Μάτι: “Ζούμε σαν ζωντανοί νεκροί και δεν έχει τιμωρηθεί κανείς”
Διαβάζεται σε 5'Συνεχίστηκε η δίκη για τη φονική πυρκαγιά στο Μάτι, με μαρτυρίες κατοίκων που έζησαν τον εφιάλτη.
- 28 Αυγούστου 2024 16:03
Τη φρίκη που έζησε μέσα στην πύρινη κόλαση στο Μάτι το 2018, ενώ βρισκόταν στο γαμήλιο ταξίδι της, περιέγραψε η Ιρλανδή Ζόι Χόλοχαν ενώπιον του Τριμελούς Εφετείου Πλημμελημάτων. Η γυναίκα, με δάκρυα στα μάτια, ανέφερε πως είδε τον σύζυγό της να χάνεται μέσα στις φλόγες την πρώτη ημέρα των διακοπών τους, αλλά και τα σοβαρά τραύματα που μέχρι σήμερα την ταλαιπωρούν.
«Ο λόγος που ήθελα να σας μιλήσω σήμερα, είναι ότι 6 χρόνια μετά όχι μόνο έχω τα σημάδια, τα πόδια μου έχουν αλλοιωθεί και κάνω ακόμα θεραπεία με λέιζερ. Προσπαθούν να βρουν χειρουργικές λύσεις αλλά ο χειρουργός μου έχει πει ότι πρέπει να ζω με το σώμα μου όπως είναι. Έχασα τον αγαπημένο μου κι από τότε, αν και οι φίλοι μου μου λένε να προχωρήσω, δεν έχω αγάπη, δεν έχω σχέσεις, ντρέπομαι για το σώμα μου και δεν θέλω να το δει κανείς. Δεν θα έπρεπε, άλλοι είναι αυτοί που θα πρέπει να νιώσουν άσχημα. Και κάθε νύχτα που κλείνω τα μάτια μου είμαι πίσω στο Μάτι. Μου λείπει ο Μπράιαν. Και το μόνο που βλέπω στα όνειρα μου είναι το Μάτι, πως χάνω τον Μπράιαν. Μπορεί να νομίζετε ότι 6 χρόνια είναι πολύς χρόνος αλλά για μένα το Μάτι είναι μια ισόβια καταδίκη» εξήγησε στο δικαστήριο.
Η μάρτυρας επεσήμανε ότι το ζευγάρι δεν ενημερώθηκε ποτέ για την πυρκαγιά. «Δεν μας τηλεφώνησε κανείς, δεν μας προειδοποίησε κανείς, ούτε ένας συναγερμός. Το καταλάβαμε όταν έπιασε φωτιά ο κήπος. Κανείς δεν ήταν εκεί για να μας βοηθήσει. Σαν να ήμασταν εγκαταλελειμμένοι» κατέθεσε και τόνισε «δεν καταλαβαίνω γιατί δεν έχουμε απαντήσεις. 104 άτομα έχουν χαθεί κι άλλοι ζούμε σαν ζωντανοί νεκροί και δεν έχει τιμωρηθεί κανείς…».
Η γυναίκα έδωσε τη σκληρή εικόνα της πύρινης κόλασης με την οποία βρέθηκε αντιμέτωπη και κατόρθωσε να επιζήσει, χάνοντας όμως τον σύζυγο της. «Είχε απίστευτη ζέστη, ήταν δύσκολο να αναπνεύσει κανείς. Κρατούσαμε την αναπνοή μας, τα μάτια μας καιγόντουσαν. Ήταν μια ζέστη από την κόλαση. Υπήρχε σκοτάδι, καπνός, μια φωτιά τόσο δυνατή που δεν ακούγαμε ο ένας τον άλλον» ανέφερε.
Περιγράφοντας πώς προσπάθησαν να ξεφύγουν, η μάρτυρας είπε πως στον δρόμο τους συνάντησαν πέντε παιδιά μόνα τους. «Τα πήραμε μαζί μας και από το πουθενά εμφανίστηκε ένα αυτοκίνητο με 3 ενήλικες. Ανοίξαμε την πόρτα και τα βάλαμε μέσα. Αλλά καταλάβαμε ότι δεν είχε χώρο για εμάς, οπότε μπήκαμε στο πορτ παγκαζ. Οι φλόγες ερχόντουσαν πάνω στο αυτοκίνητο. Τα μαλλιά μου άρπαξαν φωτιά και έλιωναν στο πρόσωπο μου. Ό τι είχε μείνει από το φόρεμα μου είχε πιάσει φωτιά. Και τότε το αμάξι συγκρούστηκε και ένα δέντρο έπεσε πάνω μας και κυρίως πάνω στο Μπράιαν. Το χέρι με το οποίο κρατούσα το αμάξι, είχε λιώσει και με το άλλο κρατούσα τον Μπράιαν. Μόλις τον άφησα έπεσε μέσα στη φωτιά και άρχισε να φωνάζει. Η τελευταία του κουβέντα ήταν «γιατί». Συνέχιζα να φωνάζω το όνομα του ενώ τον έβλεπα να καίγεται ζωντανός. Και μετά έφυγε. Νόμιζα ότι ήμουν μέσα στο φέρετρο μου και θα τον συνοδέψω. Δεν ήθελα να ζήσω… Εκεί που καθόμουν ξαφνικά εμφανίστηκε κάποιος που φορούσε στολή πυροσβέστη και με πήρε μέσα από ένα τείχος φωτιάς».
