Ένας φόρος τιμής στη γιαγιά και ένα ταξίδι στην εποχή μιας χαμένης αθωότητας
Διαβάζεται σε 13'Είδαμε την παράσταση ΜΑ ΓΚΡΑΝ’ ΜΑ, έναν φόρο τιμής στη γιαγιά στην Πειραματική Σκηνή του Εθνικού Θεάτρου και μιλήσαμε για με τον σκηνοθέτη και τους ηθοποιούς της.
- 22 Ιανουαρίου 2025 18:46
Η παράσταση «ΜΑ ΓΚΡΑΝ’ ΜΑ» στην Πειραματική Σκηνή του Εθνικού Θεάτρου είναι ένας βαθιά συγκινητικός φόρος τιμής στη γιαγιά, έναν ρόλο-σύμβολο αγάπης και μνήμης στη ζωή όλων μας. Ο Δημήτρης Χαραλαμπόπουλος στήνει ένα λυρικό συναισθηματικό ταξίδι που αναδεικνύει την τρυφερότητα, τη θλίψη και την άνευ όρων αγάπη που χαρακτηρίζουν τη σχέση μεταξύ γιαγιάς και εγγονού.
Η γιαγιά είναι το πρόσωπο που ενσαρκώνει την πιο άδολη μορφή αγάπης. Το ρητό «του παιδιού μου το παιδί είναι δυο φορές παιδί μου» αποτυπώνει την ξεχωριστή σχέση που συνδέει τις γιαγιάδες με τα εγγόνια τους. Με έναν τρόπο σχεδόν μαγικό, οι γιαγιάδες αναλαμβάνουν έναν δεύτερο, γλυκά μαμαδίστικο ρόλο. Είναι αυτές που δεν μαλώνουν ποτέ, που έχουν πάντα καραμέλες στην τσέπη τους και μια ζεστή αγκαλιά να προσφέρουν. Όσοι έχουν ζήσει την αγάπη της γιαγιάς είναι πραγματικά τυχεροί, γιατί μέσα από εκείνη γνωρίζουν την πιο αγνή, αληθινή και ανιδιοτελή μορφή αγάπης που υπάρχει.
Οι πέντε ηθοποιοί της παράστασης – Παναγιώτης Αργυρόπουλος, Θοδωρής Βράχας, Πύρρος Θεοφανόπουλος, Ιόλη Χαραλαμποπούλου και Εύη Χρόνη –εκφράζουν με ευαισθησία και πάθος τις προσωπικές τους εμπειρίες και μνήμες. Το ενδιαφέρον στοιχείο της παράστασης αυτής είναι πως είναι έμπλεη από το βιωματικό στοιχείο των ίδιων των ηθοποιών που μέσα από παράλληλες αφηγήσεις, αναδεικνύουν τον ανεκτίμητο δεσμό με τις γιαγιάδες τους.
Η σκηνοθεσία του Δημήτρη Χαραλαμπόπουλου είναι ατμοσφαιρική και ουσιαστική, εστιάζει σε σκηνικές λεπτομέρειες που φέρνουν στο φως τη δύναμη της μνήμης και της συναισθηματικής σύνδεσης. Μέσα από μια σύνθεση αφήγησης, κίνησης και έντασης, η παράσταση καταφέρνει να συγκινήσει το κοινό. Και τι πιο πολύτιμο από το να βλέπεις στο υπόγειο της Πειραματικής Σκηνής δεκάδες νέα παιδιά δακρυσμένα, με χαρτομάντηλα στα χέρια να σκουπίζουν τα μάτια τους ενθυμούμενα τις δικές τους γιαγιάδες.
Εμείς μιλήσαμε με τον σκηνοθέτη και τους ηθοποιούς της παράστασης για τον ρόλο της γιαγιάς. Τους ρωτήσαμε τι σημαίνει γι αυτούς η λέξη γιαγιά και το τι θα ήθελαν να μοιραστούν μαζί της.
