Eurogroup: Διευρύνεται το ‘χάσμα” με Κίνα και ΗΠΑ

Διαβάζεται σε 14'
Eurogroup: Διευρύνεται το ‘χάσμα” με Κίνα και ΗΠΑ
Ευρωπαϊκή Ένωση iStock

Με τα χρόνια, το χάσμα παραγωγικότητας διευρύνθηκε μεταξύ της ΕΕ και των εμπορικών εταίρων της, όπως οι Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής (ΗΠΑ), ενώ αναδυόμενες οικονομίες όπως η Κίνα συνεχίζουν να αυξάνουν την ανταγωνιστική πίεση, αναφέρει στη δήλωσή του το Eurogroup.

Στη συνεδρίασή του, χθες, το Eurogroup σε διευρυμένη σύνθεση ενέκρινε δήλωση για την ανταγωνιστικότητα της ευρωπαϊκής οικονομίας, όπου μεταξύ άλλων έθεσε και το ζήτημα της ενέργειας.

Η αύξηση της παραγωγικότητας βρίσκεται στο επίκεντρο της αύξησης του εισοδήματος και της ευημερίας. Ωστόσο, με τα χρόνια, το χάσμα παραγωγικότητας διευρύνθηκε μεταξύ της ΕΕ και των εμπορικών εταίρων της, όπως οι Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής (ΗΠΑ), ενώ αναδυόμενες οικονομίες όπως η Κίνα συνεχίζουν να αυξάνουν την ανταγωνιστική πίεση. Ως απάντηση, θεωρούμε ως προτεραιότητα την αντιμετώπιση της χαμηλής απόδοσης της Ευρώπης στην παραγωγικότητα διευκολύνοντας τις συνθήκες για τις ευρωπαϊκές επιχειρήσεις να επενδύσουν και να καινοτομήσουν.

Το χάσμα παραγωγικότητας της ΕΕ απορρέει από ένα καθυστερημένο οικοσύστημα καινοτομίας, το οποίο οδήγησε στην καθυστέρηση της ΕΕ σε τομείς υψηλής προστιθέμενης αξίας, ιδίως στην τεχνολογία των πληροφοριών και των επικοινωνιών και στις ψηφιακές βιομηχανίες. Συμφωνούμε ότι έχει καταστεί επείγον να τονωθούν οι επενδύσεις στην έρευνα και ανάπτυξη (Ε&Α), ιδίως μέσω μιας προσέγγισης βασισμένης στην αγορά για τη διευκόλυνση των δαπανών του ιδιωτικού τομέα μέσω ενισχυμένων συνθηκών πλαισίου για επενδύσεις, διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων και με βελτίωση του συντονισμού της δημόσιας χρηματοδότησης, μεταξύ άλλων επίπεδο ΕΕ.

Η κινητοποίηση επιχειρηματικών κεφαλαίων –ιδίως για νεοσύστατες επιχειρήσεις και επιχειρήσεις κλίμακας– μέσω βαθιών, εύρυθμων και ολοκληρωμένων ευρωπαϊκών κεφαλαιαγορών είναι το κλειδί για τη διοχέτευση αποταμιεύσεων και επιχειρηματικών κεφαλαίων, τόσο εντός όσο και εκτός ΕΕ” αναφέρει η δήλωση και τονίζει:

“Οι ανεπαρκείς διασυνδέσεις και η χωρητικότητα του δικτύου, σε συνδυασμό με την αναποτελεσματική χρήση των υφιστάμενων δικτύων, εμποδίζουν τη σταθεροποίηση των τοπικών διακυμάνσεων και οι κατακερματισμένες εθνικές στρατηγικές κινδυνεύουν να οδηγήσουν σε αναποτελεσματικές επενδύσεις, υψηλό κόστος για φορολογούμενους και καταναλωτές και ασταθείς τιμές ηλεκτρικής ενέργειας” αναφέρει η δήλωση που τονίζει:

