ΕΞΙ ΑΝΘΡΩΠΟΙ ΠΟΥ ΜΠΟΡΟΥΝ ΝΑ ΣΤΑΜΑΤΗΣΟΥΝ ΤΟΝ ΤΡΑΜΠ ΑΠΟ ΤΟ ΝΑ ΚΑΝΕΙ Ο,ΤΙ ΘΕΛΕΙ
O Ντόναλντ Τραμπ πίστευε πως θα δώσει 4.000 πολιτικές θέσεις όπου θέλει, χάριν και της πλειοψηφίας των Ρεπουμπλικάνων στο Κογκρέσο. Έκανε λάθος.
Από τον Ιανουάριο του 2025 η νέα κυβέρνηση του Ντόναλντ Τραμπ θα πρέπει να καλύψει 4.000 πολιτικές θέσεις στην ομοσπονδιακή κυβέρνηση. Με τους Ρεπουμπλικάνους να έχουν -τουλάχιστον έως το 2026- σχετική οριακή πλειοψηφία και στα δυο σώματα του Κογκρέσου, ο 78χρονος μπορεί να βάλει όποιον θέλει, όπου θέλει και αν μη τι άλλο έχει προκαλέσει ένα διαρκές buzz με τις επιλογές του.
Όπως όμως, λέει στo NEWS 24/7 ο Δρ Αθανάσιος Ε. Δρούγος, Διεθνολόγος-Γεωστρατηγικός Αναλυτής «στο δρόμο του για να περάσει την έγκριση των διαφόρων προβληματικών υποψηφίων σε κυβερνητικές θέσεις (από τη Γερουσία), καθώς και τα σκληροπυρηνικά νομοσχέδια του, ο Τραμπ θα έχει μεγάλες δυσκολίες και πολλά εμπόδια.
Ήδη η αποχώρηση του υποψηφίου για το υπουργείο δικαιοσύνης/γενικού εισαγγελέα Ματ Γκατζ προκλήθηκε από το γεγονός ότι 9-10 Ρεπουμπλικάνοι γερουσιαστές θα τον καταψήφιζαν μαζί με τους Δημοκρατικούς συναδέλφους τους. Μπροστά λοιπόν, στην απόρριψη, αποσύρθηκε.
Εν τω μεταξύ, αναμένονται έντονες αντιρρήσεις και για άλλους υποψήφιους μέσα στις επόμενες εβδομάδες.
Επειδή επί χρόνια διατηρώ στενές σχέσεις με πολλούς γερουσιαστές και των δυο κομμάτων -έχουμε βρεθεί σε διάφορα διεθνή συνέδρια και διασκέψεις, ειδικά σε ζητήματα εξωτερικής πολιτικής,άμυνας και ασφάλειας στην Ευρώπη- εκτιμώ ότι 10 από τους 53 γερουσιαστές του Ρεπουμπλικανικού κόμματος θα μπλοκάρουν πολλές από τις θέσεις Τραμπ.
Είτε πρόκειται για πρόσωπα, είτε για θέματα ηθικής,άμυνας, μεταναστευτικού, δημόσιας υγείας, Ουκρανίας- ΝΑΤΟ-Ρωσίας. Είναι γνωστοί οι Ρεπουμπλικάνοι που διαφωνούν με την απομονωτική, προκλητική και χαοτική ατζέντα του Τραμπ.
Ενδεικτικά αναφέρω τους γερουσιαστές Λίζα Μουρκόφσκι/Αλάσκα, Σούζαν Κόλινς/Μέιν, Τοντ Γιανγκ/Ινδιάνα, Τομ Τίλις/Βόρεια Καρολίνα, Ρότζερ Γουίκερ/Μισισίπι, Τζον Κόρνγουιν/Τέξας, κα.
Άρα υπάρχει πολύς δρόμος μπροστά για Τραμπ, και σε πολλές περιπτώσεις διαχρονικά θα έχουμε απόρριψη των επιλογών του».
Ο Τραμπ μπορεί να προτείνει κι εσένα για υπουργό -δεν σημαίνει πως θα γίνεις
Όπως αναφέρει τo Arnold & Porter (των περισσότερων από 1000 δικηγόρων σε 15 γραφεία στον κόσμο) από τις 4.000 θέσεις που θα δώσει ο Τραμπ, περισσότερες από 1.000 -συμπεριλαμβανομένων των γραμματέων του υπουργικού συμβουλίου και των επικεφαλής των υπηρεσιών, των αναπληρωτών γραμματέων, των βοηθών γραμματέων και των πρεσβευτών- απαιτούν επιβεβαίωση από τη Γερουσία.
