Ζακ Οντιάρ: AP Photo/Matt Sayles | Κοραλί Φαρζά: Vianney Le Caer/Invision/AP | Σον Μπέικερ: Scott A Garfitt/Invision/AP | Μπρέιντι Κορμπέ: AP Photo/Chris Pizzello | Τζέιμς Μάνγκολντ: AP Photo/Chris Pizzello

ΟΣΚΑΡ 2025: ΟΛΟΙ ΟΙ ΥΠΟΨΗΦΙΟΙ ΓΙΑ ΤΟ ΟΣΚΑΡ ΣΚΗΝΟΘΕΣΙΑΣ ΜΙΛΟΥΝ ΣΤΟ NEWS 24/7

Οι 5 σκηνοθέτες που διεκδικούν το φετινό Όσκαρ, οι δημιουργοί πίσω από τις ταινίες της χρονιάς, μίλησαν στο NEWS 24/7 για τις ταινίες που τους απέφεραν οσκαρικές υποψηφιότητες.

Να ένα ωραίο στατιστικό: Είναι η πρώτη φορά μες στο 21ο αιώνα, που κι οι 5 υποψήφιοι για το Όσκαρ Σκηνοθεσίας, προτείνονται για Όσκαρ για πρώτη φορά. Συνέβη τελευταία φορά το 1998, όταν ο Τζέιμς Κάμερον σάλπαρε για την οσκαρική ιστορία με τον Τιτανικό.

Φέτος δεν θα έχουμε κάποιο τέτοιο φαινόμενο στην τελετή. Πρόκειται εξάλλου για μια κατά κοινή ομολογία παράξενη –οσκαρικά μιλώντας– χρονιά, με ένα εκλεκτικό (ή ανάλογα με το ποιον θα ρωτήσεις, παράλογο) μίγμα φεστιβαλικών προτάσεων, κάτι που αντικατοπτρίζεται και στην 5άδα του Όσκαρ Σκηνοθεσίας.

  • Ο true indie Σον Μπέικερ με τον Χρυσό Φοίνικα των Καννών (Anora).
  • Το ανερχόμενο παιδί-θαύμα του ανεξάρτητου σινεμά Μπρέιντι Κορμπέ με το βραβείο σκηνοθεσίας στη Βενετία (The Brutalist).
  • Ο σπουδαίος βετεράνος του γαλλικού σινεμά Ζακ Οντιάρ στο πιο απρόσμενο και πολυσυζητημένο και διχαστικό χιτ της καριέρας του (Emilia Perez).
  • Η γαλλίδα Κοραλί Φαρζά που εκπροσωπεί επάξια τόσο το σινεμά της γαλλικής ακρότητας όσο και την παράδοση του body horror (The Substance).
  • Και, ανάμεσά τους, ένας από τους τιμιότερους και κορυφαίους εργάτες του καλού στουντιακού σινεμά, ο Τζέιμς Μάνγκολντ με μια ακομπλεξάριστα στιβαρή μουσική βιογραφία (A Complete Unknown).

Είναι μια συλλογή ταινιών που… αν μη τι άλλο, σε κάνουν να θες να ρωτήσεις πολλά πράγματα τους σκηνοθέτες τους. Κι αυτό ακριβώς κάναμε: Το NEWS 24/7 συνομίλησε κατά τη διάρκεια της χρονιάς (από face to face στις Κάννες μέχρι zoom συναντήσεις μές στην ταραχή της οσκαρικής περιόδου) και με τους πέντε υποψήφιους για το φετινό Όσκαρ Σκηνοθεσίας.

Είχαν πολλά να μας πουν – και σήμερα, καθώς προετοιμαζόμαστε για την αποψινή οσκαρική τελετή και θυμόμαστε τις ταινίες που πρωταγωνιστούν, είναι τέλεια αφορμή για να θυμηθούμε τα highlights των συζητήσεών μας.

ΣΟΝ ΜΠΕΪΚΕΡ (ANORA)

Στιγμιότυπο από την ταινία Anora, με την πρωταγωνίστρια Μάικι Μάντισον.

ΓΙΑ ΤΟ ΕΝΔΙΑΦΕΡΟΝ ΤΟΥ ΣΤΟ ΝΑ ΚΑΝΕΙ ΤΑΙΝΙΕΣ ΓΙΑ ΣΕΞΕΡΓΑΤΡΙΕΣ

Κάθε ταινία έχει συμβεί πολύ οργανικά. Ξεκίνησε με το Starlet. Γνώρισα σεξεργάτριες, έγινα φίλος με σεξεργάτριες και μετά άρχισα να συνειδητοποιώ ότι μια ταινία δεν μπορεί να αντιπροσωπεύει μια ολόκληρη ομάδα ανθρώπων ή ένα ολόκληρο επάγγελμα ή βιοπορισμό. Υπάρχουν εκατομμύρια ιστορίες που πρέπει να ειπωθούν σε αυτόν τον κόσμο και είναι πάρα πολλές. Και η ίδια η εργασία του σεξ είναι ένας όρος-ομπρέλα. Υπάρχουν τόσες πολλές διαφορετικές πτυχές της, οπότε μπορώ να συνεχίσω αν το θέλω.

ΓΙΑ ΤΟ ΝΑ ΚΑΝΕΙΣ ΕΝΑ ΣΙΝΕΜΑ ΓΙΑ ΑΝΘΡΩΠΟΥΣ ΤΟΥ ΠΕΡΙΘΩΡΙΟΥ

Από το Take Out [σσ. η δεύτερή του ταινία] και μετά, φαίνεται ότι ασχολούμαι με αυτούς που βρίσκονται στο περιθώριο, κυνηγώντας το αμερικανικό όνειρο. Αλλά επιδιώκουν το αμερικανικό όνειρο με διαφορετικό τρόπο. Εννοώντας ότι πρέπει να ακολουθήσουν μια διαφορετική διαδρομή λόγω των περιστάσεων και είτε πρόκειται για μετανάστες χωρίς χαρτιά είτε για κάποιον που έχει ένα βιοποριστικό πρόβλημα ή έναν τρόπο ζωής που έχει στιγματιστεί. Και δεν τους επιτρέπεται να κυνηγήσουν το αμερικανικό όνειρο όπως οι άλλοι.

