Στο μυαλό των Ρώσων: Τι πιστεύουν οι πολίτες για τον πόλεμο στην Ουκρανία
Διαβάζεται σε 6'Με τον απόλυτο έλεγχο της αφήγησης, το Κρεμλίνο έχει καταφέρει να ενσταλάξει το αίσθημα του εθνικού καθήκοντος.
- 22 Οκτωβρίου 2024 06:42
Μετά την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία τον Φεβρουάριο του 2022, η παγκόσμια κοινότητα επικεντρώθηκε κυρίως στις γεωπολιτικές συνέπειες. Όμως, μία σημαντική παράμετρος παραβλέπεται συχνά: οι απόψεις των ίδιων των Ρώσων πολιτών. Παρόλο που τα κρατικά ελεγχόμενα μέσα ενημέρωσης και η σκληρή καταστολή της αντιπολίτευσης καθιστούν τον αντίλογο επικίνδυνο, η κοινή γνώμη στη Ρωσία εξακολουθεί να αποτελεί υπολογίσιμη δύναμη.
Μία πρόσφατη έρευνα που δημοσιεύθηκε στο European Journal of Social Psychology αποκαλύπτει τις περίπλοκες παραμέτρους που διαμορφώνουν τις στάσεις της ρωσικής κοινή γνώμης απέναντι στον πόλεμο.
Παρά το γεγονός ότι οι δημοσκοπήσεις δείχνουν ότι μία στενή πλειοψηφία των Ρώσων υποστηρίζει τη λεγόμενη “ειδική στρατιωτική επιχείρηση,” αυτά τα νούμερα αποκρύπτουν τη βαθύτερη πολυπλοκότητα των απόψεων. Η κατανόηση του τι οδηγεί αυτή τη στήριξη –και τι μπορεί να την αλλάξει– είναι κρίσιμη όχι μόνο για τους διεθνείς διαμορφωτές πολιτικής, αλλά και για όσους προσπαθούν να προβλέψουν τις επόμενες κινήσεις του Κρεμλίνου.
Η επιρροή της κρατικής προπαγάνδας
Δεν προκαλεί έκπληξη το γεγονός ότι τα ρωσικά κρατικά μέσα ενημέρωσης παίζουν τεράστιο ρόλο στη διαμόρφωση των αντιλήψεων. Με τον απόλυτο έλεγχο της αφήγησης, το Κρεμλίνο έχει καταφέρει να ενσταλάξει το αίσθημα του εθνικού καθήκοντος, παρουσιάζοντας τη σύγκρουση ως απαραίτητη απέναντι στον υποτιθέμενο ουκρανικό “ναζισμό.” Σύμφωνα με την έρευνα, η λεγόμενη “δεξιά αυταρχικότητα”, η τάση, δηλαδή, υποταγής στις καθιερωμένες αρχές και υπεράσπισης των παραδοσιακών κοινωνικών κανόνων, αποτελεί κεντρικό παράγοντα που ενισχύει την υποστήριξη στον πόλεμο. Η έρευνα δείχνει ότι οι Ρώσοι με υψηλά επίπεδα αυταρχικότητας, ιδίως στη διάσταση της υποταγής, είναι σημαντικά πιο πιθανό να υποστηρίξουν την εισβολή, βλέποντάς την ως μέσο προστασίας της Ρωσίας από εξωτερικές απειλές, όσο διαστρεβλωμένες κι αν είναι αυτές.
Αυτό το φαινόμενο ενισχύεται από τον συλλογικό ναρκισσισμό – την πεποίθηση ότι η Ρωσία αξίζει ιδιαίτερη μεταχείριση και αναγνώριση στη διεθνή σκηνή. Η προπαγάνδα τροφοδοτεί αυτή την αντίληψη, παρουσιάζοντας τον πόλεμο ως έναν αγώνα για την αξιοπρέπεια και την κληρονομιά της Ρωσίας, αντί για μία επιθετική πράξη βίας. Όταν τόσοι πολλοί πολίτες αισθάνονται προσωπικά συνδεδεμένοι με τη ρητορική του Κρεμλίνου περί εθνικού μεγαλείου, ο πόλεμος γίνεται μία πράξη αφοσίωσης.
Δεν υποστηρίζουν όμως όλοι τον πόλεμο
Παρά τα φαινόμενα, η ρωσική κοινή γνώμη δεν είναι συμπαγής. Η έρευνα αποκαλύπτει ότι περίπου το 50% των Ρώσων αντιτίθενται στον πόλεμο ή υποστηρίζουν την οδό των ειρηνευτικών διαπραγματεύσεων. Οι πολίτες που τάσσονται υπέρ της ειρήνης εμφανίζουν χαμηλότερα επίπεδα “δεξιάς αυταρχικότητας” και κοινωνικής κυριαρχίας, που με τη σειρά τους αποτυπώνουν τις προτιμήσεις για αυστηρές ιεραρχικές κοινωνικές δομές. Συγκεκριμένα, σε αυτή την ομάδα, ο λεγόμενος “αντι-ισοτιμισμός”, η αντίσταση, δηλαδή, στην ισότητα μεταξύ των ομάδων, παίζει μικρότερο ρόλο στην αντίθεση προς τον πόλεμο, γεγονός που υποδηλώνει μία διακριτή ιδεολογική διαφορά μεταξύ υποστηρικτών και επικριτών της σύγκρουσης.
