Διαβάζοντας με την κόρη μου

Διαβάζεται σε 4'
Πατέρας διαβάζει με την κόρη του
Πατέρας διαβάζει με την κόρη του istock

Έρευνες έχουν δείξει ότι η κοινή ανάγνωση των γονέων με τα παιδιά τους είναι μια ευκαιρία βαθιάς συναισθηματικής σύνδεσης.

Στέκομαι συχνά στο κρεβάτι της πεντάχρονης κόρης μου πριν τον βραδινό ύπνο, κρατώντας ένα παιδικό βιβλίο στα χέρια μου. Κοιτάζω τα μεγάλα, γεμάτα απορία μάτια της να ακολουθούν τις λέξεις που διαβάζω. Και καθώς εκείνη γελάει ή αναρωτιέται, καταλαβαίνω ότι κάτι γίνεται εδώ. Για την κόρη μου, αυτές οι στιγμές είναι κάτι απλό, ίσως και δεδομένο. Όμως για μένα, κάθε φράση και κάθε συλλαβή κουβαλάει ένα κομμάτι της δικής μου διαδρομής που δεν ήταν πάντα εύκολη.

Θυμάμαι τον εαυτό μου παιδί, προσπαθώντας να διαβάσω δυνατά στην τάξη όταν το ζητούσε ο δάσκαλος και να αισθάνομαι το βάρος της κάθε λέξης. Το τραύλισμά μου ήταν εκεί για να με εμποδίζει, να με αγχώνει, να με κάνει να κοκκινίζω. Κάθε λέξη ήταν μια μικρή μάχη, και η ανάγνωση μπροστά σε άλλους φάνταζε τότε σαν ακατόρθωτο κατόρθωμα. Ίσως γι’ αυτό άργησα να βλέπω την ανάγνωση σαν απόλαυση. Ίσως γι’ αυτό και η παρουσία των γονιών μου σε αυτές τις στιγμές δεν ήταν αισθητή. Δεν θυμάμαι να καθόμαστε μαζί και να διαβάζουμε. Αυτή η κοινή ανάγνωση που σήμερα προσφέρω στην κόρη μου, σε μένα έμοιαζε μια δυσάρεστη, προς αποφυγήν εμπειρία.

Έρευνες έχουν δείξει ότι η κοινή ανάγνωση των γονέων με τα παιδιά τους δεν αποτελεί απλά μια πρακτική για την εκμάθηση δεξιοτήτων γραμματισμού, αλλά και μια ευκαιρία βαθιάς συναισθηματικής σύνδεσης. Οι γονείς δεν χρειάζεται να είναι εκπαιδευτικοί ή κάτοχοι διδακτορικού για να βοηθήσουν τα παιδιά τους να αναπτύξουν τις γλωσσικές τους δεξιότητες. Αρκεί η παρουσία τους και η δέσμευση τους σε αυτή τη διαδικασία. Μελέτες, όπως αυτή από το Πανεπιστήμιο του Χονγκ Κονγκ, καταδεικνύουν ότι, ανεξάρτητα από το κοινωνικοοικονομικό τους υπόβαθρο, οι γονείς που συμμετέχουν ενεργά στη διαδικασία της κοινής ανάγνωσης παρουσιάζουν σημαντικές βελτιώσεις όχι μόνο στις δεξιότητες ανάγνωσης των παιδιών τους αλλά και στις σχέσεις τους με αυτά.

Και εδώ είναι που βλέπω την κόρη μου να διαφέρει τόσο από εμένα. Εκείνη, ήδη στο νηπιαγωγείο, μπορεί να αναγνωρίσει και να γράφει αρκετές λέξεις, να διαβάζει προτάσεις με μια άνεση που ποτέ δεν θυμάμαι να είχα. Με εκπλήσσει η ευκολία της, η έμφυτη περιέργειά της.

Ποτέ δεν της ζήτησα να διαβάζει. Αλλά της προσέφερα και συνεχίζω να της προσφέρω τη στιγμή, αυτή τη δέσμευση που πολλές φορές μπορεί να μοιάζει ασήμαντη, αλλά στην ουσία είναι θεμελιώδης. Η αγάπη για το διάβασμα δεν είναι, όπως το βλέπω τώρα, απλώς το να μάθει κανείς να διαβάζει, αλλά το να μοιράζεται μια ζωντανή και διαχρονική εμπειρία.

Η παραπάνω μελέτη του Πανεπιστημίου του Χονγκ Κονγκ αναδεικνύει ότι η επίδραση αυτή δεν αφορά μόνο την εκμάθηση λέξεων και τη βελτίωση της ανάγνωσης. Οι γονείς που συμμετείχαν στο πρόγραμμα “paired reading” που ερευνήθηκε, όχι μόνο αισθάνθηκαν πιο σίγουροι στην ικανότητά τους να βοηθήσουν τα παιδιά τους να μάθουν, αλλά επίσης ανέφεραν μια βαθύτερη και πιο ουσιαστική σχέση με αυτά. Είναι κάτι που και ‘γω έχω εμπεδώσει, καθώς βλέπω την κόρη μου να διαβάζει δίπλα μου, να νιώθουμε μαζί αυτό το δέσιμο που δεν σχετίζεται μόνο με τη γλώσσα αλλά με το να βρίσκουμε κοινό έδαφος, να δημιουργούμε κώδικες επικοινωνίας και να χτίζουμε αναμνήσεις βασισμένες στην ανάγνωση βιβλίων.

Στο δικό μου σπίτι όταν ήμουν παιδί, η σχέση αυτή με το διάβασμα δεν υπήρχε. Ήταν μια μοναχική διαδικασία. Ίσως τότε οι γονείς μου δεν είχαν το χρόνο ή απλά δεν ήξεραν να το κάνουν. Όμως βλέπω τώρα πώς η συν-ανάγνωση είναι κάτι που μπορεί να προσφέρει ο καθένας. Αρκεί η δέσμευση να είμαστε παρόντες. Να καθόμαστε δίπλα τους από νωρίς και να (ξανα)κοιτάζουμε τον κόσμο μέσα από τις λέξεις τους. Να τα βλέπουμε να αποκτούν αυτοπεποίθηση και να ενδυναμώνονται. Και μαζί μ’ αυτά και ‘μεις.

Ροή Ειδήσεων

Περισσότερα