iStock

ΟΛΑ ΟΣΑ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΞΕΡΕΙΣ ΓΙΑ ΤΟΝ ΚΑΡΚΙΝΟ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ

Με αφορμή την Παγκόσμια Ημέρα κατά του Καρκίνου, σήμερα, Τρίτη (4/2), επιχειρήσαμε να σκιαγραφήσουμε το προφίλ της νόσου στην Ελλάδα.

Ο καρκίνος αποτελεί μία από τις μεγαλύτερες προκλήσεις για τη δημόσια υγεία στην Ελλάδα και διεθνώς. Με δεδομένο ότι είναι η δεύτερη αιτία θανάτου στη χώρα μας, η συζήτηση γύρω από τη διάγνωση, τη θεραπεία, την πρόληψη και την εξέλιξη της νόσου είναι πιο επίκαιρη από ποτέ.

Αυξάνονται οι καρκινοπαθείς στην Ελλάδα; Ποιοι τύποι καρκίνου είναι οι συχνότεροι και ποιοι αντιμετωπίζονται πλέον με μεγαλύτερη επιτυχία; Έχουν μειωθεί τα ποσοστά θνησιμότητας;

Ποιες είναι οι πολιτικές που εφαρμόζονται στη χώρα μας για την προστασία του πληθυσμού και πώς ανταποκρίνεται η ελληνική πολιτεία στις ανάγκες των ογκολογικών ασθενών;

Σε αυτό το άρθρο, επιχειρούμε να αποκωδικοποιήσουμε την πραγματική εικόνα του καρκίνου στην Ελλάδα με βάση τα πιο πρόσφατα δεδομένα, τις επιστημονικές εξελίξεις και τις εκτιμήσεις των ειδικών.

Ο ΚΑΡΚΙΝΟΣ ΣΤΗ ΧΩΡΑ ΜΑΣ ΣΕ ΑΡΙΘΜΟΥΣ

Αρχικά να διευκρινίσουμε ότι είναι αρκετά δύσκολο να υπολογιστεί με ακρίβεια ο συνολικός αριθμός των ογκολογικών ασθενών στην Ελλάδα, καθώς μέχρι και τον Φεβρουάριο του 2024 η χώρα μας, σε αντίθεση με τις περισσότερες χώρες της ΕΕ, δεν διέθετε εθνικό μητρώο καρκίνου.

Αυτό είχε ως αποτέλεσμα, από τη μία να παραμένει επί σειρά ετών άγνωστη η επιδημιολογική εικόνα της ασθένειας στη χώρα μας και από την άλλη να μην είναι εφικτή η χάραξη αποτελεσματικής πολιτικής για την προστασία του πληθυσμού.

Το Εθνικό Μητρώο Νεοπλασματικών Νοσημάτων έχει πλέον θεσμοθετηθεί, ωστόσο τα πρώτα δεδομένα που θα μας δώσουν μια σαφέστερη εικόνα της νόσου στη χώρα, δεν είναι ακόμα διαθέσιμα. Συνεπώς, η εικόνα που έχουμε βασίζεται σε υπάρχουσες εκτιμήσεις, όπως αυτές που προκύπτουν από την πρόσφατη μελέτη της ΕΟΠΕ και της ΕΛΛΟΚ για τους “Δείκτες Καρκίνου στην Ελλάδα” (Οκτώβριος 2024), από την έρευνα του ΟΟΣΑ “Προφίλ χωρών για τον καρκίνο” (2023), καθώς και από τα δεδομένα της Κομισιόν και του ECIS – European Cancer Information System.

Όπως προκύπτει:

  • Το 2022 εκτιμάται ότι διαγνώστηκαν πάνω από 63.000 νέα κρούσματα καρκίνου στην Ελλάδα. Ο αριθμός των νέων κρουσμάτων ανά 100.000 κατοίκους στην Ελλάδα το 2022 ήταν ελαφρώς κάτω από τον μέσο όρο της ΕΕ, με τον αριθμό αυτό να αναμένεται να αυξηθεί κατά 23% μέχρι το 2040.
  • Στους άνδρες, οι τρεις πιο συχνά διαγνωσμένοι τύποι καρκίνου για το 2022 ήταν ο καρκίνος του προστάτη, του πνεύμονα και του παχέος εντέρου.
  • Στις γυναίκες ο καρκίνος του μαστού ήταν ο πιο συχνά διαγνωσμένος τύπος καρκίνου επίσης για το 2022, ακολουθούμενος από τον καρκίνο του παχέος εντέρου και του πνεύμονα.
  • Το 2020 ο αριθμός των νέων περιστατικών παιδιατρικού καρκίνου, σε παιδιά κάτω των 15 ετών, ήταν 16 ανά 100.000 άτομα, δηλαδή ελαφρώς υψηλότερος από τον μέσο όρο της ΕΕ, που ήταν 15 ανά 100.000 άτομα. Το 2022, 127 νεαρά κορίτσια (0-19 ετών) και 158 νεαρά αγόρια (0-19 ετών) διαγνώστηκαν με καρκίνο, κυρίως λευχαιμία.

Η Παθολόγος Ογκολόγος, Πρόεδρος της Εταιρείας Ογκολόγων Παθολόγων Ελλάδας (ΕΟΠΕ), διευθύντρια της Α’ Ογκολογικής Κλινικής Metropolitan Hospital, επιστημονικά υπεύθυνη του Ογκολογικού Τμήματα “Ασκληπιός Διάγνωσης” στο Ηράκλειο Κρήτης και Συντονίστρια της Ομάδας Εργασίας για τη δημιουργία του Εθνικού Μητρώου Νεοπλασματικών Νοσημάτων (ΕΜΝΝ), Ζένια Σαριδάκη, μιλώντας στο NEWS 24/7, εξήγησε ότι:

“Κάτι που είναι ιδιαίτερα σημαντικό και αξίζει να τονιστεί ξεχωριστά, είναι ότι τα τελευταία χρόνια, καταγράφεται αύξηση των διαγνώσεων σε ορισμένους τύπους καρκίνου σε νεότερες ηλικίες, ιδιαίτερα στον καρκίνο του παχέος εντέρου, του παγκρέατος, του μαστού αναδεικνύοντας, αφενός, τη σημασία της πρόληψης και έγκαιρης διάγνωσης, αλλά, αφετέρου, την ανάγκη εντατικοποίησης της έρευνας του καρκίνου”.

Συγκεκριμένα, για τη συχνότερη εμφάνιση καρκίνου του παχέος εντέρου σε νεαρά άτομα, ανεξαρτήτως φύλου η κ. Σαριδάκη επισημαίνει ότι “η διεθνής επιστημονική κοινότητα έχει ήδη κατεβάσει το όριο ηλικίας της πρώτης κολονοσκόπησης στα 45 έτη, και εξετάζει στρατηγικές που θα επιτρέψουν την έγκαιρη ανίχνευση της νόσου σε πρώιμα στάδια, ή ακόμα καλύτερα, προ-καρκινικών βλαβών”.

ΘΝΗΣΙΜΟΤΗΤΑ

Ο καρκίνος αποτελεί τη δεύτερη πιο συχνή αιτία θανάτου στην Ελλάδα, όπως αναφέραμε και παραπάνω, μετά τα καρδιαγγειακά νοσήματα. Όπως προκύπτει από τις διαθέσιμες μελέτες:

  • Αν και η θνησιμότητα από καρκίνο μειώνεται στην Ελλάδα την τελευταία δεκαετία, ο ρυθμός μείωσης είναι βραδύτερος από τον μέσο όρο της ΕΕ ενώ η συνολική θνησιμότητα λόγω καρκίνου αυξήθηκε κατά τη διάρκεια της οικονομικής κρίσης.

  • Το 2022 η θνησιμότητα από καρκίνο στην Ελλάδα ήταν 13% υψηλότερη από τον μέσο όρο για τους άνδρες και 2% χαμηλότερη για τις γυναίκες σε σύγκριση με την ΕΕ. Συγκεκριμένα, την εν λόγω χρονιά περίπου 32.000 άτομα έχασαν τη ζωή τους από καρκίνο, 13.203 γυναίκες και 19.020 άνδρες σύμφωνα με τα ευρωπαϊκά δεδομένα (ECIS).
  • Οι τύποι καρκίνου που προκάλεσαν τους περισσότερους θανάτους το 2022 ήταν ο καρκίνος του πνεύμονα (22,1%), του παχέος εντέρου (11,6%), του μαστού (7,6%) και του πάγκρεας (6,7%). Στις γυναίκες ο πιο θανατηφόρος τύπος καρκίνου για το 2022 ήταν ο καρκίνος του μαστού και στους άνδρες ο καρκίνος του πνεύμονα.

