Μια γλωσσολογική ανάλυση του κειμένου του ΕΟΔΑΣΑΑΜ

Διαβάζεται σε 15'
Μια γλωσσολογική ανάλυση του κειμένου του ΕΟΔΑΣΑΑΜ
ΑΙ

(Ο στόχος μου είναι να εξετάσω το συνημμένο έγγραφο του πορίσματος του ΕΟΔΑΣΑΑΜ και να εντοπίσω ασυνέπειες ή προβλήματα. Πιο συγκεκριμένα, επιθυμώ να βρω σημεία που υποδεικνύουν γλωσσικές ασυνέπειες, απότομες αλλαγές στη λογική ροή, τεχνικά λάθη, μορφοποιητικές ανωμαλίες, καθώς και πιθανές παραλείψεις κρίσιμων πληροφοριών, ώστε να διαπιστώσω αν υπήρξαν σημεία στο έγγραφο που τροποποιήθηκαν, επεξεργάστηκαν ή παραλείφθηκαν.)

Γλωσσικές Ασυνέπειες

Διακυμάνσεις στο ύφος και την ορολογία: Η έκθεση του ΕΟΔΑΣΑΑΜ, παρουσιάζει ανάμεικτα γλωσσικά ύφη, κάτι που υποδηλώνει πολλαπλούς συγγραφείς ή διαφορετικά στάδια επεξεργασίας. Για παράδειγμα, παρατηρείται εναλλαγή μεταξύ βρετανικής και αμερικανικής ορθογραφίας – χρησιμοποιείται «organisational» σε κάποια σημεία και «organization» σε άλλα.

Αντίστοιχα, σε ένα σημείο γίνεται αναφορά σε «training program», ενώ αργότερα χρησιμοποιείται ο όρος «programme» για τη διαχείριση περιουσιακών στοιχείων. Αυτή η ασυνέπεια στην ορθογραφία και την επιλογή λέξεων υποδεικνύει έλλειψη ομοιόμορφης επιμέλειας.

Αλλαγές στον τόνο και αμήχανη διατύπωση: Το κείμενο διατηρεί κατά κύριο λόγο έναν απρόσωπο, επίσημο τόνο, αλλά περιστασιακά διολισθαίνει σε πιο προσωπικό ύφος. Αξιοσημείωτα, στην περίληψη αναφέρεται «We note that there are at least still at least 22 persons at a ‘severe’ level…».

Η χρήση του πρώτου πληθυντικού προσώπου («we») και η περιττή επανάληψη («at least still at least») υποδηλώνουν βιαστική επεξεργασία ή αντιγραφή κειμένου που δεν διορθώθηκε επαρκώς.

Επίσης, η έκθεση χρησιμοποιεί ασυνήθιστες εκφράσεις όπως «strategical level» αντί για το ορθότερο «strategic level», γεγονός που υποδηλώνει πιθανές μεταφραστικές αστοχίες ή διαφορετικούς συγγραφείς. Μικρά γραμματικά λάθη, όπως η έλλειψη μιας λέξης στη φράση «with the existing evidence is impossible to determine…» (που θα έπρεπε να είναι «it is impossible»), ενισχύουν την εντύπωση ασυνεπούς ποιότητας στη γραφή.

Αυτές οι γλωσσικές ανωμαλίες δεν εμποδίζουν την κατανόηση, ωστόσο καταδεικνύουν ότι το έγγραφο συντάχθηκε ή αναθεωρήθηκε βιαστικά, πιθανώς από πολλούς συνεργάτες, δημιουργώντας ερωτήματα σχετικά με την ομοιομορφία και την επιμέλεια του κειμένου.

Διαταραχές στη Λογική Ροή

Απότομες μεταβάσεις μεταξύ θεμάτων: Η αφήγηση της έκθεσης κάποιες φορές μεταπηδά απότομα από το ένα θέμα στο άλλο, γεγονός που μπορεί να διαταράξει τη λογική ροή. Στην περίληψη, η εστίαση μετατοπίζεται από τα τεχνικά αίτια της σύγκρουσης σε άσχετα ζητήματα που αφορούν τις συνέπειες του συμβάντος, χωρίς ομαλή μετάβαση.

