Τράπεζες: Μικρές “ανάσες” για τους δανειολήπτες από την σταθερή πτώση του Euribor
Διαβάζεται σε 5'Το ημερήσιο Euribor υποχώρησε χθες για πρώτη φορά εδώ και δύο χρόνια κάτω από το 2,5% σηματοδοτώντας νέα μείωση των δόσεων ιδιαίτερα για τα στεγαστικά δάνεια.
- 15 Νοεμβρίου 2024 06:50
Τις πρώτες μικρές αλλά ουσιαστικές ανάσες αναμένεται να λάβουν το αμέσως χρονικό διάστημα οι δανειολήπτες κυμαινόμενου επιτοκίου, καθώς το Euribor, που αποτελεί το επιτόκιο αναφοράς ιδιαίτερα για τα στεγαστικά δάνεια, συνεχίζει την πτωτική τάση των τελευταίων μηνών.
Τραπεζικές πηγές αναφέρουν ότι χθες και για πρώτη φορά από τον Σεπτέμβριο του 2022, το ημερήσιο Euribor υποχώρησε κάτω από το 2,5%, προσφέροντας μία ακόμη μικρή «ανάσα» στους δανειολήπτες με κυμαινόμενο επιτόκιο, καθώς πρόκειται για τον δείκτη αναφοράς για την διαμόρφωση του τελικού επιτοκίου των περισσότερων στεγαστικών δανείων με κυμαινόμενο επιτόκιο. Συγκεκριμένα το Euribor υποχώρησε χθες στο 2,495%, σπάζοντας το ψυχολογικό όριο του 2,5%, εξέλιξη που έχει να συμβεί για περισσότερο από δύο χρόνια. Σημειώνεται ένα χρόνο πριν το Euribor ήταν στα επίπεδα του 4%.
Ήδη, ο προσωρινός μέσος όρος του Euribor για τον Νοέμβριο διαμορφώνεται στο 2,571% και αν η πτωτική τάση συνεχιστεί, θα σηματοδοτήσει νέα μείωση των δόσεων για τα στεγαστικά δάνεια που πρόκειται να αναθεωρηθούν στο τέλος του μήνα.
Συνολικά πρόκειται για το πέμπτο συνεχόμενο ετήσιο ελάχιστο που επιτυγχάνει το Euribor τον Νοέμβριο, μετά τον Οκτώβριο που ο δείκτης είχε κλείσει στο 2,691%, μετά από υποχώρηση για έβδομο συνεχόμενο μήνα .
Πρακτικά για ένα κυμαινόμενο στεγαστικό 140.000 ευρώ για 30 χρόνια και με διαφορά 1% από το Euribor, η δόση θα πέσει στα 604,73 ευρώ από 753 ευρώ που ήταν τον Νοέμβριο του 2023, όταν ο δείκτης ήταν 4.022%. Θα υπάρξει δηλαδή μια μείωση 149 ευρώ το μήνα.
Οι μέχρι σήμερα «τυχεροί»
Η μέχρι σήμερα μειώσεις του βασικού επιτοκίου του Ευρώ από την ΕΚΤ έχει περάσει κυρίως στα δάνεια και δευτερευόντως στις καταθέσεις, με τους καταθέτες να έχουν στραφεί στις προθεσμιακές μεγάλης διάρκειας ώστε να «κλειδώσουν» αποδόσεις πριν από την περαιτέρω μείωση των επιτοκίων αλλά και επενδυτικά προϊόντα.
Σε ό,τι αφορά τα στεγαστικά δάνεια (όχι μόνο 1ης κατοικίας), η χαμηλή παραγωγή νέων δανείων από τον Ιανουάριο του 2023 και η πρωτοβουλία των τραπεζών να «παγώσουν» για δύο χρόνια, μέχρι την άνοιξη του 2025, τα κυμαινόμενα επιτόκια των δανείων που είχαν εκταμιευθεί μέχρι τις 31/12/2022 στα επίπεδα του Μαρτίου 2023, ώστε να αποτραπεί η δημιουργία νέων «κόκκινων» δανείων, έδωσε ανάσα σε 442.000 δανειολήπτες με ενήμερα δάνεια συνολικού ύψους 19 δισ. ευρώ. Το όφελος για τους εν λόγω δανειολήπτες είχε υπολογιστεί τον περασμένο Ιούνιο σε περισσότερα από 250 εκατ. ευρώ. Οφελος είχαν και οι δανειολήπτες που «γύρισαν» εγκαίρως τα δάνειά τους από κυμαινόμενου επιτοκίου σε σταθερού όταν ξεκίνησε το ράλι αυξήσεων από την ΕΚΤ τον Ιούλιο του 2022.
