Η διχοτομία του φύλου και το brain regain

Διαβάζεται σε 6'
Ακαδημαϊκοί και ΛΟΑΤΚΙ κοινότητα
Ακαδημαϊκοί και ΛΟΑΤΚΙ κοινότητα iStock

Όταν ο επικεφαλής μιας κυβέρνησης τάσσεται δημόσια υπέρ της διχοτομίας του φύλου, δεν περιορίζεται σε μια απλή διατύπωση προσωπικής άποψης.

Σε έναν κόσμο όπου η επιστήμη επαναπροσδιορίζει συνεχώς την κατανόησή μας για τη βιολογία, τον πολιτισμό και την ταυτότητα, οι πολιτικές ηγεσίες που παρουσιάζουν σύνθετα ζητήματα ως απόλυτες αλήθειες διακινδυνεύουν την αξιοπιστία των ακαδημαϊκών θεσμών τους. Όταν ο επικεφαλής μιας κυβέρνησης υποστηρίζει δημόσια ότι το φύλο είναι αυστηρά διχοτομικό, η θέση αυτή δεν είναι απλώς προσωπική άποψη∙ εκπέμπει ισχυρά μηνύματα – τόσο στο εσωτερικό όσο και στο εξωτερικό –σχετικά με τον τρόπο που μια χώρα αντιμετωπίζει τα επιστημονικά δεδομένα, το ερευνητικό της περιβάλλον και τη βούλησή της να υποστηρίξει την ελεύθερη έρευνα.

Για την Ελλάδα, που προσπαθεί να ανατρέψει τη «διαρροή εγκεφάλων» και να ενθαρρύνει τον επαναπατρισμό των διακεκριμένων ακαδημαϊκών της, μια τέτοια τοποθέτηση έχει σημαντικές προεκτάσεις. Όπως δείχνει η έρευνα με τίτλο Greek Academic Diaspora Survey του Deon Policy Institute, οι Έλληνες ακαδημαϊκοί που εξετάζουν το ενδεχόμενο επιστροφής λαμβάνουν σοβαρά υπόψη τους όχι μόνο τις αμοιβές αλλά και την ακαδημαϊκή ελευθερία, τη διαφάνεια στις προσλήψεις και την αναγνώριση της επιστημονικής πολυπλοκότητας.

Επιστημονική πολυπλοκότητα vs. πολιτική aπλοποίησης

Η τρέχουσα επιστημονική προσέγγιση υπογραμμίζει ότι, παρότι οι όροι «άνδρας» και «γυναίκα» περιγράφουν τα κύρια αναπαραγωγικά πρότυπα, ποικίλες βιολογικές καταστάσεις (π.χ. intersex) αναδεικνύουν ένα ευρύτερο φάσμα (Ainsworth, 2015· Fausto-Sterling, 2000). Αυτό το εύρος υποστηρίζεται από φορείς όπως η Αμερικανική Ακαδημία Παιδιατρικής και ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας, βασιζόμενο σε διαρκώς εξελισσόμενα πορίσματα της βιολογίας, της ενδοκρινολογίας και της γενετικής.

Κεντρικός στόχος των πανεπιστημίων δεν είναι η επιβεβαίωση ή η απόρριψη ήδη διατυπωμένων πεποιθήσεων, αλλά η διεύρυνση της γνώσης. Για τον λόγο αυτό, πολλά ιδρύματα διεθνώς έχουν υιοθετήσει πολιτικές που προστατεύουν τη διαφορετικότητα και ενθαρρύνουν την έρευνα σε όλο το φάσμα των επιστημονικών κλάδων. Όταν, όμως, ένας πρωθυπουργός αντιμετωπίζει το φύλο ως αυστηρά δυαδικό –ενίοτε επικαλούμενος την επιστημονική «αλήθεια»– δημιουργεί εντάσεις ανάμεσα στην πολιτική ρητορική και την καθιερωμένη διεθνή έρευνα. Για τους Έλληνες επιστήμονες που υπηρετούν σε κορυφαία πανεπιστήμια του εξωτερικού, τέτοιες δηλώσεις δεν είναι αθώες· μπορεί να θεωρηθούν προμήνυμα ότι η πολιτική ατζέντα υπερισχύει της ερευνητικής ελευθερίας στην πατρίδα τους.

