Το “Ντε Γκρες” είναι… “ανφέρ”
Διαβάζεται σε 7'Στο “άψε σβήσε” κατατέθηκε και εγκρίθηκε χθες η αίτηση δέκα μελών της τέως βασιλικής οικογένειας για ανάκτηση της ελληνικής ιθαγένειας, με την κυβέρνηση να κλείνει το μάτι στη φιλοβασιλική δεξιά
- 20 Δεκεμβρίου 2024 06:04
Σε μία σαφή προσπάθεια να απευθυνθεί στο φιλοβασιλικό δεξιό κοινό, η κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας ενέκρινε χθες στο άψε σβήσε την αίτηση δέκα μελών της τέως βασιλικής οικογένειας για ανάκτηση της ελληνικής ιθαγένειας.
Είχε προηγηθεί μπαράζ διαρροών προκειμένου να πεισθεί η κοινή γνώμη πως το θέμα δεν είναι σοβαρό. Ενώ το Μαξίμου δια του κυβερνητικού εκπροσώπου, Παύλου Μαρινάκη, κινήθηκε στη γραμμή πως η Δημοκρατία είναι ισχυρή και μπορεί να προστατεύσει τον εαυτό της.
Ενώ επικαλέστηκε το νόμο 2215 του 1994, που έθετε τρεις προϋποθέσεις για την ανάκτηση της ελληνικής ιθαγένειας από τα μέλη της τέως βασιλικής οικογένειας. Μεταξύ των οποίων τη ρητή αναγνώριση του αμετάβλητου πολιτεύματος της χώρας και η παραίτηση από οποιαδήποτε αξιώση.
Οι δέκα Γλύξμπουργκ επέλεξαν το επίθετο “Ντε Γκρες”, το οποίο σαφώς παραπέμπει σε τίτλο ευγενείας και δείχνει την εμμονή τους με τον τίτλο, τον οποίο ο ελληνικός λαός τους αφαίρεσε με το δημοψήφισμα που διεξήγαγε ο Κωνσταντίνος Καραμανλής το 1974.
Τίθεται επομένως το ερώτημα κατά πόσον είναι ειλικρινής η δήλωση των μελών της τέως βασιλικής οικογένειας πως αναγνωρίζουν την πολιτειακή κατάσταση της χώρας. Όχι πως μπορούν να την αμφισβητήσουν ουσιαστικά, αλλά σαφώς ποντάρουν σε ένα πλασάρισμα στην πολιτική σκηνή της Ελλάδας με “αέρα” δήθεν πριγκιπικό. Διότι, όσο παράξενο και εάν είναι, υπάρχουν ακόμη κάποιοι που γοητεύονται από παραμύθια με βασιλιάδες και πριγκίπισσες.
Τα μέλη της τέως βασιλικής οικογένειας επικαλούνται το γεγονός ότι το ίδιο επώνυμο είχε επιλέξει ο θείος τους, Μισέλ Ντε Γκρες, όταν είχε ανακτήσει την ελληνική ιθαγένεια το 2004. “Λησμονούν” βέβαια ότι ο τέως βασιλιάς Κωνσταντίνος είχε αναγκάσει τον αδελφό του Μιχαήλ να παραιτηθεί των δικαιωμάτων του στον θρόνο το 1965 και τον είχε διώξει από το Τατόι επειδή είχε παντρευτεί μία “κοινή θνητή”, τη διάσημη ζωγράφο, γλύπτρια και σκηνογράφο, Μαρίνα Καρέλλα.
Ενδεικτικό του ρήγματος με την υπόλοιπη οικογένεια είναι πως ήταν ο μόνος Γλύξμπουργκ που δεν έφυγε από την Ελλάδα μετά το αντικίνημα της 13ης Δεκεμβρίου 1967 με το οποίο ο τέως βασιλιάς Κωνσταντίνος είχε επιχειρήσει να αντικαταστήσει τη Χούντα των συνταγματαρχών με μία… δικιά του. Μέλη της τέως βασιλικής οικογένειας έδωσαν πάντως το παρόν στην κηδεία του Μιχαήλ τον περασμένο Ιούλιο.
Στην Ελλάδα η βασιλεία δεν ήταν… παραμύθι
Το πολιτειακό έχει λήξει βεβαίως με το δημοψήφισμα του 1974 οριστικά και αμετάκλητα. Άλλωστε η μοναρχία ήταν ξενόφερτη στην Ελλάδα. Στην Αθήνα δεν υπήρχε βασιλιάς από την εποχή του μυθικού Κόδρου. Και το πρόβλημα ήταν πως στο ελληνικό κράτος από τη σύσταση του η εκάστοτε βασιλική οικογένεια παρενέβαινε στα πολιτικά πράγματα και όχι για το κοινό καλό.