«Είμαστε ισόβια καταδικασμένοι»
Το κατηγορώ της απέναντί την Πολιτεία που άφησε απροστάτευτη την ίδια και τον μόλις 5,5 ετών γιο της εξαπέλυσε η Καλίτσα Αναγνώστου.
Η μάρτυρας αναφέρθηκε στο παιδί της, το νεότερο πολυεγκαυματία της πυρκαγιάς, περιγράφοντας τα εκτενή του εγκαύματα που απέκτησε στην προσπάθεια του να γλιτώσει από τι φλόγες. «Μέχρι σήμερα προσπαθεί να τα αποκαταστήσει. 6 χρόνια με απίστευτο αγώνα και ταλαιπωρία για να ανταπεξέλθει σε αυτό. Θα είναι εσαεί ασθενής λόγω των εγκαυμάτων. Έχουμε καταδικαστεί σε ισόβια κάθειρξη εμείς που απλά κοιμόμασταν εκείνο το απόγευμα. Από θύματα μετατραπήκαμε σε θύτες γιατί δεν ήμασταν εκεί, γιατί δεν κάναμε αυτά που περίμεναν. Καταδικασμένοι στον πιο βάρβαρο θάνατο οι 104 και οι υπόλοιποι εγκαυματιες σε ισόβια κάθειρξη».
Η γυναίκα τόνισε, όπως κι οι υπόλοιποι τέσσερις μάρτυρες που κατέθεσαν στη σημερινή συνεδρίαση, ότι δεν υπήρξε καμία βοήθεια, αντιθέτως βρέθηκαν απροστάτευτοι. Είπε χαρακτηριστικά: «Ήμασταν εκεί μόνοι μας μέσα στην κόλαση του Δάντη, με ανθρώπους να ουρλιάζουν τη μια στιγμή και μετά να σκάνε, γιατί δεν έκαναν το βασικό, να μας πούμε να φύγουμε…. Ούτε καν εκκένωση, απλά να φύγουμε από τη Μαραθώνος. Ακούστηκε για άναρχη δόμηση του Ματιού και για το ότι δεν θα ξέραμε που να πάμε… για τους νεκρούς φταίμε οι ίδιοι γιατί ήμασταν εκεί. Φταίει η Εβίτα που πήδηξε από τα βράχια, φταίει το παιδί μου που κάηκε… Δικές τους ευθύνες δεν υπάρχουν. Περάσαμε 19 μήνες στο πρωτόδικο δικαστήριο να ακούμε παραποιήσεις της αλήθειας και να λένε πως όλα καλά τα κάνανε».
Τέλος, ο Γιώργος Καΐρης που κατόρθωσε να γλιτώσει από την πυρκαγιά, ωστόσο έχασε τη σύντροφό του, είπε μεταξύ άλλων: «Μετά την κοίμηση της ξεκίνησε ο γολγοθάς. Ο Δήμος ήταν ανύπαρκτος, δεν είχαν ούτε λίστα νεκρών, ούτε τίποτα. Το 112 δεν λειτούργησε. Στην Κινέτα εκκενώθηκαν τρία χωριά, σε εμάς τίποτα. 77 λεπτά έκαιγε η φωτιά ανεξέλεγκτη. Και ο κύριος Τόσκας δεν βρήκε υπηρεσιακό λάθος… ο κύριος Τερζούδης είπε ότι θα έκανε το ίδιο. (..) έχουμε φτάσει σε μια δίκη για πλημμελήματα, είναι σαν να δικάζουμε μια ζημιά σε ένα αυτοκίνητο. Ντρέπομαι… δυστυχώς νιώθω ότι μας κοροϊδεύουν όλους. Έχουμε φτάσει σε μια δίκη όπου προσπαθούμε να κερδίσουμε το χρόνο για να μην παραγραφεί».
Η δίκη συνεχίζεται.