Το βρίσκω συναρπαστικό, ειδικά στην καπιταλιστική μας κοινωνία, όπου ο στόχος εξακολουθεί να είναι ο ίδιος, αλλά δεν επιτρέπεται σε όλους να συμμετέχουν σε αυτόν. Και επίσης βρίσκω, καθαρά σε δραματικό επίπεδο ως δραματουργός, ως σκηνοθέτης, ότι κάποιος που παλεύει ενάντια σε όλες τις αντιξοότητες, κάνει για μια καλή ιστορία. Το κοινό συνδέεται με αυτό το πρόσωπο, επειδή όλοι έχουν αγωνιστεί στη ζωή τους. Όλοι σχεδόν θεωρούν τον εαυτό τους αουτσάιντερ. Γι’ αυτό πιστεύω ότι οι ιστορίες με τα αουτσάιντερ λειτουργούν.

ΓΙΑ ΤΗΝ ΙΣΟΡΡΟΠΙΑ ΧΙΟΥΜΟΡ ΚΑΙ ΛΥΠΗΣ ΣΤΟ ANORA

Αυτές οι ταινίες αφορούν τη ζωή, σωστά; Και έτσι η ζωή είναι μια ισορροπία κωμωδίας και πόνου. Έτσι, αν δεν έχω ένα από αυτά τα δύο πράγματα, η ταινία δεν κάνει τη δουλειά της. Δεν θα έχει αλήθεια μέσα της. Έτσι νομίζω ότι απλά αναζητώ την αλήθεια και την ψυχαγωγία. Ακόμα κι αν αφηγούμαι ιστορίες με δυσκολίες, η ζωή δεν είναι πάντα απλά γκρίζα. Ακόμα και όταν αντιμετωπίζεις δυσκολίες, χρησιμοποιείς το χιούμορ για να τα βγάλεις πέρα. Και αυτό το χιούμορ μπορεί να είναι η ψυχαγωγική αξία που χρειάζεται μια ταινία για να λειτουργήσει στο κοινό.

Οπότε το εμπλουτίζω με αρκετή δόση για να κρατάω το κοινό απασχολημένο και να γελάει – μέχρι που δεν γελάει πια, ξέρεις. Και ίσως στο τέλος της ταινίας να αναρωτιούνται γιατί γελούσαν νωρίτερα. Έχω πάρει πολλά τέτοια σχόλια με την Anora, και το εκτιμώ πολύ αυτό.

ΓΙΑ ΤΟ ΧΟΛΙΓΟΥΝΤ ΠΟΥ ΕΧΕΙ ΕΓΚΑΤΑΛΕΙΨΕΙ ΤΑΙΝΙΕΣ ΣΑΝ ΤΟ ANORA

Τα στούντιο σταμάτησαν να κάνουν αυτές τις ταινίες μεσαίου προϋπολογισμού που είναι βασικά ανθρώπινες ιστορίες, ανθρώπινα δράματα. Νομίζω ότι δυστυχώς, ίσως οι άνθρωποι το παίρνουν πλέον αυτό από τις τηλεοπτικές σειρές; Δεν ξέρω, αλλά είναι πια σπάνιο. Δεν είμαστε πια στην ακμή της δεκαετίας του ’70 και της δεκαετίας του ’80, ακόμα και της δεκαετίας του ’90, όπου υπήρχαν πολλές ιστορίες που βασίζονταν στη μελέτη χαρακτήρων ή σε μικρότερες ανθρώπινες ιστορίες, χωρίς όλα τα μεγάλα, τα φανταχτερά, όλα όσα συνοδεύουν ένα μπλοκμπάστερ, τη δράση, τους υπερήρωες, όλα αυτά.

Νομίζω ότι αυτό λείπει από το κοινό. Πραγματικά. Και θα ήταν ωραίο να δούμε αυτές τις ταινίες να επιστρέφουν στον κινηματογράφο. Πραγματικά θα ήταν υπέροχο.

ΓΙΑ ΤΟ ΛΟΓΟ ΠΟΥ ΔΕΝ ΘΑ ΚΑΝΕΙ ΠΟΤΕ ΤΗΛΕΟΠΤΙΚΗ ΣΕΙΡΑ

Μια σειρά είναι μια μεγάλη επένδυση χρόνου, και μεγάλωσα αγαπώντας τις ταινίες μεγάλου μήκους και μαθαίνοντας πώς να αφηγούμαι μια ιστορία με τη μία. Ξέρεις, το κοινό πηγαίνει στην αίθουσα και απορροφά αυτή την ιστορία από την αρχή μέχρι το τέλος, και αυτό είναι όλο. Νομίζω ότι είναι ένας εντελώς διαφορετικός τρόπος αφήγησης. Δεν προσπαθώ λοιπόν να είμαι υποτιμητικός απέναντι στις τηλεοπτικές σειρές. Απλά ξέρω ότι δεν θα δουλέψω ποτέ σε αυτές. Είναι ένα μέσο που δεν με ενδιαφέρει.

Και επίσης, ξέρεις, όταν βλέπω έναν σκηνοθέτη ταινιών που αγαπώ πραγματικά, και ξαφνικά πηγαίνει σε μια σειρά… καταλαβαίνω γιατί πρέπει να το κάνουν. ΟΚ. Δεν προσπαθώ να– είναι δικαίωμά τους. Οι άνθρωποι πρέπει να πληρώνουν το ενοίκιο, εντάξει; Και υπάρχουν πολύ περισσότερα χρήματα στον κόσμο της τηλεόρασης απ’ ό,τι στον κόσμο του κινηματογράφου. Οπότε καταλαβαίνω γιατί οι άνθρωποι πρέπει να το κάνουν και δεν τους υποτιμώ γι’ αυτό. Αλλά πρέπει να πω ότι μου λείπει η ταινία που δεν θα κάνουν ποτέ, γιατί τώρα κάνουν μια σειρά, καταλαβαίνεις τι εννοώ; Νιώθω ότι τώρα το στερήθηκα αυτό.

