H υπερφορολόγηση μισθωτών και συνταξιούχων – Η αμερικανική και η ελληνική προσέγγιση
Διαβάζεται σε 11'Ο Αντώνης Νανόπουλος, Επίτιμος Γενικός Διευθυντής του Υπουργείου Οικονομικών, εξηγεί πώς οι ανισότητες στην κατανομή του εθνικού εισοδήματος επηρεάζουν τη φορολογική δικαιοσύνη.
- 18 Ιανουαρίου 2025 07:58
Για να ξεκινήσουμε τη συζήτηση για τα φορολογικά έσοδα, πρέπει να αναφερθούμε στο Ακαθάριστο Εγχώριο Προϊόν (ΑΕΠ). Αν αφαιρέσουμε από το ΑΕΠ τις αποσβέσεις κεφαλαίου και τη διαφορά που προκύπτει από τις διασυνοριακές εισπράξεις και πληρωμές σε τόκους και μερίσματα, καταλήγουμε στο εθνικό εισόδημα. Διαιρώντας το εθνικό εισόδημα με τον συνολικό πληθυσμό, προκύπτει το κατά κεφαλήν εισόδημα.
Αυτό που έχει ιδιαίτερη σημασία είναι η πραγματική κατανομή του εισοδήματος και τα προβλήματα που απορρέουν από τις άνισες κατανομές του εθνικού εισοδήματος. Το παράδειγμα των Ηνωμένων Πολιτειών είναι ιδιαίτερα χαρακτηριστικό*. Το 2019, η εργατική τάξη είχε μέσο εισόδημα 18.500 δολάρια, πολύ χαμηλότερο από τα 75.000 δολάρια, που αντιστοιχούσαν στο κατά κεφαλήν εισόδημα**.
Η προσέγγιση των φορολογικών εσόδων από την πλευρά των χαμηλών εισοδημάτων παρουσιάζει ιδιαίτερο ενδιαφέρον. Τα χαμηλά εισοδήματα επιβαρύνονται περισσότερο για τρεις κύριους λόγους:
- Πρώτον, πληρώνουν άμεσα φόρους, όπως φαίνεται στις μηνιαίες μισθοδοσίες τους. Οι φόροι αυτοί είναι αναλογικοί προς το εισόδημα και αυξάνονται προοδευτικά, ανάλογα με την κλίμακα φορολόγησης.
- Δεύτερον, καταβάλλουν περισσότερο ΦΠΑ σε σχέση με τους πλούσιους, τόσο αναλογικά όσο και σε απόλυτους αριθμούς, καθώς η φορολογική βάση του υψηλού συντελεστή καλύπτει μεγάλο μέρος των καταναλωτικών τους δαπανών.
- Τρίτον, η αυξητική τάση για συμμετοχή τους στα έξοδα ιατροφαρμακευτικής περίθαλψης, ιδιωτικής ασφάλισης και ιδιωτικής εκπαίδευσης επιβαρύνει σημαντικά τα εισοδήματά τους. Αυτό, στη διεθνή βιβλιογραφία, περιγράφεται ως ένας «τεράστιος ιδιωτικός φόρος» (akin to a huge private tax).
Για την πλουτοκρατία, συμβαίνει ακριβώς το αντίθετο: καταφέρνει να πληρώνει λιγότερους φόρους από τους μισθωτούς και τους συνταξιούχους, καθώς τα παθητικά εισοδήματά της φορολογούνται με flat συντελεστή.
Το βασικό επιχείρημα που προβάλλουν τα χαμηλά εισοδήματα είναι ότι αυτά φορολογούνται δυσανάλογα περισσότερο, ενώ οι πλούσιοι ουσιαστικά δεν φορολογούνται. Ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι ο Mark Zuckerberg. Το 2018, το πραγματικό του οικονομικό όφελος ήταν 4 δισεκατομμύρια δολάρια. Την ίδια χρονιά, το Facebook είχε κέρδη 20 δισεκατομμυρίων δολαρίων, εκ των οποίων ο Zuckerberg, ως κάτοχος του 20% των μετοχών, είχε οικονομικό μερίδιο 4 δισεκατομμυρίων. Ωστόσο, επειδή το Facebook δεν διένειμε μερίσματα, κανένα ποσό από αυτά τα 4 δισεκατομμύρια δεν φορολογήθηκε ως ατομικό εισόδημα, σύμφωνα με την τοπική φορολογική νομοθεσία.