Για παράδειγμα, μετά τη συζήτηση για τη σύγκρουση και τη φωτιά, το σημείο 20 στρέφεται απότομα στον κίνδυνο εμφάνισης διαταραχής μετατραυματικού στρες στους επιζώντες. Πρόκειται για σημαντική πληροφορία, αλλά η θέση της (αμέσως μετά από τεχνικές λεπτομέρειες σχετικά με τη φωτιά) φαίνεται αιφνιδιαστική. Δημιουργείται η εντύπωση ότι διαφορετικά τμήματα (τεχνική ανάλυση έναντι ανθρώπινων επιπτώσεων) συνδυάστηκαν, πιθανώς από διαφορετικούς συγγραφείς, χωρίς σαφή σύνδεση.

Ομοίως, στην ενότητα «Παρατηρήσεις ασφαλείας», το κείμενο αναφέρει ξαφνικά: «Δεν υπήρχε ουσιαστικός συντονισμός… στον τόπο της σύγκρουσης. Κάθε υπηρεσία συνέχισε να λειτουργεί με δικές της οδηγίες…».

Αυτή η σημαντική κριτική της διαχείρισης έκτακτης ανάγκης παρουσιάζεται χωρίς επαρκή εισαγωγή – η έκθεση δεν είχε ακόμη διευκρινίσει ποιος είχε την ευθύνη της διαχείρισης του περιστατικού, με αποτέλεσμα ο αναγνώστης να έρχεται αντιμέτωπος με ένα συμπέρασμα (έλλειψη συντονισμού) πριν την παρουσίαση του προβλήματος. Τέτοιες απότομες μεταβάσεις υποδηλώνουν ότι τμήματα της έκθεσης πιθανόν αναδιοργανώθηκαν ή προστέθηκαν μετά την αρχική σύνταξη, με πιθανή απώλεια σημαντικού πλαισίου ή βασικών υποθέσεων.

Ανεπίλυτες αναφορές και αντιφάσεις: Υπάρχουν περιπτώσεις όπου η έκθεση θέτει ένα θέμα, αλλά στη συνέχεια δεν παρέχει λύση ή περαιτέρω εξήγηση, αφήνοντας ένα λογικό κενό. Ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι η «πιθανή παρουσία μιας μέχρι τώρα άγνωστης καύσιμης ύλης» που ίσως συνέβαλε στη δημιουργία της τεράστιας πύρινης σφαίρας.

Η συγκεκριμένη αναφορά υποδηλώνει ότι υπήρξε κάτι εύφλεκτο πέρα από τα ήδη γνωστά υλικά, μια πολύ σοβαρή υπόθεση, ωστόσο η έκθεση δεν καταφέρνει ποτέ να προσδιορίσει τι ακριβώς ήταν αυτή η ουσία. Η μεταγενέστερη τεχνική ανάλυση περιγράφει την ανάπτυξη της φωτιάς σε δύο στάδια και σημειώνει ότι πιθανόν πρόκειται για ανάφλεξη ενός πτητικού υγρού, αλλά καταλήγει τελικά στο συμπέρασμα πως «είναι αδύνατο να προσδιοριστεί» η ακριβής πηγή καυσίμου με τα υπάρχοντα στοιχεία. Το θέμα παραμένει χωρίς επίλυση.

Αυτό διαταράσσει τη λογική ροή: τίθεται ένα κρίσιμο ερώτημα (υπήρχε άγνωστη ουσία που επιδείνωσε τη φωτιά;), αλλά δεν απαντάται ποτέ. Οι αναγνώστες είναι πιθανό να αναρωτηθούν αν στοιχεία έχουν χαθεί ή αποκρυφθεί, αφού η έκθεση υπογραμμίζει το μυστήριο χωρίς να το λύνει.

Ασυνέπειες στις αφηγηματικές λεπτομέρειες: Αν και δεν αποτελούν ξεκάθαρες αντιφάσεις, ορισμένες λεπτομέρειες της αφήγησης μπορεί να προκαλέσουν σύγχυση αν δεν εξεταστούν προσεκτικά. Στην περίληψη αναφέρεται ότι η εμπορική αμαξοστοιχία «αναχώρησε από τον σταθμό των Νέων Πόρων» περίπου την ίδια ώρα που το επιβατικό τρένο αναχωρούσε από τη Λάρισα, υπονοώντας ότι οι Νέοι Πόροι ήταν το σημείο εκκίνησης.

