Όσο μεγαλώνουν τόσο πιο ανθυγιεινές συνήθειες έχουν τα Ελληνόπουλα

Διαβάζεται σε 6'
Παιδί ζυγίζεται
Παιδί ζυγίζεται iStock

Η καθημερινή κατανάλωση φρούτων και λαχανικών μειώνεται δραστικά με την ηλικία, ενώ μόλις το 20,3% των γονέων θεωρούν ότι το παιδί τους είναι υπέρβαρο. Τι προκύπτει από πανελλαδική έρευνα.

Με στόχο τη χάραξη στρατηγικής για τη μείωση της παχυσαρκίας στον παιδικό πληθυσμό στην Ελλάδα, αλλά και η εκπαίδευση των παιδιών στην υγιεινή διατροφή, το υπουργείο Υγείας και η Unicef πραγματοποίησαν πανελλαδική έρευνα σε γονείς.

Όπως φάνηκε από τα αποτελέσματα της έρευνας, καθώς τα παιδιά μεγαλώνουν, μειώνεται σημαντικά και η κατανάλωση υγιεινών τροφών όπως είναι τα φρούτα και τα λαχανικά.

Πώς μειώνεται με την πρόοδο της ηλικίας μειώνεται και η κατανάλωση φρούτων και λαχανικών

Πιο συγκεκριμένα, καθημερινά, κατά μέσο όρο, φρούτα καταναλώνει μόλις το 42,2% των παιδιών. Ωστόσο, μέχρι τα παιδιά να φτάσουν στην ηλικία των 3 ετών, το 63,5% καταναλώνει καθημερινά φρούτα, μεταξύ 4-5 ετών καταναλώνει μόλις το 53,5%. Το ποσοστό αυτό μειώνεται καθώς αυξάνεται η ηλικία, έως την ηλικία των 15-17 ετών που φτάνει μόνο το 30,1% των παιδιών να καταναλώνει καθημερινά φρούτα.

Όσον αφορά τα λαχανικά, παρατηρείται ακριβώς το ίδιο φαινόμενο. Έως 3 ετών καταναλώνει καθημερινά λαχανικά το 50,6%, 4-5 ετών το 35,5 και όταν φτάσουν 15-17 ετών, μόνο το 27,9% καταναλώνει καθημερινά φρούτα και λαχανικά.

Σωματική δραστηριότητα και οθόνες

Χαμηλά είναι και τα επίπεδα σωματικής δραστηριότητας και μειώνονται καθώς τα παιδιά μεγαλώνουν. Πιο συγκεκριμένα, το 57,3% των παιδιών έως 3 ετών έχουν καθημερινές σωματικές δραστηριότητες, ενώ όταν φτάσουν 15-17 ετών, το ποσοστό μειώνεται σε μόλις 20,6%.

Αντιστρόφως ανάλογες είναι οι δραστηριότητες μπροστά σε οθόνη (κινητό, tablet κ.λπ.), εξαιρουμένης της εκπαίδευσης. Το 6,2% παιδιών έως 3 ετών βρίσκεται πάνω από 3 ώρες μπροστά από μία οθόνη, στις ηλικίες 9-11 ετών το ποσοστό φτάνει το 8,7%, ενώ από 15-17 ετών φτάνει το 39%.

Όσον αφορά το βάρος των παιδιών, το 20% αναγνωρίζει ότι το παιδί του είναι υπέρβαρο, ενώ το 67,5% θεωρεί το βάρος του παιδιού του κανονικό. Η ηλικία που καταγράφονται τα περισσότερα υπέρβαρα παιδιά είναι από 12 έως 14 ετών.

Ωστόσο, σύμφωνα με ερευνητικά δεδομένα των τελευταίων ετών, η Ελλάδα βρίσκεται μεταξύ των χωρών με τα υψηλότερα ποσοστά παιδικής παχυσαρκίας παγκοσμίως, με το 37,5% των παιδιών ηλικίας από 2 έως 14 ετών να έχει βάρος υψηλότερο του φυσιολογικού, κάτι που σημαίνει ότι οι γονείς είτε δεν γνωρίζουν, είτε δεν παραδέχονται ότι το παιδί τους έχει περισσότερα κιλά.

Η μητέρα υπεύθυνη για τη διατροφή της οικογένειας

Επτά στους δέκα γονείς αναφέρουν πως την κύρια ευθύνη για τις αγορές τροφίμων στο νοικοκυριό την έχει η μητέρα ενώ για τα τρία στα δέκα νοικοκυριά ο πατέρας.

Ενδιαφέρον παρουσιάζει η διαφοροποίηση των γονέων με βάση το φύλο του συμμετέχοντα στην έρευνα: Οι μητέρες αναφέρουν πως αυτές είναι οι κυρίως υπεύθυνες για τις αγορές τροφίμων (90%), ενώ οι πατέρες δηλώνουν πως είναι εκείνοι σε ποσοστό 56,5%.