Οι διάφορες παραλλαγές φορολόγησης των μερισμάτων στην Αμερική και σε πολλές Ευρωπαϊκές χώρες αφήνουν σημαντικά ποσά αφορολόγητα ως προσωπικά εισοδήματα. Παρόμοια συμβαίνει και με τις υπεραξίες από την πώληση μετοχών. Αν και το παράδειγμα μπορεί να φαντάζει ακραίο, δεν μπορούμε να αγνοήσουμε τους flat συντελεστές ή, επί την ελληνικότερη ορολογία, την «κατ’ αποκοπή φορολογία» που εξαντλεί τη φορολογική υποχρέωση για τα παθητικά εισοδήματα.
Το έλλειμμα που παρατηρείται στα φορολογικά έσοδα πρέπει να καλυφθεί από τα μεσαία και χαμηλά εισοδήματα, τα οποία προέρχονται από μισθούς. Επομένως, η επιβολή προοδευτικού φορολογικού συντελεστή στους πλούσιους Αμερικάνους και Ευρωπαίους για τα εισοδήματά τους, πρέπει να συνοδευτεί από το λογικό επιχείρημα: “Γιατί να πληρώνουμε εμείς οι συνταξιούχοι και οι μισθωτοί για αυτούς;”
Α. Το πρόβλημα
Η ελληνική προσέγγιση είναι ακόμα πιο περίπλοκη γιατί η χαμηλή φορολογία των παθητικών εισοδημάτων είναι συνδεδεμένη με τις αναπτυξιακές προοπτικές της οικονομίας και το κυνήγι των ξένων κεφαλαίων. Στα πλαίσια της ανταγωνιστικότητας των Κρατών Μελών, η Ελληνική φορολογία δεν εξετάζεται αν είναι δίκαιη και δημοσιονομικά ορθή, αλλά αν είναι ανταγωνιστική.
Είναι όμως αυτό σωστό ?
Για να το αξιολογήσουμε, πρέπει να δούμε το πλαίσιο στο οποίο θα κινηθούν τα φορολογικά έσοδα, λαμβάνοντας υπόψη και τις υποδείξεις το ΟΟΣΑ.
Α1.Τα κύρια φορολογικά δεδομένα που έχουμε να αντιμετωπίσουμε το 2025 σύμφωνα με τις υποδείξεις του OECD***:
1. Διατήρηση των πρωτογενών δημοσιονομικών πλεονασμάτων, Διατήρηση του δημοσίου χρέους σε πτωτική πορεία.
Maintain primary fiscal surpluses of 2% of GDP in 2024-25, as planned.
Keep public debt on a firmly declining path through more efficient public spending, broader tax bases and growth-enhancing reforms.
2. Μετατόπιση των δαπανών σε τομείς που στηρίζουν την ανάπτυξη και διατηρώντας την προσπάθεια μείωσης των συνταξιοδοτικών δαπανών σε σχέση με το ΑΕΠ.
Gradually shift public spending towards areas supporting growth and equity, building on regular spending and public investment reviews, while containing staff expenditures and maintaining efforts to reduce pension expenditures relative to GDP.
3. Ανάπτυξη δεδομένων που αφορούν τους “αξιόλογους” δανειολήπτες.
Develop micro-data driven approaches to better identify and monitor vulnerable borrowers.
4. Φορολογική συμμόρφωση. Προώθηση των ηλεκτρονικών συναλλαγών. Μείωση των συναλλαγών με μετρητά. Εξ ορθολογισμός των φορολογικών δαπανών.
Continue efforts to strengthen tax compliance by promoting digital transactions, limiting cash transactions, and rationalising tax expenditures.
5. Αντιμετώπιση των μειώσεων του ΦΠΑ και των εξαιρέσεων.
Phase-out VAT reductions and exemptions. Evaluate regularly the costs and benefits of all tax expenditures and subsidies.