  • Σε ότι αφορά τα παιδιά ηλικίας 0-19 ετών οι κυριότεροι τύποι καρκίνου που προκάλεσαν τους συνολικά 46 θανάτους το 2022 ήταν οι όγκοι στον εγκέφαλο και το κεντρικό νευρικό σύστημα και η λευχαιμία.
  • Σχετικά με την γεωγραφική κατανομή της θνησιμότητας από καρκίνο, το υψηλότερο ποσοστό στην Ελλάδα παρατηρείται στην περιφέρεια Αττικής (255 θάνατοι ανά 100 000 άτομα το 2019, αριθμός που αφορά τα δύο φύλα και όλες τις ηλικίες) και ακολουθεί η περιφέρεια Κεντρικής Μακεδονίας (250 θάνατοι ανά 100 000 άτομα). Οι περιφέρειες Βορείου Αιγαίου και Ηπείρου παρουσιάζουν τα χαμηλότερα ποσοστά, με 201 και 206 ανά 100 000 άτομα, αντίστοιχα.

ΥΠΑΡΧΟΥΝ ΤΥΠΟΙ ΚΑΡΚΙΝΟΥ ΠΟΥ ΠΛΕΟΝ ΘΕΡΑΠΕΥΟΝΤΑΙ ΠΙΟ ΕΥΚΟΛΑ;

“Οι εξελίξεις στην ογκολογία τα τελευταία χρόνια έχουν βελτιώσει σημαντικά την πρόγνωση για διάφορους τύπους καρκίνου. Μπορούμε να πούμε σχεδόν αποφθεγματικά, ότι αν ο οποιοσδήποτε τύπος καρκίνου ανακαλυφθεί έγκαιρα, σε πρώιμο στάδιο, η πιθανότητα για πλήρη ίαση είναι εξαιρετικά μεγάλη” μας αναφέρει η ογκολόγος κ. Σαριδάκη

“Ο καρκίνος του μαστού, έχει πολύ υψηλά ποσοστά επιβίωσης χάρη στις αποτελεσματικές, στοχευμένες θεραπείες και τον προ-συμπτωματικό έλεγχο. Αντίστοιχα, ο καρκίνος του προστάτη και του παχέος εντέρου αντιμετωπίζονται πολύ αποτελεσματικά” μας εξηγεί, σημειώνοντας πως,

“Η πρόοδος στη μοριακή βιολογία και η δυνατότητα εξατομικευμένων θεραπειών έχουν αλλάξει ριζικά την αντιμετώπιση της νόσου. Οι ανοσοθεραπείες έχουν φέρει επανάσταση στη θεραπεία του καρκίνου του πνεύμονα, του μελανώματος και ορισμένων αιματολογικών κακοηθειών, δίνοντας τη δυνατότητα για μεγάλες επιβιώσεις, με καλή ποιότητα ζωής ακόμα και σε προχωρημένα στάδια”.

Παράλληλα, επισημαίνει ότι “οι στοχευμένες θεραπείες, που βασίζονται στην ανάλυση βιοδεικτών, επιτρέπουν πιο αποτελεσματικές και λιγότερο τοξικές παρεμβάσεις, διαμορφώνοντας μια νέα πραγματικότητα στην εξατομικευμένη ογκολογική φροντίδα. Η επικαιροποίηση της λίστας των αποζημιούμενων βιοδεικτών, ένα πάγιο αίτημα της ΕΟΠΕ, είναι ένα σημαντικό βήμα προς αυτή την κατεύθυνση, καθώς διασφαλίζει ότι περισσότεροι ασθενείς θα έχουν πρόσβαση στις πιο καινοτόμες και στοχευμένες θεραπείες”.

ΛΕΙΤΟΥΡΓΕΙ Η ΠΡΟΛΗΨΗ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ;

Για να απαντήσουμε σε αυτό το ερώτημα, πρέπει να εξετάσουμε δύο βασικές παραμέτρους. Πρώτον, αν έχουν γίνει ουσιαστικά βήματα για τη μείωση τους παράγοντες που συμβάλλουν στην ανάπτυξη του καρκίνου, όπως το κάπνισμα, η παχυσαρκία και η ατμοσφαιρική ρύπανση. Δεύτερον, αν η πολιτεία προωθεί και ενθαρρύνει τον προσυμπτωματικό έλεγχο, συμβάλλοντας έτσι στην έγκαιρη ανίχνευση της νόσου.

