AP Photo/Musa Sadulayev

330 ΝΕΚΡΟΙ, ΟΙ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΟΙ ΠΑΙΔΙΑ – 20 ΧΡΟΝΙΑ ΑΠΟ ΤΗ ΣΦΑΓΗ ΤΟΥ ΜΠΕΣΛΑΝ

Σαν σήμερα, το 2004 μία ομάδα Τσετσένων μαχητών κατέλαβε ένα σχολείο στη Βόρεια Οσετία, σκορπώντας για τρεις ημέρες τον τρόμο.

20 χρόνια συμπληρώνονται σήμερα από τη μέρα που μέλη της ισλαμικής οργάνωσης, Ταξιαρχία των Μαρτύρων, κατέλαβαν ένα δημοτικό σχολείο στο Μπεσλάν της Βόρειας Οσετίας, κρατώντας ως ομήρους περισσότερους από 1.100 ανθρώπους. Δυο ημέρες μετά, 330 άνθρωποι θα έπεφταν νεκροί, με την πλειοψηφία να αποτελείται από τους μικρούς μαθητές του σχολείου.

Αυτή η επίθεση, που διαπράχθηκε από μαχητές που συνδέονταν με την αυτονομιστική εξέγερση στη γειτονική δημοκρατία της Τσετσενίας, συγκλόνισε την παγκόσμια κοινή γνώμη και τραυμάτισε βαθιά τη ρωσική κοινωνία των 00s.

Ειδικά το γεγονός ότι οι δράστες στόχευσαν σκόπιμα μικρά παιδιά αλλά και η αποτυχία των αρχών να αποτρέψουν τους θανάτους κλόνισε την εμπιστοσύνη των Ρώσων στην κυβέρνηση και έδωσε την αφορμή στον Πούτιν να προχωρήσει σε πιο συγκεντρωτικό έλεγχο στις απομακρυσμένες περιοχές της χώρας.

Ρώσος στοχεύει προς το σχολείο. AP Photo/Ivan Sekretarev)

ΠΡΩΤΗ ΜΕΡΑ

Η πολιορκία του σχολείου ξεκίνησε νωρίς το πρωί της 1ης Σεπτεμβρίου, όταν τουλάχιστον 32 ένοπλοι εισέβαλαν στο σχολείο.
Άρχισαν να πυροβολούν στον αέρα, εξαναγκάζοντας τους πάντες (μαθητές, καθηγητές, υπαλλήλους του σχολείου, γονείς και συγγενείς που είχαν συγκεντρωθεί για να γιορτάσουν την έναρξη της σχολικής χρονιάς) να μπουν μέσα στο κτίριο.

Επικράτησε χάος στην αρχή, γεγονός που έδωσε την ευκαιρία σε περίπου 50 άτομα να ξεφύγουν και να ειδοποιήσουν τις αρχές.
Κάποιοι άλλοι επίσης κατάφεραν να το σκάσουν, αφού πρώτα μπόρεσαν και κρύφτηκαν στο λεβητοστάσιο (12 παιδιά και ένας ενήλικας).

Στη συνέχεια ακολούθησε μία σφοδρή ανταλλαγή πυροβολισμών μεταξύ των μαχητών και της αστυνομίας, κατά την οποία σκοτώθηκε ένας μαχητής και τραυματίστηκαν δύο.

Τελικά όμως οι ένοπλοι θα κατάφερναν να καταλάβουν ολοκληρωτικά το σχολικό κτίριο.

Οι επιτιθέμενοι πήραν περίπου 1.100 ομήρους, με την κυβέρνηση αρχικά να ισχυρίζεται ότι ο αριθμός αυτός ήταν αρκετά μικρότερος, κάπου ανάμεσα σε 200 με 400 άτομα,

Οι δράστες συγκέντρωσαν τους αιχμαλώτους στο γυμναστήριο του σχολείου και κατέσχεσαν όλα τα κινητά τους τηλέφωνα, διατάζοντάς τους ομήρους να μιλούν μόνο στα ρωσικά.

Μάλιστα, όταν ένας πατέρας προσπάθησε να ηρεμήσει τους ανθρώπους γύρω του και τους μίλησε στη γλώσσας της Οσετίας, ένας ένοπλος τον πλησίασε, τον ρώτησε αν τελείωσε και στη συνέχεια τον πυροβόλησε εν ψυχρώ στο κεφάλι.