→ Διαβάστε ολόκληρη τη συνέντευξη του Σον Μπέικερ στο News24/7

ΜΠΡΕΪΝΤΙ ΚΟΡΜΠΕ (THE BRUTALIST)

ΓΙΑ ΤΟ ΝΟΗΜΑ ΠΟΥ ΔΙΝΟΥΜΕ ΣΤΗΝ ΤΕΧΝΗ

Φτιάχνοντας μια ταινία, δημιουργείς ένα κομμάτι δημόσιας τέχνης, και το ίδιο φυσικά ισχύει και για ένα κτίριο. Και έτσι η ταινία έχει να κάνει με τα νοήματα που προσδίδουμε σε αυτά τα αντικείμενα. Και το τι προβάλλουν οι θεατές σε ένα έργο σε σχέση με το από πού προέρχεται στην πραγματικότητα. Υπάρχει πάντα μια διαπραγμάτευση μεταξύ αυτών των δύο πραγμάτων. Θα έλεγα λοιπόν ότι είναι μια πτυχή αυτού που μας ενδιέφερε να εξερευνήσουμε.

Αλλά η ταινία καλύπτει πολλά πεδία. Και νομίζω ότι για εμάς, όλα αυτά τα πράγματα είναι πολύ συνδεδεμένα. Η εμπειρία των μεταναστών, η καλλιτεχνική εμπειρία, το γεγονός ότι όταν κυκλοφορείς μια ταινία ή χτίζεις ένα κτίριο υπάρχει συχνά το ένστικτο σε πολύ κόσμο να γκρεμίσει ή να διαλύσει τα πράγματα πριν αφιερώσει χρόνο για να τα μεταβολίσει πλήρως. Και αυτός είναι ο ίδιος τρόπος με τον οποίο αντιμετωπίζονται συχνά οι μετανάστες, ειδικά στην Αμερική, λόγω των άγνωστων παραδόσεών τους.

Έτσι, για εμάς, η καλλιτεχνική εμπειρία και η εμπειρία των μεταναστών ήταν κατά κάποιο τρόπο άρρηκτα συνδεδεμένες. Από εκεί ξεκινήσαμε. Και στη συνέχεια, φυσικά, καλύπτουμε πολύ έδαφος στην πορεία. 3,5 ώρες!

ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΠΙΘΥΜΙΑ ΤΟΥ ΝΑ ΣΥΝΕΧΙΣΕΙ ΝΑ ΔΟΥΛΕΥΕΙ ΑΝΕΞΑΡΤΗΤΑ

Συγκεντρώσαμε σιγά σιγά μια πραγματικά εξαιρετική ομάδα την τελευταία δεκαετία. Συνεργαζόμαστε με πολλά από τα ίδια συνεργεία και αρκετούς από τους ίδιους παραγωγούς σε πολλά έργα. Χρειάζεται λίγος χρόνος για να δημιουργηθεί αυτή η υποδομή. Τώρα έχουμε αυτή την εξαιρετική βασική ομάδα, ακόμη και επενδυτές με τους οποίους συνεργαζόμαστε.

Εφόσον είμαστε σε θέση να συνεχίσουμε να κάνουμε ταινίες κάτω των 20 ή ακόμη και των 15 εκατομμυρίων δολαρίων, τότε θα μπορέσουμε να έχουμε την αυτονομία που πραγματικά χρειαζόμαστε για να κάνουμε κάτι τέτοιο

ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΑΤΑΡΡΙΨΗ ΤΟΥ ΑΜΕΡΙΚΑΝΙΚΟΥ ΜΥΘΟΥ ΚΑΙ ΤΟ ΧΑΟΣ ΤΗΣ ΙΣΤΟΡΙΑΣ

Ο τρόπος με τον οποίο αυτή η χώρα χωρίζεται ανά τάξη και εισόδημα είναι φυσικά δυσανάλογος. Για μένα, λοιπόν, είναι κάπως αδύνατο να γυρίσω μια ταινία για τον αμερικανικό μύθο, η οποία να μην τον καταρρίπτει ταυτόχρονα.

Η Μόνα [σσ. Φάστβολντ, σύντροφος του Κορμπέ και συν-δημιουργός των ταινιών που έχει σκηνοθετήσει] είναι Νορβηγίδα και γράψαμε αυτή την ταινία μαζί και ζούμε ανάμεσα σε μια καπιταλιστική χώρα, που είναι ο τόπος μας στη Νέα Υόρκη, και σε μια δημοκρατική σοσιαλιστική χώρα που είναι η Νορβηγία. Αυτό που λέω συχνά στον κόσμο είναι ότι για μένα είναι ευκολότερο να φανταστώ τη ζωή μετά τον θάνατο παρά να φανταστώ τη ζωή μετά τον καπιταλισμό.

Όταν κοιτάζεις μια χώρα όπως η Νορβηγία, η οποία είναι ένα περίφημο ουτοπικό πείραμα, το πετρέλαιο είναι το νούμερο ένα εξαγωγικό προϊόν. Είναι δηλαδή σε μεγάλο βαθμό εις βάρος του υπόλοιπου κόσμου. Αυτό που θέλω να πω λοιπόν είναι ότι όποτε κοιτάζεις κάτω από την επιφάνεια, πάντα βρίσκεις τον καπιταλισμό ακόμη και στα πιο επιτυχημένα κοινωνικά πειράματα.

Αυτό που ίσως είναι πολύ περίπλοκο για πολλούς θεατές σχετικά με τις ταινίες μου είναι ότι συχνά αποτελούν δύο πράγματα ταυτόχρονα. Κι αυτό συμβαίνει επειδή δεν με ενδιαφέρει η προπαγάνδα. Επίσης δεν με ενδιαφέρουν τα κωδικοποιημένα μηνύματα ή το virtue signaling. Με ενδιαφέρει μόνο το χάος της Ιστορίας, με ενδιαφέρει να εκφράσω ένα συναίσθημα για την Ιστορία, όχι να διδάξω ένα μάθημα γι’αυτήν.