Δυστυχώς, όπως προκύπτει και θα εξηγήσουμε αναλυτικά παρακάτω, αν και έχει σημειωθεί πρόοδος σε αρκετούς από τους παραπάνω τομείς, η πρόληψη στην Ελλάδα παραμένει ανεπαρκής.

Παράγοντες κινδύνου:

1. Κάπνισμα

Το κάπνισμα, το οποίο συνδέεται με πάνω από το 80% των περιπτώσεων εμφάνισης καρκίνου του πνεύμονα, παραμένει ιδιαίτερα διαδεδομένο στη χώρα μας. Τα ποσοστά καπνίσματος συγκαταλέγονται στα υψηλότερα ποσοστά στην ΕΕ, παρότι έχουν μειωθεί τις τελευταίες δύο δεκαετίες.

Το 2019 σχεδόν 1 στους 4 Έλληνες (24%) ηλικίας 15 ετών και άνω, κάπνιζε σε καθημερινή βάση, με το μεγαλύτερο ποσοστό να αφορά άνδρες παρά γυναίκες. Όμως, πρέπει να σημειώσουμε ότι σκιαγραφούνται σημαντικές κοινωνικές ανισότητες στα ποσοστά καπνίσματος, καθώς τα άτομα με χαμηλό εισόδημα έχουν ποσοστά καπνίσματος 10% υψηλότερα.

Η Ελλάδα υλοποίησε ένα σχετικό εθνικό σχέδιο ελέγχου του καπνίσματος το 2019, το οποίο ήταν τμήμα του Εθνικού Σχεδίου Δράσης Δημόσιας Υγείας 2021-2025 με στόχο να μειωθεί η επικράτηση του καπνίσματος στο 17% μέχρι το 2025. Όπως, όμως, επισημαίνει ο ΟΟΣΑ, οι πολιτικές μείωσης του καπνίσματος επικεντρώνονται κυρίως σε απαγορεύσεις και κυρώσεις ενώ απουσιάζουν ολοκληρωμένες ενημερωτικές εκστρατείες και προγράμματα διακοπής.

2. Παχυσαρκία

Η παχυσαρκία αποτελεί μια αυξανόμενη υγειονομική πρόκληση στην Ελλάδα, με το 58% των ενηλίκων και πάνω από το 35% των παιδιών και εφήβων να είναι υπέρβαροι ή παχύσαρκοι. Μάλιστα η Ελλάδα παρουσιάζει το υψηλότερο ποσοστό υπέρβαρων και παχύσαρκων παιδιών και εφήβων (2-14 ετών) στην Ευρώπη, με τα περισσότερα υπέρβαρα ή παχύσαρκα παιδιά να είναι από 5 έως 7 ετών.

Το πρόβλημα της παχυσαρκίας συνδέεται με την κακή διατροφή, την οικονομική ανασφάλεια και τις κοινωνικοοικονομικές ανισότητες, καθώς η πρόσβαση σε υγιεινές επιλογές τροφίμων επηρεάζεται από το εισόδημα. “Τα χαμηλότερα εισοδήματα και τα αυξημένα ποσοστά ανεργίας συνδέονται με σημαντική μείωση της κατανάλωσης θρεπτικών προϊόντων” επισημαίνει σχετική έρευνα (Koulierakis et al., 2022).

Περίπου το 14% των περιπτώσεων καρκίνου στην Κεντρική και Ανατολική Ευρώπη αποδίδεται στην παχυσαρκία – ειδικά του καρκίνου του μαστού και του παχέος εντέρου, που εκδηλώνονται συχνά στην Ελλάδα- γεγονός που καθιστά την πρόληψή της κεντρικό στόχο του Ευρωπαϊκού Κώδικα κατά του Καρκίνου και του ΠΟΥ.