Όσοι προχώρησαν σε αγορά κατοικίας με δάνειο τα τελευταία χρόνια και κυρίως μετά την 1η Ιανουαρίου 2023, όταν άρχισε να υποχωρεί η ζήτηση λόγω ανόδου των επιτοκίων και σε συνδυασμό με την αύξηση των τιμών των ακινήτων, στη συντριπτική τους πλειονότητα δεν έχουν επηρεαστεί από τις αυξομειώσεις των επιτοκίων καθώς επέλεξαν σταθερό επιτόκιο για 3-10 χρόνια ή και για μεγαλύτερη χρονική διάρκεια και στη συνέχεια κυμαινόμενο.
Μικρή ελάφρυνση έχουν δει οι δανειολήπτες επιχειρηματικών δανείων, καθώς τα περισσότερα νέα επιχειρηματικά δάνεια –με εξαίρεση αυτά του Ταμείου Ανάκαμψης– έχουν ως βάση αναφοράς το euribor και έτσι η μείωση κατά 0,25 θα αποτυπωθεί άμεσα. Το ίδιο ισχύει και για τα δάνεια που συνδέονται με ειδικά προγράμματα, π.χ. της ΕΤΕΠ ή της Ελληνικής Αναπτυξιακής Τράπεζας, τα οποία εκτός από την προνομιακή τιμολόγησή τους λόγω της εγγύησης ή της επιδότησης επιτοκίου είναι κυμαινόμενα, συνδεδεμένα με το euribor.
Η στάση της ΕΚΤ
Την ίδια στιγμή η ΕΚΤ έχει διαμηνύσει σε όλους τους τόνους ότι οι αποφάσεις για τη νομισματική πολιτική θα λαμβάνονται σε κάθε συνεδρίαση με βάση τα διαθέσιμα στοιχεία, θέλοντας να έχει ελευθερία κινήσεων, ανάλογα με την πορεία του πληθωρισμού προς τον μεσοπρόθεσμο στόχο του 2% και λαμβάνοντας παράλληλα υπόψη την πορεία της οικονομίας.
Όπως εξηγεί υψηλόβαθμη τραπεζική πηγή «είναι εξαιρετικά πιθανό ότι σε κάθε συνεδρίαση του διοικητικού συμβουλίου της ΕΚΤ από εδώ και στο εξής, αρχής γενομένης από σήμερα, οι παρεμβατικοί της δείκτες θα μειώνονται κατά 25 μονάδες βάσης».
Σε αυτήν την περίπτωση το επιτόκιο διευκόλυνσης αποδοχής καταθέσεων θα βρεθεί από το 3,5% σήμερα στο 3% στο τέλος της εφετινής χρονιάς και στο 2% τον Ιούνιο του 2025. Αυτή η εξέλιξη αναπόφευκτα θα πιέσει το επιτοκιακό εισόδημα σε χαμηλότερα επίπεδα, μιας και το μεγαλύτερο μέρος του δανειακού χαρτοφυλακίου των τραπεζών αποτελείται από προγράμματα κυμαινόμενου επιτοκίου.
Όπως εκτιμά η ίδια πηγή «η ταχεία αποκλιμάκωση του βασικού επιτοκίου από την ΕΚΤ τους επόμενους μήνες δημιουργεί πολλαπλασιαστική πίεση στις τράπεζες για να ανοίξουν τις κάνουλες των δανείων σε επιχειρήσεις και νοικοκυριά. Και αυτό γιατί προκειμένου να διατηρήσουν τις υψηλές επιδόσεις κερδοφορίας που έχουν υποσχεθεί στους αναλυτές θα πρέπει να αυξήσουν τα έσοδα τους αντισταθμίζοντας την «χασούρα» λόγω της μείωσης του επιτοκιακού περιθωρίου. Την ίδια στιγμή η μείωση του κόστους χρήματος μέσω της αποκλιμάκωσης των επιτοκίων αναπόφευκτα θα τονώσει την ζήτηση επιχειρήσεων και νοικοκυριών για νέα δάνεια».
Υπ’ αυτές τις συνθήκες η τόνωση της πιστωτικής επέκτασης με αιχμή τα στεγαστικά δάνεια αλλά και τις χορηγήσεις προς μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις ανάγεται σε βασικό στόχο για τις τράπεζες το αμέσως επόμενο χρονικό διάστημα.