Νέα επένδυση στην Κύπρο από τον ελληνικό όμιλο τροφίμων
Διαβάζεται σε 2'Στα 70 εκατ. ευρώ ανήλθε η δαπάνη για την υπερσύγχρονη μονάδα παραγωγής χαλλουμιού από την τρικαλινή οικογένεια Σαράντη. Οι εκτιμήσεις για τζίρο 650 εκατ.ευρώ το 2024.
- 16 Οκτωβρίου 2024 06:55
Μια από τις μεγαλύτερες άμεσες ξένες επενδύσεις – σε ό,τι αφορά τον τομέα της μεταποίησης – ολοκλήρωσε η οικογένεια Σαράντη, βασική μέτοχος της Ελληνικά Γαλακτοκομεία στην Κύπρο, δημιουργώντας ένα ακόμη εργοστάσιο παραγωγής τυριού και ειδικότερα χαλλουμιού.
Η επένδυση άγγιξε τα 70 εκατ. ευρώ και δίνει τη δυνατότητα στον ελληνικό όμιλο να παράγει σε βάθος 5ετίας 18.000 τόνους χαλλούμι, δηλαδή το 40% της συνολικής παραγωγής που κάνει σήμερα η Κύπρος. Σημειώνεται δε πως το εν λόγω προϊόν είναι από τα κορυφαία εξαγωγικά προϊόντα της Κύπρου, οπότε η παραγωγή που έστησε η εταιρεία προσβλέπει και σε σημαντικές εξαγωγές, πέραν της τοπικής κατανάλωσης.
Πλέον η παραγωγική δυναμική του ομίλου απαρτίζεται από πέντε μονάδες στην Ελλάδα σε Τρίκαλα (δύο εργοστάσια Τυράς και Κλιάφα), Λάρισα (Όλυμπος), Χαλκιδική (Δουμπιά) και Ξάνθη (Ροδόπη), μια μονάδα σε Ρουμανία (Fabrica De Lapte Brasov) και μία στη Βουλγαρία (Tyrboul) και εσχάτως τη νέα μονάδα της Κύπρου.
Υπενθυμίζεται πως η εταιρεία έχει εξαγοράσει και το σήμα ΑΓΝΟ και διατηρεί το πλάνο ενεργοποίησης της μονάδας στη Θεσσαλονίκη (η οποία έμεινε ανενενργή μετά τη χρεοκοπία της ΑΓΝΟ), εφόσον οι όγκοι παραγωγής των προϊόντων με το νε λόγω σήμα αυξηθούν και δε μπορούν να εξυπηρετηθούν από τις υφιστάμενες μονάδες.
Πέραν των σημαντικών παραγωγικών επενδύσεων, ο όμιλος Ελληνικά Γαλακτοκομεία αυξάνει τα μερίδια του και προβλέπει να κλείσει το 2024 με πωλήσεις άνω των 650 εκατ. ευρώ. Οι εξαγωγές της φέτας, σημειώνουν φέτος αύξηση 7% και η φέτα της Όλυμπος ξεπερνά τους μέσους όρους της αγοράς με διψήφια ποσοστά ανάπτυξης, όπως ανάφερε η διοίκηση του ομίλου. Στον τομέα των αναψυκτικών του ομίλου οι πωλήσεις αυξάνονται με ρυθμούς της τάξης του 30%, ενώ η κατηγορία του νερού σημειώνει ανάπτυξη 10%. Ο κλάδος των χυμών και των φυτικών ροφημάτων, αν και παρουσιάζει ανάπτυξη, δέχεται πιέσεις λόγω της αύξησης των τιμών της πρώτης ύλης.
Στα φυτικής προέλευσης προϊόντα – που αποτελούν μια νέα κατηγορία για την ευρύτερη αγορά – καταγράφεται στασιμότητα, καθώς το διαθέσιμο εισόδημα των πολιτών συρρικνώνεται, γεγονός που επηρεάζει και την κατηγορία των φυτικών ροφημάτων.