Μια ολοκληρωμένη και ευέλικτη ευρωπαϊκή αγορά ηλεκτρικής ενέργειας, που θα συνδέει το δυναμικό ανανεώσιμων πηγών ενέργειας με περιοχές υψηλής ζήτησης εντός της Ένωσης, θα οδηγήσει σε χαμηλότερες και πιο σταθερές τιμές, θα προσελκύσει ιδιωτικές επενδύσεις, θα μειώσει την ανάγκη αποθήκευσης και τις δημόσιες επιδοτήσεις για την παραγωγή ενέργειας, συμπεριλαμβανομένης της παραγωγής ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές και να ενισχύσουμε την ενεργειακή μας ασφάλεια. Αυτό, με τη σειρά του, θα μειώσει τις δημοσιονομικές πιέσεις μειώνοντας την ανάγκη για ενεργειακές επιδοτήσεις και θα στηρίξει την οικονομική ανάπτυξη μειώνοντας το κόστος για τις επιχειρήσεις και τα νοικοκυριά. Η καλή λειτουργία της ευρωπαϊκής ενεργειακής υποδομής είναι κοινού ευρωπαϊκού ενδιαφέροντος και ζωτικής σημασίας για την ανταγωνιστικότητα της ΕΕ.”

Η δήλωση

Οι σημαντικές αλλαγές στο γεωπολιτικό τοπίο, ο κατακερματισμός των παγκόσμιων εμπορικών ροών, οι ραγδαίες τεχνολογικές εξελίξεις, η κλιματική αλλαγή και η ενεργειακή κρίση συγκλίνουν για να δημιουργήσουν ένα εξαιρετικά περίπλοκο και δυναμικό παγκόσμιο περιβάλλον. Οι συνέπειες από τον απρόκλητο επιθετικό πόλεμο της Ρωσίας κατά της Ουκρανίας έχουν δημιουργήσει περαιτέρω προκλήσεις.

Η ευρωπαϊκή οικονομία έχει πληγεί ιδιαίτερα από τα προκύπτοντα ωστικά κύματα που περιόρισαν την ανάπτυξη, αύξησαν τον πληθωρισμό, σύσφιξαν τις χρηματοοικονομικές συνθήκες και επιδείνωσαν τα σημεία συμφόρησης στον εφοδιασμό εν μέσω της ανάκαμψης από την πανδημία του Covid-19. Ταυτόχρονα, οι μακροχρόνιες προκλήσεις της Ευρώπης, που συνδυάζουν τη χαμηλή ανάπτυξη, τη στασιμότητα της παραγωγικότητας, τις ανεπαρκείς επιδόσεις καινοτομίας και τις δημογραφικές προκλήσεις παραμένουν ανεπίλυτες. Σε αυτό το πλαίσιο, είναι επιτακτική και επείγουσα η αντιμετώπιση των καθυστερημένων επιδόσεων της ευρωπαϊκής οικονομίας αυξάνοντας την παραγωγική της ικανότητα και ενισχύοντας την ανταγωνιστικότητά της μέσω φιλόδοξων επενδύσεων και καλά βαθμονομημένων διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων.

Τον Νοέμβριο του 2023, το Eurogroup σε μορφή χωρίς αποκλεισμούς ξεκίνησε μια σειρά συζητήσεων σχετικά με τις προκλήσεις ανταγωνιστικότητάς μας και έχει αντλήσει πολύτιμες γνώσεις πολιτικής, υποστηριζόμενες από εισροές από τα θεσμικά όργανα και διακεκριμένους εξωτερικούς συντελεστές. Εξετάσαμε τη νέα συμφωνία για την ευρωπαϊκή ανταγωνιστικότητα που συμφωνήθηκε από το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο στις 17-18 Απριλίου 2024, μαζί με τα συμπεράσματα της έκθεσης υψηλού επιπέδου «Πολύ περισσότερα από μια αγορά» του Enrico Letta και της έκθεσης του Mario Draghi για το «Το μέλλον της ευρωπαϊκής ανταγωνιστικότητας». Οι συζητήσεις μας κάλυψαν βασικά ζητήματα, όπως οι τάσεις των τιμών της ενέργειας, ο κατακερματισμός του εμπορίου, το χάσμα καινοτομίας και παραγωγικότητας της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ) και ο ρόλος της βιομηχανικής πολιτικής, καθώς και το χρηματοδοτικό κενό για τη χρηματοδότηση στρατηγικών επενδύσεων της ΕΕ. Από αυτές τις συζητήσεις, έχουμε συγκλίνει σε ένα σύνολο προτεραιοτήτων και δράσεων πολιτικής για την αντιμετώπιση αυτών των αναδυόμενων και επίμονων προκλήσεων.