Ωστόσο, το αναλυτικό χρονοδιάγραμμα διευκρινίζει ότι η εμπορική αμαξοστοιχία 63503 είχε αρχικά προγραμματιστεί να φύγει από τη Θεσσαλονίκη στις 21:15, καθυστέρησε στις 21:40, και πέρασε από τους Νέους Πόρους στη διαδρομή της αργότερα. Δεν υπάρχει ευθεία αντίφαση, όμως η διατύπωση μπορεί να οδηγήσει σε παρερμηνεία ότι η αφετηρία ήταν οι Νέοι Πόροι.

Αυτή η μικρή ασάφεια σχετικά με την τοποθεσία και το χρόνο είναι αποτέλεσμα υπερβολικής συνοπτικότητας κατά την περίληψη ενός περίπλοκου γεγονότος και διαταράσσει τη λογική ροή μέχρι ο αναγνώστης να βρει τη διευκρίνιση σε μεταγενέστερα κεφάλαια. Τέτοια παραδείγματα δείχνουν πως η περίληψη πιθανόν επεξεργάστηκε και συμπυκνώθηκε, χάνοντας ίσως κάποια ακρίβεια, και αναγκάζοντας τον αναγνώστη να συμφιλιώνει τις λεπτομέρειες ανάμεσα σε διαφορετικά τμήματα.

Τεχνικές Ασυνέπειες

Ασυμφωνίες σε ονόματα και δεδομένα: Η έκθεση χρησιμοποιεί περιστασιακά ασυνεπή ορολογία για τον ίδιο φορέα ή έννοια, γεγονός που υποδηλώνει πιθανή έλλειψη ενιαίας επιμέλειας.

Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι ο ευρωπαϊκός οργανισμός σιδηροδρομικής ασφάλειας: η ανάλυση αναφέρεται στον παλαιότερο τίτλο «European Railway Agency», ενώ οι συστάσεις χρησιμοποιούν τον τρέχοντα τίτλο «European Union Agency for Railways (ERA)». Και οι δύο όροι σαφώς αναφέρονται στην ευρωπαϊκή αρχή σιδηροδρόμων, αλλά η εναλλαγή μεταξύ των ονομάτων μπορεί να μπερδέψει τον αναγνώστη.

Αυτό υποδηλώνει ότι χρησιμοποιήθηκαν διαφορετικοί συγγραφείς ή πηγές – ενδεχομένως κάποιοι ανέφεραν παλαιότερα έγγραφα όταν χρησιμοποιούν τον όρο «European Railway Agency», ενώ άλλοι χρησιμοποίησαν τον επίσημο σύγχρονο τίτλο. Από εγκληματολογική σκοπιά, αυτή η ασυνέπεια υπονοεί ότι ενότητες μπορεί να έχουν ληφθεί από προϋπάρχοντα κείμενα ή συνταχθεί σε διαφορετικές χρονικές στιγμές και στη συνέχεια δεν εναρμονίστηκαν.

Λάθη σε αριθμούς ή σημεία στίξης: Γενικά, τα στοιχεία της έκθεσης (όπως ώρες, ταχύτητες, αριθμοί θυμάτων) φαίνεται να είναι συνεπή σε όλο το κείμενο. Ωστόσο, υπάρχουν μικρά τεχνικά λάθη στον τρόπο παρουσίασης. Για παράδειγμα, στο σημείο 27 των συμπερασμάτων, υπάρχει η πρόταση: «…during the audit of NSA activities These did not lead to the necessary improvement quickly enough…».

Εδώ λείπει μία τελεία μεταξύ των λέξεων «activities» και «These», με αποτέλεσμα δύο ανεξάρτητες προτάσεις να συγχωνεύονται. Πρόκειται για μικρό τυπογραφικό λάθος, αλλά σε μια έκθεση έρευνας υψηλού επιπέδου, τέτοιες παραλείψεις είναι αξιοσημείωτες. Υποδηλώνουν βιαστική επιμέλεια και στιγμιαία μπορεί να μπερδέψουν το νόημα (ο αναγνώστης μπορεί να διαβάσει αρχικά «activities these», μέχρι να αντιληφθεί ότι θα έπρεπε να ξεκινά νέα πρόταση).

