορφώνεται από πολιτικές επιλογές, οικονομικούς περιορισμούς και το ειδικό βάρος της κοινής γνώμης. Όπως επισημαίνει ο Dr. Matthew Patterson από το Πανεπιστήμιο του Μάντσεστερ στο New Scientist, «σε κάθε χώρα ή τομέα, οι πολιτικές δυναμικές θα καθορίσουν αν ένας τέτοιος συνδυασμός μπορεί να εφαρμοστεί ή όχι».

Αυτή η πραγματικότητα αναδεικνύει την ανάγκη για ισχυρή πολιτική βούληση και ηγεσία. Οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής πρέπει να είναι διατεθειμένοι να πάρουν δύσκολες αποφάσεις, ακόμα και αν αντιμετωπίσουν αντίθεση από ισχυρές ομάδες συμφερόντων ή από μερίδα της κοινής γνώμης. Για παράδειγμα, ενώ η τιμολόγηση του άνθρακα είναι ένα από τα πιο αποτελεσματικά εργαλεία για τη μείωση των εκπομπών CO2, μπορεί επίσης να είναι πολιτικά αμφιλεγόμενη, καθώς επηρεάζει άμεσα το κόστος που επωμίζονται τόσο οι καταναλωτές όσο και οι επιχειρήσεις. Ωστόσο, όπως σημείωνει η Dr. Marion Dumas από το London School of Economics, τα μακροπρόθεσμα οφέλη αυτών των πολιτικών υπερβαίνουν κατά πολύ τις βραχυπρόθεσμες προκλήσεις: «Η αξία της έρευνας είναι στην αναγνώριση αυτών των καθαρών μειώσεων εκπομπών σε συγκεκριμένους τομείς και χώρες, που μπορούν στη συνέχεια να χρησιμοποιηθούν για να επιτευχθούν πιο δραστικά αυτές οι μειώσεις σε άλλα πλαίσια».

Επιπλέον, η επιτυχία των πολιτικών για το κλίμα συχνά εξαρτάται από το ευρύτερο οικονομικό και ρυθμιστικό περιβάλλον. Για παράδειγμα, η τιμολόγηση του άνθρακα λειτουργεί καλύτερα σε φιλελευθεροποιημένες αγορές, όπου οι τιμές μπορούν να σηματοδοτήσουν το πραγματικό κόστος του άνθρακα. Αντίθετα, εκεί όπου οι αγορές είναι λιγότερο ανεπτυγμένες ή στρεβλωμένες από επιδοτήσεις και άλλες παρεμβάσεις, οι ρυθμιστικές μέθοδοι μπορεί να είναι πιο αποτελεσματικές. Αυτό σημαίνει ότι ο σχεδιασμός των πολιτικών για το κλίμα πρέπει να είναι συγκεκριμένος για το εκάστοτε πλαίσιο, λαμβάνοντας υπόψη τις τοπικές οικονομικές συνθήκες και τις δομές διακυβέρνησης.

Ο χρόνος τελειώνει

Καθώς πλησιάζουμε επικίνδυνα στο σημείο μη επιστροφής σχετικά με την κλιματική κρίση, τα ευρήματα μελετών, όπως αυτής του Science, παρέχουν ένα σαφές και επείγον μήνυμα: η πρόοδος που έχει σημειωθεί δεν είναι αρκετή και τα ημίμετρα δεν αρκούν. Χρειαζόμαστε τολμηρές, αποτελεσματικές και καλά σχεδιασμένες πολιτικές που να μπορούν να συμβάλουν στις μεγάλες μειώσεις εκπομπών που είναι απαραίτητες για να επιτύχουμε τους κλιματικούς μας στόχους. Όπως καταλήγει η Dr. Stechemesser: «Eάν οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής επικεντρωθούν περισσότερο στις αναγνωρισμένες βέλτιστες πρακτικές και τις εφαρμόσουν σε παγκόσμια κλίμακα, μπορούμε να επιτύχουμε πιο σημαντικές μειώσεις εκπομπών σε σχετικά σύντομο χρονικό διάστημα».

Ροή Ειδήσεων

Περισσότερα