Αντιμετώπιση των προκλήσεων καινοτομίας και παραγωγικότητας της ΕΕ για την τόνωση της ανάπτυξης

Η αύξηση της παραγωγικότητας βρίσκεται στο επίκεντρο της αύξησης του εισοδήματος και της ευημερίας. Ωστόσο, με τα χρόνια, το χάσμα παραγωγικότητας διευρύνθηκε μεταξύ της ΕΕ και των εμπορικών εταίρων της, όπως οι Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής (ΗΠΑ), ενώ αναδυόμενες οικονομίες όπως η Κίνα συνεχίζουν να αυξάνουν την ανταγωνιστική πίεση. Ως απάντηση, θεωρούμε ως προτεραιότητα την αντιμετώπιση της χαμηλής απόδοσης της Ευρώπης στην παραγωγικότητα διευκολύνοντας τις συνθήκες για τις ευρωπαϊκές επιχειρήσεις να επενδύσουν και να καινοτομήσουν. Το χάσμα παραγωγικότητας της ΕΕ απορρέει από ένα καθυστερημένο οικοσύστημα καινοτομίας, το οποίο οδήγησε στην καθυστέρηση της ΕΕ σε τομείς υψηλής προστιθέμενης αξίας, ιδίως στην τεχνολογία των πληροφοριών και των επικοινωνιών και στις ψηφιακές βιομηχανίες.

Συμφωνούμε ότι έχει καταστεί επείγον να τονωθούν οι επενδύσεις στην έρευνα και ανάπτυξη (Ε&Α), ιδίως μέσω μιας προσέγγισης βασισμένης στην αγορά για τη διευκόλυνση των δαπανών του ιδιωτικού τομέα μέσω ενισχυμένων συνθηκών πλαισίου για επενδύσεις, διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων και με βελτίωση του συντονισμού της δημόσιας χρηματοδότησης, μεταξύ άλλων επίπεδο ΕΕ. Η κινητοποίηση επιχειρηματικών κεφαλαίων –ιδίως για νεοσύστατες επιχειρήσεις και επιχειρήσεις κλίμακας– μέσω βαθιών, εύρυθμων και ολοκληρωμένων ευρωπαϊκών κεφαλαιαγορών είναι το κλειδί για τη διοχέτευση αποταμιεύσεων και επιχειρηματικών κεφαλαίων, τόσο εντός όσο και εκτός ΕΕ. Αυτό θα επιτρέψει πιο αποτελεσματικά στις ευρωπαϊκές καινοτόμες εταιρείες να κλιμακωθούν και να οδηγήσουν σε μακροπρόθεσμη ανάπτυξη και τελικά να βοηθήσει την ΕΕ να γίνει παγκόσμιος ηγέτης στην καινοτομία.

Η ενίσχυση του ανθρώπινου κεφαλαίου είναι απαραίτητη, ιδίως υπό το φως της πρόσφατης μείωσης των επιδόσεων των μαθητών σε σύγκριση με τους παγκόσμιους ανταγωνιστές. Τα συστήματα εκπαίδευσης και κατάρτισης πρέπει να αντιμετωπίζουν καλύτερα τις αναντιστοιχίες και τις ελλείψεις δεξιοτήτων βελτιώνοντας τα προγράμματα αναβάθμισης δεξιοτήτων και επαναπροσαρμογής δεξιοτήτων, υποστηριζόμενα από μεγαλύτερη ευελιξία στην αγορά εργασίας, μεγαλύτερη κινητικότητα του εργατικού δυναμικού εντός της ΕΕ και πολιτικές που προσελκύουν και διατηρούν ταλέντο για να διασφαλιστεί η επαρκής παροχή ανθρώπινου κεφαλαίου που απαιτείται για την ενίσχυση της Δυναμικό καινοτομίας της ΕΕ. Η αύξηση της συμμετοχής στην αγορά εργασίας, ιδίως εκείνη των υποεκπροσωπούμενων ομάδων, καθώς και η προσέλκυση ταλέντων από το εξωτερικό, είναι επίσης ζωτικής σημασίας για τον μετριασμό των συνεπειών της γήρανσης του πληθυσμού.

