Πώς οι θεματοφύλακες της ΕΕ υπέκυψαν στο πνεύμα του Brexit

Διαβάζεται σε 7'
Πώς οι θεματοφύλακες της ΕΕ υπέκυψαν στο πνεύμα του Brexit
Από αριστερά, o Ντόναλντ Τουσκ, ο Σεμπάστιαν Κουρτς, ο Μισέλ Μπαρνιέ και ο Εμανουέλ Μακρόν κατά τη διάρκεια συνάντησης στρογγυλής τραπέζης σε σύνοδο κορυφής της ΕΕ στις Βρυξέλλες, Κυριακή 25 Νοεμβρίου 2018 AP Photo/Geert Vanden Wijngaert

Ο Γιάννης Βαρουφάκης γράφει για το πώς οι Μισέλ Μπαρνιέ, Ντόναλντ Τουσκ και Εμμανουέλ Μακρόν, θεματοφύλακες των βασικών αρχών της ΕΕ, έχουν αλλάξει τροπάριο, υιοθετώντας τη γλώσσα και τις πολιτικές των πιο ορκισμένων οπαδών του Brexit τους οποίους που είχαν επιστρατευτεί για να κατατροπώσουν.

Όταν το καλοκαίρι του 2016 οι Βρετανοί ψήφισαν, απρόσμενα, υπέρ της εξόδου από την Ευρωπαϊκή Ένωση, το γνωστό πλέον Brexit, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή επιστράτευσε τρεις πολιτικούς και τους ανέθεσε επισταμένως μια αποστολή: Να κάνουν ό,τι έπρεπε ώστε οι Βρετανοί να μετανιώσουν το Brexit και η υπόλοιπη Ευρώπη να το καταγράψει ως το άκρον άωτον κάθε ηλίθιας, αυτοκαταστροφικής απόφασης που μπορεί να πάρει εκλογικό σώμα. Σήμερα, οι ίδιοι τρεις πολιτικοί παραμένουν στα υψηλότερα κλιμάκια του πολιτικού πανθέου της ΕΕ – μόνο που τώρα πια μιλούν ως Brexiteers! Για να καταλάβουμε πως συνέβη αυτή η μεταστροφή, απαιτείται να κατανοήσουμε τη δυναμική εσωτερικής αποδόμησης της ΕΕ.

Ο Μισέλ Μπαρνιέ, πρώην επίτροπος της ΕΕ, επιλέχθηκε να ηγηθεί των καθημερινών διαπραγματεύσεων με το Λονδίνο, με αποστολή να εξουθενώσει τους Βρετανούς απεσταλμένους και να τους ξεζουμίζει λίγο-λίγο επί τέσσερα χρόνια και πλέον. Ο Ντόναλντ Τουσκ, τότε πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, ανέλαβε την επικίνδυνη (και όπως αποδείχθηκε, ατυχέστατη) εκστρατεία για την διεξαγωγή ενός δεύτερου δημοψηφίσματος, το οποίο θα ανέτρεπε την ετυμηγορία του πρώτου, προβαίνοντας μάλιστα σε μπαράζ επιθετικών δηλώσεων όπως όταν, παραδείγματος χάριν, δήλωσε πως στους Brexiteers άξιζε μια «διακεκριμένη θέση στην Κόλαση». Τέλος, ο Εμμανουέλ Μακρόν, έχοντας αναρριχηθεί στην Προεδρία της Γαλλικής Δημοκρατίας, ηγήθηκε της ιδεολογικής και προγραμματικής μάχης κατά του πνεύματος του Brexit προειδοποιώντας τους Βρετανούς ομολόγους του ότι ποτέ δεν θα τους επιτραπεί να τσιμπολογήσουν επιλεκτικά τα κομμάτια της ΕΕ που τους άρεσαν και να πετάξουν στο καλάθι των αχρήστων τα υπόλοιπα.

Οι τρεις αυτοί θεματοφύλακες οργάνωσαν τον πόλεμο κατά των Brexiteers με τρεις στόχους κατά νου.

Πρώτον, να υπερασπιστούν τη συνοχή της ενιαίας αγοράς της ΕΕ, ιδίως την ιδέα του ισότιμου ανταγωνισμού όπου μια γαλλική, πορτογαλική και σλοβενική εταιρεία αντιμετώπιζε – τουλάχιστον θεωρητικά – τους ίδιους κανόνες. Αντίθετα, οι Brexiteers, τόσο δεξιάς όσο και αριστερής κοπής, ήταν ανένδοτοι ότι η Βρετανική κυβέρνηση έπρεπε να επανακτήσει το δικαίωμα στις κρατικές ενισχύσεις στρατηγικά σημαντικών εταιρειών που επενδύουν στο βρετανικό έδαφος. Ο Μακρόν ανέλαβε εργολαβικά αυτή τη μάχη, καταδικάζοντας κατ’ εξακολούθηση τις προσπάθειες του Λονδίνου να μεροληπτεί υπέρ βρετανικών εταιρειών καταστρατηγώντας τις αρχές της ενιαίας αγοράς της ΕΕ.