Αν και δεν φαίνεται να υπάρχουν κρίσιμα λάθη στα δεδομένα, αυτά τα τεχνικά προβλήματα στην επεξεργασία υπονομεύουν την ακρίβεια της έκθεσης. Μια ακόμη διακριτική ασυνέπεια αφορά τον τρόπο εισαγωγής ορολογίας – π.χ. το κείμενο αναφέρεται νωρίς στον όρο «descending track» (καθοδική γραμμή, που σημαίνει τη νότια γραμμή από τη Θεσσαλονίκη προς την Αθήνα), αλλά μόνο αργότερα παρέχει μια παρένθεση που διευκρινίζει τις έννοιες «descending» έναντι «ascending track».

Μέχρι να βρεθεί αυτή η εξήγηση, ο όρος «descending» μπορεί να προβληματίσει αναγνώστες που δεν είναι εξοικειωμένοι με τη σιδηροδρομική ορολογία. Αυτό υποδεικνύει ότι η έκθεση ίσως συντάχθηκε εκτός σειράς ή με την προϋπόθεση γνώσης που δεν δόθηκε εκ των προτέρων, γεγονός που αποτελεί τεχνικό σφάλμα στη δομή του εγγράφου.

Εσωτερική συνέπεια χρονοδιαγραμμάτων και δεδομένων: Γενικά, το χρονοδιάγραμμα των γεγονότων και τα δεδομένα (ταχύτητες, καθυστερήσεις, αριθμός θυμάτων) είναι εσωτερικά συνεπή, κάτι που είναι θετικό.

Δεν υπάρχουν εμφανείς αντιφάσεις όπως δύο διαφορετικοί χρόνοι σύγκρουσης (είναι σταθερά λίγο μετά τις 23:18) ή αντικρουόμενος αριθμός θυμάτων (η έκθεση αναφέρει σταθερά 57 νεκρούς, 81 σοβαρά τραυματίες, 99 με ελαφριά τραύματα). Η συνέπεια αυτή υποδηλώνει ότι δεν υπήρξε σκόπιμη παραποίηση δεδομένων. Οι μικρές ασυνέπειες εντοπίζονται περισσότερο στον τρόπο που αναφέρονται ή εξηγούνται ορισμένα στοιχεία. Για παράδειγμα, η έκθεση παραθέτει κανονιστικά έγγραφα και εσωτερικούς κανονισμούς με
αριθμημένες υποσημειώσεις ή αναφορές (π.χ. «(91)», «(198)» στο κείμενο).

Αν αυτές οι παραπομπές δεν είναι άμεσα προσβάσιμες ή επεξηγημένες εντός του κειμένου, ο αναγνώστης μπορεί να θεωρήσει ότι η τεκμηρίωση είναι ελλιπής – μια πιθανή παράλειψη στην τεχνική τεκμηρίωση.

Συνοπτικά, ενώ το πραγματικό περιεχόμενο φαίνεται αξιόπιστο, οι λίγες ασυνέπειες στα ονόματα και την παρουσίαση υποδεικνύουν μια διαδικασία επεξεργασίας που ενδέχεται να ήταν κατακερματισμένη ή βιαστική, αντί για μια προσεκτικά ενοποιημένη αφήγηση – κάτι που μια εγκληματολογική αξιολόγηση σημειώνει ως πιθανή πηγή σύγχυσης ή παρερμηνείας.

Ανωμαλίες στη Μορφοποίηση

Ενδείξεις προσθηκών ή διαγραφών: Η μορφοποίηση του εγγράφου είναι σε μεγάλο βαθμό επαγγελματική, αλλά υπάρχουν ενδείξεις ότι ορισμένα τμήματα έχουν προστεθεί ή τροποποιηθεί εκ των υστέρων.

Ένα ξεκάθαρο παράδειγμα είναι η διπλή χρήση της φράσης στην περίληψη: «at least still at least 22 persons…». Η επανάληψη του «at least» στη συγκεκριμένη πρόταση είναι πιθανότατα ένα λάθος επιμέλειας – ίσως ένας συντάκτης έγραψε αρχικά «still 22 persons», και ένας επιμελητής πρόσθεσε το «at least» για λόγους προσοχής, με αποτέλεσμα το «at least still at least 22».

Αυτή η αστοχία υποδηλώνει ότι το κείμενο αναθεωρήθηκε χωρίς τελική προσεκτική ανάγνωση, κάτι που αναδεικνύει ένα σημείο που μπορεί να προστέθηκε ή άλλαξε μετά την αρχική σύνταξη. Η διατύπωση αυτή ξεχωρίζει οπτικά και γραμματικά από τη γενικά προσεγμένη γλώσσα που τη συνοδεύει.