Μείωση του κόστους της ενέργειας και οικοδόμηση ενεργειακής ανθεκτικότητας της ΕΕ μέσω συντονισμού και ολοκλήρωσης

Το σοκ στις τιμές της ενέργειας απέδειξε τον βαθμό στον οποίο οι οικονομίες μας εξαρτώνται από οικονομικά προσιτή ενέργεια, ενώ η συντονισμένη απάντηση της ΕΕ έχει τονίσει τα οφέλη της κοινής δράσης σε επίπεδο ΕΕ. Θα χρειαστεί η ανάπτυξη ενεργειακά αποδοτικών λύσεων, μηδενικών και χαμηλών εκπομπών άνθρακα. Αναγνωρίζουμε ότι μια καλά σχεδιασμένη πράσινη μετάβαση και η ενεργειακή ασφάλεια δεν είναι μόνο συμπληρωματικές επιταγές, αλλά μπορούν επίσης να παρουσιάσουν στις οικονομίες μας σημαντικές ευκαιρίες για την επίτευξη των στόχων ανταγωνιστικότητας και απαλλαγής από τις ανθρακούχες εκπομπές αξιοποιώντας φθηνή, βιώσιμη ενέργεια και μειώνοντας την εξάρτηση από εξωτερικές πηγές.

Η μετάβαση προς ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, όπως η αιολική και η ηλιακή ενέργεια, έχει προχωρήσει καλά, αλλά η στοχαστικότητα αυτών των πηγών απαιτεί ευρύ φάσμα απαντήσεων, συμπεριλαμβανομένων επενδύσεων στην ευελιξία της ζήτησης, στην αποθήκευση και στις ενεργειακές υποδομές. Οι ανεπαρκείς διασυνδέσεις και η χωρητικότητα του δικτύου, σε συνδυασμό με την αναποτελεσματική χρήση των υφιστάμενων δικτύων, εμποδίζουν τη σταθεροποίηση των τοπικών διακυμάνσεων και οι κατακερματισμένες εθνικές στρατηγικές κινδυνεύουν να οδηγήσουν σε αναποτελεσματικές επενδύσεις, υψηλό κόστος για φορολογούμενους και καταναλωτές και ασταθείς τιμές ηλεκτρικής ενέργειας.

Συμφωνούμε ότι για την αντιμετώπιση αυτών των προκλήσεων μια στρατηγική σε επίπεδο ΕΕ για τη συμπλήρωση και τη συνένωση εθνικών στρατηγικών θα ήταν απαραίτητη για την αποτελεσματική ηλεκτροδότηση και την πράσινη μετάβαση. Ειδικότερα, οι καλύτερες και οικονομικά αποδοτικές διασυνδέσεις δικτύου, ιδίως οι διασυνοριακές, είναι ζωτικής σημασίας για τη σύνδεση παραγωγών και καταναλωτών σε μεγάλες γεωγραφικές περιοχές.

Μια ολοκληρωμένη και ευέλικτη ευρωπαϊκή αγορά ηλεκτρικής ενέργειας, που θα συνδέει το δυναμικό ανανεώσιμων πηγών ενέργειας με περιοχές υψηλής ζήτησης εντός της Ένωσης, θα οδηγήσει σε χαμηλότερες και πιο σταθερές τιμές, θα προσελκύσει ιδιωτικές επενδύσεις, θα μειώσει την ανάγκη αποθήκευσης και τις δημόσιες επιδοτήσεις για την παραγωγή ενέργειας, συμπεριλαμβανομένης της παραγωγής ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές και να ενισχύσουμε την ενεργειακή μας ασφάλεια. Αυτό, με τη σειρά του, θα μειώσει τις δημοσιονομικές πιέσεις μειώνοντας την ανάγκη για ενεργειακές επιδοτήσεις και θα στηρίξει την οικονομική ανάπτυξη μειώνοντας το κόστος για τις επιχειρήσεις και τα νοικοκυριά. Η καλή λειτουργία της ευρωπαϊκής ενεργειακής υποδομής είναι κοινού ευρωπαϊκού ενδιαφέροντος και ζωτικής σημασίας για την ανταγωνιστικότητα της ΕΕ.