Μη οικονομικοί φραγμοί για τον επαναπατρισμό επιστημόνων

Η Ελλάδα επιχειρεί να επαναπατρίσει τους λαμπρούς ακαδημαϊκούς της προβάλλοντας, μεταξύ άλλων, βελτιωμένες συνθήκες εργασίας και ανταγωνιστικές αμοιβές. Ωστόσο, όπως επισημαίνεται στη Greek Academic Diaspora Survey:

  • 53%των ερωτηθέντων χαρακτήρισαν τη διαφορετικότητα και την ένταξη στα ελληνικά πανεπιστήμια ως «φτωχή» ή «πολύ φτωχή».
  • 69% εντόπισαν έλλειψη αξιοκρατίας, σημειώνοντας «πολιτικές παρεμβάσεις» σε προσλήψεις και προαγωγές.
  • Υπήρξαν επίσης σοβαρές ανησυχίες για την ακαδημαϊκή διοίκηση, την εργασιακή κουλτούρα και τη θεσμική δυσκαμψία.

Σε ένα πλαίσιο όπου πολιτικές τοποθετήσεις απλοποιούν επιστημονικά ζητήματα, ενισχύονται οι φόβοι για πιθανό περιορισμό της ακαδημαϊκής ελευθερίας. Οι Έλληνες ακαδημαϊκοί του εξωτερικού δικαιολογημένα αναρωτιούνται αν οι διοικήσεις των πανεπιστημίων θα λειτουργούν με επιστημονικά κριτήρια ή αν ενδέχεται να παρεμβαίνει η εκάστοτε κυβερνητική γραμμή. Κάποιοι επίσης ίσως να διερωτώνται αν ερευνητικά αντικείμενα, όπως η βιολογία, η ιατρική ή οι σπουδές φύλου, θα βρεθούν στο στόχαστρο εάν αμφισβητούν την επίσημη ρητορική της κυβέρνησης. Τέλος, διεθνείς συνεργασίες και χρηματοδοτήσεις θα μπορούσαν να διακινδυνεύσουν, καθώς τα διεθνή ακαδημαϊκά δίκτυα στηρίζονται στην επιστημονική αυτονομία και τον πλουραλισμό.

Ο κίνδυνος της επιστημονικής περιθωριοποίησης

Οι ανεπτυγμένες χώρες που ηγούνται στην παγκόσμια οικονομία της γνώσης αναγνωρίζουν ότι οι κορυφαίοι επιστήμονες προσελκύονται από περιβάλλοντα που ενθαρρύνουν την ελευθερία σκέψης και την πρωτοποριακή έρευνα. Η Γερμανία, η Ολλανδία, ο Καναδάς και το Ηνωμένο Βασίλειο, για παράδειγμα, έχουν επενδύσει σε γενναία χρηματοδοτικά εργαλεία, σε σταθερή θεσμική προστασία και σε πολιτικές συμπερίληψης, εναρμονισμένες με τα τελευταία επιστημονικά δεδομένα.

Η Ελλάδα κινδυνεύει να χαρακτηριστεί «εκτός κλίματος» αν αντιμετωπίζεται ως χώρα όπου πολιτικές σκοπιμότητες υπερισχύουν της ερευνητικής αυτονομίας. Αυτό σημαίνει:

  • Πιθανή μείωση διεθνών συνεργασιών, αν το ελληνικό πλαίσιο θεωρηθεί ασύμβατο με τις αρχές της επιστημονικής ελευθερίας.
  • Περιορισμένη πρόσβαση σε διεθνή κονδύλια, αφού πολλοί χρηματοδότες προκρίνουν ερευνητικά περιβάλλοντα που διασφαλίζουν αντικειμενικότητα και συμπερίληψη.
  • Βραδύτερη καινοτομία, καθώς η αιχμή της έρευνας απαιτεί ελευθερία ιδεών και απουσία πολιτικών παρεμβάσεων.

