ΤΣΕΛΕΣΤΕ ΝΤΑΛΑ ΠΟΡΤΑ: ΜΙΛΗΣΑΜΕ ΓΙΑ ΑΓΑΠΗ ΚΑΙ ΓΙΑ (ΜΕΓΑΛΗ) ΟΜΟΡΦΙΑ ΜΕ ΤΗ ΝΕΑ ΜΟΥΣΑ ΤΟΥ ΠΑΟΛΟ ΣΟΡΕΝΤΙΝΟ
Η “Παρθενόπη”, το νέο φιλμ του μεγάλου ιταλού σκηνοθέτη Πάολο Σορεντίνο, ακολουθεί μια γυναίκα σε όλη της τη ζωή καθώς αναζητά την αγάπη. Η πρωτοεμφανιζόμενη πρωταγωνίστρια Τσελέστε Ντάλα Πόρτα, η Παρθενόπη αυτοπροσώπως, μίλησε στο Magazine στο φεστιβάλ Καννών.
Στην πολύβουη Νάπολη, η κάμερα ζουμάρει στην ιστορία της Παρθενόπης.
Μια δύναμη της φύσης, της οποίας η ιστορία ξεκινά από τα μεταπολεμικά χρόνια και φτάνει στο σήμερα, μια κοπέλα στο σταυροδρόμι ομορφιάς και νεότητας, εκεί που το μέλλον φαντάζει ορθάνοιχτο και γεμάτο ελπίδα και ανακάλυψη – η οποία βιώνει μια απώλεια και περνά όλη την υπόλοιπη ζωή της με μια άσβεστη δίψα αναζήτησης.
Αναζήτησης της ελευθερίας, αλλά και της αγάπης – και των αμέτρητων προσώπων που αυτή μπορεί να πάρει.
Στα χέρια του Πάολο Σορεντίνο, του βραβευμένου με Όσκαρ σκηνοθέτη πίσω από το Grande Bellezza, αυτό το ταξίδι μετατρέπεται σε ένα στοχασμό πάνω στο πεπρωμένο, στο πέρασμα του χρόνου, και στη φύση της ομορφιάς και της αγάπης. Στην νέα του ταινία με τίτλο Παρθενόπη, που κυκλοφορεί στην Ελλάδα από την The Film Group ύστερα από την συμμετοχή στο Διαγωνιστικό των Καννών.
Ποια θα ήταν όμως η ιδανική ηθοποιός για να ενσαρκώσει ένα τέτοιο ρόλο, σε μια τέτοια ταινία, ενός τέτοιου σκηνοθέτη; Την ευθύνη ανέλαβε μια ηθοποιός μέχρι πρότινος παντελώς άγνωστη – η 27χρονη Τσελέστε Ντάλλα Πόρτα, που νωρίτερα είχε στο ενεργητικό της μόνο κάποιες μικρού μήκους ταινίες και μια τηλεοπτική μίνι σειρά, προσγειώνεται κατευθείαν στο κέντρο της ιστορίας, μπροστά στους προβολείς, και ενσαρκώνει όχι μόνο την Παρθενόπη, αλλά και όλα όσα αυτή συμβολίζει μέσα στον κόσμο του Πάολο Σορεντίνο.
Συναντήσαμε την ηθοποιό τον Μάιο στις Κάννες όπου έκανε παγκόσμια πρεμιέρα η ταινία του Σορεντίνο κι η ίδια –επαναλαμβάνουμε, στον πρώτο της ρόλο– ερχόταν αντιμέτωπη με όλη την έκθεση μιας τέτοιας μεγάλης πρεμιέρας. Με ένα πολύ μεγάλο χαμόγελο και χαρά κάθισε να μιλήσει μαζί μας το πρωί μετά την προβολή. Ήταν συναρπαστικό το πώς, ακόμα και στην διάρκεια της ίδιας αυτής συζήτησης, έμοιαζε κι η ίδια να αρχίζει να νιώθει πιο άνετα με τη θέση της στο φιλμ και στο φεστιβάλ.