Ασυνεπής χρήση γραμματοσειρών ή συμβόλων: Αν και δεν είναι εμφανείς οι γραμματοσειρές εδώ, το κείμενο αφήνει υπόνοιες για κάποιες ασυνέπειες στη μορφοποίηση. Ένα παράδειγμα είναι η χρήση εισαγωγικών. Η έκθεση μερικές φορές χρησιμοποιεί αγγλικού τύπου εισαγωγικά για διάλογο ή αναφορές, αλλά σε μία επικεφαλίδα χρησιμοποιούνται γαλλικού τύπου guillemets: 4.2.1.4. « Normal/accepted » practice to continue to use manual route setting.

Αυτό είναι ασυνήθιστο σε αγγλικό κείμενο και ενδεχομένως αποτελεί ένδειξη αντιγραφής κειμένου από άλλη πηγή ή πρότυπο που χρησιμοποιούσε αυτά τα σύμβολα, ή πιθανόν τη χρήση διαφορετικού πληκτρολογίου από τον συντάκτη.

Επιπλέον, στον πίνακα περιεχομένων, η γραμμή «Further analysis of the safety management systems … 82» δεν έχει αριθμηθεί όπως οι υπόλοιπες, κάτι που υποδηλώνει διαφορετική διαχείριση αυτής της ενότητας. Αυτές οι μικρές ιδιομορφίες υποδεικνύουν ότι το έγγραφο πιθανόν συναρμολογήθηκε από διάφορα επιμέρους κείμενα.

Προβλήματα στην αρίθμηση και τη δομή: Γενικά, η αρίθμηση των ενοτήτων και των παραγράφων είναι συνεπής, με κάθε παράγραφο αριθμημένη διαδοχικά και τους τίτλους σε λογική σειρά. Ωστόσο, υπάρχουν μικρές ασυνέπειες που υποδηλώνουν μεταγενέστερες τροποποιήσεις.

Η παρουσία πολύ υψηλών αριθμών αναφοράς σε παρενθέσεις – π.χ. «(100)» που αναφέρεται σε υποσημειώσεις ή πηγές – υποδηλώνει ένα εκτεταμένο σύστημα αναφορών που δεν φαίνεται άμεσα στο κυρίως κείμενο. Αν αυτές οι υποσημειώσεις δεν είναι πλήρως παρούσες ή σωστά συνδεδεμένες, πρόκειται για αστοχία μορφοποίησης.

Ένα άλλο παράδειγμα αφορά τον τρόπο παρουσίασης ορισμένων καταλόγων. Οι συστάσεις στο Κεφάλαιο 6 παρουσιάζονται με αριθμημένη λίστα (2025-RL01-001, 002 κλπ.), ενώ νωρίτερα οι συστάσεις καταγράφονται μόνο με αριθμούς παραγράφων.

Αυτή η διπλή μορφοποίηση δεν είναι απαραίτητα λάθος, αλλά η μετάβαση από αφηγηματικές παραγράφους σε δομημένες λίστες ενδέχεται να προκαλέσει σύγχυση σχετικά με την ιεράρχηση των πληροφοριών.

Καμία από αυτές τις ιδιομορφίες δεν υποδεικνύει κακόβουλη πρόθεση, αλλά δείχνουν ότι η έκθεση συγκροτήθηκε πιθανώς από διάφορα μέρη (τεχνικά παραρτήματα, ομάδες έρευνας, σύνταξη και επιμέλεια) και δεν εξομαλύνθηκαν πλήρως όλες οι μορφοποιητικές διαφορές.

Από εγκληματολογικής πλευράς, τέτοιες ανωμαλίες μπορούν να παρέχουν ενδείξεις σχετικά με την ιστορία του εγγράφου: πού πιθανόν κόπηκε, συνδέθηκε ή αναμορφώθηκε, φωτίζοντας το ποιες ενότητες μπορεί να προστέθηκαν σε μεταγενέστερα στάδια.

Έμφαση ή Παράλειψη Περιεχομένου

Έμφαση σε συγκεκριμένους παράγοντες: Η έκθεση δίνει ιδιαίτερη έμφαση στους συστημικούς και οργανωτικούς παράγοντες, κάτι που, αν και βάσιμο, μπορεί ενίοτε να εκληφθεί ως μετατόπιση της προσοχής από τις ατομικές ενέργειες.