6. Ειδικός φόρος κατανάλωσης σε βλαβερές τροφές.
Introduce an excise tax on food that is high in fat, sugar and salt and raise excise taxes on cigarettes.
7. Μείωση των φορολογικών συντελεστών των χαμηλόμισθων μισθωτών μέσω μειώσεων των ασφαλιστικών εισφορών μειώνοντας ταυτόχρονα το κατώτατο αφορολόγητο.
Decrease tax rates for low-wage earners by lowering social security contributions while reducing personal income tax-free thresholds.
Α2 Τα δεδομένα σχετικά με την προοδευτικότητα της φορολογίας.
Τα εισοδήματα των μισθωτών και συνταξιούχων είναι προοδευτικά φορολογούμενα ενώ τα παθητικά εισοδήματα που παίρνει η πλουτοκρατία («Plutocracy» κατά την διεθνή βιβλιογραφία) φορολογούνται με flat συντελεστές.
Β. Τι θέλουμε
Μια βασική ερώτηση που τίθεται είναι: τι θέλουμε; Αν μπορούσαμε να περιγράψουμε ενδεικτικά τις επιθυμίες μας βάσει όσων έχουμε καταγράψει από δημόσιες πηγές, οικονομικά άρθρα, και επιστημονικά έντυπα προοδευτικών συγγραφέων, θα μπορούσαμε να τις κατατάξουμε στις παρακάτω κατηγορίες:
- Υγεία για όλους μέσω της στήριξης του ΕΣΥ.
- Παιδεία για όλους μέσω της ενίσχυσης της Δημόσιας Παιδείας.
- Εφαρμογή της βασικής αρχής για την καταπολέμηση της φοροαποφυγής: ίδιο εισόδημα, ίδιος συντελεστής φόρου (Same income – same rate).
Πάνω από όλα, όμως, χρειαζόμαστε φορολογικά έσοδα. Ας δούμε τι μπορούμε να κάνουμε σε ένα δομημένο θεωρητικό πλαίσιο, να το συμφωνήσουμε και στη συνέχεια να εξετάσουμε το τεχνικό κομμάτι για το πώς θα το καταφέρουμε. Οι τεχνικές είναι γνωστές, η βούληση πρέπει να υπάρξει.
Γ. Η προσπάθεια
Είναι ξεκάθαρο ότι αν ακολουθήσουμε τις υποδείξεις μίας φιλελεύθερης πολιτικής ηγεσίας, θα πρέπει να ρίξουμε όλα τα βάρη στους μισθωτούς και τους συνταξιούχους, καθώς θα πρέπει να μειωθούν οι συνταξιοδοτικές δαπάνες και γενικότερα να ορθολογιστούν οι φορολογικές δαπάνες. Επίσης, θα πρέπει να αναπτυχθούν βάσεις δεδομένων για τους «αξιόλογους» δανειολήπτες, να αντιμετωπιστούν οι μειώσεις του ΦΠΑ και οι εξαιρέσεις, και να επιβληθούν ειδικοί φόροι κατανάλωσης σε βλαβερές τροφές.
Η μείωση των φορολογικών συντελεστών για τους χαμηλόμισθους μισθωτούς μέσω μειώσεων των ασφαλιστικών εισφορών, με ταυτόχρονη μείωση του κατώτατου αφορολόγητου, είναι μια διατύπωση που επιδέχεται πολλαπλές ερμηνείες.
Είναι φανερό ότι η Μόνιμη Ελληνική Αντιπροσωπεία στον ΟΟΣΑ δεν κατάφερε να προφυλάξει, μέσω της συνεργασίας της με τους τεχνοκράτες του ΟΟΣΑ κατά την σύνταξη της ετήσιας έκθεσης, τα συμφέροντα των μισθωτών και συνταξιούχων.
Όχι μόνο δεν μπόρεσε η ΜΕΑ να δώσει στοιχεία και να προβάλει επιχειρήματα ότι η φορολογία τους είναι στα όρια της εξόντωσης τους, αλλά το κυριότερο δεν πρότεινε εναλλακτικές πηγές εύρεσης εσόδων και δεν μπόρεσε να “περάσει” την ανάγκη για επιδότηση των οικογενειών για κάθε παιδί που αποκτούν όπως και μέτρων για την ενίσχυση των νέων στο να μην μεταναστεύουν που τείνει να γίνει καταστροφική για την χώρα.
