Νέες ταινίες: “Flow”, ένα συγκινητικό οσκαρικό animation χωρίς διαλόγους – και δύο τολμηρές arthouse προτάσεις
Διαβάζεται σε 10'Κάθε εβδομάδα, ο Θοδωρής Δημητρόπουλος βλέπει και σχολιάζει τις νέες ταινίες στις αίθουσες.
- 30 Ιανουαρίου 2025 06:28
Προσεγγίζει τα 800.000 εισιτήρια πλέον το “Υπάρχω”, φτάνοντας στην 4η θέση των εμπορικότερων ελληνικών ταινιών που έχουν κυκλοφορήσει ποτέ. Με άλλα 22.000 εισιτήρια το περασμένο ΠΣΚ, μπορεί η φόρα του να έχει πέσει όπως είναι λογικό, αλλά ακόμα κι αυτά τα νούμερα μετά από σχεδόν 2 μήνες προβολών είναι εξαιρετικά.
Το “A Complete Unknown” άνοιξε με 8.000 στο απόγειο του hype των οσκαρικών του υποψηφιοτήτων – όχι ακριβώς θρίαμβος. Ο “Λυκάνθρωπος” του Λι Γουάνελ άνοιξε με λιγότερα εισιτήρια από όσα έκανε το “Νοσφεράτου” μετά από ένα μήνα κυκλοφορίας (η ταινία του Έγκερς έχει ξεπεράσει πλέον τις 111.000, μια μεγάλη επιτυχία). Ενώ μιλώντας για ταινίες τρόμου και για αποτυχίες, το “Emilia Perez” ακόμα και μετά την συγκομιδή 13 υποψηφιοτήτων συνεχίζει να μην αφορά – 700 εισιτήρια έκανε το περασμένο 4ήμερο.
Στις επιτυχίες του καλλιτεχνικού κυκλώματος, το “Αγαπημένο Μου Γλυκό” έχει φτάσει τις 10.000 εισιτήρια, ενώ το σπουδαίο “Όλα Όσα Φανταζόμαστε ως Φως” της Παγιάλ Καπάντια άνοιξε με ένα μετριασμένο σύνολο των 4.500 εισιτηρίων που όμως αν ευνοηθεί από το εξαιρετικό word of mouth μπορεί να δείξει καλές αντοχές το επόμενο διάστημα. Στο μέλλον, που αυτή η ταινία θα θεωρείται ένα από τα μεγάλα κινηματογραφικά classics της δεκαετίας, θα θέλετε να λέτε πως την είχατε δει σινεμά – μην χάσετε την ευκαιρία.
Στις κυκλοφορίες αυτής της εβδομάδας έχουμε arthouse σινεμά με πολύ δυνατές διαθέσεις για πειραματισμό, κι επίσης μια περιπέτεια του Μελ Γκίμπσον με τον πρωταγωνιστή τον Μαρκ Γουόλμπεργκ.
Οι ταινίες της εβδομάδας
Flow: Η Γάτα που Δεν Φοβόταν το Νερό
(“Flow”, Γκιντς Ζιλμπαλόντις, 1ω24λ)
***½
Η μεγάλη πλημμύρα καταστρέφει το σπίτι της Γάτας κι εκείνη θα βρει καταφύγιο σε ένα σκάφος μαζί με διάφορα ζώα. Αυτή η αταίριαστη κομπανία θα πρέπει να μάθει πώς να συνυπάρχει μέσα σε ακραίες συνθήκες επιβίωσης καθώς το πλωτό τους νέο σπίτι κινείται ανάμεσα σε πλημμυρισμένα τοπία και κάθε λογής κινδύνους, μέσα σε έναν ωκεανό δίχως τέλος.
Εντυπωσιακό φιλμ κινουμένων σχεδίων από τη Λετονία, που βρίσκεται ταυτόχρονα υποψήφιο για τα Όσκαρ Διεθνούς Φιλμ αλλά και Ταινίας Κινουμένων Σχεδίων (κατηγορία που μάλιστα μόλις κέρδισε στις Χρυσές Σφαίρες). Καταφέρνει με τεράστια σιγουριά στη δύναμη της αφήγησής του να ξεδιπλώσει στην οθόνη μια περιπέτεια αρχετυπικών διαστάσεων, δίχως την ανάγκη του διαλόγου, των επεξηγήσεων ή των ανθρωπομορφικών χαρακτηριστικών στα οποία συχνά βασίζονται ανάλογα animation.