Για παράδειγμα, μεγάλο μέρος των συμπερασμάτων αφιερώνεται στο πώς ο ΟΣΕ (διαχειριστής υποδομής) απέτυχε να συντηρήσει εξοπλισμό ή να εκπαιδεύσει και να επιβλέψει επαρκώς το προσωπικό, και πώς η Hellenic Train δεν παρείχε διαρκή εκπαίδευση στους οδηγούς της. Επίσης, τονίζεται η απουσία ενός Εθνικού Φορέα

Διερεύνησης και η επικράτηση μιας κουλτούρας που βασίζεται αυστηρά στην τήρηση κανονισμών αντί σύγχρονων συστημάτων ασφάλειας. Αφιερώνοντας πολλές παραγράφους σε αυτά τα ευρύτερα ζητήματα, η έκθεση σαφώς επιδιώκει να δείξει ότι η τραγωδία δεν ήταν απλώς «ανθρώπινο λάθος» ενός μεμονωμένου σταθμάρχη, αλλά αποτέλεσμα
μακροχρόνιων θεσμικών ανεπαρκειών.

Πιθανή συνέπεια αυτής της έμφασης είναι ότι ορισμένα άμεσα αίτια ή οι προσωπικές ευθύνες μπορεί να φαίνεται ότι υποβαθμίζονται. Για παράδειγμα, το κρίσιμο λάθος του σταθμάρχη (η παράλειψη επαναφοράς του κλειδιού) αναφέρεται στο γεγονός, αλλά η αφήγηση γρήγορα περνάει στις δυσκολίες του εργασιακού περιβάλλοντος και στην έλλειψη υποστήριξης που είχε.

Αυτό το πλαίσιο μπορεί να επηρεάσει τη δημόσια αντίληψη, μειώνοντας ίσως τη βαρύτητα της προσωπικής ευθύνης. Σε μια εγκληματολογική επισκόπηση, αυτή η διατύπωση είναι αξιοσημείωτη: ίσως υποδηλώνει ότι οι συγγραφείς ήταν ευαίσθητοι ως προς την κατανομή των ευθυνών, στρέφοντας συνειδητά το περιεχόμενο προς τομείς βελτίωσης αντί για την απόδοση ευθυνών. Αυτή η προσέγγιση συμβαδίζει με την εντολή της έκθεσης (να μην καταλογίσει ευθύνες), αλλά η επιλογή αυτή επηρεάζει σαφώς ποιες λεπτομέρειες προβάλλονται και ποιες περιορίζονται.

Παράλειψη δυνητικά κρίσιμων λεπτομερειών: Ορισμένα σημεία της έκθεσης υπονοούν ελλείψεις πληροφόρησης, όπου κρίσιμες λεπτομέρειες απουσιάζουν ή δεν διερευνώνται πλήρως, περιορίζοντας πιθανώς την πληρότητα της έρευνας. Ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι το αίτιο της φωτιάς μετά τη σύγκρουση. Το κείμενο αναγνωρίζει ότι η μεγάλη πύρινη σφαίρα δεν μπορεί να εξηγηθεί από τα ήδη γνωστά υλικά των αμαξοστοιχιών, σημειώνοντας πως «δεν υπάρχει ένδειξη ότι ο τεχνικός εξοπλισμός του τροχαίου υλικού… προκάλεσε την πύρινη σφαίρα…

Με τα υπάρχοντα στοιχεία είναι αδύνατο να προσδιοριστεί τι ακριβώς την προκάλεσε». Η έκθεση αναφέρει ακόμα και το ενδεχόμενο ύπαρξης μιας άγνωστης καύσιμης ύλης. Παρά ταύτα, μετά από αυτή τη δήλωση δεν γίνεται καμία περαιτέρω έρευνα ή διευκρίνιση για το τι μπορεί να ήταν αυτή η ουσία. Για παράδειγμα, δεν διευκρινίζεται ρητά εάν ελέγχθηκαν
πλήρως τα φορτία της εμπορικής αμαξοστοιχίας.

Αυτή η παράλειψη είναι σημαντική – η παρουσία μιας άγνωστης εύφλεκτης ουσίας θα μπορούσε να υποδηλώνει αδήλωτο φορτίο ή άλλες παραβάσεις ασφάλειας, αλλά ο
αναγνώστης δεν λαμβάνει απαντήσεις. Η πιθανή συνέπεια είναι είτε ότι η έρευνα δεν μπόρεσε να ανιχνεύσει αυτήν την κρίσιμη λεπτομέρεια (ίσως λόγω καταστροφής στοιχείων), είτε ότι θεωρήθηκε εκτός σκοπού της έρευνας. Σε κάθε περίπτωση, η αλήθεια για το τι πυροδότησε την καταστροφική φωτιά παραμένει ασαφής.