Δημήτρης Χαραλαμπόπουλος: “Ένα φορτίο γεμάτο συναισθήματα…”
Ο συγγραφέας και σκηνοθέτης της παράστασης, Δημήτρης Χαραλαμπόπουλος, αναφέρει πως “το πρόσωπο της γιαγιάς απ’ ό,τι φαίνεται μάλλον σημαίνει πολλά για εμένα… Σκέφτομαι. Πως η ζεστασιά και εκείνη η φροντίδα άφησαν μέσα μου ανεξίτηλο το σημάδι τους. Πως το μεγάλωμά της με διαμόρφωσε ριζικά και πως το πέρασμα του χρόνου έφερε μαζί του τη γνώση και ύστερα ραγδαία και απότομα τη φθορά. Τον οριστικό αποχαιρετισμό.
Ένα φορτίο γεμάτο συναισθήματα είναι αυτό το πρόσωπο.
Τόσο ζωντανά ακόμη. Και τόσο ουσιαστικά. Μες στην απλότητα, αλλά και την ολότητά τους… Ένα φορτίο ξέχειλο αισθήματα. Ένα φορτίο γεμάτο αγάπη”.
Και συνεχίζει λέγοντας τι έχει ανάγκη να μοιραστεί μαζί με τις γιαγιάδες του το 2025: “Στη μια θα έλεγα το εξής: Γιαγιά Άννα, δυο χρόνια μετά από τον χαμό σου έφτιαξα μια παράσταση για εσένα και είμαι πολύ χαρούμενος για αυτό. Μακάρι να «υπάρχεις» κάπου, κάπως και να είσαι χαρούμενη κι εσύ. Και περήφανη.
Να ξέρεις σ’ αγαπώ.
Και να είσαι βέβαιη πως δεν πρόκειται να σε ξεχάσω ποτέ.
Στην άλλη που βρίσκεται στη ζωή και είναι νέα, δραστήρια και αεικίνητη, της εύχομαι να μείνει έτσι για πολλά πολλά ακόμη χρόνια. Όσο το δυνατό περισσότερα.
Να τη χαιρόμαστε εμείς που την αγαπάμε και να μας χαίρεται κι αυτή!
Μάλιστα να πω ότι πρόσφατα έγινε ξανά γιαγιά μετά από εικοσιπέντε χρόνια από την αγαπημένη μου θεία, τη μικρή της κόρη, και αυτό είναι τρομερά συναρπαστικό και για εκείνη και για όλους μας στην οικογένεια.
Γιαγιά Κική, σου εύχομαι λοιπόν το 2025 να χαρείς (ξανά) στο έπακρον τον ρόλο της χαζογιαγιάς. Σου πάει! Είσαι πιο αξιολάτρευτη και γλυκιά από ποτέ!”
“Το ΜΑ ΓΚΡΑΝ’ΜΑ προσπαθεί να ταξιδέψει τον θεατή πίσω στο παρελθόν του. Στην εποχή μιας χαμένης αθωότητας.
Να υποκινήσει στην ενθύμηση των προσώπων της οικογένειας του απ’ όταν θυμάται πρώτα πρώτα τον εαυτό του.
Να αναρωτηθεί πώς έζησαν οι άνθρωποι που πιστεύει ότι γνώρισε καλά, στ’ αλήθεια.
Να θυμηθεί όσα του προσέφεραν οι άνθρωποι αυτοί και όσα προσέφερε κι αυτός φυσικά.
Πως πήρε, αλλά και έδωσε! Να ευχαριστήσει αυτούς που αγαπά μα και τον ίδιο.
Να βρει τον χώρο μέσα του να συγχωρέσει και πάλι, και τη δύναμη να ζητήσει συγγνώμη.
Να νιώσει ευάλωτος. Τελικά να αισθανθεί. Να μπορέσει να αισθανθεί πραγματικά! Οτιδήποτε.
Η παράσταση θέλει πάνω απ’ όλα αυτό: Να μιλήσει από καρδιάς” καταλήγει.
Ανδριανή Τουντοπούλου: “Γαγιά, μία συνέχεια στη ζωή πολύ σημαντική”
Η Ανδριανή Τουντοπούλου που στην παράσταση υποδύεται τη γιαγιά αναφέρει “Γιαγιά, κάτι έχω να σου πω τώρα που είμαι γιαγιά και εγώ. Αν θυμάσαι έχω πάρει το όνομά σου Ανδριάνα – Ανδριανή και δεν το άλλαξα! Τώρα που δεν υπάρχεις είναι δύσκολο να σου πω ότι έχω πάρει το χρώμα των μαλλιών σου που διατηρούνται ακόμα μαύρα παρόλη την ηλικία μου.
