Ι. Στεντούμη: Απαράδεκτο να χάνει μια μάνα τα παιδιά της για ταξικούς λόγους
Διαβάζεται σε 13'Η εκπρόσωπος της Δ., Ι.Στεντούμη, αποκαλύπτει το παρασκήνιο της τεράστιας προσπάθειας της μητέρας να πάρει πίσω την επιμέλεια των δύο παιδιών της.
- 20 Δεκεμβρίου 2024 06:27
Τον Ιανουάριου του 2024, είχαμε αποκαλύψει την εξαιρετικά δυσάρεστη υπόθεση της Δ., η οποία τελικώς έχασε με δικαστική απόφαση την γονική μέριμνα των δύο παιδιών της.
Σχεδόν ένα χρόνο αργότερα, η Δ. συνεχίζει την μεγάλη της προσπάθεια να πείσει τους θεσμούς και την κοινωνία ότι μπορεί να μεγαλώσει η ίδια και ο σύντροφός της τα δύο παιδιά. Άλλωστε, έχει κάνει μέχρι στιγμής ότι ήταν ανθρωπίνως δυνατό για να τα καταφέρει. Βρήκε δουλειά, μίσθωσε σπίτι, αποκατέστησε τις σχέσεις της με τον πατέρα του πρώτου παιδιού και δημιούργησε όλες εκείνες τις συνθήκες για να κερδίσει τη γονική μέριμνα των παιδιών της.
Αντιθέτως, το δικαστήριο ακούγοντας μόνο την άποψη του Κέντρου Παιδιού, στο οποίο είχε εμπιστευτεί η Δ. την τύχη των παιδιών της, αποφάσισε ότι τα δύο παιδιά πρέπει να μείνουν στην ανάδοχη οικογένεια, με την οποία ζουν τον τελευταίο χρόνο, εκτός Αθηνών.
Η δικηγόρος που εκπροσωπεί τη Δ. στη συγκεκριμένη υπόθεση, Ιωάννα Στεντούμη αναλύει για τους αναγνώστες του NEWS 24/7 όλες τις πτυχές της συγκεκριμένης ιστορίας και τονίζει ότι σε ένα κράτος δικαίου, μια μητέρα έχε κάθε δικαίωμα να μεγαλώνει η ίδια τα παιδιά της, εφόσον έχει εξασφαλίσει τις κατάλληλες συνθήκες για αυτό.
Με ποιο σκεπτικό έχασε τη γονική μέριμνα η Δ. αφού, κατά γενική ομολογία, έχει καταβάλλει τεράστιες προσπάθειες τα τελευταία δύο χρόνια; Ποια ήταν η στάση του κέντρου παιδιού, που προκύπτει από προηγούμενα ρεπορτάζ ότι κίνησε τη διαδικασία για την αφαίρεση της γονικής μέριμνας;
Η Δ. πράγματι έκανε τεράστιες προσπάθειες για να επανασυνδεθεί με τα παιδιά της, έναν άθλο, αν αναλογιστεί καμία/ κανένας από πού ξεκίνησε, χωρίς βοήθεια, χωρίς υποστηρικτικό πλαίσιο, άνεργη και ουσιαστικά άστεγη. Παρόλα αυτά κατάφερε να ανασυγκροτήσει τη ζωή της ώστε να μπορεί να παράσχει στα παιδιά της μια αξιοπρεπή διαβίωση, με στερήσεις, όπως χιλιάδες οικογένειες στις τωρινές συνθήκες οικονομικής ασφυξίας.
Η συγκεκριμένη όμως απόφαση, που εκδόθηκε μετά από 8 ολόκληρους μήνες, αποτέλεσε μια στεγνή αντιγραφή των ισχυρισμών του ιδρύματος, χωρίς καμία επεξεργασία των στοιχείων που προσκόμισαν οι γονείς, αλλά και αντίθετων στην αφαίρεση της γονικής μέριμνας εισηγήσεων από φορείς όπως το Ινστιτούτο Υγείας του Παιδιού. Στην πραγματικότητα το Δικαστήριο τηρεί σιγή σε σχέση με όλες τις τιτάνιες προσπάθειες που έχει καταβάλει η μητέρα. Έχει υιοθετήσει πλήρως τα επιχειρήματα του ιδρύματος, τα οποία κατά την κρίση μου είναι παντελώς ανακριβή αλλά και αντιεπιστημονικά και κοινωνικά επικίνδυνα και μάλιστα έρχονται σε αντίθεση με δημόσια έγγραφα που καταθέσαμε εμείς. Η επιχειρηματολογία του κέντρου – στην αρχή ήταν ανύπαρκτη, η σχετική του αίτηση προς την εισαγγελία ήταν 3 σειρές κυριολεκτικά – που ‘αναμασά’ το Δικαστήριο, κινείται γύρω από ένα θολό και ασαφές πλαίσιο, ότι είναι ευάλωτη συναισθηματικά και ανώριμη, δήθεν δεν αντιλαμβάνεται τις δυσκολίες τις οποίες έχει η ανατροφή παιδιών, παρόλο που η απόφαση αποδέχεται ότι τα αγαπάει και μάλιστα τα επισκέπτεται κι έχει αλλάξει ουσιωδώς τη ζωή της ώστε να της επιστραφούν.