Από τη σύγκρουση με τον Ελευθέριο Βενιζέλο μέχρι την κόντρα με τον Κωνσταντίνο Καραμανλή το 1963, που οδήγησε στην πρώτη αυτοεξορία του μετέπειτα ιδρυτή της ΝΔ στο Παρίσι, αλλά και την κρίση με τον Γεώργιο Παπανδρέου το 1965 και τα Ιουλιανά, ο ρόλος του οίκου Γλύξμπουργκ ήταν πάντα σκοτεινός.
Ο οίκος Γλύξμπουργκ επιβλήθηκε στην χώρα μας από τις μεγάλες δυνάμεις της Ευρώπης το 1863. Έκτοτε τη χώρα κυβέρνησαν έξι βασιλείς από τον Οίκο Γλύξμπουργκ μέχρι το δημοψήφισμα του 1974.
Ο Κωνσταντίνος Καραμανλής με το δημοψήφισμα έλυσε το πολιτειακό, που τόσο είχε πληγώσει τη χώρα, αλλά ενδεχομένως και ορισμένους παλιούς λογαριασμούς του με το Παλάτι. Διότι μπορεί και εκείνον, όπως και κάθε πρωθυπουργό μέχρι τη Μεταπολίτευση, να τον είχε ορίσει ο τότε βασιλιάς, αλλά εν συνεχεία είχε έρθει σε σύγκρουση με τους Γλύξμπουργκ, ιδίως με την παρεμβατική βασιλομήτορα Φρειδερίκη. Θεωρούσε άλλωστε ότι έπρεπε να πάρει προβάδισμα η εκτελεστική εξουσία, άρα και το Κοινοβούλιο έναντι του Θρόνου και του Στρατού.
Από το “ανφέρ” στο “ριφιφί”
Η Δημοκρατία λοιπόν δεν εκδικείται αλλά δεν ξεχνά. Πάντως δεν συμφωνούσαν όλοι στη ΝΔ με το χειρισμό του πολιτειακού από τον Εθνάρχη το 1974. Ο Κωνσταντίνος Μητσοτάκης, ως πρόεδρος της ΝΔ και αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης, το 1988, σε επίσκεψη του στο Λονδίνο είχε χαρακτηρίσει unfair (δηλαδή άδικο) το δημοψήφισμα του 1974.
Ειδικότερα σε συνέντευξη τύπου που παραχώρησε σε ξένους δημοσιογράφους, ερωτηθείς για το θέμα της βασιλείας και του δημοψηφίσματος περί της Βασιλευομένης ή Αβασίλευτης Δημοκρατίας στην Ελλάδα (1974), ο Μητσοτάκης απάντησε ότι «ασχέτως αν αυτός είναι αντιβασιλικός, θεωρεί «ανφέρ» (δηλαδή άδικο ή πολιτικώς ανήθικο) τον τρόπο με τον οποίο διεξήχθη το δημοψήφισμα». Δήλωση η οποία προκάλεσε σάλο στην Ελλάδα.
Τρία χρόνια αργότερα, το 1991, ο Κωνσταντίνος Μητσοτάκης ήταν πρωθυπουργός και η κυβέρνηση του αποδέχθηκε αίτημα της τέως βασιλικής οικογένειας για μεταφορά της οικοσκευής της από το Τατόι στο εξωτερικό. Στις 17 Φεβρουαρίου 1991 έξι νταλίκες φορτωμένες με εννέα κοντέινερ βάρους 32 τόνων έφυγαν από το Τατόι για το λιμάνι του Πειραιά. Δεν περιείχαν όμως μόνο “οικοσκευή”, αλλά και έργα τέχνης και αντικείμενα αξίας, τα οποία στη συνέχεια άρχισαν να εμφανίζονται σε δημοπρασίες. Η υπόθεση προκάλεσε πολιτικό σκάνδαλο και έμεινε γνωστή ως “ριφιφί”.
Ο νόμος για την ιθαγένεια των Γλύξμπουργκ
Το 1994, η κυβέρνηση Ανδρέα Παπανδρέου με αρμόδιο υπουργό τον Ευάγγελο Βενιζέλο ψήφισε τον νόμο 2215/1994 για την απαλλοτρίωση της «βασιλικής περιουσίας» και τη ρύθμιση των θεμάτων ιθαγένειας των μελών της πρώην βασιλικής οικογένειας.