ΓΙΑ ΤΟ ΝΑ ΔΗΜΙΟΥΡΓΕΙΣ ΣΗΜΑΝΤΙΚΗ ΤΕΧΝΗ ΤΗΝ ΕΠΟΧΗ ΤΩΝ ΑΛΓΟΡΙΘΜΩΝ

Τα τελευταία 20 χρόνια κινηματογράφου δεν ήταν και τόσο σπουδαία. Δεν ήταν πολύ τολμηρά. Υπάρχουν, βέβαια, κάποιες εξαιρετικές εξαιρέσεις, αλλά είναι πολύ, πολύ λίγες και σπάνιες.

Υπάρχουν συνεχώς εξαιρετικά καλοφτιαγμένες ταινίες, που είναι πολύ συνηθισμένο, αλλά ταινίες που είναι πραγματικά φτιαγμένες για να έχουν διαρκή πολιτιστικό αντίκτυπο ή ταινίες που έχουν πολλά στο μυαλό τους, δεν υπάρχουν τόσες πολλές. Αυτό δεν συμβαίνει επειδή οι άνθρωποι δεν ενδιαφέρονται να τις φτιάξουν – αλλά επειδή η κινηματογραφική βιομηχανία δεν τις υποστηρίζει.

Όλοι προσπαθούν συνεχώς να αναλύουν και να αξιολογούν πώς φτάσαμε εδώ. Για μένα είναι πολύ απλό. Με τον ίδιο τρόπο που το Spotify είχε αντίκτυπο στη μουσική βιομηχανία, το streaming άλλαξε εντελώς τις μετρήσεις μας στο box office και ο τρόπος με τον οποίο τα στελέχη στο Χόλιγουντ ανταποκρίθηκαν σε αυτό είναι ότι πρέπει να κάνουμε συνεχώς πιο ασφαλείς επιλογές από ό,τι στο παρελθόν. Γίνεται έτσι φαύλος κύκλος επειδή ο κόσμος δεν πηγαίνει στους κινηματογράφους κι ως εκ τούτου τα ενδιαφέροντα, απαιτητικά έργα δεν υποστηρίζονται από το σύστημα.

Αλλά κι όμως, μόνο τα έργα που είναι πολύ ριζοσπαστικά κάνουν τον κόσμο να σηκωθεί από τον καναπέ του και να πάει στον κινηματογράφο. Η ταινία του Τζόναθαν Γκλέιζερ πέρυσι έβγαλε πάνω από 50 εκατομμύρια δολάρια στο παγκόσμιο box office. Κι αυτή είναι μια πολύ ριζοσπαστική ταινία. Ή το Οπενχάιμερ. Είτε αρέσουν στον κόσμο αυτές οι ταινίες είτε όχι, ο πολιτιστικός τους αντίκτυπος είναι αδιαμφισβήτητος.

Άρα είναι σαφές ότι υπάρχει όρεξη για ταινίες που υπόσχονται κάτι πολύ, πολύ κινηματογραφικό. Και ταινίες που τα κεντρικά τους θέματα αφορούν πραγματικά κάτι.

→ Διαβάστε ολόκληρη τη συνέντευξη του Μπρέιντι Κορμπέ με την Μόνα Φάστβολντ στο News24/7 για τη δημιουργία του The Brutalist.

ΚΟΡΑΛΙ ΦΑΡΖΑ (THE SUBSTANCE)

The Substance
The Substance

ΓΙΑ ΤΟ ΘΕΜΑ ΤΗΣ ΤΑΙΝΙΑΣ

Είναι ένα θέμα που ζει μαζί μου για πολύ καιρό. Ως γυναίκα, είναι δύσκολο να μην κάνεις ερωτήσεις σχετικά με το πώς αισθάνεσαι στο σώμα σου και πώς σε κοιτάζουν, και τη θέση που έχεις στην κοινωνία σε σχέση με αυτό. Μετά το Revenge ήθελα να συνεχίσω να εξερευνώ το σινεμά είδους και επίσης να εκφράσω κάποια από τα θέματα που μου είναι σημαντικά. Ήρθε η στιγμή να βγει αυτό προς τα έξω.

Είχα περάσει μόλις τα 40 μου εκείνη την εποχή και, ξέρεις, αρχίζεις να θέτεις στον εαυτό σου τόσα πολλά ερωτήματα σχετικά με το ότι νιώθεις πως δεν αξίζεις τίποτα πια, το οποίο είναι τρελό όταν το σκέφτεσαι. Ήθελα λοιπόν να αντιμετωπίσω τη βία του να αισθάνομαι έτσι και το γιατί οδηγήθηκα να αισθάνομαι έτσι.

Ήθελα λοιπόν να εκφράσω αυτά τα θέματα μέσα από το σινεμά είδος και με ένα διασκεδαστικό ταυτόχρονα τρόπο. Αλλά να κάνω κιόλας μια πολύ ισχυρή δήλωση για τη βία της κοινωνίας απέναντι στις γυναίκες. Για το πώς διαρκώς εξετάζουν, μας κρίνουν, μας κοιτάζουν και μας βάζουν σε κουτάκια.

ΓΙΑ ΤΟ ΝΑ ΜΠΛΕΚΕΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΟ ΣΧΟΛΙΑΣΜΟ ΜΕ ΔΙΑΣΚΕΔΑΣΤΙΚΟ ΣΙΝΕΜΑ ΕΙΔΟΥΣ

Όταν γράφω την ταινία, η εμπειρία αυτού που ζεις ως θεατής έρχεται πρώτη. Κι επίσης μου αρέσει να διασκεδάζω κάνοντας ταινίες! Η σκηνοθεσία είναι αυτό που αγαπώ περισσότερο στον κόσμο και ξέρω πολύ καλά τι μου αρέσει να κινηματογραφώ και με τι τρόπο. Αυτό είναι λοιπόν που αναζητώ όταν γράφω κάτι – το πώς θα είμαι ευτυχισμένη όταν το κινηματογραφώ. Το να δημιουργήσω κάτι που είναι μόνο δικό μου, και το πώς όμως θα περιλαμβάνει την εμπειρία μου μέσα, αυτό για το οποίο μιλάω.