Ο Τραμπ προτείνει όποιον θέλει σε κάθε υπουργείο. Αρκετοί κουβαλούν νομικές υποθέσεις που αφορούν εγκλήματα. Βέβαια, και στην πρώτη του θητεία περισσότερο από το 50% του υπουργικού συμβουλίου που είχε διαλέξει φερόταν να εμπλέκεται σε «αμφισβητήσιμη ή ανήθικη συμπεριφορά»
Υπάρχει τρόπος να απορριφθεί κάποια από τις αμφιλεγόμενες υποψηφιότητες, δεδομένου και ότι οι Ρεπουμπλικάνοι έχουν τον πλήρη έλεγχο του Κογκρέσου;
Τι μεσολαβεί από την επιλογή ενός ατόμου από τον πρόεδρο των ΗΠΑ και την υποψηφιότητα του έως τη «χειροτονία».
Τι σκέφτονταν αυτοί που έφτιαξαν το σύστημα με τις εγκρίσεις υποψηφίων υπουργών
Βάσει του αμερικανικού Συντάγματος, οι προεδρικές υποψηφιότητες συνήθως παραπέμπονται στις αρμόδιες επιτροπές της Γερουσίας προς έγκριση.
Επί παραδείγματι, ο γενικός εισαγγελέας παραπέμπεται στη δικαστική επιτροπή.
Σε άρθρο του στο Conversation, η Jennifer Selin, επίκουρος καθηγήτρια νομικής στο Arizona State University εξηγεί ότι «όταν σκέπτονταν τα των διορισμών, οι Συντάκτες του Συντάγματος εστίασαν σε μεγάλο βαθμό στην πιθανότητα κατάχρησης της κυβερνητικής εξουσίας.
«Ορισμένοι εξέφρασαν ανησυχίες ότι η ικανότητα του προέδρου να διορίζει άτομα σε εκτελεστικές θέσεις θα μπορούσε να οδηγήσει σε μια δικτατορία που υποστηρίζεται από αξιωματούχους, οι οποίοι όφειλαν την πίστη τους στον πρόεδρο».
Για να αντιμετωπιστεί αυτή η ανησυχία, σχεδίασαν τη ρήτρα διορισμών του Συντάγματος, ώστε
να απαιτείται από όλους τους αξιωματούχους των ΗΠΑ που διορίζονται από τον πρόεδρο να υπόκεινται στη «συμβουλή και τη συγκατάθεση» της Γερουσίας».
ΤΙ ΕΞΕΤΑΖΕΙ Η ΚΑΘΕ ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΗΣ ΓΕΡΟΥΣΙΑΣ
Από την στιγμή που ο πρόεδρος προτείνει κάποιον για μια συγκεκριμένη θέση, πιάνει δουλειά το FBI και το το Γραφείο Κυβερνητικής Δεοντολογίας, για να ‘ξεσκονίσει’ τα τελευταία 15 χρόνια της ζωής του σε κάθε επίπεδο.
Κάθε επιτροπή είναι υποχρεωμένη να υποβάλει σε σχολαστικό έλεγχο το επαγγελματικό, πολιτικό, οικονομικό και προσωπικό υπόβαθρο υποψηφίων για τις ανώτερες θέσεις -βάσει και όσων παρέχουν οι αρχές που διαβάσατε ήδη. Η επιτροπή εξετάζει όλες τις διαθέσιμες πληροφορίες για τους προτεινόμενους, μαζί με τα προσόντα τους, όσα έχουν πει στα media και την προτέρα εμπειρία.
Για τους περισσότερους υποψηφίους σε επίπεδο υπουργικού συμβουλίου και δη για υποψηφιότητες υψηλού προφίλ (πχ ο υπουργός Εξωτερικών –Mαρκ Ρούμπιο– και ο υπουργός Άμυνας –Πιτ Χέγκσεθ), προβλέπεται μια δημόσια ακρόαση επιβεβαίωσης (συνάντηση με υποψηφίους και υποβολή ειδικών ερωτηματολογίων) είναι κοινή. Είναι κάτι που αναμένεται από τη Γερουσία.