Με το νόμο αυτό ο τέως βασιλιάς Κωνσταντίνος και η οικογένεια του έχασαν το ελληνικό διαβατήριο και την ελληνική ιθαγένεια. Και για να την ανακτήσουν ο νόμος έθετε τον όρο να αποκτήσουν επίθετο, κάτι που αρνούνταν προσκολλημένοι στον τίτλο που είχαν οριστικά χάσει, καθώς και να δηλώσουν ότι αναγνωρίζουν ανεπιφύλακτα ως πολίτευμα της Ελλάδας την προεδρευόμενη κοινοβουλευτική Δημοκρατία και ότι παραιτούνται από τη διεκδίκηση οποιουδήποτε τίτλου.
Στον ίδιο νόμο, ο τέως βασιλιάς Κωνσταντίνος αναφερόταν ως «Κωνσταντίνος Γλύξμπουργκ». Ο ίδιος δεν το αποδέχθηκε, δηλώνοντας ότι ποτέ δεν είχε επίθετο. Την ίδια στάση είχαν κρατήσει στη συνέχεια οι Παύλος και Νικόλαος.
Ο τέως βασιλιάς Κωνσταντίνος και τα μέλη της οικογένειάς του διέθεταν διπλωματικά διαβατήρια της Δανίας ως απόγονοι του Δανού βασιλιά Χριστιανού Θ’. Ο ίδιος ταξίδευε με το ονοματεπώνυμο «Constantine de Grecia», το οποιο θυμίζει βέβαια το Ντε Γκρες, αφού και τα δύο παραπέμπουν σαφώς και σκοπίμως σε βασιλικό τίτλο.
Τα βασιλικά βάσανα και παιχνίδια της ΝΔ
Ο θάνατος του Κωνσταντίνου Γλύξμπουργκ στις 10 Ιανουαρίου 2023 δημιούργησε πάντως βασιλικούς πονοκεφάλους στη ΝΔ. Η απόφαση να κηδευτεί ως ιδιώτης και όχι με τιμές πρώην αρχηγού κράτους, στη Μητρόπολη, αλλά χωρίς λαϊκό προσκύνημα, προκάλεσε αντιδράσεις από την άκρα δεξιά.
Τη διαφωνία του μάλιστα με αυτή την απόφαση είχε εκφράσει ο Αντώνης Σαμαράς, ο οποίος είχε πάει στην κηδεία. “Οι Δημοκρατίες δεν αποσιωπούν το παρελθόν τους”, είχε δηλώσει ο πρώην πρωθυπουργός, υπενθυμίζοντας με νόημα ότι ο τέως βασιλιάς υπήρξε ανώτατος άρχοντας της χώρας, αρχηγός των Ενόπλων Δυνάμεων και Ολυμπιονίκης. Με τον τρόπο αυτό είχε αφήσει να εννοηθεί ότι θα έπρεπε ο Κωνσταντίνος Γλύξμπουργκ να κηδευτεί με τιμές αρχηγού κράτους και δημόσια δαπάνη.
Η κυβέρνηση πάντως έκλεισε στη συνέχεια το μάτι στο φιλοβασιλικό κοινό, καθώς στις 28 Σεπτεμβρίου 2024 διατέθηκε το Βυζαντινό και Χριστιανικό Μουσείο για τη δεξίωση του γάμου της Θεοδώρας Γλύξμπουργκ. Το υπουργείο Πολιτισμού είχε προβεί μάλιστα στο ατόπημα να αναφέρει σε επίσημο έγγραφό του στη Διαύγεια ως «Αυτού Μεγαλειότητα Βασίλισσα Άννα-Μαρία» τη χήρα του Γλύξμπουργκ, του έκπτωτου μονάρχη.
Ο Σύλλογος Ελλήνων Αρχαιολόγων είχε καταγγείλει ότι το ΥΠΠΟ επέτρεψε την διεξαγωγή γαμήλιας δεξίωσης στον χώρο του Μουσείου και κηρυγμένου μνημείου, κρυπτόμενο πίσω από αοριστίες περί «ιδιωτικής εκδήλωσης». Ενώ είχε θέσει το ερώτημα αν υπάρχει ή όχι προσβολή μνημείου με την πράξη αυτή και αν υπάρχει τιμολογιακή πολιτική αυτού (ή άλλου) Μουσείου ΝΠΔΔ για γάμους, βαφτίσεις, κηδείες και μνημόσυνα.
Με την αποδοχή του αιτήματος για ανάκτηση της ελληνικής ιθαγένειας από δέκα Γλύξμπουργκ, η κυβέρνηση επιχειρεί σαφώς για μία ακόμη φορά να απευθυνθεί στο φιλοβασιλικό δεξιό ακροατήριο. Η ΝΔ άλλωστε παραμένει σε όλες τις δημοσκοπήσεις καθηλωμένη κάτω από το 30% και οι απώλειες είναι κυρίως προς τα δεξιά.