Ενίσχυση της οικονομικής ασφάλειας της ΕΕ σε ένα κατακερματισμένο παγκόσμιο εμπορικό περιβάλλον

Το κατακερματισμένο παγκόσμιο περιβάλλον υπογραμμίζει τόσο τη σημασία όσο και την ευθραυστότητα του ανοιχτού διεθνούς εμπορίου, απαιτώντας από εμάς να είμαστε ξεκάθαροι σχετικά με τις επιπτώσεις στην οικονομική μας ασφάλεια. Η ΕΕ και τα κράτη μέλη της έχουν ωφεληθεί πολύ από το ελεύθερο εμπόριο και θα πρέπει να επιδιώξουν να συνεχίσουν να το κάνουν. Είναι προς το συμφέρον μας να υποστηρίξουμε ένα ανοιχτό και βιώσιμο πολυμερές εμπορικό σύστημα βασισμένο σε κανόνες, με τον Παγκόσμιο Οργανισμό Εμπορίου (ΠΟΕ) στον πυρήνα του να διασφαλίζει ίσους όρους ανταγωνισμού σε παγκόσμιο επίπεδο. Ωστόσο, το σύστημα που βασίζεται σε κανόνες υπονομεύεται όλο και περισσότερο από στρεβλωτικές πρακτικές ορισμένων εμπορικών εταίρων.

Αυτό απαιτεί την ενίσχυση της οικονομικής μας ανθεκτικότητας και την επιδίωξη μιας πιο στρατηγικής προσέγγισης για να διασφαλιστεί ότι η ΕΕ θα παραμείνει ανταγωνιστική στις παγκόσμιες αγορές, τηρώντας παράλληλα τις πρακτικές θεμιτού εμπορίου. Για το σκοπό αυτό, η ενίσχυση των διεθνών συνεργασιών, η διαφοροποίηση και η διατήρηση ασφαλών και ανθεκτικών αλυσίδων εφοδιασμού και ο προληπτικός εντοπισμός των κινδύνων εξαρτήσεων σε στρατηγικούς τομείς είναι ουσιαστικής σημασίας για τη διασφάλιση της οικονομικής μας ασφάλειας σε ένα όλο και πιο περίπλοκο παγκόσμιο τοπίο και τον μετριασμό των κινδύνων εξωτερικών κραδασμών και των σχετικών απωλειών θέσεων εργασίας.

Αναζωογόνηση της ενιαίας αγοράς για τη διατήρηση της ευρωπαϊκής ευημερίας

Επιβεβαιώνουμε τη σημασία της ενιαίας αγοράς ως πυλώνα ευρωπαϊκής ευημερίας και συνοχής, τονίζοντας την ανάγκη επέκτασης, εμβάθυνσης και αναζωογόνησής της, μεταξύ άλλων με την επιδίωξη φιλόδοξων διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων, διασφαλίζοντας παράλληλα ίσους όρους ανταγωνισμού. Ως εκ τούτου, προσβλέπουμε στην παρουσίαση της νέας οριζόντιας στρατηγικής της Επιτροπής για την ενιαία αγορά. Η περαιτέρω διευκόλυνση της διασυνοριακής παροχής υπηρεσιών, συμπεριλαμβανομένων των χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών και υπηρεσιών που είναι απαραίτητες για την πράσινη μετάβαση, ανοίγει ευκαιρίες για περαιτέρω εκσυγχρονισμό και εμβάθυνση της ενιαίας αγοράς. Επιπλέον, η περαιτέρω ολοκλήρωση της αγοράς και η μόχλευση της ενιαίας αγοράς είναι ουσιαστικής σημασίας για τις επιχειρήσεις να αναπτυχθούν και να αναπτύξουν οικονομίες κλίμακας που είναι απαραίτητες για την οικοδόμηση ικανοτήτων, ιδίως σε στρατηγικούς τομείς, και να ανταγωνίζονται με επιτυχία στην παγκόσμια σκηνή.