Στην Ελλάδα, το Υπουργείο Υγείας και η UNICEF συνέταξαν Εθνικό Σχέδιο Δράσης κατά της Παιδικής Παχυσαρκίας (2024-2026), στοχεύοντας σε παιδιά έως 17 ετών ενώ και το Εθνικό Σχέδιο Δράσης για τη Δημόσια Υγεία 2021-2025 περιλαμβάνει επίσης πολιτικές για τη διατροφή. Ωστόσο, δεν γνωρίζουμε τα αποτελέσματα που έχει επιφέρει έως σήμερα.

3. Ατμοσφαιρική ρύπανση

Η ατμοσφαιρική ρύπανση ήταν υπεύθυνη για το 5% των θανάτων στην Ελλάδα το 2019, ενώ οι κίνδυνοι από την υπεριώδη ακτινοβολία, για όσους εργάζονται σε εξωτερικούς χώρους, παραμένουν ανεπαρκώς ρυθμισμένοι.

Όπως επισημαίνει ο ΟΟΣΑ, παρότι η Ελλάδα έχει αναγνωρίσει νομικά την υπεριώδη ακτινοβολία ως πιθανή αιτία καρκίνου του δέρματος, δεν την έχει αναγνωρίσει ακόμα ως παράγοντα κινδύνου για την επαγγελματική υγεία.

4. Εμβολιασμός κατά του HPV

Ο HPV (ιός των ανθρώπινων θηλωμάτων) είναι υπεύθυνος για περίπου 2,5% όλων των καρκίνων στην Ευρώπη. Ο εμβολιασμός κατά του HPV, ο οποίος έγινε διαθέσιμος στην ΕΕ το 2006, είναι μια αποτελεσματική μέθοδος για την πρόληψη του καρκίνου του τραχήλου της μήτρας και άλλων, σχετικών με τον HPV, καρκίνων.

Στην Ελλάδα, ο εμβολιασμός κατά του HPV συμπεριλήφθηκε στο εθνικό πρόγραμμα εμβολιασμών για τα κορίτσια το 2008 και επεκτάθηκε στα αγόρια το 2022.

Το Ευρωπαϊκό Σχέδιο κατά του Καρκίνου στοχεύει σε ποσοστό εμβολιασμού 90% (VCR) για τα κορίτσια στην ΕΕ και σε σημαντική αύξηση του ποσοστού για τα αγόρια μέχρι το 2030. Ωστόσο, η Ελλάδα δεν έχει αναφέρει τα δεδομένα εμβολιασμού για τον HPV στον ΠΟΥ, γεγονός που καθιστά δύσκολη την ανάλυση δεδομένων. Στοιχεία από το Υπουργείο Υγείας δείχνουν ένα ποσοστό εμβολιασμού της τάξης του 55,4% για κορίτσια ηλικίας 11-18 ετών και 43,8% για εκείνα ηλικίας 11-14 ετών από το 2017-2022, σε σύγκριση με τον μέσο όρο της ΕΕ που είναι 60%. Αυτή τη στιγμή δεν υπάρχουν δεδομένα για τον εμβολιασμό των αγοριών κατά του HPV στην Ελλάδα.

Προσυμπτωματικός έλεγχος

Τα ποσοστά προσυμπτωματικού ελέγχου (screening) στη χώρα μας κινούνται σε μη ικανοποιητικά επίπεδα, καθώς, σύμφωνα με τον ΟΟΣΑ, από τη μία ο έλεγχος για τον καρκίνο του παχέος εντέρου είναι από τους χαμηλότερους της ΕΕ ενώ για τον καρκίνο του τραχήλου της μήτρας και του μαστού, όπου σημειώνονται αυξημένα ποσοστά συμμετοχής, οι κοινωνικές ανισότητες δεν επιτρέπουν την ελεύθερη και ισότιμη πρόσβαση όλων των γυναικών.

Συγκεκριμένα, το 2019 το ποσοστό του πληθυσμού ηλικίας 50-74 ετών που ανέφερε ότι είχε υποβληθεί σε εξέταση προσυμπτωματικού ελέγχου του καρκίνου του παχέος εντέρου κατά την τελευταία διετία ήταν μόλις 10%, δηλαδή το ⅓ του ποσοστού της ΕΕ (33%). Αυτά τα χαμηλά επίπεδα είναι ιδιαίτερα ανησυχητικά, διότι ο καρκίνος του παχέος εντέρου αποτελεί μία από τις κύριες αιτίες θανάτου από καρκίνο στην Ελλάδα και ο επιπολασμός έχει αυξηθεί κατά τα τελευταία έτη.

iStock

Παράλληλα, παρατηρήθηκαν ανισότητες στον προσυμπτωματικό έλεγχο για τον καρκίνο του μαστού και του τραχήλου της μήτρας, με τις γυναίκες υψηλότερου εισοδήματος, ανώτερου μορφωτικού επιπέδου και κατοίκους μεγάλων αστικών κέντρων να αποτελούν τη μεγαλύτερη μερίδα όσων υποβλήθηκαν σε screening.