Απορίας άξιον δε, αν τα κριτήρια αυτά η απόφαση τα εφάρμοζε σε όλους τους γονείς της χώρας, πόσα παιδιά θα αφαιρούνταν από ευάλωτους γονείς και θα παραδίδονταν σε άλλους, καλύτερους, πιο πλούσιους, με πιο εύκολη ζωή – να σημειωθεί ότι λόγω αυτών των ασαφών υπονοούμενων του ιδρύματος για την ψυχική της κατάσταση, προσκομίστηκαν δημόσια έγγραφα που τα αντικρούουν. Η απόφαση λοιπον είναι πραγματικά αντιφατική και ταυτόχρονα δεν αναφέρεται πουθενά ότι το βέλτιστο συμφέρον των παιδιών είναι να μεγαλώνουν με την βιολογική τους οικογένεια, το οποίο εδώ και δεκαετίες το αναφέρουν όλες οι διεθνείς συμβάσεις για τα δικαιώματα του παιδιού. Με απλά λόγια, το πυρηνικό δικαίωμα κάθε ανθρώπου να μεγαλώσει με τους γονείς του, δεν αναφέρεται και δεν αξιολογείται πουθενά. Αντίστοιχα, δε φαίνεται ότι αξιολογήθηκε από το ίδιο το ίδρυμα σε κανένα στάδιο.
Γιατί της απαγορευόταν από το κέντρο παιδιού να βγάζει φωτογραφίες με τα παιδιά της και να τα πηγαίνει βόλτες; Μοιάζει καταχρηστική η εν λόγω απόφαση με δεδομένο ότι υπήρχε και παρέμβαση της Συνηγόρου του Παιδιού για ενίσχυση της επικοινωνίας τους.
Το κέντρο υιοθέτησε μία σειρά από τακτικές καταχρηστικές κατά τη γνώμη μου, μεταξύ των οποίων ήταν να βλέπει η μητέρα αλλά και ο πατέρας τα παιδιά μόνο 1 ώρα το μήνα, να μην έχει το δικαίωμα να βγάζει φωτογραφίες, ούτε να τα πάρει εκτός ιδρύματος μια μικρή βόλτα. Είναι προφανές ότι με αυτό τον τρόπο όχι απλά δεν ευνοείται ο δεσμός μεταξύ της οικογένειας, αλλά αντίθετα καλλιεργείται στα μικρά αυτά παιδιά, που ήταν σχεδόν μωρά, η πεποίθηση ότι η μητέρα τους και ο πατέρας τους, δεν είναι άξιοι εμπιστοσύνης να τα βλέπουν καθόλου χωρίς την επίβλεψη τουλάχιστον τεσσάρων ανθρώπων, που ήταν παρόντες στην επικοινωνία.
Σε αυτό το πλαίσιο και με μία μητέρα που βλέπουν σπάνια για ελάχιστο χρόνο, είναι δύσκολο για κάθε παιδί αυτής της ηλικίας να καλλιεργηθούν τα αναγκαία συναισθήματα ασφάλειας, με απόλυτη ευθύνη του ιδρύματος. Να σημειώσω επίσης ότι ζητήθηκε επανειλημμένα η συνδρομή της Συνηγόρου του Παιδιού για το ζήτημα των τρομερών δυσκολιών που έθετε το κέντρο στους γονείς για την επικοινωνία τους, η οποία με επιστολές της δικαίωσε τους γονείς- χωρίς αυτό να επηρεάσει καθόλου το ίδρυμα.
