Ευ ζην χωρίς οξυγόνο;
Διαβάζεται σε 4'
Το σύνθημα «Δεν έχω οξυγόνο» αποτυπώνει την αγωνία των πολλών: όταν το σύστημα δεν διασφαλίζει ούτε καν την ανάσα μας, πώς να μιλήσουμε για ποιότητα ζωής;
- 03 Μαρτίου 2025 06:34
Το «ευ ζην» προϋποθέτει ανάσα. Προϋποθέτει χώρο να ζεις με ασφάλεια, προοπτική, αξιοπρέπεια. Όταν όμως το κράτος αποτυγχάνει στα στοιχειώδη –στην προστασία της ζωής, στην εξασφάλιση της δικαιοσύνης, στην παροχή βασικών εγγυήσεων δημόσιας ασφαλείας– το «ευ ζην» μετατρέπεται σε προνόμιο των λίγων, ενώ για τους υπόλοιπους, τους πολλούς γίνεται μια μάχη επιβίωσης.
Το σύνθημα «Δεν έχω οξυγόνο», που ακούστηκε εκκωφαντικά μετά την τραγωδία των Τεμπών, αποτυπώνει αυτή ακριβώς την αγωνία των πολλών: όταν το σύστημα δεν διασφαλίζει ούτε καν την ανάσα μας, πώς να μιλήσουμε για ποιότητα ζωής;
Η ειρωνεία είναι προφανής: μια κυβέρνηση που διαφημίζει την επιστροφή στην «κανονικότητα» μετά από χρόνια λιτότητας και πανδημίας, υπόσχεται –και ορθώς– ανάπτυξη και βελτίωση της καθημερινότητας. Όμως, πώς μπορεί να υπάρξει «ευ ζην» όταν λείπει το οξυγόνο της ασφάλειας, της εμπιστοσύνης, της αξιοκρατίας;
Η πολύνεκρη τραγωδία στα Τέμπη ανέδειξε με τον σκληρότερο τρόπο ένα οξύμωρο που χαρακτηρίζει την εγχώρια πραγματικότητα των τελευταίων ετών. Από τη μία, η κυβέρνηση προβάλλει διαρκώς το αφήγημα του «ευ ζην», δηλαδή της αναβάθμισης της καθημερινότητας των πολιτών, υπογραμμίζοντας ότι η χώρα αφήνει πίσω της αφενός την πολυετή οικονομική λιτότητα που «γονάτισε» το βιοτικό επίπεδο, αφετέρου τη ζοφερή περίοδο της πανδημίας, η οποία πυροδότησε περαιτέρω ανασφάλεια και αβεβαιότητα. Από την άλλη, το ίδιο αυτό κράτος αποδεικνύεται ανήμπορο να εγγυηθεί στοιχειώδη ασφάλεια στις μετακινήσεις.
Στην αριστοτελική σκέψη, το «ευ ζην» αποτελεί θεμελιώδη στόχο της πολιτείας: σημαίνει να ζει κανείς με πληρότητα, εφαρμόζοντας την αρετή και συνεισφέροντας στο κοινό καλό. Ο Αριστοτέλης το συνδέει άρρηκτα με την «ευδαιμονία», η οποία δεν είναι μια στιγμιαία απόλαυση, αλλά μια συνεχής κατάσταση ουσιαστικής ολοκλήρωσης. Έτσι, «ευ ζην» δεν σημαίνει απλώς ύπαρξη κάποιων υλικών ευκολιών, αλλά την εξασφάλιση ενός πλαισίου στο οποίο οι πολίτες μπορούν να αξιοποιούν τις δυνατότητές τους και να νιώθουν ασφαλείς και αξιοπρεπείς, σωματικά και ψυχολογικά.
Η μακρόχρονη λιτότητα τραυμάτισε ακριβώς αυτές τις προϋποθέσεις, καθώς περιέκοψε δραστικά εισοδήματα και δημόσιες υπηρεσίες, ενώ η πανδημία ενέτεινε την απομόνωση και το αίσθημα αδυναμίας απέναντι σε πρωτόγνωρες συνθήκες. Γι’ αυτό και ο δημόσιος λόγος της κυβέρνησης εστιάζει στο ότι «ήρθε η ώρα να ζήσουμε καλύτερα» – να αφήσουμε πίσω τα δύσκολα χρόνια και να απολαύσουμε μια πιο ελεύθερη, πιο ασφαλή καθημερινότητα. Ωστόσο, η σιδηροδρομική τραγωδία –που, σύμφωνα με τεκμηριωμένες ενδείξεις, δεν περιορίζεται σε «ανθρώπινο σφάλμα»– κλονίζει συθέμελα την εμπιστοσύνη στο κράτος και την επίσημη αφήγηση περί «βελτίωσης».
Σε αυτό το φόντο, όταν υπουργοί και αξιωματούχοι, που ενίοτε παρουσιάζονται ως «άνθρωποι της διπλανής πόρτας», επιδεικνύουν αδιαφορία ή προβαίνουν σε προκλητικά και κυνικά σχόλια, το χάσμα με την κοινωνία μεγαλώνει ακόμα περισσότερο. Σε μια χώρα που χαρακτηρίζεται από παραδοσιακά μεγάλη απόσταση εξουσίας, η αλαζονεία και η έλλειψη ενσυναίσθησης γίνονται το «κερασάκι στην τούρτα»: ενισχύουν μια εκρηκτική δυσαρέσκεια που εν μέρει έχει συσσωρευτεί από τις δύσκολες εμπειρίες της τελευταίας δεκαετίας.
Θα πει κάποιος: «Μα οι πολίτες δεν δείχνουν καμία διάθεση να κυβερνήσουν οι ίδιοι!». Είναι αλήθεια ότι, διαχρονικά, μόνο μειοψηφίες επιδιώκουν ενεργή πολιτική συμμετοχή. Ωστόσο, το ζητούμενο δεν είναι να γίνουν όλοι “συν-κυβερνήτες” ή ριζοσπαστικοί ακτιβιστές. Ο κόσμος θα στηρίξει όποιον του εξασφαλίζει καλύτερη ποιότητα ζωής, αλλά μόνον όταν το βλέπει να εφαρμόζεται στην πράξη.
Το μεγαλύτερο παράδοξο, ωστόσο, παραμένει: ενώ, μετά από χρόνια λιτότητας και δύο δύσκολα πανδημικά έτη, έχει έρθει η στιγμή που πολλοί προσδοκούν πραγματική ανάταση και «ευ ζην», αποκαλύπτεται ότι το κράτος υπολείπεται δραματικά στο βασικό καθήκον της προστασίας των πολιτών. Όσο οι ιθύνοντες δεν απομακρύνονται από την αλαζονεία και την παντοδυναμία του «συστήματος των λίγων», τόσο οι πολίτες θα βλέπουν σκληρά γεγονότα να αναιρούν κάθε μεγαλόστομη διακήρυξη. Και αυτό, δυστυχώς, δυναμιτίζει την ίδια τη βάση της κοινωνικής εμπιστοσύνης – ή, με αριστοτελικούς όρους, διαρρηγνύει το θεμέλιο του «ευ ζην».