Ένας άλλος πατέρας, ο οποίος αρνήθηκε να γονατίσει, πυροβολήθηκε επίσης εν ψυχρώ από έναν απαγωγέα.

AP Photo/Ivan Sekretarev

Αφού συγκέντρωσαν τους ομήρους στο γυμναστήριο, οι δράστες επέλεξαν 15-20 ενήλικες που θεώρησαν ότι ήταν οι πιο δυνατοί μεταξύ των ανδρών καθηγητών, των υπαλλήλων του σχολείου και των πατέρων, και τους οδήγησαν σε έναν διάδρομο δίπλα στην καφετέρια του δεύτερου ορόφου. Εκεί πυροδοτήθηκε η εκρηκτική ζώνη μιας από τις γυναίκες βομβίστριες που βρισκόταν στην ομάδα, σκοτώνοντας μια άλλη γυναίκα βομβίστρια και αρκετούς από τους ομήρους που είχαν επιλεχθεί. Όσοι κατάφεραν να επιζήσουν της έκρηξης, λίγο μετά εκτελέστηκαν -εκτός από έναν, ο οποίος τυχερός μέσα στην ατυχία του, δεν πέθανε παρά την έκρηξη και παρά τον πυροβολισμό που δέχτηκε.

Σύντομα δημιουργήθηκε ένας κλοιός ασφαλείας γύρω από το σχολείο, αποτελούμενος από τη ρωσική αστυνομία (militsiya), τις δυνάμεις του ρωσικού στρατού, αλλά και από εθελοντές πολιτοφύλακες Οσετούς και ένοπλους πολίτες. Υπολογίζεται ότι το πλήθος που είχε συγκεντρωθεί απ’ έξω ήταν περίπου 5.000 άτομα (άοπλοι και ένοπλοι).

Οι δράστες ναρκοθέτησαν το γυμναστήριο και το υπόλοιπο κτίριο με αυτοσχέδιους εκρηκτικούς μηχανισμούς και το περικύκλωσαν με καλώδια.

Σε μια περαιτέρω προσπάθεια αποτροπής των προσπαθειών διάσωσης, απείλησαν να σκοτώσουν 50 ομήρους για κάθε ένα δικό τους μέλος που θα σκοτωνόταν από την αστυνομία. Είπαν επίσης ότι θα σκότωναν 20 ομήρους για κάθε δικό τους τραυματία, ενώ απείλησαν επίσης να ανατινάξουν το σχολείο σε περίπτωση επίθεσης των αρχών.

Οι απαγωγείς απαγόρευσαν στους ομήρους να τρώνε και να πίνουν (αποκαλώντας το αυτό «απεργία πείνας») μέχρι να φτάσει ο πρόεδρος της Βόρειας Οσετίας, Αλεξάντερ Ντζασόχοφ, για να διαπραγματευτεί μαζί τους.

Η ρωσική κυβέρνηση ανακοίνωσε ότι δεν θα χρησιμοποιούσε βία για τη διάσωση των ομήρων και την πρώτη και τη δεύτερη ημέρα πραγματοποιήθηκαν διαπραγματεύσεις για ειρηνική λύση. Ωστόσο, σύμφωνα με την έκθεση του μέλους της Κρατικής Δούμας Γιούρι Σαβέλιεφ, το επίσημο («πολιτικό») αρχηγείο επιδίωκε μια ειρηνική λύση, ενώ το μυστικό («βαρύ») αρχηγείο προετοίμαζε την επίθεση. Λέγεται ότι οι δεύτεροι περιόριζαν με πολλούς τρόπους τις ενέργειες των «πολιτικών», ιδίως στις προσπάθειές τους να διαπραγματευτούν με τους μαχητές.

AP Photo/Musa Sadulayev

ΔΕΥΤΕΡΗ ΜΕΡΑ

Οι διαπραγματεύσεις όμως δεν προχωρούσαν και τη δεύτερη ημέρα η κατάσταση έδειχνε να έχει κολλήσει. Έτσι, οι απαγωγείς αρνήθηκαν να επιτρέψουν την παραλαβή τροφίμων, νερού ή φαρμάκων για τους ομήρους ή την απομάκρυνση των πτωμάτων από το σχολείο.