Θέλω όμως να διευκρινίσω το εξής: Το ίδρυμα ισχυρίστηκε – και με ακριβώς τα ίδια λόγια το επανέλαβε αυτό η απόφαση – ότι η μητέρα δήθεν δε συνεργαζόταν, επειδή δε συμφωνούσε με τους κανόνες του ιδρύματος, χρησιμοποιώντας τα δύο παραδείγματα που αναφέρατε. Καταρχάς το κριτήριο πρέπει να είναι το συμφέρον του παιδιού και το δικαίωμά του να μεγαλώνει με την οικογένειά του και όχι αν συμπαθεί το ίδρυμα τους γονείς ή τους θεωρεί συνεργάσιμους. Σε κάθε περίπτωση, η μητέρα τηρούσε όλους τους κανόνες, ακόμα και εάν διαφωνούσε, μέσα στην ανάγκη της να επανασυνδεθεί με τα παιδιά της. Δεν έχει καμιά φωτογραφία με τα παιδιά της τα τελευταία τρία χρόνια.
Προσωπική μου εκτίμηση, είναι ότι το κέντρο είχε προ – αποφασίσει την πορεία αυτών των παιδιών και για αυτό εν γένει ήταν εξαρχής τόσο αρνητικό στη μητέρα, που έθετε σκληρούς περιορισμούς και έφτασε να επικαλείται υποτιθέμενα συμβάντα από όταν η μητέρα ήταν στο συγκεκριμένο ίδρυμα – 10 χρόνια πριν – για να στηρίξει την προ-επιλογή του. Σε κάθε περίπτωση όμως, για τα παραδείγματα που αναφέρατε, η μητέρα διαφώνησε επίσημα με εξώδικη δήλωση που στείλαμε και αυτό θεωρήθηκε από το ίδρυμα και το δικαστήριο μη συμμόρφωση! Όφειλε λοιπόν να δέχεται αδιαμαρτύρητα κάθε επιλογή του ιδρύματος;
Εγώ θέλω να θέσω το ερώτημα ως δικηγόρος αλλά και ως μητέρα, σε κάθε δικηγόρο και κάθε γονέα εκεί έξω, πόσο παράλογο είναι, πόσο εχθρικό, ταπεινωτικό και σκληρό, ένα ίδρυμα που έχει σκοπό την επανασύνδεση της οικογένειας – γιατί αυτός είναι ο θεσμικός ρόλος και η υποχρέωση του ιδρύματος – να απαγορεύει στην μητέρα να βγάλει μία φωτογραφία τα παιδιά της την ημέρα των γενεθλίων τους; Γιατί αυτή ήταν η περίσταση. Και η διαφωνία αυτής της μητέρας μάλιστα να μη μεταφράζεται ως λαχτάρα για το παιδί της, αλλά ως μη συμμόρφωση; Ιδίως εφόσον η μητέρα το τήρησε, παρά τις διαφωνίες της. Μιλάμε για πλήρη αντιστροφή της λογικής.
Δεν είναι ασυνήθιστο ότι τα παιδιά δόθηκαν για αναδοχή σε οικογένεια που δεν κατοικεί στην Αθήνα, αλλά αντίθετα διαμένει σε μεγάλη χιλιομετρική απόσταση από τη βιολογική μητέρα, σε κάποιο μέρος στην Πελοπόννησο, όπως προκύπτει από το ρεπορτάζ; Τι ξέρουμε για το προφίλ της εν λόγω οικογένειας;
Είναι πράγματι μια πρακτική που δε συνηθίζεται, ακριβώς επειδή οδηγεί σε de facto αποξένωση της βιολογικής οικογένειας. Η πραγματικότητα όμως είναι ότι η απόσταση δεν είναι τόσο μεγάλη, θα μπορούσε να καλυφθεί για παράδειγμα τα σαββατοκύριακα – η απροθυμία του ιδρύματος για συνεργασία με τη μητέρα και για επαφή της με τα παιδιά, είναι πολύ μεγαλύτερη και είναι ο καθοριστικός παράγοντας για την αποξένωση αυτών των παιδιών από τους γονείς τους. Μια ώρα σε επικοινωνίας το μήνα για δύο γονείς, σε καθημερινή, με μητέρα και πατέρα να εργάζονται, είναι ένδειξη σαφής κατά την εκτίμησή μου, της έλλειψης βούλησης του ιδρύματος για καλλιέργεια σχέσεων των παιδιών με τους βιολογικούς γονείς.