Απαιτούνται προβλέψιμες, ανταγωνιστικές και δίκαιες συνθήκες πλαισίου για τις επιχειρήσεις, καθώς και μείωση των φραγμών εισόδου. Ταυτόχρονα, η αυξανόμενη κανονιστική επιβάρυνση γίνεται όλο και πιο σημαντικό εμπόδιο για τις εταιρείες, ιδίως τις μικρότερες επιχειρήσεις, να καινοτομήσουν, να κλιμακωθούν και να αναπτυχθούν. Πρέπει να μεταρρυθμίσουμε και να εντείνουμε τις προσπάθειες για τη βελτίωση της ποιότητας των ρυθμίσεων και την αποτελεσματική μείωση του διοικητικού φόρτου.

Η αναζωπύρωση της βιομηχανικής πολιτικής σε όλο τον κόσμο τα τελευταία χρόνια είναι χαρακτηριστική μιας παγκόσμιας τάσης για την εξασφάλιση τεχνολογικής ηγετικής θέσης, την απελευθέρωση του άνθρακα από την οικονομία και τη μείωση των εξαρτήσεων σε ένα πλαίσιο αυξημένων γεωπολιτικών εντάσεων. Συμφωνούμε ότι η ευρεία χρήση βιομηχανικών πολιτικών, ιδίως σε εθνικό επίπεδο, θα πρέπει να αποφευχθεί, καθώς κινδυνεύει να υπονομεύσει την ενιαία αγορά. Συμφωνούμε ότι σε συγκεκριμένες περιπτώσεις η βιομηχανική πολιτική μπορεί να αντιμετωπίσει τις αποτυχίες της αγοράς και να ενισχύσει την ανθεκτικότητά μας και την ανοιχτή στρατηγική μας αυτονομία. Ωστόσο, πρέπει να σχεδιαστεί προσεκτικά, σε συνδυασμό με τις κατάλληλες συνθήκες πλαισίου για τις επιχειρήσεις και να εφαρμοστεί σωστά, ώστε να αποφευχθούν κίνδυνοι όπως η αναζήτηση ενοικίου, η κακή κατανομή πόρων και οι στρεβλώσεις του εμπορίου. Επιπλέον, οι βιομηχανικές πολιτικές θα πρέπει να είναι περιορισμένου πεδίου, προσανατολισμένες στο μέλλον, με στόχο τη δημιουργία ευνοϊκού επιχειρηματικού περιβάλλοντος για την τόνωση των επενδύσεων και εστιασμένες σε τεχνολογίες και τομείς και όχι σε μεμονωμένες εταιρείες. Θα πρέπει να διατηρηθεί η αποτελεσματική επιβολή των κανόνων της ΕΕ για τις κρατικές ενισχύσεις για να διασφαλιστούν αποτελεσματικοί ίσοι όροι ανταγωνισμού.

Συντονισμός επενδυτικών στρατηγικών για τη χρηματοδότηση των προτεραιοτήτων της ΕΕ

Αναγνωρίζουμε τις σημαντικές χρηματοδοτικές ανάγκες που σχετίζονται με την πράσινη και ψηφιακή μετάβαση, τις νέες αμυντικές προτεραιότητες και την Ε&Α. Σε μια εποχή που τα δημόσια οικονομικά έχουν επηρεαστεί από πολλαπλές κρίσεις και απαιτείται σταδιακή και διαρκής δημοσιονομική εξυγίανση, οι απαραίτητες επενδύσεις θα πρέπει να προέρχονται κυρίως από ιδιωτικές πηγές.