Αυτό το πρόσωπο για μένα σημαίνει πολλά. Είναι ο ρόλος της γιαγιάς στην παράσταση της Πειραματικής σκηνής του Εθνικού Θεάτρου «ΜΑ ΓΚΡΑΝ’ ΝΑ». Είμαι τυχερή που είμαι σε αυτή την παράσταση και χαρούμενη που έχει μεγάλη απήχηση στο κοινό, και ιδιαίτερα στους νέους ανθρώπους. Ακόμα είναι μία συνέχεια στη ζωή πολύ σημαντική γιατί και στη ζωή είμαι γιαγιά πολύ ευτυχισμένη με δύο εγγονές που τις ζω από κοντά όλα μας τα χρόνια” .
Πάνος Αργυρόπουλος: “Μια πηγή εμπειριών κι συναισθημάτων που είναι Πάντα εκεί”
Ο Πάνος Αργυρόπουλος σημειώνει πως “Για μένα το «πρόσωπο» της γιαγιάς σημαίνει μια κοινή αφετηρία ή μια κοινή αναφορά της εκάστοτε οικογένειας. Θα έλεγα πως πρόκειται για ένα «τοτέμ» που συναντιέται το παλιό με το καινούργιο. Μια πηγή εμπειριών κι συναισθημάτων που είναι Πάντα εκεί. Μια πηγή εν τέλει που είναι ανοιχτή για όλους να γευτούν τα νερά της και να μάθουν από αυτά. Η γιαγιά για μένα είναι ένας κοινός τόπος που μπορεί μόνο να ενώσει τους ανθρώπους και ποτέ να τους διαχωρίσει”.
Και συνεχίζει: “Το 2025 θα έλεγα πως θα ήθελα να μοιραστώ την ανάγκη μου για ειρήνη, ηρεμία και σιωπή. Θα ήθελα να μοιραστώ τη σιωπή μαζί της. Να κοιταχτούμε και να δώσουμε χρόνο, να μάθουμε ο ένας τον άλλον μέσα από μια αγκαλιά κι από ένα χαμόγελο. Γιαγιά και εγγονός σε πλήρη αρμονία δηλαδή… ναι αυτή τη στιγμή θέλω να μοιραστώ με τη γιαγιά μου το 2025!”
Και καταλήγει μιλώντας για την παράσταση: “Η παράστασή μας, Μα Γκραν’μα, έχει έναν και μόνο ρόλο που γεφυρώνει όλα τα υπόλοιπα. Ο ρόλος του είναι ποτέ να μην Ξεχνάμε. Τα καλά και τα κακά, από όλα μαθαίνουμε. Πώς «δεν θα σε ξεχάσω ποτέ εγώ γιαγιά μου»… όχι επειδή έτσι πρέπει αλλά επειδή σε αυτό το έργο για μενα η γιαγιά είναι το υπέρτατο αγαθό! Σπάει τα ταβάνια στο τέλος του έργου ανασταίνεται, ελευθερώνεται από τις προκαταλήψεις και τα στερεότυπα των χρόνων της και φτάνει στο διάστημα! Μέσα από αυτό το σπάσιμο των ορίων μαθαίνουμε καλύτερα τους εαυτούς μας και κάπως συγχωρούμε ή αγαπάμε σωστότερα και πιο ολοκληρωμένα.”
Πύρρος Βράχας “Γιαγιά σημαίνει απόδραση”
Για τον Πύρρο Βράχα Γιαγιά σημαίνει αγκαλιά. “Σημαίνει απόδραση. Σημαίνει ασφάλεια. Σημαίνει και φαΐ, πολύ φαΐ. Σημαίνει για μένα το καμπανάκι που χτυπούσε στην εξώπορτα του σπιτιού της στη Σαλαμίνα. Ο κήπος της και η ρίγανή της. Τα χέρια της. Η βαριά απτά τσιγάρα φωνή της. Οι ιστορίες και τα παραμύθια της. Η αγάπη της. Τα τηλέφωνά της. Η μαγκούρα της. Το γέλιο της. Τα γκρι φανελάκια της λαϊκής που μου αγόραζε συνέχεια.