Ακόμα περισσότερο, εξαρχής η κριτική στη μητέρα ήταν το μορφωτικό και οικονομικό επίπεδο των γονέων της και το δικό της – το οποίο ήταν χαμηλό – ενώ τώρα από τα ελάχιστα που μάθαινε για τα παιδιά της, ήταν ότι είχαν πρόσβαση σε δραστηριότητες, ιδιωτικό παιδικό σταθμό, νταντά, επομένως ένα τελείως διαφορετικό επίπεδο οικονομικά, κοινωνικά και ταξικά. Εγώ κατανοώ ότι αυτά είναι σημαντικά, θα όφειλε όμως να τα παρέχει το κράτος δωρεάν κι όχι να αφαιρεί παιδιά από τους φτωχούς συμπολίτες μας για να τα μεγαλώνουν οι οικονομικά εύρωστοι συμπολίτες μας. Κάνω έκκληση στους ανάδοχους γονείς, να σκέφτονται πάντα ότι τα παιδιά θα ενημερωθούν κατά την ενηλικίωση για ποιο λόγο δε μεγάλωσαν με τους γονείς τους. Αν έχει υπάρξει κακοποίηση ή παραμέληση είναι ένα ζήτημα, όταν όμως οι λόγοι είναι κοινωνικοί/ ταξικοί, τι βαθύ τραύμα θα είναι για αυτά τα παιδιά όταν το μάθουν- ιδίως όταν μάθουν ότι οι βιολογικοί γονείς τους έκαναν τα αδύνατα δυνατά για να τα ξαναπάρουν πίσω αλλά κρίθηκαν ακατάλληλοι ως ευάλωτοι/ φτωχοί/ ταλαιπωρημένοι/ μετανάστες.
Γνωρίζουμε από το ρεπορτάζ ότι τα στοιχεία του φακέλου της Δ. έχουν μπερδευτεί μ’ αυτά της αδερφής της στην Εισαγγελία. Πώς συνέβη αυτό και τι συνέπειες έχει στην υπόθεση;
Πραγματικά υπήρξε αυτή η πτυχή του μπερδέματος των φακέλων και ήταν τρομακτική η συνειδητοποίηση αυτή. Ο φάκελος ήταν κοινός από όταν οι αδερφές ήταν στο ίδρυμα, με αποτέλεσμα και τα παιδιά τους να είναι στον ίδιο φάκελο της Εισαγγελίας Ανηλίκων. Τα στοιχεία λοιπόν που λειτούργησαν εναντίον της μητέρας, είναι στοιχεία που είχαν σχέση με την αδερφή της, από την οποία πράγματι αφαιρέθηκε η γονική μέριμνα – άλλες συνθήκες εκεί βέβαια. Ας κρίνει η/ο κάθε πολίτης, αν αυτό την/ τον κάνει να αισθάνεται ασφαλής.
Μου δόθηκαν λοιπόν στοιχεία της αδερφής της και των ανιψιών της, χωρίς να τα ζητήσω και όταν ζήτησα ακρόαση επανειλημμένως προς διαλεύκανση της υπόθεσης, διαχωρισμό φακέλου και επανεκτίμηση της υπόθεσης από άλλη κοινωνική υπηρεσία, του δήμου κατοικίας, απλά όλα τα αιτήματα απορρίφθηκαν σιγή. Αυτή είναι η παιδική προστασία στη χώρα. Ζούμε στη ΔΙΚΗ του Κάφκα κι ελπίζουμε να μη συμβεί το μπλέξιμο σε εμάς. Είναι ξεκάθαρο ότι αυτό το μπέρδεμα είχε άμεση επίδραση στην έκβαση της υπόθεσης. Φυσικά καταθέσαμε έγγραφα δημόσια που κατέρριπταν αυτούς τους ισχυρισμούς του ιδρύματος και αποδείκνυαν το μπλέξιμο, άλλωστε δεν υποστηρίχθηκαν οι ισχυρισμοί του από κανένα έγγραφο, ωστόσο δυστυχώς δεν αξιολογήθηκαν ούτε αυτά.
Ποια άλλα ένδικα μέσα έχει στη διάθεσή της η Δ. για να διεκδικήσει πίσω τα παιδιά της;
Σε αυτό το στάδιο, επειδή οι δικαστικές αποφάσεις αυτές είναι ανέκκλητες, βάσει νόμου, υπάρχει μόνο η επιλογή της αναίρεσης στον Άρειο Πάγο, η οποία όμως είναι πολυέξοδη και η μητέρα αδυνατεί να υποστηρίξει οικονομικά τη διαδικασία. Άτομα και συλλογικότητες που έχουν εκδηλώσει την αλληλεγγύη τους στη μητέρα, έχουν ξεκινήσει μια σειρά από δράσεις υποστήριξης για τη συγκέντρωση του αναγκαίου ποσού αλλά και την ανάδειξη της υπόθεσης και υποστήριξη της μητέρας αυτής.
