Το κρίσιμο σταυροδρόμι του Πούτιν – Τι μέλλει γενέσθαι για τη Ρωσία με τον Τραμπ
Διαβάζεται σε 5'Η ρωσική οικονομία αντιμετωπίζει σοβαρές προκλήσεις από τις πολεμικές δαπάνες και την αύξηση των επιτοκίων, με τον Πούτιν να εκφράζει ανησυχίες και τον Τραμπ να πιέζει για διαπραγματεύσεις και κυρώσεις.
- 23 Ιανουαρίου 2025 13:36
Η Ρωσία βρίσκεται σε μια κρίσιμη καμπή, καθώς ο συνεχιζόμενος πόλεμος στην Ουκρανία και οι αυξημένες στρατιωτικές δαπάνες ασκούν έντονες πιέσεις στην οικονομία της χώρας. Με τον πληθωρισμό να πλησιάζει διψήφια επίπεδα, τα επιτόκια να διατηρούνται στο 21% και τις ιδιωτικές επενδύσεις να περιορίζονται, ο Βλαντίμιρ Πούτιν εκφράζει ανησυχίες για τις επιπτώσεις στη σταθερότητα της ρωσικής οικονομίας.
Παράλληλα, η επιστροφή του Ντόναλντ Τραμπ στο “τιμόνι” των ΗΠΑ εντείνει ακόμη περισσότερο τις πιέσεις, καθώς ο Αμερικανός πρόεδρος έχει δηλώσει ουκ ολίγες φορές ότι θα τερματίσει τον πόλεμο. Ο τρόπος για να το κάνει αυτό; Απειλώντας με νέες κυρώσεις, αν η Ρωσία δεν προχωρήσει σε διαπραγματεύσεις.
Εκτενές ρεπορτάζ του Reuters αποκαλύπτει τον αντίκτυπο των παραπάνω εξελίξεων, καθώς δημιουργούν ένα πολυδιάστατο σκηνικό, με την οικονομική αντοχή της Ρωσίας να δοκιμάζεται και τη διεθνή σκηνή να αναμένει τις επόμενες κινήσεις του Πούτιν.
Παρά την αναγνώριση των προβλημάτων από το Κρεμλίνο, η διοικήτρια της Κεντρικής Τράπεζας, Ελβίρα Ναμπιούλινα, συνεχίζει να διατηρεί την εμπιστοσύνη του Πούτιν, ενώ κορυφαίοι οικονομολόγοι προειδοποιούν για τους κινδύνους που προκύπτουν από τη στρατιωτικοποίηση της οικονομίας.
Σε αυτό το πλαίσιο, η ισορροπία ανάμεσα στις στρατηγικές φιλοδοξίες της Ρωσίας και την οικονομική σταθερότητα παραμένει εξαιρετικά λεπτή, με το μέλλον να εξαρτάται από τις διαπραγματεύσεις και τη διαχείριση των εσωτερικών πιέσεων.
Προκλήσεις από τον Τραμπ
Η ανάληψη της προεδρίας από τον Ντόναλντ Τραμπ στις ΗΠΑ δημιουργεί νέες πιέσεις. Ο Τραμπ δήλωσε ότι προτεραιότητά του είναι ο τερματισμός του πολέμου στην Ουκρανία, αν και οι σύμβουλοί του μετριάζουν τη φιλόδοξη δήλωσή του ότι ο πόλεμος θα μπορούσε να επιλυθεί μέσα σε μία ημέρα.
Η κυβέρνηση του απερχόμενου προέδρου Τζο Μπάιντεν, λίγες ημέρες πριν την ανάληψη της εξουσίας από τον Τραμπ, επέβαλε τις αυστηρότερες κυρώσεις κατά της Ρωσίας, στοχεύοντας τα έσοδα από το πετρέλαιο και το φυσικό αέριο, προκειμένου να αυξήσει τη διαπραγματευτική ισχύ των ΗΠΑ.
Ο Πούτιν, από την πλευρά του, δηλώνει ότι η Ρωσία μπορεί να συνεχίσει να πολεμά όσο χρειαστεί, υπογραμμίζοντας ότι η Μόσχα δεν θα υποκύψει σε διεθνείς πιέσεις σε ζητήματα εθνικών συμφερόντων. Παρά τις προκλήσεις, η ρωσική οικονομία έχει δείξει ανθεκτικότητα, με τον Πούτιν να επαινεί τους αξιωματούχους για την αντιμετώπιση των δυτικών κυρώσεων.
Μετά από συρρίκνωση το 2022, το ΑΕΠ της Ρωσίας αυξήθηκε ταχύτερα από την ΕΕ και τις ΗΠΑ το 2023 και 2024. Ωστόσο, για το 2025, οι προβλέψεις δείχνουν ανάπτυξη κάτω του 1,5%.