Είναι κάπως διαισθητικός ο τρόπος που παίρνει μορφή όλο αυτό. Γιατί πρέπει να προχωρήσει η ιστορία αλλά οι εικόνες είναι κάτι πολύ σημαντικό για μένα από την αρχή. Η πλοκή, η μουσική, ο ήχος, τα πάντα χτίζονται κατά τη διάρκεια της συγγραφής, ταυτόχρονα. Και μου αρέσει να διασκεδάζω κι εγώ ως θεατής με την ταινία που παρακολουθώ, να με μεταφέρει σε ένα άλλο κόσμο, να νιώθω άλλα πράγματα. Αυτός είναι ο κινηματογράφος που μου αρέσει να κάνω. Κι αυτό θα ήθελα να ζήσω ως θεατής.

Κάτι που να κάνει κάτι ακραίο με το είδος. Έτσι πετυχαίνει μια ταινία είδους για μένα. Όταν το βλέπω απολαμβάνω την ακραία εμπειρία, το είδος της τρέλας που μπορείς να ζήσεις μόνο σε μια ταινία είδους κι όχι στην καθημερινότητά σου. Αυτό το μονοπάτι ακολουθώ όταν γράφω τις δικές μου ιστορίες.

ΓΙΑ ΤΟ BODY HORROR ΩΣ ΕΚΦΡΑΣΗ ΦΟΒΩΝ – ΚΑΙ ΦΑΝΤΑΣΙΩΣΕΩΝ

Αυτό στο οποίο πραγματικά αντιδρώ με το body horror, που ανακάλυψα νεότερη, είναι ότι σχετίζεται εξίσου με τους φόβους μας και με τις φαντασιώσεις μας. Δηλαδή με το πώς αντιμετωπίζουμε το σώμα μας. Με τον φόβο του να πάθουμε κακό ή να αφομοιωθούμε ή να παραμορφωθούμε… ή, ξέρεις, μπορεί να επιθυμούμε να το μεταλλάξουμε, να το μεταμορφώσουμε. Είναι μια πολύ βαθιά, πολύ ισχυρή σύνδεση με κάτι το ανθρώπινο μέσα μας, με μια πολύ ισχυρή ανθρώπινη τάση αμφισβήτησης.

Αυτό είναι που με εντυπωσιάζει όταν βλέπω ταινίες body horror είδους. Είναι μια πολύ ενστικτώδης εμπειρία. Και στις ταινίες αυτό είναι που μου αρέσει να κάνω. Κάτι πολύ σπλαχνικό. Αυτό που νιώθεις βαθιά. Ακόμα και στο Revenge ήθελα αυτή τη σπλαχνική εμπειρία – το αίμα, τις πληγές, με όλα όσα σχετίζονται με το σώμα της ηρωίδας. Είναι ένας πολύ κυρίαρχος τρόπος έκφρασης πραγμάτων με έναν σιωπηλό, μη λεκτικό τρόπο.

ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΠΟΦΑΣΗ ΝΑ ΠΡΟΤΕΙΝΕΙ ΤΟΝ ΡΟΛΟ ΣΤΗ ΝΤΕΜΙ ΜΟΥΡ

Η ταινία προφανώς στηρίζεται στις πλάτες της πρωταγωνίστριας και σκεφτόμουν… ποια θα δεχόταν αυτό τον ρόλο; Θα ήταν σα να αντιμετώπιζε την ίδια της τη φοβία. Ήταν δύσκολο να βρω κάποια που θα είχε και το εύρος να κουβαλήσει την ταινία, αλλά επίσης θα δεχόταν να θέσει τον εαυτό της σε αυτό το ρίσκο.

Επίσης, επειδή η ταινία μου δουλεύει πολύ με συμβολισμούς, ήθελα μια ηθοποιό που από μόνη της να αντιπροσωπεύει κάτι από τη δόξα μιας σταρ που η ίδια, ο εαυτός της, είναι ένα πολύ μεγάλο σύμβολο. Οπότε της δώσαμε το σενάριο, αλλά όταν άκουσα ότι ενδιαφέρεται πραγματικά εξεπλάγην γιατί σκέφτηκα πως δεν υπάρχει περίπτωση να δεχτεί. Θα ήταν πολύ τρομακτικό!

Είχαμε μια υπέροχη συνάντηση και μετά διάβασα την αυτοβιογραφία της. Και ξετρελάθηκα. Με έκανε να ανακαλύψω μια εντελώς διαφορετική πλευρά της που δεν ήξερα και να καταλάβω πώς είχε περάσει τόσες δύσκολες καταστάσεις, αλλά και πως ήταν πρωτοποριακή σε πολλά πράγματα – ήταν σούπερ φεμινίστρια, και μπροστά από την εποχή της, και ήταν κάποτε η υψηλότερα αμοιβόμενη ηθοποιός σε μια εποχή όπου η βιομηχανία ήταν εντελώς ανδροκρατούμενη.

Είχε κάνει και πολύ προβοκατόρικα πράγματα εκείνη την εποχή. Όπως όταν είχε ποζάρει όταν ήταν έγκυος. Κατάλαβα ότι έχει λοιπόν αυτή την αντισυμβατική σκέψη. Διάβασα το βιβλίο της και είπα, «ουάου, τι γυναίκα!». Την ήξερα μέσα από τις ταινίες της, αλλά έτσι ανακάλυψα μια πλευρά της που πραγματικά με εντυπωσίασε, και σκέφτηκα ότι είναι μια γυναίκα που θα μπορούσε να πάρει τέτοια ρίσκα. Ταιριάξαμε. Είχε περάσει στη ζωή της πράγματα που περνούσα εγώ τότε.

→ Διαβάστε ολόκληρη της συνέντευξη της Κοραλί Φαρζά στο News24/7 λίγες ώρες μετά την πρεμιέρα του The Substance στις Κάννες.