Και συγκεκριμένα, γιατί, για παράδειγμα, δεν έχει αυξηθεί ο φόρος στα τσιγάρα, όταν η Ελλάδα πλήττεται σοβαρά από τον καρκίνο του πνεύμονα, και συνεχίζει να διατηρεί τα φθηνότερα καπνικά προϊόντα στην Ευρωπαϊκή Ένωση;
Είναι προφανές ότι ενδυνάμωση του παραγωγικού δυναμικού θα φέρει πλούτο στην χώρα όπως και φορολογικά έσοδα. Οπότε, ας δούμε τι δυνατότητες έχουμε να βρούμε έσοδα μέσα στο πλαίσιο των δανειακών υποχρεώσεων και των περιορισμών που έχει η χώρα.
Μια καλή αρχή είναι να ξεκινήσουμε καταγράφοντας τους τομείς και τις ομάδες που φορολογούνται.
Η διεθνής βιβλιογραφία διαχωρίζει τα εισοδήματα σε τρεις κατηγορίες:
- Τους ανέργους και τους χαμηλόμισθους μισθωτούς και συνταξιούχους.
- Τους μεσαίους εισοδηματίες, με μια ξεχωριστή κατηγορία που θα μπορούσαμε να ορίσουμε ως την άνω μεσαία τάξη.
- Τους πλούσιους, οι οποίοι χωρίζονται σε πλούσιους και πολύ πλούσιους.
Μια συνηθισμένη κατανομή είναι η εξής: 50% άνεργοι και χαμηλόμισθοι, 40% μεσαία τάξη (εκ των οποίων το 10% ανήκει στην υψηλή μεσαία τάξη), και 10% πλούσιοι (εκ των οποίων το 1% ανήκει στην πολύ πλούσια κατηγορία).
Αν πρέπει να βρούμε έσοδα για να ικανοποιήσουμε το δανειακό πλαίσιο στο οποίο κινείται η χώρα, σίγουρα θα πρέπει να ξεκινήσουμε από τους πλούσιους. Είναι απαραίτητο να εξετάσουμε τι κάνουν οι πλούσιοι όταν προσπαθούν να τους φορολογήσουν. Σύμφωνα με τις ακαδημαϊκές μελέτες, παρατηρούνται οι παρακάτω συμπεριφορές:
-Η πρώτη είναι να αλλάξουν την οικονομική τους συμπεριφορά: να σταματήσουν να δουλεύουν, να κλείσουν επιχειρήσεις και γενικά να μειώσουν την οικονομική τους δραστηριότητα.
-Η δεύτερη και πιο συνηθισμένη είναι η φοροαποφυγή, κάτι που όμως μπορεί να μειωθεί δραστικά εάν υπάρχουν οι ελεγκτικοί μηχανισμοί και η πολιτική βούληση για να τεθούν σε λειτουργεία.
Το ερώτημα που τίθεται σε αυτή την περίπτωση είναι: ποιο είναι το όριο της φορολογίας που δεν θα επηρεάσει αρνητικά τα φορολογικά έσοδα;
Έχοντας υπ’ όψη την θεωρία μπορούμε να πούμε ότι:
Σύμφωνα με τις σύγχρονες αναλύσεις και τη θεωρία του Ramsey, που επικεντρώνεται στη θεωρητική βέλτιστη φορολόγηση, το ανώτατο όριο του φορολογικού συντελεστή για τους πλούσιους σε μια κοινωνία είναι γύρω στο 50%-70% για τα υψηλά εισοδήματα. Αυτό το εύρος θεωρείται ότι μπορεί να μεγιστοποιήσει τα κρατικά έσοδα χωρίς να μειώνει δραστικά τα κίνητρα για εργασία ή επένδυση.
Η φορολογική συμπεριφορά των πλουσίων παραμένει αμετάβλητη μέχρι το όριο του συντελεστή φόρου 50%, σύμφωνα με την καμπύλη του Arthur Laffer.
https://www.investopedia.com/terms/l/laffercurve.asp
Δ. Που πρέπει να κοιτάξουμε για έσοδα.