Η εμβάθυνση της Ένωσης Κεφαλαιαγορών (CMU) είναι επείγουσα και απαραίτητη για την ενίσχυση της χρηματοπιστωτικής ολοκλήρωσης και τη διευκόλυνση της κινητοποίησης ιδιωτικών κεφαλαίων σε ολόκληρη την ΕΕ. Επαναλαμβάνουμε τη δέσμευσή μας να υλοποιήσουμε τα μέτρα προτεραιότητας που προσδιορίζονται στη δήλωσή μας για το μέλλον της Ένωσης Κεφαλαιαγορών της 11ης Μαρτίου 2024, ώστε να παρέχουμε βαθιές, εύρυθμες και ολοκληρωμένες ευρωπαϊκές κεφαλαιαγορές προς όφελος των καταναλωτών και των επιχειρήσεων. Η μείωση του κατακερματισμού και των ρυθμιστικών φραγμών στην πρόσβαση στη χρηματοδότηση παραμένει ζωτικής σημασίας και ανυπομονούμε να παρουσιάσει η νέα Επιτροπή φιλόδοξες προτάσεις ως προς αυτό. Δεσμευόμαστε επίσης να ολοκληρώσουμε την Τραπεζική Ένωση όπως περιγράφεται στη δήλωσή μας για το μέλλον της Τραπεζικής Ένωσης της 16ης Ιουνίου 2022.

Αναγνωρίζουμε την ανάγκη για συνέργειες μεταξύ δημόσιας και ιδιωτικής χρηματοδότησης. Τα δημόσια κεφάλαια είναι σπάνια και χρησιμοποιούνται καλύτερα ως καταλύτης για τη μόχλευση του ιδιωτικού κεφαλαίου σε περιοχές με θετικές επιρροές. Στο πλαίσιο αυτό, θα πρέπει να διερευνηθούν αποτελεσματικοί τρόποι καταλύσεως και μόχλευσης του ιδιωτικού κεφαλαίου σε εθνικό και ευρωπαϊκό επίπεδο, μεταξύ άλλων μέσω της συμμετοχής της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Επενδύσεων (ΕΤΕπ), σύμφωνα με το καταστατικό της πλαίσιο. Ενώ οι ιδιωτικές επενδύσεις είναι ζωτικής σημασίας, η δημόσια χρηματοδότηση μπορεί επίσης να διαδραματίσει σημαντικό ρόλο. Η ευρωπαϊκή χρηματοδότηση θα πρέπει να επικεντρωθεί σε τομείς όπου τα δημόσια αγαθά μπορούν να παραδοθούν αποτελεσματικότερα από κοινού.

Δεσμευόμαστε να αντιμετωπίσουμε αυτές τις προκλήσεις και να αναλάβουμε δράση χωρίς καθυστέρηση για να διασφαλίσουμε μια συνεκτική ευρωπαϊκή στρατηγική για την ανταγωνιστικότητα σε βασικούς τομείς πολιτικής. Θα συνεχίσουμε να συντονιζόμαστε και να εργαζόμαστε συλλογικά για την ανάληψη διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων και επενδύσεων για την ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας και της ανθεκτικότητας της ευρωπαϊκής οικονομίας ενόψει των συνεχιζόμενων παγκόσμιων μετασχηματισμών, διατηρώντας παράλληλα την οικονομική, κοινωνική και εδαφική συνοχή.

Η ικανότητά μας να επενδύουμε, να καινοτομούμε, να προσαρμοστούμε, να αναβαθμίσουμε τις δεξιότητες και να αναβαθμίσουμε, να υποστηρίξουμε έναν ανταγωνιστικό ιδιωτικό τομέα και να διατηρήσουμε βιώσιμα δημόσια οικονομικά όχι μόνο θα διαμορφώσει την ικανότητά μας να υποστηρίξουμε το ευρωπαϊκό βιοτικό επίπεδο, αλλά και θα συμβάλει στην ανθεκτικότητα της ευρωπαϊκής οικονομίας . Θα συνεργαζόμαστε στενά με τα θεσμικά όργανα για την υλοποίηση των προτεραιοτήτων πολιτικής που ορίζονται παραπάνω και θα παρακολουθούμε τακτικά την ανταγωνιστικότητα της ευρωπαϊκής οικονομίας.

Ροή Ειδήσεων

Περισσότερα