Αντιθέτως, ο Ζιλμπαλόντις βασίζεται σε μια εξαιρετική σκηνοθετική προσέγγιση, με το δυναμικό κάδρο να στηρίζει την αφήγηση και το χτίσιμο του κόσμου και των χαρακτήρων. Η «κάμερα» κινείται εστιάζοντας σε σημεία, σε κινδύνους, σε κίνηση, και άρα δημιουργώντας έτσι μια διαρκή συναισθηματική διακύμανση δίχως ποτέ να προδίδει την απόλυτη, βουβή, μη ανθρωπομορφική αισθητική του προσέγγιση.
Μέσα από τα διάφορα επιμέρους επεισόδια το «Flow» μετατρέπεται σε ένα μελλοντικό κλασικό κινηματογραφικό παραμύθι μπροστά στα μάτια σου, με τα πιο απλά υλικά. Καταφέρνοντας να δημιουργήσει έναν κόσμο μεγάλης αλληγορικής έντασης (σίγουρα υπάρχουν εδώ προβληματισμοί γύρω από τη βιωσιμότητα του πλανήτη, για την ανυπέρβλητη αξία της φυσικής ζωής, και φυσικά για την συνύπαρξη και την διαφορετικότητα), υπαρξιακών επεκτάσεων (στο πολύ δυνατό φινάλε), και όπου σχεδόν κάθε σκηνή συγκινεί στα όρια του κλάματος.
Παρά την εξαιρετική χρήση του κάδρου και των αποχρώσεων του φωτός, σε καθαρά αισθητικό επίπεδο τα flat μοντέλα των χαρακτήρων και ο σχεδιασμός μπορεί ενδεχομένως να ξενίσει κάποιους θεατές, ενώ το χτίσιμο του κόσμου θυμίζει σε σημεία κάτι σαν κομμένες σκηνές από βιντεοπαιχνίδι που ξέχασες να παίξεις. Αλλά είναι μια πολύ περιορισμένη ένσταση αυτή, μες στο ευρύτερο σύνολο ενός έργου που καταφέρνει να σε παρασύρει ολοκληρωτικά – και ως ακολουθία κομματιών δράσης, και ως υπαρξιακό παραμύθι, και ως μια βαθιά συναισθηματική ιστορία επιβίωσης σε έναν κόσμο όπου η αλληλεγγύη είναι η μόνη ανάσα απέναντι στην παράλογη καταστροφή.
Απρίλης
(“April”, Ντέα Κουλουμπεγκασβίλι, 2ω14λ)
**½
Η μαία Νίνα, στην επαρχιακή Γεωργία, αντιμετωπίζει κατηγορίες από τους γονείς ενός μωρού το οποίο πέθανε κατά τον τοκετό. Την ίδια ώρα, οι πάντες γνωρίζουν πως η Νίνα κάνει παράνομες εκτρώσεις σε ντόπιες γυναίκες, μια ανοχή της τοπικής κοινωνίας που θα δοκιμαστεί υπό τις κατηγορίες που τώρα βαραίνουν τη γυναίκα. Η προσπάθειά της να ισορροπήσει τις επαγγελματικές και τις ηθικές αξίες, και μάλιστα σε ένα πλαίσιο σκληρό, συντηρητικό και απάνθρωπο, θα την φέρει στα όριά της ως άνθρωπο.
Στον “Απρίλη”, η γεωργιανή Ντέα Κουλουμπεγκασβίλι (“Εν Αρχή”) αναρωτιέται ποιο είναι καν το νόημα της προσωπικής ηθικής όταν αυτή παρουσιάζεται σε ένα πλαίσιο τόσο ριζικά διαφορετικού αξιακού συστήματος. Ακολουθώντας την σκληρή, οριακά αδιέξοδη πορεία μιας ηρωίδας που διαθέτει ασυνήθιστης περιπλοκότητας χαρακτηριστικά, και της οποίας οι εσωτερικές συγκρούσεις παίζονται στο πεδίο δράσης του εφιάλτη – όλη η ταινία θα μπορούσε να χαρακτηριστεί ως ένα εμπύρετο όνειρο από το οποίο παρακαλάς να ξυπνήσεις.
Η Κουλουμπεγκασβίλι επιλέγει να αφηγηθεί την ιστορία της μέσα από εξαντλητικά στατικά πλάνα που κρατούν ακόμα και άνω των 10 λεπτών, ενώ την ίδια ώρα επιτίθεται με τις αιχμηρές εικόνες της. Φορμαλιστικά, φαίνεται να αντλεί μέσα από τις πιο αναμενόμενες (οριακά ξεπερασμένες) αισθητικές τάσεις του φεστιβαλικού σινεμά περασμένων δεκαετιών, μοιάζοντας σα να έχει επιλέξει τη σύνθεση του κάθε κάδρου με στόχο την απόσπαση της προσοχής.