Την ίδια μέρα, ο Πούτιν έκανε το πρώτο του δημόσιο σχόλιο κατά τη διάρκεια μιας συνάντησης στη Μόσχα με τον βασιλιά Αμπντάλα Β΄ της Ιορδανίας:

“Το κύριο καθήκον μας, φυσικά, είναι να σώσουμε τις ζωές και την υγεία εκείνων που έγιναν όμηροι. Όλες οι ενέργειες των δυνάμεών μας που εμπλέκονται στη διάσωση των ομήρων θα αφιερωθούν αποκλειστικά σε αυτό το καθήκον”.

Παρευρισκόμενοι όμως στην περιοχή του σχολείου, σε ένδειξη διαμαρτυρίας, ύψωσαν πλακάτ που έγραφαν “Πούτιν! Απελευθέρωσε τα παιδιά μας! Ικανοποίησε τα αιτήματά τους!”.

Το απόγευμα, οι ένοπλοι επέτρεψαν στον πρώην Πρόεδρο της Ινγκουσετίας, Ρουσλάν Αουσέφ, να μπει στο σχολείο και του παρέδωσαν 11 λεχώνες και όλα τα μωρά που είχαν σε ομηρεία (15 στον αριθμό).

Όμως τα μεγαλύτερα παιδιά των γυναικών έμειναν πίσω και μια μητέρα αρνήθηκε να φύγει.

Οι τρομοκράτες έδωσαν στον Αουσέφ μια βιντεοκασέτα που γυρίστηκε στο σχολείο και ένα σημείωμα με αιτήματα από τον ηγέτη τους, Σαμίλ Μπασάγιεφ, ο οποίος δεν ήταν παρών στο Μπεσλάν.

Ανακοινώθηκε ψευδώς ότι οι μαχητές δεν είχαν προβάλει κανένα αίτημα.

Στο σημείωμα, ο Μπασάγιεφ ζητούσε την αναγνώριση της “επίσημης ανεξαρτησίας της Τσετσενίας” στο πλαίσιο της Κοινοπολιτείας Ανεξάρτητων Κρατών. Είπε επίσης ότι αν και οι Τσετσένοι αυτονομιστές «δεν είχαν παίξει κανένα ρόλο» στις βομβιστικές επιθέσεις σε ρωσικά σπίτια το 1999, θα αναλάμβαναν δημόσια την ευθύνη τώρα και γι’ αυτές, αν χρειαζόταν.

AP Photo/Sergei Grits

Η φρίκη όμως στο εσωτερικό του σχολείου συνεχιζόταν. Η έλλειψη φαγητού και νερού επιβάρυνε τα μικρά παιδιά, με πολλά απ’ αυτά να λιποθυμάνε. Ορισμένοι όμηροι, μην αντέχοντας τη δίψα, έπιναν τα ίδια τους τα ούρα.

Κάθε τόσο οι μαχητές έβγαζαν μερικά από τα αναίσθητα παιδιά από το γυμναστήριο και έριχναν νερό στα κεφάλια τους πριν τα επιστρέψουν στην αίθουσα γυμναστικής. Αργότερα κατά τη διάρκεια της ημέρας, ορισμένοι ενήλικες άρχισαν επίσης να λιποθυμούν από την κούραση και τη δίψα.

Περίπου στις 15:30, οι απαγωγείς πέταξαν δύο χειροβομβίδες προς τους αστυνομικούς, αλλά οι τελευταίοι δεν ανταπέδωσαν τα πυρά.

Όσο περνούσε η ώρα, ο συνδυασμός άγχους και στέρησης ύπνου έκανε τους απαγωγείς όλο και πιο απρόβλεπτους. Ακόμα και το κλάμα των παιδιών τους ενοχλούσε, απαιτώντας απ’ τις μητέρες τους να τα κάνουν να πάψουν, προκειμένου να μην τα πυροβολήσουν.

ΤΡΙΤΗ ΜΕΡΑ

Στη 1 το μεσημέρι της 3ης Σεπτεμβρίου, οι μαχητές επέτρεψαν σε τέσσερις γιατρούς με δύο ασθενοφόρα να μπουν για να απομακρύνουν 20 πτώματα από το χώρο του σχολείου. Ωστόσο, τρία λεπτά μετά, όταν οι τραυματιοφορείς πλησίασαν το σχολείο, ακούστηκε μια έκρηξη στο γυμναστήριο. Οι τρομοκράτες άνοιξαν τότε πυρ εναντίον των τραυματιοφορέων, σκοτώνοντας δύο απ’ αυτούς.