Ποια ήταν η πρώτη συζήτηση που είχες με τον Πάολο Σορεντίνο;
Ειπώθηκαν πολλά για το μυστήριο που κρύβει η Παρθενόπη. Όπως κι η Νάπολη, είναι κι η ίδια μια γυναίκα δύσκολο να τη συλλάβεις, δύσκολο να δεις μέσα της. Αυτό μου έλεγε ο Πάολο.
Και μετά για να χτίσετε τον χαρακτήρα; Κάνατε πολλές συζητήσεις; Μιλήσατε για τα φιλοσοφικά ζητήματα που αγγίζει η ταινία μέσα από τον χαρακτήρα της Παρθενόπης;
Λίγο απ’όλα. Μιλήσαμε πολύ για φιλοσοφία, ναι. Ο Πάολο έχει εμμονή με τους ηθοποιούς. Θέλει να σε γνωρίσει, να μάθει ποιος είσαι, ποιοι είναι οι ηθοποιοί του μέσα στη ζωή.
Μου έδωσε βιβλία να διαβάσω. Τη Θανάσιμη Πληγή του Ραφαέλε Λα Κάπρια, έναν ναπολιτάνο συγγραφέα [σσ. από τις βασικές εμπνεύσεις του Σορεντίνο για το Grande Bellezza] που το βιβλίο του ήταν πολύ χρήσιμο γιατί είναι γεμάτο εικόνες. Υπάρχει μια μελαγχολική ατμόσφαιρα πολύ χαρακτηριστική της Νάπολης. Υπάρχει το πέρασμα του χρόνου αλλά και το πώς η Νάπολη μπορεί να είναι σαν κλουβί για τους ανθρώπους που ζουν εκεί. Όσο όμορφη είναι, άλλο τόσο δύσκολο είναι να την πιάσεις στα αλήθεια.
Μετά ήταν η μουσική, που είναι και ένας σημαντικός κινητήριος μοχλός και παράγοντας στη ζωή μου. Μουσική της δεκαετίας του ’60 και του ’70. Και μετά είδα μια ταινία με τη Στεφανία Σαντρέλι, στα ιταλικά λέγεται La Conoscevo bene. «Την Ήξερα Καλά». O χαρακτήρας της Σαντρέλι [σσ. παίζει μια αθώα επαρχιώτισσα που μετακομίζει στη Ρώμη για να γίνει σταρ του σινεμά και γνωρίζει τη σκοτεινή πλευρά του κόσμου του θεάματος] ήταν πολύ χρήσιμος. Είναι κάπως επιπόλαιη και ανάλαφρη, αλλά ταυτόχρονα υπάρχει πόνος μέσα της και εξερευνά πολύ βαθιά στη ζωή. Διφορούμενος χαρακτήρας, γεμάτος αντιφάσεις.
Και τέλος… η Παρθενόπη είναι ανθρωπολόγος οπότε μιλήσαμε για το τι την ενδιαφέρει στα ανθρώπινα όντα, αλλά και το γεγονός ότι δεν φοβάται να κριθεί από τους άλλους ανθρώπους. Έχει μια διαρκή περιέργεια και απορία και ενδιαφέρον για τη ζωή και για τους άλλους ανθρώπους. Όλα αυτά έχτισαν τον χαρακτήρα μου.
Επίσης όμως η Παρθενόπη αντιπροσωπεύει την ομορφιά στην ιστορία, που εδώ μοιάζει περισσότερο με κατάρα παρά με δώρο. Κι εσύ προσωποποιείς αυτή την ομορφιά. Είναι κάτι που σε φοβίζει ποτέ;
Εξαρτάται. Η Παρθενόπη είναι αυτή που είναι, και είναι η Ομορφιά. Εγώ είμαι η Τσελέστε. Δεν είναι το ίδιο. Η Παρθενόπη είναι όμορφη επειδή οι άνθρωποι την κοιτάζουν. Γίνεται αντιληπτή ως όμορφη. Αλλά η ομορφιά είναι κάτι υποκειμενικό και κάτι που αλλάζει με την πάροδο του χρόνου. Και δεν νομίζω ότι ενσαρκώνει τόσο το στερεότυπο της ομορφιάς, αλλά περισσότερο τη νεότητα – και η νεότητα είναι ομορφιά.