Το αποτέλεσμα είναι εντυπωσιακό και οπωσδήποτε διαθέτει τόλμη και αφοσίωση (κέρδισε εξάλλου και Ειδικό Βραβείο της Επιτροπής στη Βενετία), αλλά κάπου αξίζει ίσως να αναλογιστούμε και τη διακριτική διαφορά ανάμεσα σε ένα σινεμά που εμβυθίζει τον θεατή σε μια επιθετική, συνταρακτική συνθήκη, και σε ένα σινεμά που μοιάζει τελικά απλώς να τιμωρεί τον θεατή.
Γκραν Τουρ
(“Grand Tour”, Μιγκέλ Γκόμες, 2ω8λ)
****
Στη Μιανμάρ των αρχών του 20ου αιώνα, σε μια πόλη υπό βρετανικό αποικιοκρατικό έλεγχο, ο διπλωμάτης Έντουαρντ αφήνει πίσω τη μνηστή του, Μόλι, τη μέρα που θα παντρεύονταν. Τον διαπερνά μια μελαγχολία – για την κατάσταση της Μόλι, για την δική του ύπαρξη. Νιώθει, μας λέει σε αφήγηση στην αρχή της ταινίας, πως είναι σα να τρέχει να ξεφύγει από ένα όνειρο που είδε, και το οποίο δε θυμάται, αλλά τον στοιχειώνει ακόμα η αίσθησή του.
Η Μόλι, αποφασισμένη να παντρευτεί, ακολουθεί τη διαδρομή του Έντουαρντ για να φτάσει κοντά του. Το ετεροχρονισμένο ταξίδι τους, διατρέχει χώρες και πόλεις συνθέτοντας ένα οπτικό οδοιπορικό μέσα από ζούγκλες και πόλεις, μέσα από τοπικές κουλτούρες και τους καταπιεστές τους, μια αληθινή ματιά στην ανθρώπινη κατάσταση σε διπλό χρόνο.
Με τη μία αφήγηση σαν ηχώ της άλλης, με έναν άντρα να έχει στο κατόπι του ένα ξεχασμένο όνειρο και μια γυναίκα να κυνηγά τα ίχνη ενός φαντάσματος, αυτή η διαδρομή είναι κάτι παραπάνω από ένα οδοιπορικό, και κάτι πιο πλούσιο από ένα ρομάντζο. Είναι η χρονογεωγραφία μιας σχέσης, υπό το βλέμμα μιας παρηκμασμένης αποικιοκρατικής αυτοκρατορίας που κι αυτή μοιάζει να κυνηγά φαντάσματα.
Ο Μιγκέλ Γκόμες, κινηματογραφικός ποιητής των αποστάσεων και των μελαγχολικών μετανιωμένων (μη) αποφάσεων, καδράρει τους χαρακτήρες του σαν κεντρικές φιγούρες σε ένα πανέμορφο ασπρόμαυρο θέατρο σκιών ανάμεσα σε φυλλωσιές, σε πληθυσμούς, σε κτίρια, σε θλιμμένες γιορτές, σε αποστομωτικά αδιέξοδα. (Διευθυντής φωτογραφίας είναι ο Σαγιόμπου Μάκντιπρομ του “Challengers”, του “Queer” και του “Trap”, ίσως ο σημαντικότερος κινηματογραφικός καλλιτέχνης του 2024.)
Η δράση κυλά μέσω αφήγησης και μέσα από τις ασπρόμαυρες παλέτες του με τις σκιάσεις που κάνουν κάθε κάδρο να μοιάζει σαν να τρεμοσβήνει – ή σα να παλεύει να μείνει ζωντανό. Δίνοντας έτσι σε αυτή την ιστορία μια πραγματική υφή αφήγησης χαμένης στο χρόνο.
Με το “Tabu” του 2012 ο Γκόμες μας χάρισε ένα από τα κορυφαία φιλμ της περασμένης δεκαετίας, και με το “Tsugua Diaries” του 2021, το πιο ζωντανό και όμορφο έργο της κόβιντ περιόδου. Με το “Grand Tour” φτάνει πρώτη φορά στο Διαγωνιστικό των Καννών, καταφέρνοντας να φύγει από την Κρουαζέτ με το βραβείο Σκηνοθεσίας. Τολμηρό βραβείο, για μια ακόμα απαιτητική, ιδιοσυγκρασιακή κατάθεση από έναν εκ των σημαντικότερων arthouse auteurs της Ευρώπης αυτή τη στιγμή.