Η επιτροπή μπορεί επίσης, να ακούσει από άλλα άτομα που υποστηρίζουν ή αντιτίθενται στην υποψηφιότητα. Μετά την ακρόαση, μεμονωμένοι γερουσιαστές μπορούν να στείλουν γραπτές ερωτήσεις στον υποψήφιο για τα πρακτικά.
ΤΙ ΣΥΜΒΑΙΝΕΙ ΟΤΑΝ ΤΕΛΕΙΩΣΕΙ ΤΗ ΔΟΥΛΕΙΑ ΤΗΣ Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ
Όταν ολοκληρώσει το έργο της η κάθε επιτροπή, ψηφίζει εάν θα στείλει την υποψηφιότητα στην ολομέλεια της Γερουσίας.«Αξιωματούχοι σε επίπεδο υπουργικού συμβουλίου και υποψήφιοι με αμφιλεγόμενο υπόβαθρο θα λάβουν καταγεγραμμένη ψήφο, ενώ πολλοί κατώτεροι αξιωματούχοι ενδέχεται να εγκριθούν με ομόφωνη συναίνεση χωρίς συζήτηση».
Η όποια επιτροπή εξετάζει τον όποιον υποψήφιο, αναφέρει στο έγγραφο προς την ολομέλεια της Γερουσίας σχόλιο μεταξύ των α) ευνοϊκός, β) δυσμενής, γ) «χωρίς σύσταση» και δ) «δεν αναλαμβάνουμε δράση».
Απαιτείται πλειοψηφία της ολομέλειας της Γερουσίας για την έγκριση ενός υποψηφίου. Αυτό σημαίνει πως με την πλειοψηφία των Ρεπουμπλικανών, οι Δημοκρατικοί δεν μπορούν να μπλοκάρουν κανέναν υποψήφιο.
Μπορούν όμως, να κάνουν δύσκολη τη ζωή όποιου θέλουν, με χρήση διαδικαστικών κανόνων που επιβραδύνουν τις εξελίξεις.
Ενώ οι θέσεις σε επίπεδο υπουργικού συμβουλίου προσελκύουν πολύ την προσοχή των media, υπάρχουν χιλιάδες υποψηφιότητες στελεχών σε κάθε Κογκρέσο. Aυτό που δεν υπάρχει είναι ο χρόνος που χρειάζεται η Γερουσία ώστε να τις εγκρίνει μεμονωμένα. Για αυτό προχωρά σε en bloc έγκριση (μαζική).
Είναι σπάνιο να καταψηφίσει επιλογή του Υπουργικού Συμβουλίου.
Οι υποψήφιοι που κινδυνεύουν να μην περάσουν από τη διαδικασία της Γερουσίας, μπορούν να αποσυρθούν προτού φτάσουν στο σημείο στο fail. Πράγμα που έγινε τώρα με τον Ματ Γκατζ, ο οποίος ό,τι και αν έκανε δεν κατάφερε να ‘σκεπάσει’ τα ευρήματα έρευνας για σεξουαλική διακίνηση, σεξ με ανήλικη και πληρωμένο σεξ.
Στην πραγματικότητα, ο Τραμπ είχε αποσύρει και στην πρώτη του θητεία υποψήφιους που είχε προτείνει, όταν κατέστη σαφές πως θα αποτύχουν κάτι που έκαναν και οι Μπιλ Κλίντον, Τζορτζ W. Μπους και Μπαράκ Ομπάμα.
Δεν «περνούν» πάντα όλες οι υποψηφιότητες
Δεν είναι πολλές οι απορρίψεις υποψηφιοτήτων. Τουναντίον, είναι μετρημένες στα δάχτυλα του ενός χεριού. Η πιο πρόσφατη ήταν αυτή του 1989, όταν ο πρόεδρος Tζορτζ Μπους όρισε τον Τζον Τάουερ, ως υπουργό Άμυνας.
Οι ισχυρισμοί που αφορούσαν την κατάχρηση αλκοόλ, τη σεξουαλική ζωή και τις οικονομικές συγκρούσεις συμφερόντων του Τάουερ οδήγησαν σε έρευνα του FBI που έληξε χωρίς επίσημες κατηγορίες. Αλλά η έρευνα οδήγησε επίσης, σε ακροάσεις επιβεβαίωσης στη Γερουσία διάρκειας πέντε εβδομάδων που διαδέχθηκαν οι ψήφοι 53-47 για την απόρριψη του Τάουερ.