Ακολούθησε και μια δεύτερη έκρηξη 22 δευτερόλεπτα αργότερα. Στη 1 και 5 ξεκίνησε πυρκαγιά στην οροφή του γυμναστηρίου και σύντομα φλεγόμενα δοκάρια και τμήματα της οροφής έπεσαν πάνω στους ομήρους που βρίσκονταν από κάτω. Τελικά, ολόκληρη η οροφή κατέρρευσε, βάζοντας φωτιά σε όλη την αίθουσα. Περίπου 160 άνθρωποι κάηκαν ζωντανοί, περισσότεροι από τους μισούς από τους νεκρούς ομήρους συνολικά.

Τι προκάλεσε τη φωτιά; Μια θεωρία λέει ότι ένας Ρώσος σνάιπερ πυροβόλησε έναν ένοπλο που είχε το πόδι του πάνω σε έναν εκρηκτικό μηχανισμό, συγκρατώντας τον. Τον άφησε πέφτοντας και έτσι έγινε η έκρηξη. Κάποιοι άλλοι λένε ότι μπορεί να προκλήθηκε απλώς από πυροβολισμούς Ρώσων προς το κτίριο.

Την ίδια στιγμή, ένας τοίχος του γυμναστηρίου έπεσε, δίνοντας την ευκαιρία σε πολλούς να το σκάσουν, όσο οι τρομοκράτες και οι στρατιώτες είχαν ανοίξει πυρ.

Πολλοί άνθρωποι σκοτώθηκαν στα διασταυρούμενα πυρά, με τους Ρώσους αξιωματούχους να ισχυρίζονται ότι οι μαχητές πυροβόλησαν τους ομήρους καθώς έτρεχαν να ξεφύγουν και ότι ο στρατός αναγκάστηκε να ανταποδώσει τα πυρά.

Η κυβέρνηση υποστήριξε ότι μόλις άρχισαν οι πυροβολισμοί, τα στρατεύματα δεν είχαν άλλη επιλογή από το να εισβάλουν στο κτίριο. Ωστόσο, ορισμένες μαρτυρίες των κατοίκων που βρέθηκαν εκεί κοντά διαψεύδουν την επίσημη εκδοχή των γεγονότων.

Η μάχη που ακολούθησε ήταν πολύ σκληρή.

AP Photo/Sergey Ponomarev

Μέχρι τις 3, δύο ώρες μετά την έναρξη της επίθεσης, τα ρωσικά στρατεύματα είχαν στον έλεγχό τους το μεγαλύτερο μέρος του σχολείου. Ωστόσο, όσο νύχτωνε, οι μάχες συνεχίζονταν, με μια ομάδα μαχητών να κρατάει το υπόγειο του σχολείου. Αρκετοί από αυτούς πιστεύεται ότι μπήκαν σε ένα τοπικό διώροφο κτίριο, το οποίο καταστράφηκε από άρματα μάχης και φλογοβόλα γύρω στις 9.

Μια άλλη ομάδα μαχητών φάνηκε να τρέχει προς την πόλη, πάνω σε μια σιδηροδρομική γραμμή, κυνηγημένη από ελικόπτερα.

Εκρήξεις και πυροβολισμοί συνέχισαν να ακούγονται, έστω και σποραδικά, ακόμη και 12 ώρες μετά την έναρξη της επίθεσης. Την επόμενη μέρα όμως είχε πέσει σιωπή. Από τους 334 νεκρούς, οι 301 ήταν όμηροι.

Νωρίς το πρωί, ο Πούτιν διέταξε να κλείσουν τα σύνορα της Βόρειας Οσετίας, όσο κάποιοι από τους τρομοκράτες εξακολουθούσαν να καταδιώκονται και κήρυξε εθνικό πένθος για τις 6 και στις 7 Σεπτεμβρίου.

Όλοι οι τρομοκράτες ήταν νεκροί. Ο Νουρπάσι Κουλάγιεφ, ο μοναδικός επιζών από τους 32 Τσετσένους ενόπλους, καταδικάστηκε σε ισόβια κάθειρξη τον Μάιο του 2006. Την ίδια χρόνια, όσο επιθεωρούσε κάποια απ’ τα εκρηκτικά της οργάνωσης, θα σκοτωνόταν από μία τεράστια έκρηξη και ο ηγέτης της τρομοκρατικής οργάνωσης, Σαμίλ Μπασάγιεφ.

Ροή Ειδήσεων

Περισσότερα