Companion
(Ντρου Χάνκοκ, 1ω37λ)
***
Ο Τζος κι η Άιρις είναι πολύ ερωτευμένοι. Η Άιρις θυμάται πάντοτε τη στιγμή που γνώρισε τον Τζος. Είναι –όπως μας λέει στην αφήγηση που ανοίγει την ταινία– μία από τις δύο στιγμές της ζωής της που θυμάται πιο έντονα. Η μία είναι τότε, όταν τον γνώρισε. Η άλλη, όταν τον σκότωσε.
Θέλει αυτοπεποίθηση για να ανοίξεις την ταινία σου με αυτό τον τρόπο, αλλά το διαβολεμένα διασκεδαστικό φιλμ του Ντρου Χάνκοκ υποστηρίζει αυτή και κάθε μία από τις απρόβλεπτες σεναριακές αποφάσεις που θα ακολουθήσουν στην –ούτε για πέντε ξεχειλωμένη– διάρκειά της.
Σαν επεισόδιο “Twilight Zone” ή “Black Mirror”, το “Companion” στήνει μια εμφανή αλλά και πλήρως αποτελεσματική αλληγορία γύρω από την κεντρική της συνθήκη (την οποία δε θα αναφέρουμε, κι ας παρουσιάζεται ακόμα και στο τρέιλερ της ταινίας). Ο τρόπος με τον οποίον τα πάντα γίνονται καταπιεστικά, απειλητικά και εν τέλει χειριστικά σε ένα πατριαρχικό περιβάλλον μισογυνισμού, δίνουν καύσιμο για μια ιστορία με νεύρο, με πολύ χιούμορ, και με πολλές ανατροπές που όλες καταφέρνουν να δικαιολογούν την ύπαρξή τους και την τοποθέτησή τους μες στην ταινία.
Πολύ διασκεδαστικός, mainstream συνδυασμός μαύρης σάτιρας και ταινίας είδους, που αξίζει να δείτε χωρίς να έχετε διαβάσει (ή δει) και πολλά-πολλά για τα όσα σας περιμένουν.
Ακόμα κυκλοφορούν
Τραγούδια της Γης: Πολύ παραπάνω από ένα απλό περιβαλλοντικό ντοκιμαντέρ, η ταινία της πολυβραβευμένης δημιουργού Μαργκρέθ Ολίν είναι ένα ονειρικό ταξίδι στα εκπληκτικής ομορφιάς τοπία της Νορβηγίας και μια κινηματογραφική εμπειρία θέασης που πρέπει να βιωθεί στη μεγάλη οθόνη. Πρόταση της Νορβηγίας για τα περσινά Όσκαρ, σε παραγωγή Λιβ Ούλμαν και Βιμ Βέντερς.
Επικίνδυνη Πτήση: Ένας πιλότος μεταφέρει μία Στρατάρχη Αεροπορίας που συνοδεύει έναν δραπέτη σε δίκη. Καθώς διασχίζουν την έρημο της Αλάσκας, οι εντάσεις εκτινάσσονται στα ύψη και η εμπιστοσύνη δοκιμάζεται, καθώς δεν είναι όλοι οι επιβαίνοντες όπως φαίνονται. Αλλά στα 10.000 πόδια δεν υπάρχει διαφυγή. Σκηνοθετική επιστροφή του Μελ Γκίμπσον, με τον Μαρκ Γουόλμπεργκ στον πρωταγωνιστικό ρόλο.
Πίτερ Παν: Εφιάλτης στη Χώρα του Ποτέ: Η Γουέντι προσπαθεί να σώσει τον αδερφό της από το γράπωμα του μοχθηρού Πίτερ Παν, ο οποίος, ταγμένος στη σωτηρία όσο το δυνατόν περισσότερων παιδιών από τον βάναυσο αυτόν κόσμο, τα απαγάγει για τη Χώρα του Ποτέ. Με την Τίνκερμπελ στο πλευρό του, δεν θα δείξει κανένα έλεος σε όποιον σταθεί εμπόδιο, σε μια μεταφορά του παραμυθιού γεμάτη παράνοια, ναρκωτικά και κτηνώδεις σκοτωμούς. Άλλη μια #ΠΑΡΑ_ΠΟΛΥ_ΑΚΡΑΙΑ μεταφορά παιδικού παραμυθιού σε ταινία τρόμου.
Μια Νύχτα με τα Ζωόμπι: Ένας κομήτης πέφτει σε έναν ζωολογικό κήπο, σκορπίζοντας έναν ιό που μετρέπει τα ζώα σε ζόμπι! Μοναδική ελπίδα, ένας λύκος, ένα πούμα και η ατρόμητη παρέα τους. Παιδική ταινία κινουμένων σχεδίων με ίσως τον ελληνικό τίτλο της χρονιάς;;