Τράπεζες: Επεκτείνεται κατά 1 δισ. ευρώ το πρόγραμμα “Ηρακλής”

Διαβάζεται σε 4'
Τράπεζα (φωτογραφία αρχείου)
Τράπεζα (φωτογραφία αρχείου) ISTOCK

Η επέκταση του προγράμματος ανεβάζει το ύψος των εγγυήσεων του Ελληνικού Δημοσίου στα 3 δισ. ευρώ, ενώ συνολικά οι εγγυήσεις από τις τρεις διαδοχικές επεκτάσεις του «Ηρακλή» εκτιμάται ότι θα ανέλθουν κοντά στα 23 δισ. ευρώ.

Μεγαλύτερη θα είναι τελικά η κεφαλαιακή «δύναμη πυρός» του Ηρακλή ΙΙΙ ανοίγοντας διάπλατα τον δρόμο για την πλήρη εξυγίανση του εγχώριου πιστωτικού συστήματος από τα κόκκινα δάνεια.

Όπως γνωστοποίησε χθες ο Υπουργός Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών Κωστής Χατζηδάκης, η κυβέρνηση περιμένει την απάντηση της Κομισιόν στο αίτημά της για την επέκταση του προγράμματος Ηρακλής κατά 1 δισ. ευρώ σημειώνοντας μάλιστα πως η θετική απάντηση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής αναμένεται σύντομα.

Σημειώνεται ότι η επέκταση του προγράμματος κατά 1 δισ. ευρώ ανεβάζει το ύψος των εγγυήσεων που έχει δώσει ή προτίθεται να δώσει το Δημόσιο στο πλαίσιο του «Ηρακλή III» στα 3 δισ. ευρώ (από 2 δισ. ευρώ που είχαν αρχικά εγκριθεί), ενώ συνολικά οι εγγυήσεις από τις τρεις διαδοχικές επεκτάσεις του «Ηρακλή» εκτιμάται ότι θα ανέλθουν κοντά στα 23 δισ. ευρώ.

Κύκλοι του Υπουργείου επισημαίνουν ότι η επέκταση της κεφαλαιακής ισχύς το Ηρακλή ΙΙΙ κρίθηκε απαραίτητη αφού πρώτα ελήφθησαν υπόψη οι νέες ανάγκες που έχουν δημιουργηθεί για την εξυγίανση της Attica Bank και της Παγκρήτιας, οι εκκρεμότητες των τεσσάρων συστημικών τραπεζών, αλλά και νέες τιτλοποιήσεις που σχεδιάζονται, με στόχο την μείωση του δείκτη μη εξυπηρετούμενων δανείων κάτω του 3% που αποτελεί και τον ευρωπαϊκό μέσο όρο. Όπως άλλωστε χαρακτηριστικά σημείωσε και χθες ο κ. Χατζηδάκης, τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια των  τραπεζών έχουν μειωθεί από το 40% που ήταν τον Ιούλιο του 2019 στο 7,5%, ενώ με την επέκταση του Ηρακλή αναμένεται να υποχωρήσουν περαιτέρω, προς τον ευρωπαϊκό μέσο όρο.

Όντας πλέον θωρακισμένος κεφαλαιακά ο Ηρακλής ΙΙΙ καλείται να φέρεις εις πέρας πέντε τραπεζικά projects κόκκινων δανείων από όλες τις συστιμικές τράπεζες:

  1. Την τιτλοποίηση κόκκινων δανείων ύψους 3,5 δισ. ευρώ της Attica Bank και της Παγκρήτιας, που αντιστοιχούν σε κρατικές εγγυήσεις ύψους 1,2 εκατ. ευρώ.
  2. Την τιτλοποίηση «Frontier III» της Εθνικής Τράπεζας, ύψους 620 εκατ. ευρώ.
  3. Την κοινή τιτλοποίηση και των τεσσάρων συστημικών τραπεζών με την επωνυμία «Solar», ύψους 1,2 δισ. ευρώ.
  4. Την τιτλοποίηση δύο χαρτοφυλακίων της Alpha Βank («Gaia I» και «Gaia II») ύψους 1 δισ. ευρώ με εκτιμώμενες εγγυήσεις 400 εκατ. ευρώ και
  5. Την τιτλοποίηση του χαρτοφυλακίου «Leon» της Eurobank ύψους 590 εκατ. ευρώ, με εκτιμώμενες εγγυήσεις 250 εκατ. ευρώ.

Ανάλυση της DBRS την περασμένη εβδομάδα ανεβάζει το ποσό των εγγυήσεων που έχει αποσβεστεί έως σήμερα στα 2,2 δισ. ευρώ σε σύνολο 19,2 δισ. ευρώ που έχει εγγυηθεί το Δημόσιο για 17 συναλλαγές τιτλοποιήσεων ύψους 42,8 δισ. ευρώ.

Με βάση την ίδια ανάλυση, το ανεξόφλητο υπόλοιπο εγγυήσεων ανήλθε στο τέλος Ιουνίου στα 17 δισ. ευρώ και όπως παρατηρεί η DBRS, «η μείωση κατά περίπου 2,2 δισ. ευρώ, ή 11,5%, δείχνει ότι η πλειονότητα των επιχειρηματικών σχεδίων πρέπει ακόμη να εκπονηθεί».

Η κατανομή των εγγυήσεων

Από τις τέσσερις συστημικές τράπεζες, το υψηλότερο ποσό των εγγυήσεων από το Ελληνικό έχει λάβει η Τράπεζα Πειραιώς ύψους 6,2 δισ. ευρώ, ακολουθεί η Alpha Bank με 5,5 δισ. ευρώ, ενώ οι Eurobank και Εθνική Τράπεζα έχουν λάβει εγγυήσεις ύψους 4 δισ. και 3,5 δισ. ευρώ αντιστοίχως.

Σε ότι αφορά στο μεγάλο ζητούμενο που δεν είναι άλλο από τις εισπράξεις, καλύτερα πηγαίνει μέχρι στιγμής η τιτλοποίηση «Cairo 3» της Eurobank (κατά 55,6%), που ήδη μετράει 4 χρόνια και αποτέλεσε την πρώτη τιτλοποίηση που εντάχθηκε στον «Ηρακλή». Ακολουθεί το «Galaxy IV» της Alpha Bank (κατά 33,4%) ύστερα από 13 τρίμηνα, το «Sunrise II» της Τράπεζας Πειραιώς (κατά 20,5%) ύστερα από 11 τρίμηνα, και το «Frontier» της Εθνικής (κατά 20,1%) ύστερα από 11 τρίμηνα.

Συνολικά και σε μια περίοδο 3 περίπου ετών (έως τον Ιούνιο του 2024), από τις 17 συναλλαγές οι 11 έχουν αποσβέσει λιγότερο από 10%, και όπως σημειώνει η DBRS, «αν και η ποιότητα του ενεργητικού του ελληνικού τραπεζικού συστήματος έχει βελτιωθεί σημαντικά τα τελευταία χρόνια, το μεταβιβαζόμενο χρέος εξακολουθεί να είναι παρόν στην οικονομία και η μείωσή του έχει ανατεθεί στις εταιρείες διαχείρισης (servicers)».

Οι servicers από την πλευρά τους συνδέουν τη χαμηλή απόδοση των τιτλοποιήσεων στα προβλήματα που υπάρχουν στις διαδικασίες αναγκαστικής εκτέλεσης και τα διαχρονικά προβλήματα καθυστερήσεων και αναποτελεσματικότητας κατά την απονομή δικαιοσύνης.

Ροή Ειδήσεων

Περισσότερα