Η «ντρίμπλα» του recess appointment
Το Σύνταγμα εξουσιοδοτεί τον πρόεδρο να κάνει recess appointment, δηλαδή προσωρινούς διορισμούς για να καλύψει μια θέση, όταν δεν συνεδριάζει η Γερουσία.
Έτσι μπορεί να παρακάμψει την διαδικασία επιβεβαίωσης.
Το ‘έθιμο’ αυτό άρχισε να ισχύει από το 1787, όταν κατά τη διάρκεια συνταγματικών συζητήσεων κάποιοι εξέφρασαν την ανησυχία πως η ανάγκη για επιβεβαίωση της Γερουσίας, θα απαιτούσε από τη Γερουσία να είναι διαρκώς σε συνεδρίαση προκειμένου να γίνουν διορισμοί.
Δεδομένου του χρόνου και των πόρων που απαιτούνταν για τους γερουσιαστές του 18ου αιώνα για να εργαστούν στις πολιτείες καταγωγής τους και επίσης να κάνουν τις δουλειές τους ως ομάδα, οι τακτικές συναντήσεις δεν ήταν εφικτές. Έτσι προέκυψε το recess appointment.
Οι προσωρινοί διορισμοί διαρκούν μέχρι το τέλος της επόμενης συνόδου της Γερουσίας και οι υποψήφιοι που τακτοποιούνται μέσω αυτών, αντιμετωπίζουν το ενδεχόμενο να μην έχουν μισθό εάν η Γερουσία καταψηφίσει επισήμως αυτόν τον διορισμό.
Ωστόσο, οι προηγούμενοι πρόεδροι χρησιμοποίησαν τον συγκεκριμένο μηχανισμό για θέσεις κάτω του υπουργικού συμβουλίου.
Το 2014, ο τότε πρόεδρος Μπαράκ Ομπάμα προέβη σε recess appointment για να καλύψει 3 θέσεις στο Εθνικό Συμβούλιο Εργασιακών Σχέσεων, χωρίς την έγκριση από τη Γερουσία. Το Ανώτατο Δικαστήριο επανεξέτασε την πρακτική και έκρινε πως ο πρόεδρος δεν είχε την εξουσία να κάνει τους διορισμούς, όπως και ότι η διακοπή της Γερουσίας πρέπει να διαρκεί τουλάχιστον 10 ημέρες πριν ο πρόεδρος μπορεί να παρακάμψει την επιβεβαίωση.
Το αποτέλεσμα είναι έκτοτε η Γερουσία να πραγματοποιεί pro forma συνεδριάσεις, στο πλαίσιο των οποίων δεν διεξάγονται εργασίες, αλλά η αίθουσα είναι τεχνικά ανοιχτή για να αποτρέψει έναν προσωρινό διορισμό: ένας Γερουσιαστής εμφανίζεται στην αίθουσα κάθε λίγες μέρες, ώστε τεχνικά να κρατά το σώμα σε συνεδρίαση.
Μπορούν οι Ρεπουμπλικάνοι να βοηθήσουν τον Τραμπ να κάνει recess appointments;
Τεχνικά ναι, καθώς η Γερουσία ελέγχεται από αυτό το κόμμα. Ως εκ τούτου, μπορεί να βρει τρόπους να διακόψει τις εργασίες για τις απαραίτητες 10 -ή και πλέον- ημέρες, ό,τι και αν κάνουν οι Δημοκρατικοί.
Σε κάθε περίπτωση, οι Γερουσιαστές λαμβάνουν σοβαρά υπόψη τις προτάσεις των προεδρικών υποψηφιοτήτων και δεν θέλουν να τους παρακάμψει εντελώς ο πρόεδρος.
Έχουν 50 ψήφους για να πουν πως μπορεί ο πρόεδρος να κάνει ό,τι θέλει, καθώς η πίστη τους σε εκείνον είναι πιο σημαντική για τα δικαιώματα που έχουμε ως Γερουσιαστές.
Οι Ρεπουμπλικάνοι θα μπορούσαν να προσαρμόσουν το ημερολόγιο -με υπερωρίες ή με εργασία τα σαββατοκύριακα, ώστε να ασκήσουν πίεση και να προσπαθήσουν να πείσουν τους Δημοκρατικούς να συνεργαστούν.