Τα μάτια της, που έχω έξι χρόνια να τα δω γιατί δεν είναι πια μαζί μας. Έχω να της μιλήσω απ’ όταν ήρθε τελευταία φορά στο όνειρό μου πριν πολύ καιρό. Αν θα μπορούσα να είχα λίγες ώρες μαζί της πιστεύω θα την έπαιρνα μια τεράστια αγκαλιά και θα της έλεγα: Γιαγιά μου. Πάντα μου έλεγες να αγαπάω πρώτα τον εαυτό μου και μετά τους υπόλοιπους ανθρώπους. Το προσπαθώ, αλλά δεν είναι πάντα εύκολο. Θέλω να ξέρεις όμως ότι έχω καταφέρει πολλά πράγματα που θα ήθελα να είχες δει. Να αποφοιτώ απ’ τη σχολή που τόσο χάρηκες που μπήκα. Να παίζω την πρώτη μου επαγγελματική παράσταση. Να ερωτεύομαι. Να διεκδικώ. Να αγαπώ. Και τώρα να είμαι στο θέατρο που τόσο αγαπούσες μικρή και να παίζω μια παράσταση που μιλάω για σένα. Κάθε βράδυ στην σκηνή σε νιώθω κοντά μου. Και υπάρχουν φορές που σε βλέπω στα μάτια της κυρίας Ανδριανής. Και θυμάμαι πόσο μου λείπεις. Σ’ αγαπάω πολύ και σε έχω πάντα στην καρδιά μου.
Πύρρος Θεοφανόπουλος: “Γιαγιά, σημαίνει απλωμένος χρόνος”
Για τον Πύρρο Θεοφανόπουλο Γιαγιά σημαίνει φροντίδα, εμπιστοσύνη και απλωμένος χρόνος. “Και οι δύο μου γιαγιάδες με υπερασπίζονταν και πάντα με καθησύχαζαν ότι όλα θα πάνε καλά. Περνάγαμε ώρες μαζί στον καναπέ βλέποντας “καλημέρα Ζωή” και ελληνικές ταινίες, λέγαμε ήπιες βρισιές που τις βαφτίζαμε “αρχαία ελληνικά”, με άφηναν να περιεργάζομαι το δέρμα τους, να βάζω τα παιχνίδια μου πάνω τους μέχρι να αποκοιμηθώ στην ποδιά τους.
Οι γιαγιάδες μας είναι συμβολικές φιγούρες που στο σώμα τους έχει εγγραφεί τεράστια βια. Γυναίκες, σε μια εποχή γεμάτη περιορισμούς για τις ίδιες, με απαγορεύσεις σε τόσα και τόσα πράγματα. Στα χέρια τους αντανακλάται η ταξικότητα. Άγρια χέρια, από τις δουλειές στα χωράφια και τα εργοστάσια, αλλά πάντα με ελαφρύ χάδι για τα εγγόνια.
Πρόσφυγες που ήρθαν από την Σμύρνη ή έφυγαν αργότερα για Αμερική και Αυστραλία. Γυναίκες που οργανώθηκαν στην αντίσταση, που έχασαν αγαπημένα πρόσωπα στην κατοχή και στον εμφύλιο, που μετέπειτα εξορίστηκαν. Έκαναν μεγάλες οικογένειες, έχασαν παιδιά στις γέννες, γέρασαν και περιθωριοποιήθηκαν ως μη παραγωγικά μέλη της κοινωνίας. Και εμείς τα εγγόνια, όλα αυτά τα πρόσωπά τους τα γνωρίσαμε ήπια, πολλές φορές αγνοώντας τα, γιατί οι ίδιες είχαν την τρομερή ικανότητα να χωράνε μέσα τους σιωπηλά όλες αυτές τις αντιφάσεις της ζωής”.
“Το 2025 θα μοιραζόμουν μαζί τους την ανάγκη για μεγαλύτερη αξιοπρέπεια στην ζωή όλων μας, των νέων της γενιάς μου και κυρίως των γηραιότερων” σημειώνει.
Και καταλήγει: “Η παράστασή μας καταπιάνεται με απλά υλικά από την ζωή της γιαγιάς του Δημήτρη αλλά και των δικών μας γιαγιάδων. Ο σκοπός μας, όπως τον αντιλαμβάνομαι εγώ, είναι να τις θυμηθούμε και να τις τιμήσουμε ως ομάδα μέσα από την συλλογική αφήγηση, την τελετουργία και το παιχνίδι. Να αναστοχαστούμε τις ζωές τους, να φωτίσουμε απλά πράγματα της ζωής, να συγκινηθούμε και να συγκινήσουμε, πράγμα που πια αναγνωρίζω ως πολιτική πράξη”.