Νομίζω πως αυτή η ταινία είναι εν μέρει μια μεταφορά πάνω στη νεότητα, αλλά στη συνέχεια τα πράγματα στην ταινία αλλάζουν καθώς μεγαλώνει. Αλλάζει το σενάριο, οι κινήσεις της κάμερας, το πώς συμπεριφέρεται κι η ίδια. Είναι πιο υπεύθυνη. Άρα μιλάμε για μια συγκεκριμένη στιγμή στη ζωή όταν η ομορφιά, δηλαδή η νεότητα, σε καθορίζει. Όταν γνωρίζεις τη δύναμη της ομορφιάς σου και επίσης παίζεις με τον τρόπο που σε κοιτάζουν οι άνθρωποι και τον τρόπο που κοιτάς εσύ τους ανθρώπους.
Δε νομίζω ότι θα επηρεαστώ εγώ από την ομορφιά στην καριέρα μου. Θα υπάρξουν ελπίζω πολλές διαφορετικές φάσεις και για εμένα. Κι όλες οι φάσεις είναι όμορφες – η ομορφιά του ατόμου εν τέλει αποτελείται από όλα αυτά που έχει ζήσει και έχει περάσει.
Ο Πάολο Σορεντίνο μας είπε ότι είσαι εξίσου καλή στο να υποδύεσαι μια 18χρονη κοπέλα και μια 35χρονη γυναίκα. Πόσο διαφορετικά προσέγγισες τα διάφορα κεφάλαια στη ζωή της;
Η ταινία δεν γυρίστηκε χρονολογικά, ξεκινήσαμε από τότε που ήμουν 18 ετών, μετά προχωρήσαμε στην ενήλικη ζωή της και μετά επιστρέψαμε στα νιάτα της στο Κάπρι. Οπότε υπήρξε μια εναλλαγή. Στην αρχή βλέπει τον κόσμο με έναν συγκεκριμένο τρόπο, και στη συνέχεια ο τρόπος που βλέπει τον κόσμο αλλάζει. Υπάρχει στη μέση αυτή η απώλεια η οποία μπλοκάρει ένα συναισθηματικό κομμάτι της. Κι έτσι στο δεύτερο μέρος, είναι λίγο διαφορετική. Υπάρχει μια διαφορά στον τρόπο που βλέπει τον κόσμο, όπως συμβαίνει με όλους μας. Αλλά η μαγεία της είναι ότι είναι πάντα πολύ ανάλαφρη. Το αφήνει να περάσει – αλλά υπάρχει μια μικρή ανεπαίσθητη αλλαγή στην περιέργειά της.
Ποια είναι η σχέση της Παρθενόπης με την αγάπη; Πώς την αντιλαμβάνεται; Γιατί φαίνεται πως είναι ένα άτομο που αγαπιέται περισσότερο από ό,τι αγαπάει.
Λοιπόν, ναι, είναι ένα πολύπλοκο θέμα. Νομίζω ότι η αγάπη είναι μια λέξη-κλειδί σε αυτή την ταινία, και νομίζω ότι ο καθένας μας αγαπάει με διαφορετικό τρόπο. Η Παρθενόπη έχει τον δικό της τρόπο να αγαπάει, ο οποίος επηρεάζεται από την οικογένειά της.