Δεύτερον, να εξανεμίσουν τις όποιες ελπίδες των Βρετανών ότι το City του Λονδίνου θα εξακολουθούσε να επωφελείται από τη διαχείριση ευρωπαϊκού χρήματος. Ο Τουσκ δημιούργησε ομάδα κρούσης με εντολή να διασφαλίσουν ότι η τελική συμφωνία για το Brexit θα τιμωρούσε τους χρηματιστές του Σίτι του Λονδίνου που αρνούνταν να μεταφέρουν σημαντικό μέρος του χαρτοφυλακίου, του προσωπικού και των κεφαλαίων τους εντός της ΕΕ. Με ικανοποίηση που άγγιζε τα όρια της κακεντρέχειας, ο Τουσκ μάλιστα είπε στους Βρετανούς χρηματιστές ότι, γι’ αυτούς, «η ζωή θα είναι διαφορετική» μετά το Brexit.

Τέλος, να παρουσιάσουν τους Brexiteers ως παραπλανημένους εχθρούς της άλλης προσφιλούς αρχής της ΕΕ, της ελεύθερης μετακίνησης. Ξανά και ξανά, ο Μπαρνιέ έλεγε στους Βρετανούς διαπραγματευτές ότι ο μόνος τρόπος για να συνεχίσει το Ηνωμένο Βασίλειο να απολαμβάνει το εμπόριο χωρίς δασμούς με την ΕΕ ήταν να εγκαταλείψει το παράλογο αίτημά του να ανακτήσει τον έλεγχο των συνόρων του. Ακόμη και πρόσφατα, αφού στο Λονδίνο ανέλαβε κυβέρνηση των Εργατικών, ο Μπαρνιέ ήταν ανένδοτος: «Καμία επαναδιαπραγμάτευση του Brexit χωρίς ελευθερία μετακίνησης!»

Σήμερα, κι οι τρεις αυτοί θεματοφύλακες των βασικών αρχών της ΕΕ έχουν αλλάξει τροπάριο, υιοθετώντας τη γλώσσα και τις πολιτικές των πιο ορκισμένων οπαδών του Brexit τους οποίους που είχαν επιστρατευτεί για να κατατροπώσουν. Πρώτα ανατράπηκε η ενθουσιώδης υπεράσπιση της ιδέας μιας ενιαίας αγοράς, η οποία απαγορεύει στις ευρωπαϊκές κυβερνήσεις να μεροληπτούν υπέρ «εθνικών» εταιρειών. Αντιμέτωπες με την ύφεση που προκάλεσε η πανδημία COVID-19, Γαλλία και Γερμανία ανέσυραν μονομερώς το δικαίωμά τους να προσφέρουν κρατικές ενισχύσεις σε όποιον ντόπιο παραγωγό ήθελαν. Πως; Κάνοντας αυτό που πάντα έκαναν οι ισχυροί της ΕΕ: αγνοώντας τους κανόνες που προηγουμένως επέβαλαν στους άλλους. «Η απάντηση μας τα τελευταία χρόνια», όπως το έθεσε ο Μακρόν , «ήταν η παροχή εθνικής ευελιξίας: κρατικές ενισχύσεις». Από τότε, ο γερμανός καγκελάριος Όλαφ Σολτς ξεχύλωσε ακόμα πιο πολύ την ιδέα της ενιαίας αγοράς και της, λεγόμενης, τραπεζικής ενοποίησης εμποδίζοντας την απολύτως νόμιμη εξαγορά της γερμανικής Commerzbank από την ιταλική Unicredit, καταργώντας έτσι το πρόταγμα ενιαίας ευρωπαϊκής χρηματαγοράς.

Πολύ πιο εντυπωσιακή είναι η μεταστροφή 360ο των άλλων δύο πολιτικών. Ο Τουσκ, ανακαλύπτοντας τον Brexiteer που έκρυβε μέσα του, φαίνεται να έχει ξεχάσει πόσο απαράδεκτο θεωρούσε ένα κράτος-μέλος της ΕΕ να διακηρύττει, όπως έκαναν οι Brexiteers της βρετανικής κυβέρνησης, το σύνθημα «ο έλεγχος των συνόρων είναι εθνική μας υπόθεση». Τώρα, ως πρωθυπουργός της Πολωνίας, ο Τουσκ υπόσχεται να… «ανακτήσει τον έλεγχο» των συνόρων της Πολωνίας! Και σαν να μην έφτανε αυτό, απαιτεί εξαίρεση από τους κανόνες της ΕΕ, ίδια με εκείνη που απαιτούσε το Λονδίνο, σχετικά με τον ελάχιστο αριθμό αιτούντων άσυλο που πρέπει να δέχονται οι ευρωπαϊκές χώρες. Στην πραγματικότητα, ο Τουσκ προχώρησε ακόμη παραπέρα, αναστέλλοντας το δικαίωμα ασύλου στην Πολωνία, παραβιάζοντας κατάφωρα όχι μόνο τους κανόνες της ΕΕ, αλλά και τις υποχρεώσεις της Πολωνίας βάσει του διεθνούς δικαίου και του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων – παραδοσιακό στόχο του μίσους των Brexiteers.