ΖΑΚ ΟΝΤΙΑΡ (EMILIA PEREZ)

AP

ΓΙΑ ΤΟ ΠΩΣ ΔΗΜΙΟΥΡΓΗΣΕ ΤΟ EMILIA PEREZ – ΠΑΡΑ ΤΟ ΟΤΙ ΔΕΝ ΑΓΑΠΑΕΙ ΤΑ ΜΙΟΥΖΙΚΑΛ

Δεν μου αρέσουν ιδιαίτερα τα μιούζικαλ, δεν έχω ιδιαίτερη προτίμηση. Και δεν τα γνωρίζω καλά ως είδος. Δεν έχω καμία κουλτούρα σχετική με αυτά. Αυτό που μου αρέσει είναι τα μιούζικαλ του Μπομπ Φόσι ή του Ζακ Ντεμί, για παράδειγμα. Αλλά δεν μου αρέσουν αυτά των ‘30s ή τα χολιγουντιανά μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο.

Το αρχικό πρότζεκτ χρονολογείται στο 2019 και επρόκειτο να είναι μια όπερα, βασικά. Θα ήταν λιμπρέτο σε τέσσερις πράξεις με πολύ αρχετυπικούς χαρακτήρες που θα παρέπεμπαν σε διαφορετικά κομμάτια τέχνης, σαν διαφορετικοί πίνακες.

Αγαπώ την όπερα! Παρόλο που δεν έχω τόσο βαθιά κουλτούρα, ήθελα να κάνω κάτι τέτοιο. Όταν έγραφα τη δεύτερή μου ταινία (Ένας Πολύ Διακριτικός Ήρωας, 1996) ήθελα να κάνω κάτι σαν αυτό που έκανε ο Πίτερ Μπρουκ με την Κάρμεν – μια μίξη σινεμά και στοιχείων όπερας. Είναι αυτός ο συνδυασμός όπερας και της κινούμενης εικόνας του σινεμά, που με έχει επηρεάσει στην πραγματικότητα.

ΓΙΑ ΤΗΝ ΣΥΝΕΡΓΑΣΙΑ ΤΟΥ ΜΕ ΤΗ ΖΟΪ ΣΑΛΝΤΑΝΙΑ ΚΑΙ ΤΗΝ ΣΕΛΙΝΑ ΓΚΟΜΕΖ

Δεν ήξερα καμία από τις δύο!

Τη Ζόι μου την πρότεινε ένας ατζέντης από το Λος Άντζελες και μου έλεγαν συνέχεια το όνομά της. Είχα μια συνάντηση zoom μαζί της και αμέσως τη βρήκα τρομερή κι αυτό μου επέτρεψε να προσθέσω ένα χαρακτηριστικό στη Ρίτα που δεν είχα προηγουμένως – λαμβάνοντας υπόψη το γεγονός ότι έχει πιο σκούρα επιδερμίδα, η οποία στο Μεξικό είναι ένα πολύ συγκεκριμένο κοινωνικό χαρακτηριστικό. Και είναι μια σπουδαία ηθοποιός που μπορεί να τραγουδήσει και να χορέψει.

Όσον αφορά τη Σελίνα, ισχύει το ίδιο πράγμα. Δεν την γνώριζα, με εξαίρεση την ερμηνεία της στο Spring Breakers και την ταινία του Γούντι Άλεν, A Rainy Day in New York. Και και με μαγνήτισε αμέσως, παρά το γεγονός ότι παρά το όνομά της, δεν προφέρει ούτε μια λέξη ισπανικά. Αυτό ήταν το θέμα. Αλλά όταν συναντηθήκαμε για ένα καφέ στη Νέα Υόρκη, της είπα στα 10 λεπτά ότι προσλαμβάνεται. Δεν με πίστεψε!

ΓΙΑ ΤΟ ΟΤΙ ΘΕΛΕΙ ΝΑ ΚΑΝΕΙ ΤΑΙΝΙΕΣ ΠΟΥ ΕΙΝΑΙ ΚΑΤΙ ΠΑΡΑΠΑΝΩ ΑΠΟ ΤΟ ΘΕΜΑ ΤΟΥΣ

Δεν είμαι από τους σκηνοθέτες που σηκώνονται το πρωί και λένε, εντάξει, θα ασχοληθώ με αυτό το είδος σήμερα. Για μένα, οι ταινίες δεν προέρχονται από συγκεκριμένα θέματα. Είναι ας πούμε ένας προβληματισμός, ένας διαλογισμός που κάνω και μετά προστίθενται πράγματα σε αυτόν. Κι η ταινία προκύπτει επειδή αυτή η διαίσθηση, αυτός ο προβληματισμός αποκρυσταλλώνεται μαζί με άλλα πράγματα. Είναι μια ταινία, δεν προέρχεται από ένα θέμα – προέρχεται από μια φόρμα.

Αν ήθελα να μείνω σε θέματα, τότε θα έκανα ένα ντοκιμαντέρ! Αυτό που μου επέτρεψε η μουσική να κάνω, είναι η δυνατότητα ανάμειξης της επικής αίσθησης της αφήγησης με τα δραματικά στοιχεία της πραγματικότητας. Τα τραγούδια ενσωματώνονται πλήρως στην αφήγηση και αποτελούν μέρος της εξέλιξης της ίδιας της ιστορίας. Κάτι σαν το ρόλο που έπαιζαν στον Ζακ Ντεμί, για παράδειγμα στις Ομπρέλες του Χερβούργου. Πρόκειται για μια ταινία που στο φόντο έχει τον πόλεμο της Αλγερίας! Οπότε η μουσική γίνεται δραματικό, συστατικό της ίδιας της αφήγησης. Δεν είναι εκεί απλώς ως αντιπερισπασμός.

→ Διαβάστε ολόκληρη τη συνέντευξη του Ζακ Οντιάρ στο News24/7 από το φεστιβάλ των Καννών.