Στο 86% των περιπτώσεων και με μικρότερες διαφοροποιήσεις στις απαντήσεις, την ευθύνη για το εβδομαδιαίο μενού και το μαγείρεμα το έχει η μητέρα. Στο 10% των νοικοκυριών ο πατέρας και στο 3,8% η γιαγιά/παππούς.

Ως εκ τούτου, το 37,6% των γονέων θα ήθελε να αλλάξει τις καθημερινές συνήθειες και τον τρόπο ζωής του παιδιού του προς πιο υγιεινές επιλογές στη διατροφή, το 36,7% να θέσει όρια για τον χρόνο που βρίσκεται επί της οθόνης, και το 32,3% περισσότερες δραστηριότητες.

Την ίδια στιγμή οι γονείς ζητούν από το κράτος λύσεις που θα τους βοηθήσουν να αφυπνιστούν και να αλλάξουν τα δεδομένα στη διατροφή και την άσκηση του παιδιού τους. Το 23,6% θέλει πανελλαδική καμπάνια ενημέρωση, το 19,8% ενημέρωση με ημερίδες και δράσεις στο σχολείο, το 12% δωρεάν γυμναστήρια, ενώ κάποιοι επιθυμούν νέο μάθημα για τη διατροφή στα σχολεία, αύξηση των ωρών γυμναστικής, διατροφολόγο στα σχολεία, αλλά και δωρεάν επισκέψεις σε γιατρούς κ.ά.

Η αναπληρώτρια Υπουργός Υγείας Ειρήνη Αγαπηδάκη δήλωσε ότι «σχεδιάσαμε πολύ προσεκτικά και με απόλυτο σεβασμό στα παιδιά και στους γονείς τους την Εθνική Δράση κατά της Παιδικής Παχυσαρκίας, αναλύοντας με μεγάλη ευαισθησία ευρήματα όπως αυτά που παρουσιάζονται σήμερα. Για εμάς, τα παιδιά πρέπει να έχουν κάθε εφόδιο για υγιεινό τρόπο διατροφής και για άθληση, και για αυτόν το λόγο προχωράμε σε αυτήν τη δράση. Οι γονείς, επίσης, είναι απαραίτητο να ενημερωθούν σωστά για το ζήτημα της Παιδικής Παχυσαρκίας, να αναγνωρίζουν τα σημάδια της καθώς επίσης και τις επιπτώσεις της και τα προβλήματα που προκαλεί και που μπορεί να μην τα φαντάζονται καν. Έχοντας καταπολεμήσει ως παιδί ζητήματα αυξημένου βάρους, αντιλαμβάνομαι απολύτως τους παράγοντες και το περιβάλλον που προκαλούν παχυσαρκία. Θέλω να τους αλλάξουμε, σε συντονισμό με γονείς, εκπαιδευτικούς, φορείς και οργανισμούς. Μπορούμε. Σε λίγες ημέρες θα ανακοινωθούν επιμέρους δράσεις για την καταπολέμηση της παιδικής παχυσαρκίας με εργαλεία φιλικά και αποτελεσματικά. Τα παιδιά μας πρέπει να μεγαλώνουν ως υγιή άτομα που θα ζήσουν περισσότερο και πιο ποιοτικά, και αυτό αφορά όλα τα παιδιά, χωρίς διακρίσεις».

Ο διπλωματικός εκπρόσωπος της UNICEF στην Ελλάδα, Dr. Ghassan Khalil, δήλωσε ότι «οι παρεμβάσεις της UNICEF βασίζονται πάντα σε τεκμηριωμένα και επιστημονικά δεδομένα, σε παγκόσμιο επίπεδο, ιδίως όταν εφαρμόζει παρεμβάσεις σχετικά με καθιερωμένες συμπεριφορές, κρίσιμες για την επιτυχή εφαρμογή των προγραμμάτων μας. Ταυτόχρονα, το να ακούμε τις φωνές των παιδιών, των οικογενειών και των φροντιστών και να τις συμπεριλαμβάνουμε στις διαδικασίες σχεδιασμού και λήψης αποφάσεων παραμένει βασική προτεραιότητα για τη συνεργασία μεταξύ της UNICEF και του Υπουργείου Υγείας. Βρισκόμαστε σήμερα εδώ για να διευρύνουμε τη συνεργασία μας με έναν βασικό σύμμαχό μας σε όλες μας τις προσπάθειες, τα Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης, και να διασφαλίσουμε ότι θα σας δοθεί η δυνατότητα να ενημερώνετε εγκαίρως και να ευαισθητοποιήσετε τους πολίτες ώστε η υγεία, τα δικαιώματα και οι ανάγκες των παιδιών να τεθούν στο επίκεντρο της ατζέντας της χώρας».

Η ταυτότητα της έρευνας για την παιδική παχυσαρκία

Η έρευνα είναι πανελλαδική και διεξήχθη σε από τις 26 Απριλίου έως τις 8 Μαΐου 2024 σε 1.000 άτομα, γονείς παιδιών έως 17 ετών από τη Marc.  

Ροή Ειδήσεων

Περισσότερα