Για να μην έχει ο Τουσκ τα πρωτεία, ο Μπαρνιέ, τον οποίο στο μεταξύ ο Μακρόν διόρισε πρωθυπουργό της Γαλλίας, ηγείται κυβέρνησης μειοψηφίας που βασίζεται στη σιωπηρή υποστήριξη της νεοφασίστριας, ευρωσκεπτικίστριας, ξενοφοβικής Μαρίν Λεπέν και του Εθνικού της Συναγερμού. Τώρα αυτός ο ίδιος Μπαρνιέ κάνει εκστρατεία για το δικαίωμα της Γαλλίας στην ασυλία από τη δικαιοδοσία των… ευρωπαϊκών δικαστηρίων! Ναι, ο αθεόφοβος, απαιτεί η Γαλλία να μπορεί, χωρίς να νοιάζεται για το Ευρωπαϊκό Δίκαιο, να απελαύνει όποιον θέλει και να νομοθετεί ακόμα και την απαγόρευση κάθε μετανάστευσης προς τη Γαλλία από χώρες εκτός ΕΕ.

Τι συνέβη; Πώς οι θεματοφύλακες της ΕΕ έγιναν… Brexiteers; Η απάντηση βρίσκεται σε μεγάλο βαθμό στα σαθρά οικονομικά θεμέλια της Ευρώπης. Η επανεθνικοποίηση της ευρωπαϊκής πολιτικής περίμενε στη γωνία να έρθει η στιγμή που η κρίση της ΕΕ θα έφτανε σε τέτοιο σημείο που να μην διαφαίνεται πλέον το όφελος σεβασμού των κανόνων της ΕΕ. Πρώτο θύμα της μονιμοποίησης της ευρωπαϊκής κρίσης ήταν το αφήγημα της «ολοένα και στενότερης ένωσης». Σχεδόν δύο δεκαετίες ανύπαρκτων παραγωγικών επενδύσεων ενίσχυσαν τις φυγόκεντρες δυνάμεις που αποδομούν την Ευρώπη, εξαπλώνοντας το πνεύμα του Brexit από το Παρίσι στη Βαρσοβία.

Μετά την πανδημία, οι εξαγωγές της ΕΕ προς την Κίνα μειώθηκαν δραματικά ενώ οι Ηνωμένες Πολιτείες σχεδόν διπλασίασαν τις εισαγωγές τους από την Ευρώπη. Εξαρτώμενη πλήρως από την Αμερική για όπλα, ορυκτά καύσιμα και εξωτερική ζήτηση, η ΕΕ είναι πλέον εξαιρετικά ευάλωτη και σκιά του προ του 2008 εαυτού της. Εάν ο Ντόναλντ Τραμπ κερδίσει τις επερχόμενες προεδρικές εκλογές, και εισάγει τους δασμούς που έχει υποσχεθεί στις εξαγωγές της ΕΕ, η Ευρώπη θα αντιμετωπίσει ακόμα βαθύτερη στασιμότητα και κατακερματισμό.

Αποτελεί τραγικό κατηγορώ για τους ευρωπαίους ηγέτες ότι, αντιστεκόμενοι τόσο λυσσαλέα και για τόσο πολύ καιρό σε κάθε μετριοπαθή αλλά θεμελιώδη πολιτική μεταρρύθμιση της ΕΕ, εγγυήθηκαν τη διάλυσή της. Με το να μιλάνε μεγαλόστομα και άνευ ειρμού για τις μεγάλες κοινές ανάγκες της Ευρώπης (π.χ. μεγάλης κλίμακας πράσινες επενδύσεις) την ίδια ώρα που υπονόμευαν την δημιουργία των κοινών μέσων που ήταν απαραίτητα για την ικανοποίηση αυτών των μεγάλων αναγκών, μετατράπηκαν στους χειρότερους σαμποτέρ της ΕΕ. Το πνεύμα του Brexit που παρεισέφρυσε στο νου των θεματοφυλάκων της ΕΕ δεν είναι περαστικό. Ήρθε για να μείνει.

*Το πιο πάνω άρθρο αποτελεί απόδοση της μηνιαίας στήλης του Γιάνη Βαρουφάκη στο Project Syndicate

Ροή Ειδήσεων

Περισσότερα