ΤΖΕΪΜΣ ΜΑΝΓΚΟΛΝΤ (A COMPLETE UNKNOWN)

Edward Norton and Timothée Chalamet in A COMPLETE UNKNOWN. Photo by Macall Polay, Courtesy of Searchlight Pictures. © 2024 Searchlight Pictures All Rights Reserved.

*Ο Τζέιμς Μάνγκολντ μίλησε σε ψηφοφόρους των Χρυσών Σφαιρών πριν την κυκλοφορία του A Complete Unknown, και το NEWS24/7 ήταν καλεσμένο.

ΓΙΑ ΤΟ ΠΩΣ ΕΜΠΝΕΥΣΤΗΚΕ ΑΠΟ ΤΟ AMADEUS ΤΟΥ ΜΙΛΟΣ ΦΟΡΜΑΝ

Είμαι ένας αρκετά κλασικός κινηματογραφιστής, πράγμα που με κάνει σχεδόν αξιοπερίεργο στην εποχή μας. Ενδιαφέρομαι πραγματικά για την ιστορία. Και ενδιαφέρομαι πολύ για τους ανθρώπους που έχουν μεγάλο κίνητρο μέσα τους, όπως οι χαρακτήρες στο Ford v. Ferrari, όπως ο Τζόνι Κας, και σίγουρα όπως ο Μπομπ Ντίλαν. Είναι όλοι καλλιτέχνες, ακόμα και οι κατασκευαστές αγωνιστικών αυτοκινήτων. Για μένα, η μεγαλοφυΐα είναι ένα πολύ ενδιαφέρον πράγμα για να εξερευνήσεις σε μια ταινία.

Ο δάσκαλός μου και μεγάλος μέντοράς μου, ο Μίλος Φόρμαν, το έκανε τόσο όμορφα στο Amadeus. Ήταν για μένα κάτι σαν πρότυπο, που χρησιμοποίησα πριν από πέντε χρόνια όταν άρχισα να ετοιμάζω το σενάριο του A Complete Unknown: η ιδέα ότι δεν μαθαίνουμε τόσα πολλά για τον Αμαντέους σε αυτή την ταινία όσο για τον Σαλιέρι και τη γυναίκα του, τον βασιλιά, την αυλή και την οικογένειά του. Μαθαίνουμε για τον Μότσαρτ μέσα από τα ίχνη που αφήνει στους άλλους.

Σκέφτηκα ότι δεν υπήρχε περίπτωση να κάνουμε μια ταινία όπου θα αποκάλυπτα κάποια διεισδυτική, αξιολύπητη, ψυχολογική επιφοίτηση για τον Μπομπ Ντίλαν που δεν θα υποτιμούσε τελικά την ταινία. Υπήρχε όμως τρόπος να κάνουμε μια ταινία για όλες τις περιπλοκότητες που κρύβει μέσα του καθώς και το πλήθος των αντιδράσεων που έχει προκαλέσει στους άλλους. Γι’ αυτό στηρίζομαι τόσο πολύ στον Πιτ Σίγκερ και την Τζόαν Μπαέζ και τη Σίλβι και τον Τζόνι Κας. Είναι ο κόσμος γύρω του – με αυτούς δίνω ώθηση, κατά κάποιο τρόπο, στην ταινία.

ΓΙΑ ΤΑ ORIGIN STORIES ΠΟΥ ΤΟΥ ΑΡΕΣΟΥΝ – ΚΑΙ ΤΟ ORIGIN STORY ΤΟΥ ΜΠΟΜΠ ΝΤΙΛΑΝ

Ένιωσα ότι ήταν σαν ένα παραμύθι. Πάντα μου αρέσει να λέω origin stories. Το πώς συνέβη κάτι. Στην πραγματικότητα, κάθε ταινία θα έπρεπε να είναι μια ιστορία προέλευσης. Αυτό δεν σημαίνει ότι πρέπει να ξεκινάει με έναν χαρακτήρα στην παιδική ηλικία, αλλά θα πρέπει να είναι για το πώς ξεκίνησε αυτό που είναι το θέμα της ταινίας. Και για μένα, υπήρχε μια ομορφιά στην απλότητα της άφιξης του Μπομπ στη Νέα Υόρκη με πέντε δολάρια, μια κιθάρα και ένα μικρό σημειωματάριο γεμάτο τραγούδια.

Και δεν ήταν καν ο Μπομπ Ντίλαν όταν έφτασε. Ήταν ο Μπομπ Ζίμερμαν. Εφευρίσκει ένα νέο όνομα, και βρίσκει τον ήρωά του, και του τραγουδάει ένα τραγούδι που έγραψε γι’ αυτόν. Και από αυτή τη μία ακρόαση ξεκινάνε όλα. Ή την τυχαία συνάντηση με ένα είδωλο που ο καθένας θα μπορούσε να είχε επισκεφτεί, που πέθαινε σε ένα νοσοκομείο – όλοι τον είχαν ξεχάσει ουσιαστικά εκτός από τον Πιτ Σίγκερ. Υπήρχε κάτι βαθιά συγκινητικό σε αυτό το πορτρέτο. Διότι δεν με ενδιαφέρει να πω την ίδια ιστορία. Νομίζω ότι υπάρχουν πολλές ταινίες για τα μετέπειτα χρόνια του Μπομπ, υπάρχουν ντοκιμαντέρ. Με ενδιέφερε να προσπαθήσω να φέρω μια νέα ενέργεια και όχι απλώς μια από τα ίδια.

ΓΙΑ ΤΗΝ ΟΜΟΡΦΙΑ ΤΟΥ ΠΑΡΕΞΗΓΗΜΕΝΟΥ ΕΙΔΟΥΣ ΤΗΣ ΜΟΥΣΙΚΗΣ ΒΙΟΓΡΑΦΙΑΣ

Είμαι πολύ ευαίσθητος με τη λέξη μουσική βιογραφία, γιατί νομίζω ότι κάποιοι τη χρησιμοποιούν για να υποτιμήσουν μια ταινία. Σαν να εκπληρώνεις μια φόρμουλα. Υπάρχει τρόπος να πεις μια ιστορία για ένα πραγματικό πρόσωπο που δεν είναι τυποποιημένη, χωρίς δηλαδή να σημαίνει ότι η ταινία πρέπει να μετατραπεί σε μια σειρά από κλισέ. Δεν θα μου άρεσε να πετάξω μια ολόκληρη φόρμα ή ένα ολόκληρο είδος μόνο και μόνο επειδή είναι εύκολος στόχος σάτιρας.