Το εθνικό πρόγραμμα “ΠΡΟΛΑΜΒΑΝΩ”, το οποίο ξεκίνησε να υλοποιείται τον Απρίλιο του 2024 και έχει στόχο την καθιέρωση δωρεάν προληπτικών διαγνωστικών εξετάσεων για τον καρκίνο του μαστού, του τραχήλου της μήτρας και του παχέος εντέρου φιλοδοξεί να προσφέρει ισότιμη πρόσβαση σε έγκαιρη διάγνωση και θεραπεία για όλους.

Και πράγματι πρόκειται για ένα σημαντικό βήμα προς τη διεύρυνση της πρόληψης κατά του καρκίνου στη χώρα μας. Ωστόσο, χρειάζεται να πλαισιωθεί από τη γενναία ενίσχυση και στελέχωση του ΕΣΥ και των δημόσιων μονάδων υγείας σε όλη τη χώρα, ώστε οι ογκολογικοί ασθενείς.να έχουν άμεση και δωρεάν πρόσβαση σε ποιοτικές υπηρεσίες φροντίδας και υγείας.

ΑΠΟΓΟΗΤΕΥΤΙΚΗ Η ΠΕΡΙΘΑΛΨΗ ΤΩΝ ΚΑΡΚΙΝΟΠΑΘΩΝ

Η περίθαλψη του καρκίνου στην Ελλάδα παραμένει ανεπαρκής, επηρεάζοντας τη θνησιμότητα, τη νοσηρότητα και την ποιότητα ζωής των ογκολογικών ασθενών σε όλη τη χώρα. Οι διαδοχικές περικοπές στο δημόσιο σύστημα υγείας, η επί σειρά ετών έλλειψη εθνικής στρατηγικής και μητρώου καρκίνου, καθώς και η σοβαρή υποστελέχωση των ογκολογικών δομών, περιορίζουν δραματικά την πρόσβαση στη φροντίδα.

Οι διαθέσιμες υποδομές ακτινοθεραπείας στην Ελλάδα είναι περιορισμένες συγκριτικά με την υπόλοιπη ΕΕ, με μόλις 7 συσκευές ανά 1.000.000 άτομα, ενώ τα κέντρα σωματιδιακής θεραπείας συγκεντρώνονται σε Αθήνα και Θεσσαλονίκη, επιτείνοντας τις γεωγραφικές ανισότητες.

Παράλληλα, η έλλειψη εξειδικευμένου προσωπικού είναι έντονη, με ελλείψεις σε παθολόγους, αιματολόγους, χειρουργούς-ογκολόγους, ακτινοθεραπευτές-ογκολόγους και εξειδικευμένους νοσηλευτές, καθώς και τεχνικό προσωπικό για τη λειτουργία σύγχρονου ογκολογικού εξοπλισμού. Η εκπαίδευση στην ογκολογία παραμένει ελλιπής, με την ιατρική ογκολογία να είναι βασικό μάθημα σε μόλις δύο από τις επτά ιατρικές σχολές της χώρας, ενώ η χειρουργική ογκολογία δεν έχει ακόμη αναγνωριστεί ως αυτοτελής ειδικότητα, παρά τις σχετικές εισηγήσεις του Κεντρικού Συμβουλίου Υγείας, δημιουργώντας κενά στην εκπαίδευση νέων ιατρών.

Η πρόσβαση στα καινοτόμα αντικαρκινικά φάρμακα είναι επίσης αργή και άνιση. Οι ασθενείς συχνά αναγκάζονται να περιμένουν μήνες για να αποκτήσουν πρόσβαση σε νέες θεραπείες, καθώς οι διαδικασίες έγκρισης και αποζημίωσης καθυστερούν σημαντικά. Ταυτόχρονα, ο μεγάλος χρόνος αναμονής για διάγνωση και θεραπεία, αναγκάζει πολλούς ασθενείς να καταφύγουν στον ιδιωτικό τομέα, αυξάνοντας τον κίνδυνο καταστροφικών δαπανών για τα φτωχότερα νοικοκυριά.