Με βάση τα παραπάνω και έχοντας υπόψη την ελληνική πραγματικότητα, η οποία δείχνει ότι οι μισθωτοί δεν μπορούν να καλύψουν το έλλειμμα των φορολογικών εσόδων που αφήνει η υπό φορολόγηση των πλουσίων, θα μπορούσαμε να επικεντρωθούμε σε δύο τομείς:
- Φόρος επί της πολύ μεγάλης περιουσίας (wealth tax)
Σε αρκετές χώρες, δυτικοί οικονομολόγοι έχουν προτείνει φόρο επί της περιουσίας. Για παράδειγμα, η πρόταση για τις ΗΠΑ είναι 2% για περιουσίες άνω των 50 εκατομμυρίων δολαρίων και 3,5% για περιουσίες άνω του 1 δισεκατομμυρίου δολαρίων.
2. Βαθμιαία φορολόγηση των παθητικών εισοδημάτων (μερίσματα και κεφαλαιακά κέρδη)
Η ιστορία με τους flat συντελεστές ή κατ’ αποκοπή φορολογία με εξάντληση της φορολογικής υποχρέωσης, πρέπει να αλλάξει προς ενίσχυση των φορολογικών εσόδων, και την αποκατάσταση της φορολογικής δικαιοσύνης μεταξύ των ενεργητικών και παθητικών εισοδημάτων.
Μια εκτίμηση για τις ΗΠΑ το 2018 έδειξε ότι η κορυφή της πλουτοκρατίας, το 0,001%, πληρώνει φόρο 25%. Ο διπλασιασμός του φορολογικού συντελεστή στο 50%, δηλαδή στην κορυφή της καμπύλης Laffer, θα απέφερε περισσότερα από 100 δισεκατομμύρια δολάρια. Ανάλογα αποτελέσματα θα μπορούσαν να υπάρξουν και για την Ελλάδα.
Τέλος, η κουβέντα που πρέπει να γίνει αφορά τη δίκαιη κατανομή και τελικά της μείωσης της απώλειας των φορολογικών εσόδων, όπως προκύπτουν από την ετήσια Έκθεση Φορολογικών Δαπανών 2025 (https://minfin.gov.gr/kratikos-proypologismos-2025/). Χαρακτηριστικό είναι το ποσό των €42.250.220 που προκύπτει από την απαλλαγή του φόρου εισοδήματος της ωφέλειας του νομικού προσώπου από τη διαγραφή μέρους ή συνόλου χρέους προς χρηματοπιστωτικά ιδρύματα.
ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑ
Το παρόν άρθρο επικεντρώθηκε στο παράδειγμα της Αμερικής για την υπερ-φορολόγηση των μισθωτών και συνταξιούχων και την υπο-φορολόγηση των παθητικών εισοδημάτων, καθώς και στην ανάγκη αλλαγής ή κατάργησης των flat συντελεστών στην Ελλάδα. Φυσικά, υπάρχουν και άλλες δυνατότητες για αύξηση των φορολογικών εσόδων που σχετίζονται με γενικότερους στόχους πολιτικών επιλογών που πρέπει να εξεταστούν τόσο οικονομετρικά όσο και πρακτικά.
Αν το θέμα που διαπραγματεύεται το άρθρο εξεταστεί, αναλυθεί και εφαρμοστεί, θα ικανοποιηθεί ο στόχος του άρθρου, ο οποίος δεν είναι απλώς η καταγραφή προτάσεων, αλλά η βοήθεια στην συνειδητοποίηση των αλλαγών στον τρόπο φορολογίας της πλουτοκρατίας και των προοπτικών που ανοίγονται από αυτή τη συνειδητοποίηση.
Αντώνης Νανόπουλος
Επίτιμος Γενικός Διευθυντής Υπουργείου Οικονομικών
Παραπομπές
* Τaxjusticenow.org
** Νational income and ptoduct accounts of the U.S 2019 table 3.2
*** OECD ECONOMIC SURVEYS: GREECE 2024 © OECD 2024