Ιόλη Χαραλαμποπούλου: “Γιαγιά, μία κινητήρια δύναμη”
Η Ιόλη Χαραλαμποπούλου αναφέρει πως “Γιαγιά είναι μια παρουσία που ενέπνεε τρυφερότητα και ασφάλεια, μια κινητήρια δύναμη, που έκανε τα πράγματα να προχωρούν μπροστά, χωρίς φόβο.
Θα ήθελα να μοιραστώ μαζί της πως “μια σχέση συνεχίζει να δουλεύεται μέσα μας κι ας απουσιάζει πια απ’ τη ζωή μας ο άλλος άνθρωπος, ένα ευχαριστώ για την αστείρευτη όρεξη για ζωή, την οποία μπορώ να παρατηρώ μέχρι και σήμερα”.
Και για την παράσταση αναφέρει πως είναι “Ένα ταξίδι στους οικογενειακούς δεσμούς, στη μνήμη, στην απώλεια. Όλα όσα μοιραζόμαστε, οι μικρές ή μεγάλες πράξεις, μας συντροφεύουν στο πέρασμα του χρόνου, κι ας μην ήμασταν ικανοί πολλές φορές να αντιληφθούμε την αξία τους όταν συνέβαιναν. Μια αγκαλιά, ένα βλέμμα κατανόησης, μια οικεία μυρωδιά, ένα αστείο και πολλά άλλα, φαινομενικά απλά μα τόσο σημαντικά, που μας συνδέουν με εκείνες που ήταν (ή είναι ακόμα) “πάντα εκεί”. Πιστεύω, είναι όμορφο να μην ξεχνάμε”.
Εύη Χρόνη: Μία υπόσχεση πως δε θα τη ξεχάσει
Για την Εύη Χρόνη η γιαγιά ήταν “ένα πρόσωπο πολύ αγαπημένο που με λαχτάρα και ενθουσιασμό την ενθάρρυνε στην περιπέτεια της ζωής. Μια υπόσχεση πως δεν θα την ξεχάσω, όπως ειπώνεται και στην παράσταση.
Στην παράσταση, ο τελευταίος χαιρετισμός και τελικά αποχωρισμός από τη γιαγιά και την αγκαλιά της γίνεται μια σκηνική πράξη.
Μια διεργασία του πένθους που εξερευνάται σε κάθε παράσταση, με εργαλεία τα δώρα της μνήμης έτσι όπως ξετυλίγονται από τις αφηγήσεις, τις στιγμές που ζήσαμε με τις γιαγιάδες μας. και την ίδια την πράξη της ζωής τους”.
Συντελεστές
Σύλληψη-Σκηνοθεσία: Δημήτρης Χαραλαμπόπουλος
Δραματουργία: Ασπασία-Μαρία Αλεξίου, Δημήτρης Χαραλαμπόπουλος
Σκηνικά: Θάλεια Μέλισσα
Κοστούμια: Ουρανία Φραγγέα
Μουσική: Δημήτρης Ροΐδης
Κίνηση: Δάφνη Δρακοπούλου
Φωτισμοί: Τάσος Παλαιορούτας
Παίζουν (με αλφαβητική σειρά): Πάνος Αργυρόπουλος, Θοδωρής Βράχας, Πύρρος Θεοφανόπουλος, Ανδριανή Τουντοπούλου, Ιόλη Χαραλαμποπούλου, Εύη Χρόνη
Κολάζ-Σχεδιασμός promo φωτογραφιών: mavra gidia
Φωτογραφίες παράστασης: Θεόφιλος Τσιμάς
Βίντεο: Νίκος Πάστρας
Info
Θέατρο REX – Σκηνή «Κατίνα Παξινού»
Μέρες και ώρες παραστάσεων: Τετάρτη έως Κυριακή στις 21.00
Τιμή εισιτηρίων: Γενική Είσοδος 14€, Φοιτητικό – Νεανικό (έως 28 ετών) 12€, Πολύτεκνοι 10€, Άνεργοι, ΑμεΑ & συνοδοί: 5€
Προπώληση εισιτηρίων: ticketservices.gr και στο 2107234567 (με χρήση πιστωτικής-χρεωστικής κάρτας)