Επιπλέον, η ανακουφιστική φροντίδα “παραμένει ένα κρίσιμο ζήτημα”, όπως μας επισημαίνει η κ. Σαριδάκη, “καθώς, αν και έχει θεσμοθετηθεί, η εφαρμογή της δεν έχει προχωρήσει επαρκώς. Δεν αφορά μόνο την τελική φάση της νόσου, αλλά συνοδεύει τον ασθενή καθ’ όλη τη διάρκεια της θεραπείας, διασφαλίζοντας καλύτερη ποιότητα ζωής τόσο του ίδιου, όσο και της οικογένειάς του και των φροντιστών του”.

Όπως, άλλωστε επισημαίνει η έκθεση του ΟΟΣΑ, οι εξαιρετικά περιορισμένες υπηρεσίες παρηγορητικής αγωγής και φροντίδας ασθενών τελικού σταδίου της χώρας παρέχονται κυρίως σε εθελοντική βάση, εντός των δημόσιων νοσοκομείων, από νοσηλευτές ή νοσηλεύτριες που αμείβονται από την οικογένεια σε ωριαία βάση, από μη καταρτισμένους φροντιστές κατ’ οίκον ή από ιδιωτικούς παρόχους, ΜΚΟ και φιλανθρωπικούς φορείς, με συνέπεια την οικονομική επιβάρυνση των οικογενειών των ασθενών”.

Ένα πρωτοπόρο βήμα προς αυτήν την κατεύθυνση είναι το πρόγραμμα “ΟΙΚΟΘΕΝ”, σύμφωνα με την κ. Σαριδάκη, το οποίο επιτρέπει την κατ’ οίκον χορήγηση θεραπειών από εξειδικευμένο κλιμάκιο ογκολόγων και νοσηλευτών, μειώνοντας την ταλαιπωρία των ασθενών. Μάλιστα “η πρόσφατη επέκτασή του σε περισσότερες πόλεις της χώρας, εκτός της Αθήνας, αλλά και σε κατηγορίες νόσων εκτός των ογκολογικών, δημιουργεί ένα ισχυρό δίκτυο υποστήριξης”, όπως υποστηρίζει.

iStock

Το Εθνικό Σχέδιο Δράσης για τον Καρκίνο (2024-2028), αν και με μεγάλη καθυστέρηση, θεσπίστηκε τελικά τον Οκτώβριο του 2024 με στόχο τη βελτίωση της υφιστάμενης κατάστασης μέσω ενός ολιστικού σχεδίου δράσης. Ωστόσο, δεν αρκεί από μόνο του για να καλύψει τις χρόνιες ελλείψεις και τις διαρθρωτικές αδυναμίες που κρατούν την Ελλάδα πίσω σε σχέση με τις ευρωπαϊκές προδιαγραφές.

Για να υπάρξει ουσιαστική πρόοδος στην πρόληψη, διάγνωση και θεραπεία του καρκίνου, χρειάζονται ουσιαστικές μεταρρυθμίσεις, ριζική αναβάθμιση και υποστήριξη του ΕΣΥ, αλλά και επένδυση στην έρευνα και την εκπαίδευση. Χωρίς αυτά, η ογκολογική περίθαλψη θα συνεχίσει να εξαρτάται από αποσπασματικές πρωτοβουλίες και όχι από μία τεκμηριωμένη, ολοκληρωμένη και αποτελεσματική εθνική στρατηγική.

Η καταπολέμηση του καρκίνου δεν είναι απλώς ζήτημα ιατρικής. Είναι ζήτημα δικαιοσύνης, κοινωνικής πολιτικής και ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Και αν θέλουμε να μιλάμε για ένα σύγχρονο και δίκαιο σύστημα υγείας, η ογκολογική περίθαλψη θα πρέπει να αποτελεί αδιαπραγμάτευτη προτεραιότητα και όχι απλώς μια ακόμη εξαγγελία.

Ροή Ειδήσεων

Περισσότερα