Μια προσωπική τοποθέτηση του εκάστοτε Πρωθυπουργού, αν και φαινομενικά ασήμαντη στον γενικό δημόσιο λόγο, μπορεί να επηρεάσει καθοριστικά τον τρόπο με τον οποίο διαμορφώνονται μακροπρόθεσμες πολιτικές για την Παιδεία και την Έρευνα.

Ευθυγράμμιση με τα παγκόσμια ακαδημαϊκά πρότυπα

Για να επιτύχει ουσιαστικό «brain regain», η Ελλάδα χρειάζεται κάτι παραπάνω από οικονομικά κίνητρα και αυξήσεις μισθών. Προϋποθέτει:

  • Ακεραιότητα στην επιστήμη: Χρηματοδοτήσεις, προσλήψεις και προαγωγές που βασίζονται σε αξιοκρατικές διαδικασίες και αξιολόγηση από ομοτίμους.
  • Προώθηση της ισότητας, της διαφορετικότητας και της ένταξης: Πανεπιστήμια ανοιχτά σε όλα τα φάσματα έρευνας και ταυτότητας, σύμφωνα με τα παγκόσμια ακαδημαϊκά δεδομένα.
  • Ενίσχυση θεσμικών δομών αξιοκρατίας: Διαφανείς διαδικασίες, απαλλαγμένες από πολιτικά ρουσφέτια.
  • Διεπιστημονικότητα και καινοτομία: Συστήματα που επιτρέπουν τη συνεργασία μεταξύ διαφορετικών επιστημονικών κλάδων, προκειμένου η χώρα να γίνει κέντρο καινοτομίας σε πεδία αιχμής όπως η βιοτεχνολογία και η τεχνητή νοημοσύνη.

Σε μια εποχή παγκόσμιας ανταγωνιστικότητας, η εμμονή σε ιδεολογικές απλοποιήσεις περί τόσο περίπλοκων ζητημάτων όσο το φύλο –και η ταυτόχρονη αμφισβήτηση επιστημονικών δεδομένων– μπορεί να υπονομεύσει τις μέχρι σήμερα θετικές κινήσεις για την αναβάθμιση της Έρευνας και Ανάπτυξης στη χώρα.

Συμπέρασμα

Η απλουστευτική παρουσίαση του φύλου ως διχοτομικού από τον πρωθυπουργό και άλλα επίσημα κυβερνητικά χείλη δεν αποτελεί μια ασήμαντη πολιτισμική αντιπαράθεση αλλά εγείρει ερωτήματα για την ακαδημαϊκή ελευθερία και την πολιτική βούληση να εναρμονιστεί η χώρα με τα παγκόσμια επιστημονικά δεδομένα.

Για τους επιστήμονες που βρίσκονται στο εξωτερικό, τέτοιες δηλώσεις δημιουργούν αμφιβολίες ως προς το κατά πόσο η Ελλάδα έχει τη βούληση (και τη δυνατότητα) να καλλιεργήσει ένα περιβάλλον που επιτρέπει την πλήρη άνθηση της έρευνας. Αν η χώρα επιθυμεί πραγματικά να ανταγωνιστεί σε διεθνές επίπεδο και να ανακτήσει τον επιστημονικό της δυναμισμό, οφείλει να διασφαλίσει ότι τα θεμέλια της ακαδημαϊκής ελευθερίας και η πίστη στην πολυπλοκότητα της επιστήμης δεν θα θυσιαστούν στον βωμό της πολιτικής σκοπιμότητας. Διαφορετικά, οι Έλληνες ακαδημαϊκοί της διασποράς θα συνεχίσουν να αναζητούν ευκαιρίες σε περιβάλλοντα που σέβονται την ανεξάρτητη παραγωγή και την κριτική αξιολόγηση της γνώσης.

Βιβλιογραφία

Ainsworth, C. (2015). Sex redefined. Nature, 518(7539), 288–291.  

Fausto-Sterling, A. (2000). Sexing the Body: Gender Politics and the Construction of Sexuality. Basic Books.  

Τα στοιχεία από τη «Greek Academic Diaspora Survey» προέρχονται από το Deon Policy Institute.

Ροή Ειδήσεων

Περισσότερα