Tι σηματοδοτούν στην εν γένει υπόθεση της παιδικής προστασίας στην Ελλάδα όσα έχουν συμβεί στη Δ.; Τι θα απαντούσατε σε όσους ισχυρίζονται ότι τα παιδιά θα έχουν καλύτερες ευκαιρίες στη ζωή τους αν μείνουν με την ανάδοχη οικογένεια;
Αυτά που συμβαίνουν στη συγκεκριμένη περίπτωση είναι τρομακτικά, γιατί υποδηλώνουν το τεράστιο θεσμικό κενό στην παιδική προστασία στη χώρα. Υπάρχει μια υποστελεχωμένη εισαγγελεία ανηλίκων, η οποία δεν έχει ουσιαστική συνδρομή από κοινωνικές υπηρεσίες και ψυχολόγους, με αποτέλεσμα οτιδήποτε καταγραφεί από τους επαγγελματίες των ιδρυμάτων, να γίνεται άμεσα αποδεκτό, την στιγμή μάλιστα που πολύ συχνά τα άτομα που δουλεύουν στο πεδίο με ευάλωτους πληθυσμούς, έχουν δικά τους στερεότυπα και προκαταλήψεις, που πολλές φορές δεν τα έχουν καταπολεμήσει αρκετά ή και καθόλου, με αποτέλεσμα να υπάρχει μια συγκεκριμένη αντίληψη για μητέρες Ρομά, για πατέρες μετανάστες, για φτωχούς ανθρώπους, για γυναίκες με μειωμένη ψυχική ανθεκτικότητα, για ανθρώπους που έχουν βιώσει ή κατηγορούνται ότι έχουν βιώσει, τοξικοεξάρτηση. Όλα αυτά θέλουν πολύ μεγάλη επεξεργασία και πλαισίωση, όπως και βούληση από την Πολιτεία, για να υπάρχει μία αξιολόγηση ενός ανθρώπου χωρίς προκατάληψη και με την υποστελέχωση, τη βιασύνη και τη συχνότατη προχειρότητα των κοινωνικών εκθέσεων, πολλές φορές αυτά τα ζητήματα δεν γίνονται καν ορατά.
Με τρομοκρατεί η σκέψη των περιπτώσεων για τις οποίες δε λαμβάνουμε καν γνώση για το πώς έχουν απομακρυνθεί τα παιδιά από τους γονείς τους. Είναι πάντα επιλογή μας αν θα επιλέξουμε ως κοινωνία τον κοινωνικό δαρβινισμό ή εάν θα προσπαθούμε να υποστηρίξουμε το δικαίωμα των παιδιών να ζουν με την οικογένεια τους -εάν θα διεκδικήσουμε ένα κοινωνικό κράτος που θα δίνει τις αναγκαίες παροχές στους φτωχούς ανθρώπους και θα στηρίζει τις ευάλωτες οικογένειες ώστε να μπορούν να μένουν μαζί.
Αυτό που θα έλεγα σε όσους ισχυρίζονται ότι τα παιδιά θα έχουν καλύτερες ευκαιρίες, είναι ότι όλες οι έρευνες διεθνώς, αποδεικνύουν το τεράστιο ψυχικό τραύμα, το πένθος και την απώλεια που βιώνουν τα παιδιά που έχουν στερηθεί την βιολογική τους οικογένεια χωρίς αυτό να έχει υπάρξει επιλογή τους και ότι ευτυχώς έχει παρέλθει το χρονικό σημείο των κοινωνιών που δέχονταν ότι μόνο οι πλούσιοι δικαιούνται να μεγαλώνουν παιδιά και ότι τα παιδιά δε χρειάζονται αγάπη και φροντίδα από τη βιολογική τους οικογένεια, αλλά υλικές παροχές.
Η προσπάθεια που γίνεται για τη Δ., γίνεται και για τους ευάλωτους ανθρώπους γύρω μας, που είτε είναι γονείς είτε πιθανόν να γίνουν στο μέλλον, έχουν δικαίωμα να μεγαλώνουν τα παιδιά τους ακόμα κι αν βρεθούν κάποια στιγμή σε μια δύσκολη κατάσταση. Γίνεται ακόμα περισσότερο για τα ίδια τα παιδιά, ώστε να μη στερηθούν τη βιολογική τους οικογένεια. Γίνεται για όλες και όλους εμάς που αρνούμαστε να συμβιβαστούμε και να ανεχτούμε την εικόνα που σας περιγράφω, εις βάρος μικρών παιδιών.
Πρώτος σταθμός στήριξης το bazaar αλληλεγγύης και οικονομικής ενίσχυσης για τη Δ που οργανώνει η F-zone το Σάββατο 21 Δεκέμβρη 12:00 – 18:00 στο Καφενείο (Στουρνάρη 4) στα Εξάρχεια