Στην οικογένειά της υπήρχε μεγάλη ελευθερία και χρήμα, αλλά ταυτόχρονα είναι μια οικογένεια που δεν είναι σε θέση να μεταδώσει πολλή αγάπη. Η μητέρα είναι ψυχρή, είναι αποστασιοποιημένη, είναι μακριά, και ο πατέρας της είναι καταθλιπτικός. Έτσι, το πρώτο άτομο από το οποίο μπορεί να νιώσει αγάπη είναι ο αδελφός της. Κι όταν χάνεις την πρώτη σου αγάπη με τόσο τρομερό τρόπο, φυσικά δημιουργεί κάτι μέσα σου.
Νομίζω ότι πάντα θέλει να αγαπήσει. Προσπαθεί να αγαπήσει. Αγαπάει όλα τα άτομα που συναντάει. Κάθε φορά συγκινείται από την αγάπη. Νομίζω όμως ότι επηρεάζεται και από την τραγωδία που έχει περάσει. Κι όταν νιώθει ότι οι άνθρωποι θέλουν να την ελέγξουν, το σκάει. Με αυτόν τον τρόπο, μερικές φορές η αγάπη μπορεί να μοιάζει σαν ένα κλουβί.
Αλλά πραγματικά εντυπωσιάστηκα από την τελική σκηνή, όπου φαίνεται πως υπάρχει αγάπη, που προέρχεται από την ίδια, και που είναι σε θέση να τη δώσει. Αγάπη, και πάθος. Αυτό είναι όλο το ζήτημα.
Τι είναι αυτό που σε οδήγησε στην υποκριτική; Αυτός είναι ουσιαστικά ο πρώτος σου κινηματογραφικός ρόλος.
Ναι, πριν από αυτή την ταινία δεν έπαιξα σε μεγάλου μήκους ταινίες, αλλά έκανα μια ταινία μικρού μήκους που μου άρεσε πολύ, και αφοσιώθηκα σε αυτές. Πήγα στη σχολή κινηματογράφου στη Ρώμη για τρία χρόνια και εκεί πραγματικά ερωτεύτηκα την υποκριτική, το επάγγελμα του ηθοποιού. Πριν από αυτό, ήμουν λίγο χαμένη. Όπως κι η Παρθενόπη, έτσι κι εγώ αιωρούμουν χωρίς πολύ σαφή κατεύθυνση. Απλά περνούσα μέσα από τη ζωή, κι η σχολή με βοήθησε πολύ πάνω σε αυτό.
Κατάγομαι από το Μιλάνο και μεγάλωσα σε μια οικογένεια με πολλή αγάπη, έρωτα και τέχνη. Ο πατέρας μου είναι μουσικός. Η μητέρα μου είναι φωτογράφος, όπως και ο αδελφός μου. Είμαι πολύ ευγνώμων σε αυτούς και στην αγάπη που με περιέβαλε, και τους ευχαριστώ για αυτό.
Και ποιοι είναι οι κινηματογραφικοί σου ήρωες;
Έχω τόσους πολλούς ήρωες. Αυτή τη στιγμή ας πούμε… την Αλίτσε Ρορβάχερ. Την αγαπώ πολύ, ακολουθώ ό,τι κάνει, υπάρχει κάτι ποιητικό στις ιστορίες της, οι οποίες είναι τόσο εκλεπτυσμένες και ταυτόχρονα πολύ απλές. Κι αν πάμε γενικότερα, στους ήρωές μου σίγουρα ανήκουν ο Σκορσέζε, ο Μπερτολούτσι, ο Λέος Καράξ. Θα μπορούσα να μιλάω ατελείωτα γι’ αυτούς. Και φυσικά, ο Πάολο. Ο Πάολο ήταν πάντα το κινηματογραφικό σημείο αναφοράς μου.
Η Παρθενόπη του Πάολο Σορεντίνο κυκλοφορεί στις ελληνικές αίθουσες στις 7 Νοεμβρίου από την The Film Group. Η συνέντευξη πραγματοποιήθηκε τον Μάιο στο 77ο φεστιβάλ Καννών.