Ο Μελ Μπρουκς έκανε το Blazing Saddles, αλλά εμείς εξακολουθούμε να κάνουμε γουέστερν. Και η πραγματικότητα είναι ότι αυτές οι μορφές είναι όμορφες, όλες τους. Και αυτή η φόρμα, νομίζω, είναι όμορφη, ειδικά όταν δεν γίνεται το κλισέ του εαυτού της. Όταν δεν είναι απλά: α, κοίτα, να εκείνο το διάσημο πρόσωπο. Ή ω, Θεέ μου, εδώ είναι αυτό το τραγούδι επιτυχία και μετά κόβει η εικόνα σε ένα περιστρεφόμενο δίσκο, και τα ποπ τσαρτς, και όλα αυτά– ξέρουμε ποιες είναι αυτές οι στιγμές.

Αλλά ξέρουμε επίσης τις στιγμές σε μια ταινία με πιστολέρο όπου οι τύποι γεμίζουν τα όπλα τους και ετοιμάζονται να τραβήξουν τη σκανδάλη. Είναι σαν ιεροτελεστία κάποιες από αυτές τις στιγμές. Δεν χρειάζεται να περιοριστούν σε ένα κλισέ.

Στην πραγματικότητα, όταν γίνονται με ωραίο τρόπο, όλα αυτά αποτελούν βασικά στοιχεία της κινηματογραφικής μας γλώσσας. Πάντα σκέφτομαι, λοιπόν: Το Serpico είναι βιογραφική ταινία ή αστυνομική ταινία; Είναι το Gunfight at the O.K. Corral μια βιογραφική ταινία ή ένα γουέστερν;

Όλοι φτιάχνουμε ιστορίες που βασίζονται στην πραγματικότητα. Όλοι αφηγούμαστε ιστορίες που με τη μία ή την άλλη μορφή προέρχονται από την εμπειρία της ζωής μας. Προφανώς, όταν κάνεις μια ταινία για τον Μπομπ Ντίλαν, έχεις μια πρόσθετη ευθύνη.

Αυτή η χρήση της “μουσικής βιογραφίας” είναι ένας τρόπος να υποβαθμίσεις μια ταινία, δηλαδή να την υποβιβάσεις σε ένα κλισέ. Ως κάποιος που έχει δουλέψει σε ρομαντικές κομεντί και γουέστερν και αστυνομικές ταινίες και ταινίες Marvel και ταινίες φαντασίας, πιστεύω ότι μπορείς να το κάνεις αυτό σε οποιαδήποτε ταινία αν προσπαθήσεις.

Οπότε δεν είμαι απόλυτα σίγουρος γιατί αυτό το είδος δέχεται αυτή την κακόβουλη επίθεση. Αλλά όταν έκανα αυτή την ταινία ήμουν πολύ αποφασισμένος κι είχα συναίσθηση του τι θεωρούσα ως βασικά στοιχεία της φόρμας. Δεν μπορώ να τα παραλείψω όλα. Εξακολουθούμε να παρακολουθούμε την άνοδο στη δόξα κάποιου που κάνει μουσική, αλλά προσπάθησα πάρα πολύ να μην εμπλακώ με συγκεκριμένες ημερομηνίες, και συμβάντα, και να παρουσιάσω ένα σωρό χαρακτήρες, και να το κάνω κάπως σαν ένα λήμμα της Wikipedia.

Περισσότερο από όλα, προσπάθησα να κάνω την ταινία όπως θα λειτουργούσε αν επρόκειτο για χαρακτήρες μυθοπλασίας. Να είναι δηλαδή απλώς μια ιστορία για αυτόν τον μοναδικό 19χρονο που έρχεται στη Νέα Υόρκη κουβαλώντας μαζί του την ιδιοφυία του.

ΓΙΑ ΤΗΝ ΣΥΓΓΕΝΕΙΑ ΤΟΥ A COMPLETE UNKNOWN ΜΕ ΤΟ WALK THE LINE

Πρέπει να παραδεχτώ ότι, όπως και άλλοι σκηνοθέτες, έχω κι εγώ τα κόλπα μου. Δεν μου αρέσει να το παραδέχομαι, αλλά φυσικά και υπάρχει εδώ μια ηχώ της άλλης ταινίας. Είναι γραμμένες από τον ίδιο σεναριογράφο και γυρισμένες από τον ίδιο σκηνοθέτη.

Αλλά ένιωσα επίσης ότι ήταν εντάξει, επειδή δουλεύω ξανά σε μια παρόμοια φόρμα, και έτσι είναι λογικό. Όπως και για κάποιους από τους κινηματογραφικούς μου ήρωες είναι λογικό να χρησιμοποιούν κάποιες από τις ίδιες τεχνικές όταν επιστρέφουν ξανά σε κάποια από τα ίδια είδη. Κι ήταν ακόμα πιο ενδιαφέρον για μένα, επειδή υπήρχαν και τραγούδια του Μπομπ Ντίλαν στο Walk the Line!

Έτσι, υπήρχε αυτό το επίπεδο διασταύρωσης μεταξύ των ταινιών. Αλλά δεν μπορώ να εξηγήσω γιατί με γοητεύει τόσο πολύ αυτή η περίοδος. Είναι απλώς μια περίοδος αθωότητας όπου πραγματικά η μουσική δεν έχει κάνει μεγάλο άλμα από εκείνη την εποχή μέχρι σήμερα. Από την άφιξη του rock and roll στα μέσα της δεκαετίας του ’60 μέχρι σήμερα, έχουμε μια κυρίως ίδια μορφή, σε γενικές γραμμές.

Ροή Ειδήσεων

Περισσότερα