Η Κεντρική Τράπεζα έχει αυξήσει το βασικό επιτόκιο στο 21% για να συγκρατήσει τον πληθωρισμό, ο οποίος αγγίζει διψήφια επίπεδα. Ο Πούτιν αναγνώρισε την «υπερθέρμανση» της οικονομίας και κάλεσε για μέτρα σταθεροποίησης. Ενώ οι πολεμικές δαπάνες συνεχίζουν να επιβαρύνουν την οικονομία, η κυβέρνηση προσπαθεί να διατηρήσει μια ισορροπία ανάμεσα στην πολεμική προσπάθεια και τη μακροπρόθεσμη οικονομική σταθερότητα.
Εσωτερικές πιέσεις και οι ανησυχίες του Πούτιν
Ο Πούτιν εξέφρασε την έντονη δυσαρέσκειά του για την πορεία της ρωσικής οικονομίας σε συνάντηση με επιχειρηματίες στο Κρεμλίνο στις 16 Δεκεμβρίου. Σύμφωνα με πηγές, ο Ρώσος πρόεδρος επέκρινε κορυφαίους οικονομικούς αξιωματούχους, τονίζοντας ότι οι ιδιωτικές επενδύσεις μειώνονται λόγω του υψηλού κόστους δανεισμού.
Η Κεντρική Τράπεζα της Ρωσίας έχει αυξήσει το βασικό επιτόκιο στο 21% για να περιορίσει τον πληθωρισμό, κάτι που όμως προκαλεί σοβαρές πιέσεις στις επιχειρήσεις. Οι πολεμικές δαπάνες, που ανέρχονται στο 6,3% του ΑΕΠ, έχουν επιβαρύνει την οικονομία, ενώ κορυφαίοι επιχειρηματίες, όπως ο διευθύνων σύμβουλος της Rosneft, Ίγκορ Σετσίν, και ο μεγιστάνας του αλουμινίου, Όλεγκ Ντεριπάσκα, ασκούν δημόσια κριτική για την επιτοκιακή πολιτική.
Η διοικήτρια της Κεντρικής Τράπεζας, Ελβίρα Ναμπιούλινα, αντιμετωπίζει πιέσεις να μην αυξήσει περαιτέρω τα επιτόκια, ενώ υπεραμύνεται των αποφάσεών της, τονίζοντας ότι η σταθερότητα της οικονομίας εξαρτάται από την πολιτική της τράπεζας. Παρά τις αντιδράσεις, η ίδια παραμένει ένας από τους πιο έμπιστους αξιωματούχους του Πούτιν.
Ο Ρώσος πρόεδρος κάλεσε για μια «ισορροπημένη απόφαση επιτοκίων», αναγνωρίζοντας τους κινδύνους που προκαλεί η μείωση της πιστωτικής δραστηριότητας στη μακροπρόθεσμη ανάπτυξη. Ωστόσο, οι πιέσεις που ασκούνται στην οικονομία από τις στρατιωτικές δαπάνες, τον πληθωρισμό και το υψηλό κόστος δανεισμού δημιουργούν ένα σύνθετο σκηνικό.
Διαπραγματεύσεις και μέλλον
Παρά τις δυσκολίες, ο Πούτιν εμφανίζεται έτοιμος να συζητήσει το ενδεχόμενο κατάπαυσης του πυρός, υπό την προϋπόθεση ότι οι εδαφικές κτήσεις της Ρωσίας στην Ουκρανία θα αναγνωριστούν και ότι η Ουκρανία θα αποσύρει την αίτησή της για ένταξη στο ΝΑΤΟ.
Οικονομολόγοι όπως ο πρώην υποδιοικητής της Κεντρικής Τράπεζας, Όλεγκ Βιουγκίν, προειδοποιούν ότι η υπερβολική πίεση στην οικονομία μπορεί να οδηγήσει σε βαθύτερες στρεβλώσεις.
Εντούτοις, η πολιτική σταθερότητα του Πούτιν παραμένει αδιαμφισβήτητη, καθώς συνεχίζει να απολαμβάνει την εμπιστοσύνη των ισχυρών οικονομικών αξιωματούχων, όπως η διοικήτρια της Κεντρικής Τράπεζας, Ελβίρα Ναμπιούλινα.
Η Ρωσία βρίσκεται σε ένα κρίσιμο σταυροδρόμι, με την οικονομία της να δείχνει τις αντοχές της, αλλά και τα όριά της, υπό το βάρος ενός παρατεταμένου πολέμου. Ο ρόλος του Τραμπ ως διαμεσολαβητής και η στάση του Κρεμλίνου απέναντι στις διεθνείς πιέσεις θα καθορίσουν τις επόμενες εξελίξεις.