Αξιοσημείωτο είναι, επίσης, ότι οι νεότεροι Ρώσοι, ειδικά εκείνοι με πρόσβαση σε εναλλακτικές πηγές ενημέρωσης, είναι πιο πιθανό να αμφισβητούν τον πόλεμο, ενώ οι ηλικιωμένοι τάσσονται υπέρ του, αναπολώντας ίσως την εποχή της Σοβιετικής Ένωσης. Αυτή η γενιά, διαμορφωμένη από τις αναμνήσεις του παρελθόντος, βλέπει τον πόλεμο ως συνέχεια του ιστορικού αγώνα της Ρωσίας ενάντια στον φασισμό, αναπαράγοντας τη ρητορική του κράτους που παρουσιάζει την Ουκρανία ως απειλή για τη ρωσική ηγεμονία και επιρροή.
Ο ρόλος του φόβου και της απάθειας
Ένας διάχυτος φόβος κρύβεται πίσω από τη σιωπή πολλών Ρώσων που ιδιωτικά αντιτίθενται στον πόλεμο. Ο φόβος για καταστολή, κινητοποίηση ή οικονομική τιμωρία καταπνίγει τον αντίλογο και ενισχύει την απάθεια. Αυτό αντικατοπτρίζεται και στο εύρημα της έρευνας που δείχνει ότι το 52% των Ρώσων που υποστήριξαν τον πόλεμο αντιτίθενται στην ειρήνη. Αυτό το παράδοξο υπογραμμίζει την περίπλοκη σχέση μεταξύ φόβου και αφοσίωσης: κάποιοι υποστηρίζουν τον πόλεμο όχι επειδή πιστεύουν σε αυτόν, αλλά επειδή αισθάνονται παγιδευμένοι σε ένα αυταρχικό καθεστώς που τιμωρεί τη διαφωνία με αυτό.
Η κρατική καταστολή λειτουργεί χέρι-χέρι με την προπαγάνδα, όπου ακόμα και οι πιο ήπιοι επικριτές του πολέμου αντιμετωπίζουν άμεσες νομικές συνέπειες. Αυτή η ατμόσφαιρα σιωπηρής αποδοχής, ή τουλάχιστον απουσίας αμφισβήτησης, καθιστά πολλούς Ρώσους φαινομενικά συμμάχους του καθεστώτος, έστω κι αν μέσα τους αμφιβάλλουν.
Μία μεταβαλλόμενη τάση;
Παρά την επικράτηση της φιλοπόλεμης στάσης, η έρευνα υποδεικνύει μία αυξανόμενη μερίδα Ρώσων που τάσσονται υπέρ μιας ειρηνευτικής λύσης. Καθ’ όλη τη διάρκεια της έρευνας, η υποστήριξη για τις ειρηνευτικές διαπραγματεύσεις αυξήθηκε, ενώ η υποστήριξη για τον πόλεμο μειώθηκε ελαφρώς. Αυτή η αλλαγή, αν και περιορισμένη, δείχνει ότι οι οικονομικές κυρώσεις, οι απώλειες στο πεδίο της μάχης και η αύξηση των θυμάτων ίσως επηρεάζουν το ηθικό της κοινής γνώμης.
Διεθνώς, υπάρχει η τάση να θεωρείται ότι οι Ρώσοι είναι ενιαία υπέρ του πολέμου, όμως αυτή η άποψη παραβλέπει σημαντικές αποχρώσεις. Ένα σημαντικό ποσοστό του πληθυσμού παραμένει διχασμένο, ανάμεσα στον εθνικισμό και τη σιωπηρή αναγνώριση του ανθρώπινου και οικονομικού κόστους της σύγκρουσης. Η έρευνα αποδεικνύει επίσης ότι η παραπληροφόρηση, όπως η πεποίθηση ότι η Ουκρανία ελέγχεται από “Ναζί”, είναι ισχυροί παράγοντες υποστήριξης του πολέμου. Συνεπώς, η καταπολέμηση της παραπληροφόρησης, ακόμη και σε ένα αυταρχικό κράτος, θα μπορούσε να αποδειχθεί κρίσιμη για την αλλαγή της κοινής γνώμης.
Η ρωσική κοινή γνώμη μετρά περισσότερο απ’ όσο νομίζουμε
Σε ένα αυταρχικό καθεστώς, η κοινή γνώμη μπορεί να μην έχει την ίδια βαρύτητα όπως σε μία δημοκρατία, αλλά δεν είναι ανίσχυρη. Τα ευρήματα της έρευνας δείχνουν ότι πολλοί Ρώσοι υποστηρίζουν τον πόλεμο λόγω φόβου, παραπληροφόρησης και βαθιά ριζωμένης αφοσίωσης στις παραδοσιακές εξουσίες. Ωστόσο, εμφανίζονται ρωγμές σε αυτό το οικοδόμημα, και καθώς περισσότεροι Ρώσοι αρχίζουν να αμφισβητούν τη ρητορική του Κρεμλίνου, η πιθανότητα αλλαγής αυξάνεται.
Η κατανόηση αυτών των εσωτερικών δυναμικών θα μπορούσε όχι μόνο να διαμορφώσει τις διπλωματικές προσπάθειες, αλλά και να αποκαλύψει ευκαιρίες για αποκλιμάκωση. Καθώς ο πόλεμος συνεχίζεται, η μάχη για τις καρδιές και τα μυαλά των Ρώσων μπορεί να αποδειχθεί εξίσου σημαντική με εκείνη στο ουκρανικό έδαφος.