Χειρισμός αποδεικτικών στοιχείων και απώλεια πληροφοριών: Μια άλλη σημαντική παράλειψη είναι η απώλεια βασικών αποδεικτικών στοιχείων
κατά τη διάρκεια και μετά το ατύχημα. Η έκθεση αναφέρει ότι «η αρχική συλλογή στοιχείων… παρουσιάζει αρκετές αδυναμίες, με αποτέλεσμα την απώλεια δυνητικά ζωτικής σημασίας πληροφοριών».

Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι ότι οι καταγραφές CCTV που θα έπρεπε να δείχνουν τη φόρτωση της εμπορικής αμαξοστοιχίας στη Θεσσαλονίκη δεν διασώθηκαν. Αντίθετα, οι σκληροί δίσκοι που παραδόθηκαν στους ερευνητές περιείχαν άσχετο υλικό από άλλον σταθμό, που δεν προσφέρει καμία πληροφορία για το φορτίο πριν την αναχώρηση. Αυτό υποδεικνύει είτε τυχαία κακή διαχείριση στοιχείων είτε σκόπιμη παρέμβαση.

Η έκθεση ασκεί κριτική σε αυτό, αλλά μάλλον περιγραφικά και αργά στο κείμενο. Αυτές οι ελλείψεις στη διατήρηση στοιχείων μεταφράζονται απευθείας σε κενά περιεχομένου της έκθεσης – περιοχές όπου κάτι φαίνεται να λείπει. Ένας προσεκτικός αναγνώστης μπορεί εύκολα να διακρίνει ότι η έκθεση τονίζει ορισμένα ευρήματα, όπως τους
ανθρώπινους παράγοντες, εις βάρος άλλων, λόγω της απουσίας επαρκών στοιχείων. Έτσι μπορεί να προκύψει μια ακούσια «παραμόρφωση» της αλήθειας, όχι από όσα αναφέρονται, αλλά από όσα παραλείπονται.

Συνοπτικά, οι επιλογές περιεχομένου της έκθεσης φαίνεται να είναι προσανατολισμένες σε ευρύτερα μαθήματα ασφάλειας και θεσμικές
μεταρρυθμίσεις, τα οποία αναμφίβολα είναι κρίσιμα. Ωστόσο, αυτή η προσέγγιση συνοδεύεται από σχετικά μικρότερη ανάλυση συγκεκριμένων λεπτομερειών (όπως, για παράδειγμα, το ακριβές αίτιο της φωτιάς).

Οι εν λόγω επιλογές μπορεί να περιορίζουν κάπως την ανάλυση συγκεκριμένων περιστατικών ή ευθυνών. Οι αναφερόμενες ασυνέπειες και παραλείψεις – από συντακτικά λάθη έως βαθύτερα ερευνητικά κενά – υπογραμμίζουν ότι το έγγραφο αυτό, όπως κάθε σύνθετη έκθεση ατυχήματος, αποτελεί προϊόν εργασίας πολλών ανθρώπων και ίσως υπό
περιορισμούς.

Μια εγκληματολογική γλωσσική και δομική ανάλυση φέρνει στην επιφάνεια αυτά τα λεπτά σημάδια, τα οποία με τη σειρά τους ενθαρρύνουν μια υγιή κριτική εξέταση των συμπερασμάτων της έκθεσης και της εμπιστοσύνης που μπορούμε να τους δείξουμε.

Κάθε παρατυπία ή ασυνέπεια, αν και μεμονωμένα μπορεί να είναι ασήμαντη, συνολικά διαμορφώνει την εικόνα μιας έκθεσης που ήταν εκτενής αλλά όχι τέλεια, ολοκληρωμένη αλλά όχι απρόσβλητη από εξωτερικούς περιορισμούς.

Αυτά είναι τα σημεία που αξίζουν περαιτέρω διερεύνηση, ώστε να διασφαλιστεί ότι καμία σκόπιμη ή ακούσια παραποίηση γεγονότων δεν έχει διεισδύσει στην τελική αφήγηση.

porisma

Ροή Ειδήσεων

Περισσότερα